Τρομοκρατική επίθεση στη Μόσχα: Οι ισλαμιστές, τα προσχήματα και το «βολικό» blame-game
Τη Δευτέρα 18 Μαρτίου, με φόντο τις ρωσικές προεδρικές εκλογές που είχαν μόλις προηγηθεί, ο Β. Πούτιν ανέβηκε στην κατάφωτη σκηνή που είχε στηθεί στην Κόκκινη Πλατεία για να πανηγυρίσει δύο «νίκες»: την επέτειο της συμπλήρωσης δέκα ετών από την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία και την άρτι επιτευχθείσα επανεκλογή του στην προεδρία με το σαρωτικό ποσοστό-ρεκόρ του 87,3%.
«Σημειώνουμε πρόοδο και προχωράμε μαζί, δίπλα-δίπλα», διεμήνυσε ο 71χρονος Ρώσος ηγέτης εν μέσω πανηγυρισμών, με το βλέμμα στραμμένο «από το Ροστόφ ως το Ντονέτσκ και από τη Μαριούπολη ως το Μπερντιάνσκ», χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων και τον όρο «Novorossiya».
Μόλις τέσσερα 24ωρα αργότερα ωστόσο, στις 22 Μαρτίου, ένοπλοι εισέβαλαν στον συναυλιακό χώρο Crocus City Hall, σε απόσταση μόλις 24 χιλιομέτρων από την Κόκκινη Πλατεία, σκορπίζοντας τον θάνατο.
Ο επίσημος απολογισμός από αυτήν την επίθεση: σχεδόν 140 νεκροί και πάνω από 180 τραυματίες.
Το φονικότερο τρομοκρατικό χτύπημα που έχει ζήσει η Ρωσία στο έδαφός της μετά το 2004 και τη «Σφαγή του Μπεσλάν» (την πολύνεκρη επίθεση που είχαν εξαπολύσει τον Σεπτέμβριο του 2004 Τσετσένοι ισλαμιστές μαχητές, υπό τις εντολές του Σαμίλ Μπασάγιεφ, σε δημοτικό σχολείο της πόλης Μπεσλάν στη Βόρεια Οσετία) είναι πια γεγονός. Ένα γεγονός το οποίο «προέκυψε» ωστόσο σε μια ενδιαφέρουσα χρονική στιγμή: μόλις λίγα 24ωρα έπειτα από τη θριαμβική επανεκλογή του Πούτιν στη ρωσική προεδρία και ενώ οι ρωσικές δυνάμεις «ανακάμπτουν» στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Η επίθεση της περασμένης Παρασκευής ήρθε να μας υπενθυμίσει, με τον πλέον δραματικό τρόπο, ότι η Ρωσία έχει και άλλα ανοιχτά μέτωπα πέραν του Ουκρανικού. Εάν ανατρέξει άλλωστε κανείς στις τρομοκρατικές επιθέσεις που έχουν σημειωθεί κατά ρωσικών στόχων – εντός και εκτός των ρωσικών συνόρων – τις περασμένες δεκαετίες (στο θέατρο Dubrovka στη Μόσχα το 2002, στο μετρό της Μόσχας το 2004, στο δημοτικό σχολείο του Μπεσλάν το 2004, στο μετρό της Μόσχας ξανά το 2010, στο αεροδρόμιο Domodedovo το 2011, στο Βόλγκογκραντ το 2013, στο Γκρόζνι το 2014, στο μετρό της Αγίας Πετρούπολης το 2017, στη ρωσική πρεσβεία στην Καμπούλ το 2022, αλλά και στον εναέριο χώρο της Αιγύπτου με την κατάρριψη του Airbus της ρωσικής Metrojet το 2015), θα δει ότι εκείνες προήλθαν όχι από Ουκρανούς «ναζί» που χρήζουν «αποναζιστικοποίησης» αλλά από φανατικούς ισλαμιστές προερχόμενους από περιοχές κυρίως της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου.
Η τζιχαντιστική τρομοκρατική οργάνωση ISIS-K, η γνωστή και ως «Ισλαμικό Κράτος του Χορασάν», έσπευσε να αναλάβει την ευθύνη για την πολύνεκρη επίθεση της περασμένης Παρασκευής στη Μόσχα.
Η εν λόγω οργάνωση έχει, ωστόσο, εξαπολύσει κατ’ επανάληψη μύδρους, φραστικούς και όχι μόνο, ενάντια στη Ρωσία, καταγγέλλοντας τους ρωσικούς βομβαρδισμούς στη Συρία και τη ρωσικές «απειλές» κατά των πλειοψηφικά μουσουλμανικών πληθυσμών στον Βόρειο Καύκασο.
Νωρίτερα μέσα στον Μάρτιο, οι ρωσικές Αρχές είχαν μάλιστα εξοντώσει δύο μαχητές του ISIS-K που φέρονται να προετοίμαζαν χτύπημα κατά συναγωγής στη Μόσχα, ενώ η ίδια τζιχαντιστική ομάδα είχε «χρεωθεί» και την επίθεση κατά της ρωσικής πρεσβείας στην Καμπούλ το 2022.
Ο ίδιος ο Πούτιν αναγνώρισε, από τη μεριά του, ότι πίσω από την επίθεση που συγκλόνισε τη Μόσχα στις 22 Μαρτίου βρίσκονταν «ακραίοι ισλαμιστές», χωρίς όμως να αναφερθεί ονομαστικά στο επονομαζόμενο «Ισλαμικό Κράτος».
Ο Ρώσος ηγέτης δεν σταμάτησε ωστόσο, από την άλλη πλευρά, ούτε στιγμή να αναφέρεται στην Ουκρανία, την οποία επιχειρεί να συνδέσει πάση θυσία με την εν λόγω επίθεση, συνδυάζοντας στοιχεία φαινομενικώς ασυνδύαστα («νεοναζί» από τη μία πλευρά – τζιχαντιστές από την άλλη) και πληροφορίες μάλλον αντιφατικές.
Πούτιν και Λουκασένκο παρουσιάστηκαν, για παράδειγμα, να διαψεύδουν ο ένας τον άλλον αναφορικά με την πορεία των δραστών της τρομοκρατικής επίθεσης, οι οποίοι κατά τον Πούτιν ήθελαν να διαφύγουν στην Ουκρανία (ποια Ουκρανία; την ανατολική, που έχει περάσει υπό τον έλεγχο της Ρωσίας;) και κατά τον Λουκασένκο στη Λευκορωσία.
Οι ρωσικές Αρχές προχώρησαν, πάντως, το περασμένο Σαββατοκύριακο στην προφυλάκιση τεσσάρων υπόπτων. Οι εν λόγω άνδρες, ο μεγαλύτερος από τους οποίους είναι 32 ετών και ο μικρότερος 19, κατάγονται όλοι από το Τατζικιστάν και όταν οδηγήθηκαν ενώπιον δικαστηρίου στη Μόσχα έφεραν εμφανέστατα σημάδια βασανιστηρίων.
Ένας εξ αυτών δεν είχε καν επαφή με το περιβάλλον και ένας άλλος είχε… κομμένο αυτί… Σαν να ήθελαν οι ρωσικές Αρχές να τους παρουσιάσουν σκοπίμως αιμόφυρτους μπροστά στις κάμερες προκειμένου να ικανοποιήσουν κάποιο… μεσαιωνικό λαϊκό αίσθημα αποκτήνωσης πίσω από το οποίο όμως κρύβονται αποτυχίες του ρωσικού κρατικού μηχανισμού και βαθύτερες ανασφάλειες (εάν οι Ρώσοι είχαν όντως λάβει πληροφορίες από τους Αμερικανούς περί επαπειλούμενου τρομοκρατικού χτυπήματος στη Μόσχα τις οποίες όμως απαξίωσαν ως «προκλητικές» και αγνόησαν όπως λέγεται, τότε το πλήγμα είναι ακόμη μεγαλύτερο για τη ρωσική ηγεσία και πρέπει κάπως να… καλυφθεί).
Συμπεράσματα – παρατηρήσεις
Η αδιαφιλονίκητη κυριαρχία ενός ηγέτη (βλ. Πούτιν) δεν συνεπάγεται απαραιτήτως και μεγαλύτερα επίπεδα ασφάλειας για τους ψηφοφόρους του.
Τα προβλήματα (βλ. τζιχαντιστική τρομοκρατία/ακραίοι ισλαμιστές) δεν εξαφανίζονται όταν αρνείσαι την ύπαρξή τους.
Το Ουκρανικό, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι το μοναδικό ανοιχτό μέτωπο για τη ρωσική ηγεσία.
Καμία χώρα δεν έχει ανοσία στην τρομοκρατία.
Πληγές που φαινομενικώς έχουν κλείσει (βλ. Τσετσενία, Νταγκεστάν, Συρία), υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να ανοίξουν εκ νέου.
Η τζιχαντιστική απειλή παραμένει και το Αφγανιστάν (από όπου αποχώρησαν οι Αμερικανοί το 2021) εξακολουθεί να «εξάγει» αστάθεια μέσω τρομοκρατικών οργανώσεων όπως είναι για παράδειγμα το ISIS-K.
Η ρωσική ηγεσία έχει εχθρούς μεταξύ των μουσουλμάνων – Η παρουσία των ρωσικών δυνάμεων στο πλευρό του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία αποτέλεσε και αποτελεί κόκκινο πανί για ομάδες τζιχαντιστών.
Τον Σεπτέμβριο του 1999, έπειτα από τις βομβιστικές επιθέσεις με τους συνολικά εκατοντάδες νεκρούς σε πολυκατοικίες στη Μόσχα, στο Νταγκεστάν και στο Ροστόφ, ο ακόμη νεοδιορισθείς τότε στην εξουσία Πούτιν κατάφερε να αξιοποιήσει τα πλήγματα υπέρ του, προχωρώντας στον Δεύτερο Πόλεμο της Τσετσενίας.
Εκ των υστέρων, κάποιοι θα υποστήριζαν (μεταξύ αυτών και ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο) ότι πίσω από εκείνες τις επιθέσεις του 1999 δεν βρίσκονταν Τσετσένοι αυτονομιστές αλλά Ρώσοι πράκτορες που σκοπό είχαν να στήσουν την τέλεια προβοκάτσια: μια εθνική κρίση δηλαδή την οποία θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί ως πρόσχημα η νέα ρωσική ηγεσία ώστε να παγιωθεί έπειτα από μια περίοδο αστάθειας.
Περίπου δυόμισι δεκαετίες μετά, ο Πούτιν δεν έχει πια ανάγκη από εσωτερική παγίωση (αυτήν την έχει εξασφαλισμένη) αλλά ούτε και από έναν νέο πόλεμο καθώς έχει έναν ήδη σε εξέλιξη στην Ουκρανία. Όπως τότε ωστόσο έτσι και τώρα, έχει ανάγκη από προσχήματα…