Μεγαλεπήβολα αλλά και αμφιλεγόμενα συνάμα, πολύκροτα αλλά και πολυκύμαντα, τα «τσιτάτα» περί ευρωπαϊκής «στρατηγικής αυτονομίας» επέστρεψαν δυναμικά στο προσκήνιο τις τελευταίες εβδομάδες, στη σκιά μιας κρίσης όπως είναι η αφγανική, που ήρθε με τη σειρά της να μας υπενθυμίσει πόσο… εξαρτημένοι εξακολουθούν να είναι οι Ευρωπαίοι από τις ΗΠΑ. 

Ο Ισπανός ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής Ζοζέπ Μπορέλ, ο Βέλγος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε, ο Γερμανός επικεφαλής της ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στην ευρωβουλή Μάνφρεντ Βέμπερ, ο Ιταλός πρόεδρος της Στρατιωτικής Επιτροπής της ΕΕ στρατηγός Κλαούντιο Γκρατσιάνο κ.ά. έσπευσαν τις περασμένες ημέρες να θυμηθούν φωναχτά και να μας θυμίσουν πόσο σημαντική είναι η ενίσχυση της στρατηγικής αυτονομίας για την ΕΕ και το μέλλον της. 

Δύναμη ταχείας επέμβασης 

Κάποιοι μάλιστα εξ αυτών (ο Μπορέλ, ο Βέμπερ, ο Γκρατσιάνο) θα αναφέρονταν και στην ανάγκη σύστασης μιας ευρωπαϊκής στρατιωτικής δύναμης ταχείας επέμβασης/αντίδρασης ή άμεσης ανταπόκρισης («rapid response force» ή «rapid reaction force») ολίγων χιλιάδων στρατιωτών (5.000 σύμφωνα με τον Μπορέλ). 

Με συνέντευξη που παραχώρησε στα Μέσα του γερμανικού μιντιακού ομίλου Funke, ο πρόεδρος της ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) στην ευρωβουλή Μάνφρεντ Βέμπερ τάχθηκε υπέρ της άμεσης σύστασης «μιας ευρωπαϊκής δύναμης (σ.σ. Eingreiftruppe) ολίγων χιλιάδων ανδρών» καθώς και μιας δύναμης κυβερνοάμυνας (σ.σ. Cyberabwehr-Brigade), υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι ειδικά η δύναμη ταχείας επέμβασης θα μπορούσε – εάν υπήρχε – να είχε αναλάβει δράση για παράδειγμα και στο διεθνές αεροδρόμιο της Καμπούλ εξασφαλίζοντας την ασφαλή έξοδο των ευρωπαϊκών αποστολών από το Αφγανιστάν και των συνεργατών τους, χωρίς να χρειάζεται οι Ευρωπαίοι να βασιστούν στις ΗΠΑ για βοήθεια. 

Από το 1950… 

Η συζήτηση περί ευρωστρατού «μετράει» ήδη πολλές δεκαετίες ζωής. Πρόκειται για ένα θέμα που οι Γάλλοι (Ρενέ Πλεβέν, Ρομπέρ Σουμάν, Ζαν Μονέ) συζητούν ήδη από τη δεκαετία του… 1950. Αλλά και η συζήτηση για μια μικρότερη σε μέγεθος ευρωπαϊκή «δύναμη ταχείας επέμβασης» επίσης έχει παρελθόν δεκαετιών. 

Εάν ανατρέξουμε στα συμπεράσματα του (γνωστού σε εμάς λόγω Τουρκίας) Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που είχε πραγματοποιηθεί στο Ελσίνκι τον Δεκέμβριο του 1999 (στον απόηχο των νατοϊκών βομβαρδισμών της Γιουγκοσλαβίας), διαβάζουμε πως «τα κράτη μέλη, συνεργαζόμενα εθελοντικά σε επιχειρήσεις υπό την ηγεσία της ΕΕ, πρέπει να είναι σε θέση έως το 2003 να αναπτύσσουν εντός 60 ημερών και να υποστηρίζουν επί τουλάχιστον ένα έτος στρατιωτικές δυνάμεις μέχρι και 50.000-60.000 ατόμων, ικανών για ολόκληρο το φάσμα των καθηκόντων του Petersberg», δυνάμεις που θα μπορούν δηλαδή να αναλαμβάνουν: 

  • ανθρωπιστικές αποστολές ή αποστολές για την απομάκρυνση υπηκόων των κρατών μελών αποστολές πρόληψης συγκρούσεων και ειρηνευτικές αποστολές 
  • αποστολές μάχιμων μονάδων για τη διαχείριση κρίσεων, όπως επιχειρήσεις για την αποκατάσταση της ειρήνη 
  • κοινές δράσεις αφοπλισμού 
  • αποστολές για την παροχή συμβουλών και συνδρομής σε στρατιωτικά θέματα 
  • και επιχειρήσεις σταθεροποίησης στο τέλος μίας σύγκρουσης.

1999 – 2007 – 2021 

Κάτι τέτοιο (το να μπορούν δηλαδή τα κράτη μέλη, συνεργαζόμενα εθελοντικά σε επιχειρήσεις υπό την ηγεσία της ΕΕ, να αναπτύσσουν εντός 60 ημερών και να υποστηρίζουν επί τουλάχιστον ένα έτος στρατιωτικές δυνάμεις μέχρι και 50.000-60.000 ατόμων) προφανώς και δεν έγινε ποτέ. Ενώ και το έτερο concept των European Union Battlegroups (EUBG) που θα λάνσαρε η ΕΕ το 2007 πρακτικά επίσης… δεν λειτούργησε ποτέ.   

Εν έτει 2021 πια, πολλές χώρες της ΕΕ (μεταξύ αυτών η Γαλλία και η Γερμανία) επανέρχονται με μια πρόταση για τη σύσταση μιας ευρωπαϊκής δύναμης ταχείας επέμβασης/αντίδρασης («rapid military response force») 5.000 στρατιωτών. Το θέμα στην πραγματικότητα δεν είναι νέο, ούτε απότοκο των τελευταίων χαοτικών εξελίξεων στο Αφγανιστάν.

Παίζει ήδη από τον περασμένο Μάιο, ενώ σύμφωνα με το Reuters οι χώρες που στηρίζουν αυτήν την ιδέα είναι η Αυστρία, το Βέλγιο, η Κύπρος, η Τσεχία, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Σλοβενία (που ασκεί επί του παρόντος και την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ) και η Ισπανία. Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται άλλωστε και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης. 

Ρήγματα στο δυτικό μέτωπο 

Ποιοι διαφωνούν; Οι ΗΠΑ και η ηγεσία του ΝΑΤΟ (ενδεικτική η πρόσφατη συνέντευξη του Νορβηγού γενικού γραμματέα της Συμμαχίας Γενς Στόλτενμπεργκ στους New York Times), οι χώρες της Βαλτικής, η Πολωνία (εντός της οποίας ωστόσο υπάρχουν και φωνές όπως για παράδειγμα του πρώην ΥΠΕΞ Ράντεκ Σικόρσκι που προωθούν την ιδέα μιας «ευρωπαϊκής λεγεώνας»), η Τσεχία (την οποία το Reuters είχε κατατάξει στους υποστηρικτές ενός μίνι ευρωστρατού αν και υπάρχουν δηλώσεις Τσέχων υπουργών που κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση), η Δανία και η Μάλτα (σημειωτέον πως Δανία και Μάλτα κρατούν αποστάσεις και από τον μηχανισμό της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας PESCO). 

Όσοι διαφωνούν, τείνουν να υποστηρίζουν πως οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι θα έπρεπε μεν να κάνουν περισσότερα για την κοινή άμυνα αλλά στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και όχι αυτόνομα ή μέσα από παράλληλες δομές που υπάρχει το ενδεχόμενο όχι να ενισχύσουν τη θωράκιση της Δύσης αλλά να υπονομεύσουν τη Βορειοατλαντική Συμμαχία.

Συνασπισμοί προθύμων αλλά με ερωτηματικά  

Ακόμη και αν είχαν υπήρχαν ωστόσο τα περιθώρια εντός της ΕΕ ώστε να σχηματιστεί μια τέτοια ευρωπαϊκή δύναμη ταχείας επέμβασης ολίγων χιλιάδων ατόμων, πολλοί υπογραμμίζουν ότι θα ήταν πολύ δύσκολο εν συνεχεία να εξασφαλίζεται κατά περίπτωση η συναίνεση-ομοφωνία που θα απαιτείτο σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου αυτή η δύναμη να αναλάβει δράση. 

Πως θα μπορούσε να ξεπεραστεί αυτό το εμπόδιο; Η κοινοβουλευτική ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) στη γερμανική Μπούντεσταγκ είχε προτείνει, όπως γράφαμε στο Α&Δ τον Δεκέμβριο του 2020, τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής δύναμης («28. EU-Armee») «που θα υπάγεται στην Κομισιόν», «θα λειτουργεί υπό τις εντολές ενός νέου Ευρωπαίου “Επιτρόπου Άμυνας” (“Verteidigungskommissar”)» και «θα αναλαμβάνει δράση μόνο έπειτα από έγκριση (με απλή πλειοψηφία) του ευρωκοινοβουλίου (στα πρότυπα δηλαδή της γερμανικής Μπούντεσταγκ που έχει δικαίωμα βέτο ως προς την κινητοποίηση των στρατευμάτων της Μπούντεσβερ), το οποίο ευρωκοινοβούλιο θα πρέπει επίσης να εγκρίνει και το διορισμό του διοικητή της εν λόγω δύναμης». 

Παράλληλα, το τελευταίο διάστημα πολλαπλασιάζονται και οι φωνές που μιλούν για ad hoc «συνασπισμούς των προθύμων» εντός της ΕΕ που θα μπορούν να αναλαμβάνουν στρατιωτικές δράσεις χωρίς να απαιτείται προηγούμενη ομοφωνία στο επίπεδο των «27», πάντοτε ανάλογα με τις εξελίξεις και τις όποιες έκτακτες ανάγκες. 

Κάποιοι υποστηρίζουν για παράδειγμα ότι ένας τέτοιος «συνασπισμός των προθύμων» θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο.  

Εάν πάντως κρίνουμε από τον βαθμό στον οποίο πολλές από τις παραπάνω χώρες… δεν έχουν βοηθήσει τους Γάλλους στις στρατιωτικές τους αποστολές σε Μάλι-Σαχέλ (Takuba Task Force), τότε αντιλαμβάνεται πως… άλλο η θεωρία και άλλο η πράξη. 

Θα μπορούσε άραγε η «χαοτική» (ή μόνο φαινομενικά «χαοτική» κατά κάποιους) έξοδος των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν να κινητοποιήσει τους Ευρωπαίους προκαλώντας όσα δεν είχαν καταφέρει να προκαλέσουν οι πόλεμοι στη Γιουγκοσλαβία, η ρωσική εισβολή στην Κριμαία και η τετραετία Τραμπ; Πολύ δύσκολα μεν, αλλά…