Οι -μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή- απεικονίσεις του μαχητικού 6ης γενιάς, από τη Dassault, με την ονομασία Système de Combat Aérien du Futur (SCAF).

Αμυντικές βιομηχανίες, από διαφορετικές γωνιές της υφηλίου, ενώνουν τις δυνάμεις τους με το βλέμμα στραμμένο στην ανάπτυξη των μαχητικών αεροσκαφών του (όχι και τόσο μακρινού, εάν όλα κυλήσουν βάσει προγράμματος) μέλλοντος. Από το Ηνωμένο Βασίλειο ως την Ισπανία και από την Ιαπωνία ως τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι αρμόδιοι βάζουν σε τροχιά απογείωσης προγράμματα ανάπτυξης νέων οπλικών συστημάτων που στόχο έχουν να κομίσουν αεροπορική υπεροχή, τεχνολογικό προβάδισμα, αυξημένα έσοδα και χιλιάδες θέσεις εργασίας.

Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία και η Ιταλία υπέγραψαν το Δεκέμβριο συμφωνία στο πλαίσιο της οποίας πρόκειται να συνεργαστούν για την ανάπτυξη ενός επόμενης -έκτης- γενιάς μαχητικού αεροσκάφους, υπό τη σκέπη ενός προγράμματος που πλέον φέρει το ακρωνύμιο GCAP (Global Combat Air Programme). Να σημειωθεί μάλιστα ότι, για το εν λόγω πρότζεκτ, οι Ιταλοί έχουν ήδη προχωρήσει σε μια αρχική, ανεπίσημη ενημέρωση και προς την ελληνική πλευρά.

Βρετανία – Ιταλία – Ιαπωνία

Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ εγκαινίασε την πρώτη φάση ανάπτυξης του προγράμματος, επισκεπτόμενος εγκαταστάσεις της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας (RAF), στο Λίνκολνσαϊρ της κεντρικής Αγγλίας, στις 9 Δεκεμβρίου 2022. Αναφερόμενος στα προσδοκώμενα οφέλη από το εν λόγω πρότζεκτ, ο Σούνακ διεμήνυσε ότι το επερχόμενο μαχητικό «θα κρατά τη χώρα ασφαλή απέναντι στις απειλές». Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην οικονομική διάσταση του συγκεκριμένου προγράμματος που πρόκειται, όπως είπε, να δημιουργήσει χιλιάδες θέσεις εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο και να φέρει δισεκατομμύρια στερλίνες στη βρετανική οικονομία.

Σύμφωνα με όσα έχουν μέχρι στιγμής ανακοινωθεί επισήμως, ο στόχος είναι αυτό το νέο βρετανο-ιταλο-ιαπωνικό μαχητικό να έχει κάνει την πρώτη πτήση του ως το 2035. Και στην πορεία, από το 2035 και έπειτα, να αρχίσει να αντικαθιστά σταδιακά τους στόλους τόσο των βρετανικών Eurofighter Typhoon, όσο και των ιαπωνικών Mitsubishi F-2 που οδεύουν προς «απόσυρση». Οι τρεις χώρες θέλουν να έχουν διαμορφώσει ως το 2025 τις βάσεις εκείνες και τις δομές, ως προς το «κόνσεπτ» του ιδίου του προϊόντος (βλ. τεχνικές προδιαγραφές) αλλά και αναφορικά με τη μεταξύ τους συνεργασία (επιμερισμός δαπανών, καταμερισμός εργασιών κ.ά.), ώστε να μπορέσουν να περάσουν στην επόμενη φάση της ανάπτυξης.

Επί της ουσίας, δεν μιλάμε για κάτι ολότελα νέο, αλλά μάλλον για τη μετεξέλιξη έργων και πρωτοβουλιών που είχαν ξεκινήσει να τρέχουν τα τελευταία χρόνια και τώρα ανανεώνονται. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιταλία είχαν ήδη ξεκινήσει να συνεργάζονται με στόχο την ανάπτυξη ενός νέου μαχητικού (Tempest – Future Combat Air System), διαμορφώνοντας ένα εταιρικό σχήμα στο οποίο έρχονται τώρα να προστεθούν και οι Ιάπωνες οι οποίοι, επίσης, προωθούσαν ανάλογα δικά τους σχέδια στο πλαίσιο του προγράμματος για το Mitsubishi F-X. Πάνω στο Tempest εργάζονταν ήδη, τα περασμένα χρόνια, οι βρετανικές BAE Systems και Rolls Royce, το βρετανικό παράρτημα της MBDA και η ιταλική Leonardo. Με την εν λόγω ομάδα αναμένεται, τώρα, να αρχίσει να συνεργάζεται πιο στενά και η ιαπωνική Mitsubishi Heavy Industries.

«Ενώνοντας δυνάμεις με την Ιταλία και την Ιαπωνία στην επόμενη φάση του προγράμματος, το Ηνωμένο Βασίλειο θα αξιοποιήσει την τεχνογνωσία του, θα μοιραστεί το κόστος και θα διασφαλίσει ότι η RAF θα παραμείνει διαλειτουργική με τους στενότερους εταίρους μας. Το έργο αναμένεται να δημιουργήσει θέσεις εργασίας υψηλής ειδίκευσης, ενισχύοντας τη βιομηχανική μας βάση και προωθώντας την καινοτομία με οφέλη πέρα από την καθαρή στρατιωτική χρήση», σημειώνει η βρετανική κυβέρνηση σε σχετική ανακοίνωση. Ωστόσο, μέσω της ίδιας ανακοίνωσης, οι Βρετανοί στέλνουν και άλλα μηνύματα, υποστηρίζοντας για παράδειγμα ότι: «η ασφάλεια των περιοχών του Ευρω-Ατλαντικού και του Ινδο-Ειρηνικού είναι αδιαίρετη» και ότι στο πρότζεκτ GCAP «ίσως εμπλακούν και άλλες χώρες». Το BBC σχολιάζει, σχετικά, ότι «η Ιταλία συμμετείχε ήδη και η προσθήκη της Ιαπωνίας είναι μια σημαντική κίνηση τη στιγμή που η Βρετανία χτίζει στενότερους δεσμούς με συμμάχους στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, καθώς ανησυχεί για τις κινήσεις από την πλευρά μιας περισσότερο διεκδικητικής Κίνας».

Γαλλία – Γερμανία – Ισπανία

Παράλληλα, ωστόσο, προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης ενός νέου έκτης γενιάς μαχητικού εργάζονται και άλλες ομάδες χωρών που, επίσης, προχώρησαν σε ανακοινώσεις τον περασμένο Δεκέμβριο.

Η Γαλλία και η Γερμανία δηλώνουν πια έτοιμες -παρά τα πισωγυρίσματα και τις διαφωνίες του πρόσφατου παρελθόντος- να περάσουν στην επόμενη φάση ανάπτυξης ενός δικού τους επόμενης γενιάς μαχητικού αεροσκάφους, επαναφέροντας σε τροχιά υλοποίησης ένα από τα μεγαλύτερα εξοπλιστικά προγράμματα της Γηραιάς Ηπείρου. Το πρότζεκτ Future Combat Air System – FCAS ή Système de Combat Aérien du Futur – SCAF ή Futuro Sistema Aéreo de Combate – FSAC, περί ου ο λόγος, είχε μπει στα σκαριά ήδη από το 2017 με τη συμμετοχή Γάλλων και Γερμανών, ενώ στην πορεία θα εντάσσετο σε αυτό και η Ισπανία.

Το σκεπτικό ήταν να βγει, μέσα από αυτήν την κοινή προσπάθεια, ένα αεροσκάφος που θα μπορούσε να αντικαταστήσει στο μέλλον τα Eurofighter Typhoon (που διαθέτουν Βρετανοί και Ισπανοί), τα Hornet (των Ισπανών), τα Tornado (των Γερμανών) και τα Rafale (των Γάλλων).

Έως και πριν από λίγους μήνες ωστόσο, το FCAS – SCAF – FSAC έδειχνε να πνέει τα λοίσθια υπό το βάρος διαφωνιών. Το χάσμα μεταξύ Γάλλων και Γερμανών, οι διαφωνίες δηλαδή μεταξύ της Dassault Aviation και της Airbus σε μια σειρά από ζητήματα, κυρίως εμπορικού και τεχνικού χαρακτήρα, ήταν τόσο μεγάλο, ώστε το ίδιο το μέλλον του εγχειρήματος να φαντάζει αμφίβολο.

Πάντως, αρχής γενομένης από το Νοέμβριο του 2022, οι δύο πλευρές άρχισαν να στέλνουν (ασυντόνιστα μεταξύ τους και εν μέρει αντιφατικά είναι η αλήθεια, τουλάχιστον στην αρχή) μηνύματα περί γεφύρωσης των μεταξύ τους διαφορών, δίνοντας έτσι εκ νέου ώθηση και ζωή σε ένα πρότζεκτ το οποίο πολλοί θεωρούσαν χαμένο. Ως τις αρχές Δεκεμβρίου είχε καταστεί πια σαφές ότι η Dassault και η Airbus έχουν καταφέρει να καταλήξουν σε μια συμφωνία που θα τους επιτρέψει να περάσουν στην επόμενη φάση ανάπτυξης του Système de Combat Aérien du Futur – SCAF. Μια φάση ονόματι 1B, ο προϋπολογισμός της οποίας αγγίζει τα 3,6 δισ. ευρώ.

«Γαλλική νίκη, γερμανική συνθηκολόγηση»

Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε ο Ερίκ Τραπιέ, διευθύνων σύμβουλος της γαλλικής Dassault Aviation, οι πρώτες δοκιμαστικές πτήσεις του νέου αεροσκάφους θα μπορούσαν να γίνουν γύρω στο 2029. Γάλλοι αναλυτές (Groupe Vauban) καλωσορίζουν τη συμφωνία που τελικώς επετεύχθη ως «γαλλική νίκη» και «γερμανική συνθηκολόγηση». Η Dassault θα είναι ο prime contractor (ο κύριος κατασκευαστής-ανάδοχος) του υπό ανάπτυξη μαχητικού και πρόκειται, μάλιστα, να κρατήσει, υπό την ιδιοκτησία της, και ένα μέρος της τεχνογνωσίας. Σύμφωνα με τον Τραπιέ, μια γαλλο-γερμανο-ισπανική ομάδα πρόκειται να αρχίσει να εργάζεται για αυτό το πρότζεκτ στις εγκαταστάσεις της Dassault στο Παρίσι.

Σημειώνεται ότι, για την ανάπτυξη του Système de Combat Aérien du Futur – SCAF, πρόκειται να εργαστούν, πέρα από τη Dassault και την Airbus, η ισπανική Indra, η ισπανική ITP Aero, η γαλλική Safran, η γαλλική Thales, η γερμανική MTU Aero Engines, η γερμανική FCMS και η ευρωπαϊκή MBDA, μεταξύ άλλων.

Το εν λόγω πρότζεκτ θεωρείται μεγαλεπήβολο. Όπως εκτιμάται, το πιο πιθανό είναι πως δεν θα έχει ολοκληρωθεί πριν από το 2040 ή ακόμη και το 2050. Οι υποστηρικτές του μιλούν, πάντως, για ένα έργο που μπορεί να ενισχύσει τους πολιτικούς και στρατιωτικούς δεσμούς μεταξύ των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών οικονομιών, δίνοντας παράλληλα νέα πνοή στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και νέα ώθηση στο όραμα της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας. Εάν, βέβαια, δεν σκοντάψει στην πορεία πάνω σε νέες διαφωνίες και πισωγυρίσματα.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι καμία από τις προαναφερθείσες χώρες, που επιχειρούν τώρα ενώνοντας τις δυνάμεις τους να αναπτύξουν μαχητικά έκτης γενιάς, δεν έχει αναπτύξει κάποιο μαχητικό πέμπτης γενιάς όπως τα αμερικανικά F-35 και F-22 (αμφότερα της Lockheed Martin), το κινεζικό Chengdu J-20 και το ρωσικό Sukhoi Su-57. Πολλές από αυτές έχουν, βέβαια, μαχητικά 4ης και 4,5 γενιάς.

Συνδυάζοντας drones με μαχητικά 6ης γενιάς

Παράλληλα, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, τόσο η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ, όσο και το αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό, αναπτύσσουν δικές τους ιδέες για ένα μαχητικό επόμενης γενιάς, χωρίς, προς το παρόν, να δίνουν στη δημοσιότητα αξιοσημείωτες λεπτομέρειες αναφορικά με αυτές τις προσπάθειες.

Αυτά που έχουν, αντιθέτως, δει το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα είναι κάποια από τα σχετικά με τη μελλοντική αεροπορική υπεροχή σχέδια αμερικανικών αμυντικών κολοσσών, όπως της General Atomics Aeronautical Systems και της Lockheed Martin. Ενδεικτικά όσα γράφαμε στο amynanet.gr, τον ιστοχώρο της «Α&Δ», στις 2 Οκτωβρίου 2022, σε άρθρο με τον τίτλο «Προς μια επόμενη γενιά αεροπορικής υπεροχής: Συνδυάζοντας drones με επανδρωμένα μαχητικά – Gambit και Project Carrera». Μεταξύ άλλων, αναφέραμε ότι «αμυντικές βιομηχανίες-κολοσσοί, όπως η General Atomics και η Lockheed Martin, ετοιμάζουν, με τις ευλογίες της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας, ‘σχέδια πτήσης’ προς μια επόμενη γενιά αεροπορικής υπεροχής που θα συνδυάζει drones με επανδρωμένα μαχητικά πέμπτης και έκτης γενιάς. Εδώ και χρόνια, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ εργάζεται πάνω σε ένα κόνσεπτ που στοχεύει στην ‘Επόμενη Γενιά Αεροπορικής Υπεροχής’ (Next Generation Air Dominance-NGAD). Στο πλαίσιο αυτού του κόνσεπτ, εντάσσεται και το πρότζεκτ/πλατφόρμα Collaborative Combat Aircraft – CCA (“Συνεργατικών Μαχητικών Αεροσκαφών” σε ελεύθερη ελληνική μετάφραση, γνωστό παλαιότερα ως “loyal wingman”) που θα περιλαμβάνει επανδρωμένα και μη επανδρωμένα συστήματα τα οποία θα συνεργάζονται μεταξύ τους».

Σημειώνεται ότι αμερικανικοί κολοσσοί όπως η Boeing, η Lockheed Martin και η Northrop Grumman εργάζονται ήδη πάνω σε σχέδια για την ανάπτυξη μαχητικών αεροσκαφών έκτης γενιάς. Κάτι ανάλογο λέγεται πως κάνουν παράλληλα και οι Κινέζοι, μια από τις χώρες που έχουν ήδη αναπτύξει πέμπτης γενιάς μαχητικά, εν προκειμένω το Chengdu J-20.