Η 16η Αυγούστου του 2021 θα μπορούσε – υπό μια έννοια – να μείνει στην ιστορία και ως η ημέρα κατά την οποία επισφραγίστηκε η οριστική απαγκίστρωση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν. Το ότι οι Αμερικανοί αναζητούσαν οδούς (δια)φυγής από το πολλαπλώς κοστοβόρο αφγανικό «νεκροταφείο των αυτοκρατοριών» ήταν, βέβαια, γνωστό εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια. Το ότι οι Αμερικανοί διαπραγματεύονταν με τους… Ταλιμπάν τους όρους και το χρονοδιάγραμμα της αμερικανικής αποχώρησης ήταν επίσης γνωστό.

Ως αποτέλεσμα των εν λόγω διαπραγματεύσεων (το μεγαλύτερο μέρος των οποίων ολοκληρώθηκε επί προεδρίας Τραμπ) ήρθε άλλωστε και η συμφωνία – για την αποχώρηση των Αμερικανών – που τελικώς επετεύχθη στις 29 Φεβρουαρίου του 2020 στη Ντόχα του Κατάρ μεταξύ Ουάσιγκτον και Ταλιμπάν… χωρίς όμως να έχει προηγηθεί και κάποια άλλη πολιτική συμφωνία για την επόμενη ημέρα στη χώρα ανάμεσα στους Ταλιμπάν και την υποστηριζόμενη από τη Δύση αφγανική κυβέρνηση. Βάσει της συμφωνίας του 2020, οι Αμερικανοί θα έπρεπε να αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν μέσα στο 2021… όπως και έγινε.

Το περίμεναν;

Στη σκιά της αμερικανικής αποχώρησης ωστόσο, οι Ταλιμπάν θα έβγαιναν στην αντεπίθεση κατά των κυβερνητικών αφγανικών δυνάμεων, ανακαταλαμβάνοντας εδάφη και ανακτώντας των έλεγχο περιοχών. Την περίμεναν, άραγε, οι Αμερικανοί μια τέτοια εξέλιξη; Ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν είχε επί της ουσίας παραδεχθεί δημόσια, πίσω στις 08 Ιουλίου, πως το Αφγανιστάν επρόκειτο να μπει σε έναν νέο κύκλο εμφυλιοπολεμικής πολιτικής αστάθειας έπειτα από την αμερικανική αποχώρηση και πως μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο θα ήταν όντως πολύ δύσκολο να μπορέσει να σταθεί μια ενιαία κυβέρνηση.

Με φόντο την ανάκαμψη των Ταλιμπάν επί του πεδίου, θα έκαναν ωστόσο – προ μηνών – την εμφάνισή τους και άλλες (αμερικανικές) προβλέψεις. Αναλυτές έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, υποστηρίζοντας ότι η Καμπούλ θα μπορούσε να πέσει στα χέρια των Ταλιμπάν μέσα σε ένα διάστημα έξι μηνών, με τους έξι μήνες όμως στην πορεία να γίνονται τρεις… προτού αναθεωρηθούν εκ νέου επί τα χείρω…

Το «μοιραίο» τελικώς έγινε πραγματικότητα μέσα σε ένα διάστημα ολίγων εβδομάδων, με τον υποστηριζόμενο από τη Δύση Αφγανό πρόεδρο Ασράφ Γκάνι να διαφεύγει στο εξωτερικό (στις 15 Αυγούστου), τους Δυτικούς να απομακρύνουν εσπευσμένα τους υπηκόους τους από τη χώρα και τους Ταλιμπάν να φωτογραφίζονται μέσα στο προεδρικό μέγαρο της αφγανικής πρωτεύουσας έχοντας όμως εν τω μεταξύ παραβιάσει και τους όρους της συμφωνίας που είχαν συνάψει με τους Αμερικανούς τον Φεβρουάριο του 2020 (υπενθυμίζεται πως η εν λόγω συμφωνία μιλούσε για εκεχειρία)… ενώ λίγο χιλιόμετρα παραπέρα, στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, εκτυλίσσονταν σκηνές χάους.

Ακόμη και αυτά τα νέα δεδομένα ωστόσο, ακόμη και αυτές οι σκηνές του χάους και του διάχυτου πανικού, οι ενδεικτικές της ανθρωπιστικής κρίσης, δεν θα ήταν αρκετές προκειμένου οι Αμερικανοί να αναθεωρήσουν. Ο Τζο Μπάιντεν ήρθε – με νέα ομιλία του στις 16 Αυγούστου – να επισφραγίσει αποφάσεις ειλημμένες από καιρό: Ο στρατός των ΗΠΑ αποχωρεί από το Αφγανιστάν «ο κόσμος να χαλάσει» – Το κεφάλαιο αυτό έκλεισε για την Ουάσιγκτον, που θα συνεχίσει μεν να εμπλέκεται στις εκεί εξελίξεις αλλά από απόσταση – Οι ίδιοι οι Αφγανοί ας αναλάβουν τις ευθύνες τους – Δεν γίνεται να απεμπλακείς κατά τρόπο επιτυχημένο από μια αποτυχημένη κατάσταση… Αυτά ήταν μόνο κάποια από τα βασικά σημεία της ομιλίας του Μπάιντεν που είναι προφανές πως δεν αντιμετωπίζει το Αφγανιστάν ως ένα «νέο Βιετνάμ».

Ειρήσθω εν παρόδω, αξίζει να σημειωθεί πως αμφότερα τα δυο μεγάλα πολιτικά στρατόπεδα στις ΗΠΑ ουδέποτε αντιμετώπισαν το Αφγανιστάν ως ένα «δεύτερο Βιετνάμ» για λόγους που έχουν να κάνουν να κάνουν με τις ανθρώπινες απώλειες (πολύ λιγότερες στο Αφγανιστάν) και τις λοιπές πολιτικο-στρατιωτικές εξελίξεις της τελευταίας 20ετίας (πόλεμος στο Ιράκ, κατάρρευση Lehman Brothers, Αραβική Άνοιξη, εμφάνιση ISIS-Daesh, τετραετία Τραμπ πανδημία κορονοϊού κ.ά.).

Απώλειες

Οι Αμερικανοί είναι σαφές πως έχασαν στο Αφγανιστάν. Έχασαν ζωές (2.448 οι νεκροί στρατιώτες συν 3.846 οι νεκροί private security contractors). Έχασαν χρήματα (από περίπου 900 δισ. δολ. έως και περίπου 2 τρισ. δολ., ανάλογα με την πηγή). Έχασαν παράλληλα και ένα μέρος από το κύρος και την αξιοπιστία που διατηρούσαν στα μάτια της διεθνούς κοινότητας, αλλά και από το όποιο ηθικό (δημοκρατικό, διεθνοδικαιϊκό) τους πλεονέκτημα έναντι άλλων – περισσότερο υπολογιστικών – δυνάμεων που δεν ενδιαφέρονται ούτε καν τυπικώς για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία.

Δεν είναι λίγο να έχεις επενδύσει δύο δεκαετίες πολιτικού βίου και εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε έναν μηχανισμό (αφγανικός στρατός, αφγανική κυβέρνηση) που καταρρέει μέσα σε λίγες εβδομάδες, ηττημένος από τις ορδές – φαινομενικά ελλιπώς εξοπλισμένων – ισλαμιστών…

Οι Αμερικανοί αποχωρούν ωστόσο – και επιμένουν στην αποχώρησή τους – έχοντας εν τω μεταξύ απορρίψει λογικές τύπου «stay longer/leave better», προφανώς επειδή εκτιμούν πως εάν παρέμεναν εκεί θα συνέχιζαν να χάνουν (χρήμα και πόρους, εάν όχι ζωές όπως στο παρελθόν). Αποχωρούν καθώς κρίνουν πως υπάρχουν άλλα σημαντικότερα για εκείνους μέτωπα στη διεθνή σκηνή (Ασία-Ειρηνικός, Ινδοειρηνικός) όπου πρέπει να εστιάσουν (στα ανατολικά της Κίνας)… Η μονοπολική στιγμή της παγκόσμιας μονοκρατορίας των ΗΠΑ έχει πια παρέλθει (ανεπιστρεπτί;), όπως παραδέχονται δημοσίως άλλωστε εδώ και χρόνια πολλοί Αμερικανοί (ακαδημαϊκοί, διπλωμάτες).

Οι Ταλιμπάν από την άλλη – που επιστρέφουν – έχουν βεβαίως ξαναβρεθεί στην εξουσία, την περίοδο 1996-2001. Εάν δεν είχαν προηγηθεί τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου, οι Αμερικανοί το πιο πιθανό είναι πως δεν θα είχαν προχωρήσει σε μια εναντίον τους στρατιωτική επέμβαση. Η επέμβαση του 2001 δεν έγινε, άλλωστε, για τα δικαιώματα των γυναικών στο Αφγανιστάν αλλά για τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, την al-Qaeda και τα τρομοκρατικά δίκτυα των τζιχαντιστών που χρησιμοποιούσαν τη χώρα ως βάση και εκκολαπτήριο-εφαλτήριο. O Οσάμα Μπιν Λάντεν όμως δεν είναι πια εδώ. Εξοντώθηκε προ δεκαετίας, το 2011, στο Πακιστάν…

Ενδεικτική και η σχετική δήλωση στην οποία είχε προβεί ο Τζο Μπάιντεν στις 08 Ιουλίου: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν αυτό που πήγαν να κάνουν στο Αφγανιστάν: να πλήξουν τους τρομοκράτες που μας επιτέθηκαν στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, να αποδώσουν δικαιοσύνη και να αποτρέψουν το Αφγανιστάν από το να μετατραπεί σε βάση από την οποία θα μπορούσαν να συνεχιστούν οι επιθέσεις ενάντια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επιτύχαμε σε αυτούς τους στόχους». Περίπου τα ίδια επανέλαβε ο Αμερικανός πρόεδρος και στις 16 Αυγούστου.

Στοιχήματα

Το (κυριότερο) στοίχημα πλέον για τις ΗΠΑ είναι να μην ξαναγίνει το Αφγανιστάν ένα εκκολαπτήριο-εφαλτήριο τζιχαντιστών που θα έχουν σκοπό να πλήξουν Αμερικανούς στόχους, πράγμα το οποίο πρόκειται να εξαρτηθεί όμως σε μεγάλο βαθμό και από τους χειρισμούς χωρών όπως είναι το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Πακιστάν… χωρών με τις οποίες οι Αμερικανοί διατηρούν στενούς δεσμούς. Ένα δεύτερο στοίχημα για την Ουάσιγκτον θα είναι να καταφέρει να κρατήσει υπό στενή παρακολούθηση και τις κινήσεις που πρόκειται να κάνει η Κίνα στην περιοχή. Και ένα τρίτο στοίχημα να μπορέσει (ενδεχομένως με τη «βοήθεια» χωρών όπως είναι η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ) να φέρει εντός ορίων «διεθνούς δικαίου» ή «διεθνούς αποδοχής» και τους ιδίους τους Ταλιμπάν, οι οποίοι Ταλιμπάν λέγεται άλλωστε πως μπορούν – εάν το θελήσουν – να είναι ρεαλιστές στις σχέσεις τους με τον «έξω» κόσμο. Σημειώνεται πως πίσω στα μέσα της δεκαετίας του 1990, υπήρχαν κύκλοι στις ΗΠΑ που προσέγγιζαν τους Ταλιμπάν ως πόλο ικανό να αξιοποιηθεί από τους Αμερικανούς ενάντια στο σιιτικό Ιράν…

Ρωσία και Κίνα

Ρωσία και Κίνα βρίσκονται πάντως ήδη, εδώ και χρόνια, σε διαπραγματεύσεις με τους Ταλιμπάν, τις οποίες και εντείνουν πλέον, στον απόηχο των τελευταίων εξελίξεων. Είναι ενδεικτικό πως σε αντίθεση με τους διπλωμάτες της Δύσης που έσπευσαν να μπουν σε αεροπλάνα και να φύγουν από την Καμπούλ τα περασμένα 24ωρα, χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία και το Ιράν παρέμειναν εκεί διατηρώντας τη διπλωματική τους παρουσία. Πολλοί εκτιμούν πως Ρώσοι και Κινέζοι θα σπεύσουν να καλύψουν το κενό που αφήνουν πίσω τους οι Αμερικανοί. Κάθε άνοιγμα ωστόσο, ειδικά στην περιοχή του Αφγανιστάν, εγκυμονεί κινδύνους και συνοδεύεται από κόστη τα οποία πλέον θα κληθούν να αναλάβουν άλλοι, όχι η Ουάσιγκτον.

Οι Κινέζοι από την πλευρά τους έχουν λόγους να ανησυχούν για την επιρροή που θα μπορούσαν να ασκήσουν ισλαμιστικοί κύκλοι στην επαρχία Σιντζιάνγκ και στους εκεί Ουιγούρους μουσουλμάνους – πολύ δε περισσότερο με δεδομένο πως η Σιντζιάνγκ συνορεύει με το Αφγανιστάν – ενώ ανησυχία εγκυμονεί παράλληλα και το ενδεχόμενο διάχυσης των αποσταθεροποιητικών τάσεων. Υπενθυμίζεται πως εννέα Κινέζοι έπεσαν νεκροί πρόσφατα στο Πακιστάν, κατά τη διάρκεια επίθεσης αυτοκτονίας σε λεωφορείο, πίσω από την οποία οι πακιστανικές Αρχές είδαν αφγανικό δάκτυλο. Το Πεκίνο ωστόσο προσβλέπει ταυτόχρονα και σε οφέλη. Αναλυτές δίνουν ιδιαίτερο βάρος στα πλούσια αποθέματα σπάνιων γαιών-λιθίου που διαθέτει το Αφγανιστάν (αποθέματα η συνολική αξία των οποίων υπολογίζεται σε πάνω από 1 τρισ. δολ.) και την ενδεχόμενη εκμετάλλευσή τους από επιχειρήσεις κινεζικών συμφερόντων, με την υποσημείωση πως οι σπάνιες γαίες πρωταγωνιστούν ως δομικό-συστατικό στοιχείο και στις τεχνολογίες (μπαταρίες, ηλεκτρικά οχήματα, ανεμογεννήτριες) που συνδέονται με την ραγδαία προωθούμενη διεθνώς πράσινη-βιώσιμη ανάπτυξη.

Οι βλέψεις της Τουρκίας

Οι Τούρκοι – που διατηρούν παλαιόθεν ερείσματα στο Αφγανιστάν – είναι βέβαιο πως θα επιχειρήσουν και εκείνοι να αναπτύξουν στενότερους δεσμούς με τους Ταλιμπάν, παίζοντας το χαρτί της κοινής θρησκείας, του Κατάρ (που έχει στηρίξει τους Ταλιμπάν) αλλά και του Πακιστάν (που ουσιαστικά «γέννησε» και κρατά όλα αυτά τα χρόνια στη ζωή τους Ταλιμπάν). Πίσω σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη κάποιοι ήδη επενδύουν στο αφήγημα ενός άξονα που θα ξεκινά από την Κίνα και θα φθάνει στην Τουρκία (τη «ΝΑΤΟική» Τουρκία) μέσω Πακιστάν και Αφγανιστάν. Αξιοσημείωτο: το γεγονός πως την ώρα που οι Ταλιμπάν «έπαιρναν» την Καμπούλ στις 15 Αυγούστου, ο Ερντογάν υποδεχόταν πίσω στην Κωνσταντινούπολη τον πρόεδρο του Πακιστάν Αρίφ Αλβί παίρνοντας παράλληλα μέρος και στην τελετή καθέλκυσης-παράδοσης κορβέτας που ναυπηγήσαν οι Τούρκοι για το πακιστανικό πολεμικό ναυτικό.

Προσφυγικό – μεταναστευτικό

Το Αφγανιστάν λειτουργεί όμως παράλληλα και ως πηγή διόλου ευκαταφρόνητων προσφυγικών-μεταναστευτικών πιέσεων για χώρες όπως είναι η Τουρκία, το Ιράν και το Πακιστάν, κι αυτό μάλιστα σε μια ήδη ακανθώδη λόγω κορονοϊού και λοιπών (διεθνο)πολιτικών εξελίξεων περίοδο, όπως έχουμε υπογραμμίσει παλαιότερα μέσα από τις σελίδες του Άμυνα & Διπλωματία.

Το προσφυγικό-μεταναστευτικό εξακολουθεί – ειδικότερα – να προκαλεί πολλαπλούς πονοκεφάλους στο καθεστώς Ερντογάν: λειτουργώντας ως πηγή αντιπολιτευτικής κριτικής και λαϊκής δυσφορίας (ενδεικτικές και οι πρόσφατες επιθέσεις Τούρκων κατά Σύριων στην Άγκυρα), με τους Αφγανούς να ξεχωρίζουν μάλιστα ως η δεύτερη μεγαλύτερη πληθυσμιακά ομάδα προσφύγων-μεταναστών στην Τουρκία μετά τους Σύριους και την Άγκυρα να σπεύδει να θωρακίσει τα σύνορά της με το Ιράν.

«…είναι βέβαιο πως πολλοί Αφγανοί θα αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη εκτός των συνόρων, στο Πακιστάν, στο Ιράν, στην Τουρκία και στην ΕΕ», γράφαμε τον περασμένο Ιούλιο στο Άμυνα & Διπλωματία, επικαλούμενοι τότε τα στοιχεία περί εκτοπισμένων και νεκρών αμάχων που παρουσιάζονταν στις πιο πρόσφατες εκθέσεις των Ηνωμένων Εθνών (της Ύπατης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες-UNHCR και της Αποστολής Αρωγής των Ηνωμένων Εθνών για το Αφγανιστάν-UNAMA) καθώς και τα στοιχεία παλαιότερων εκθέσεων του αμερικανικού ινστιτούτου Brookings.

Έκτοτε ωστόσο, η κατάσταση στο Αφγανιστάν έχει επιδεινωθεί δραματικά… με τις εξελίξεις να προσδίδουν μια νέα, ακόμη πιο ανησυχητική διάσταση επείγοντος σε όσα γράφαμε τότε: «Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι όντως πιθανό να δούμε και αυξήσεις στους αριθμούς των Αφγανών που θα επιχειρήσουν να περάσουν στην Τουρκία και από εκεί στην Ευρώπη. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να λειτουργήσει ωστόσο και ως “όπλο”-“εργαλείο” στα χέρια της Άγκυρας εάν η τελευταία επιχειρήσει να την εκμεταλλευτεί για να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη διαπραγματευτική της ισχύ έναντι της ΕΕ στον δρόμο προς τις γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου, διεκδικώντας… ανταλλάγματα.» Υπενθυμίζεται άλλωστε «πως πολλοί… από τους ανθρώπους που είχαν βρεθεί τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2020 να “πολιορκούν” κατά τρόπο συντονισμένο τα ελληνικά σύνορα στον Έβρο υπό την καθοδήγηση της Άγκυρας ήταν Αφγανοί…»

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η Ευρώπη συνεδριάζει σήμερα (17 Αυγούστου) εκτάκτως σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, όχι όμως με ατζέντα μεσομακροπρόθεσμης στρατηγικής στόχευσης αλλά αναζητώντας γραμμές άμυνας απέναντι στις επαπειλούμενες προσφυγικές-μεταναστευτικές ροές… γραμμές «άμυνας» και διαχείρισης της κρίσης, που εάν δεχθούμε όσα έρχονται ως πληροφορίες από το Βερολίνο, θα περνούν και πάλι μέσα από τη «λύση» της παροχής μεγαλύτερης ευρωπαϊκής στήριξης προς την Τουρκία του Ερντογάν…