Η μελέτη της σχέσης της μη γραμμικότητας και του χάους με τις κλιματικές αλλαγές ξεκίνησε από τον Αμερικανό μετεωρολόγο Edward Lorenz, ο οποίος αναρωτιόταν γιατί δεν μπορούμε να προβλέψουμε τον καιρό πάνω από πέντε μέρες και χρησιμοποιούσε τρεις μη γραμμικές εξισώσεις, για να ερμηνεύσει τις καιρικές αλλαγές.

Η Θεωρία του Χάους (chaos theory) αναφέρεται στη συμπεριφορά ορισμένων συστημάτων κίνησης, όπως για παράδειγμα τα ρεύματα των ωκεανών, τα μετεωρολογικά φαινόμενα, η ανάπτυξη πληθυσμών, τα οποία είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητα σε ανεπαίσθητες αλλαγές που επέρχονται στην αρχική τους κατάσταση και καταλήγουν σε τελείως διαφορετικά αποτελέσματα.

Η θεωρία του χάους βασίζεται στην αβεβαιότητα που ενυπάρχει στις μετρήσεις, στην ακρίβεια των προβλέψεων και στη μη-γραμμική (non-linear) συμπεριφορά, καταρχήν εμφανώς γραμμικών συστημάτων. Ασχολείται με το πώς μικρές αλλαγές, σε ορισμένες μεταβλητές, μπορεί να προκαλέσουν εμφανώς τυχαίες μεταβολές σε πολύπλοκα συστήματα. Εντούτοις, η θεωρία του χάους δεν υπονοεί παντελή έλλειψη τάξης, μια και σύμφωνα με τους ειδικούς επιστήμονες «το χάος διαδέχεται η τάξη και την τάξη το χάος». Αυτή η αλληλεπίδραση είναι προφανής και κατανοητή απ’ τον καθένα, αλλά και το αντίστροφο: ότι, δηλαδή, μια μεταβολή κατάστασης στην έμβια ύλη εν προκειμένω στην ανθρώπινη κοινωνία, μπορεί να επηρεάσει την ανόργανη ύλη και την λειτουργία της – για παράδειγμα, μεταβολή στον καιρό. Ο άνθρωπος είναι η κύρια αιτία μεταβολής του κλίματος στον πλανήτη γη, με την ασύδοτη και άφρονα κατανάλωση ενέργειας, και έχει «καταφέρει» να δημιουργήσει το φαινόμενο του θερμοκηπίου, με τα γνωστά ολέθρια ποικίλης μορφής αποτελέσματα.

Η μελέτη της σχέσης της μη γραμμικότητας και του χάους με τις κλιματικές αλλαγές ξεκίνησε από τον Αμερικανό μαθηματικό και μετεωρολόγο Edward Lorenz, ο οποίος αναρωτιόταν γιατί δεν μπορούμε να προβλέψουμε τον καιρό πάνω από πέντε μέρες και χρησιμοποιούσε τρεις μη γραμμικές εξισώσεις, για να ερμηνεύσει τις καιρικές αλλαγές.

Η κλιματική αλλαγή σημαίνει στην πράξη ότι το σύστημα του κλίματος έχει εκτραπεί από τις φυσιολογικές εκδηλώσεις του και εκδηλώνεται με παράξενη συμπεριφορά. Με όρους της Φυσικής, αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αύξηση της «εντροπίας» στην έμβια ύλη (δηλαδή, του μέτρου της αταξίας των σωμάτων που απαρτίζουν το σύστημα, εν προκειμένω το κλιματικό). Δηλαδή, διάλυση της τάξεως, στην οποία η φύση αντιδρά αναζητώντας νέο σημείο ισορροπίας και εκδηλώνει συνθήκες τέτοιες (πχ. ανοιξιάτικο καιρό εν μέσω χειμώνα, καταιγίδες εν μέσω θέρους κ.ο.κ.) που να οδηγήσουν σε τάξη και συνεπώς σε «αρνητική εντροπία».

Τεράστια είναι η εφαρμογή της θεωρίας του χάους στη μετεωρολογία, η οποία, εκ των πραγμάτων, ασχολείται με φαινόμενα τα οποία χαρακτηρίζονται ως «χαοτικά», δεδομένου ότι παρατηρείται συνεχής και απρόβλεπτη μεταβολή των στοιχείων και των διαφόρων μεταβλητών αλλά ακόμα και μεταβολή των αρχικών συνθηκών.  Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι ο καιρός και το κλίμα είναι χαοτικά φαινόμενα ή οδηγούν σε χαοτικές καταστάσεις. Όποιος πετάει, πλέει ή κινείται δια μέσου ερήμων και δασών επηρεάζεται από τα καιρικά φαινόμενα. Παροδικές επιπτώσεις, για παράδειγμα, από ριπές ανέμου ή θαλάσσια κύματα μπορεί να προκαλέσουν τη δημιουργία ενός χαοτικού συστήματος. Αυτό μπορεί να έχει ως συνέπεια την ανατροπή πλοίων που θεωρούνταν σταθερά σ’ αυτές τις επιδράσεις.

Στον Lorenz οφείλεται και το γνωστό ως «φαινόμενο της πεταλούδας» (butterfly effect): η θεωρία για την πεταλούδα που πετάει στον Αμαζόνιο και μπορεί να δημιουργήσει καταιγίδα στην Κίνα!

Η έννοια της αταξίας άρχισε να προσεγγίζεται από τους επιστήμονες στη δεκαετία του 1970. Οι μαθηματικοί, φυσικοί, φυσιολόγοι, βιολόγοι και χημικοί αναζητούσαν κοινά στοιχεία ανάμεσα σε διαφορετικά είδη μη κανονικότητας. Μετά τις πρώτες εκπλήξεις από τη χαοτική συμπεριφορά πολλών μοντέλων οι ερευνητές του Χάους θέλησαν να κατανοήσουν τις χαοτικές κινήσεις της καθημερινής ζωής. Τις αλλαγές του καιρού, τις διακυμάνσεις στους πληθυσμούς των αγρίων ζώων, την εξέλιξη των τιμών στο χρηματιστήριο. Αναπαριστώντας τα ανεξέλεγκτα αυτά φαινόμενα, με μη γραμμικές εξισώσεις σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ανακάλυπταν ότι ορίζονται από μια «κρυφή» τάξη.

Η μελέτη της σχέσης της μη γραμμικότητας και του χάους με τις κλιματικές αλλαγές ξεκίνησε από τον Αμερικανό μετεωρολόγο Edward Lorenz, ο οποίος αναρωτιόταν γιατί δεν μπορούμε να προβλέψουμε τον καιρό πάνω από πέντε μέρες και χρησιμοποιούσε τρεις μη γραμμικές εξισώσεις, για να ερμηνεύσει τις καιρικές αλλαγές.

Στα μέσα του χειμώνα 1961, ο Edward Lorenz εργαζόταν στον υπολογιστή του πανεπιστημίου ΜΙΤ, για να λύσει μερικές μη γραμμικές εξισώσεις που περιέγραφαν το μοντέλο της γήινης ατμόσφαιρας. Προσπαθώντας να ελέγξει μια πρόγνωση που είχε πάρει από τον υπολογιστή, ξαναέδωσε τα δεδομένα του για τη θερμοκρασία, την ατμοσφαιρική πίεση και τη διεύθυνση του ανέμου, αλλά αυτή τη φορά με στρογγυλοποιημένους αριθμούς. Αναμένοντας να λάβει από τον υπολογιστή την ίδια πρόγνωση, διαπίστωσε έκπληκτος ότι τα νέα αποτελέσματα ήταν τελείως διαφορετικά. Τότε κατάλαβε πως η διαφορά οφειλόταν στο συνδυασμό μη γραμμικότητας και επανάληψης. Στον ίδιο οφείλεται και το γνωστό ως «φαινόμενο της πεταλούδας» (butterfly effect): η θεωρία για την πεταλούδα που πετάει στον Αμαζόνιο και μπορεί να δημιουργήσει καταιγίδα στην Κίνα!

Σταδιακά, οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν πως, σε αιτιοκρατικά δυναμικά συστήματα, η δυνατότητα γέννησης χάους (μη προβλεπτικότητας) παραμονεύει σε κάθε λεπτομέρεια.

Τις εξισώσεις, τις εισήγαγε σε ένα πρωτόγονο κομπιούτερ της εποχής και δημιούργησε μια αναπαράσταση στην οθόνη. Έτσι, οδηγήθηκε στη διαπίστωση  ότι υπήρχε μια κρυμμένη δομή στο χάος, μια απώτερη τάξη στην οποία υπάκουαν τα σύννεφα και οι άνεμοι. Η δομή αυτή, που ονομάζεται «παράξενη έλξη» (επειδή είναι ανεξέλεγκτη), προέρχεται από το γεγονός ότι η συμπεριφορά αυτών των συστημάτων (του καιρού, των κυμάτων…) δεν είναι απολύτως τυχαία, αλλά παλινωδεί ανάμεσα σε πολύ συγκεκριμένα όρια. Ότι είναι, δηλαδή, ένα χάος ελεγχόμενο, μια παράξενη κατάσταση ανάμεσα στο προβλεπόμενο και το τυχαίο.

Ο John Boyd τα χρόνια του Πολέμου της Κορέας και, στις 30 Απριλίου 1991, στη διάρκεια κατάθεσής του στην Επιτροπή Ενόπλων Δυνάμεων της Γερουσίας των ΗΠΑ μετά τον Πόλεμο του Κόλπου.

Ο κύκλος του Boyd

Εκφραστής της σύγχρονης στρατηγικής είναι ο Αμερικανός σμήναρχος John Boyd (1927-1997) γνωστός για το μοντέλο λήψης αποφάσεων το οποίο καθιερώθηκε ως κύκλος του Boyd ή κύκλος OODA (Observe, Orient, Decide, Act), με στόχο να «λειτουργεί εντός των κύκλων λήψης αποφάσεων του αντιπάλου», προκαλώντας αρχικά σύγχυση, στη συνέχεια ανατροπή της ισορροπίας και της συνοχής του και, τέλος, πανικό στα κλιμάκια διοίκησης του εχθρού. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, ο Boyd κωδικοποίησε μια οργανωτική αντίληψη που βασίζεται στην ευκαμψία και ευκινησία.

Η βασική ιδέα του Boyd – και η συνεισφορά του στη σύγχρονη στρατηγική σκέψη – που εμπεριέχεται στον κύκλο λήψης αποφάσεων (OODA loop ), είναι ότι το κλειδί για τη νίκη βρίσκεται στην ικανότητα να δημιουργεί κανείς καταστάσεις μέσω των οποίων μπορεί να λάβει τις κατάλληλες αποφάσεις ταχύτερα από τον αντίπαλό του. Στη διάρκεια περίπου δέκα ετών, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι τον θάνατό του (1997), ο Boyd (ως απόστρατος και σύμβουλος του Πενταγώνου) εργάσθηκε πάνω στο μοντέλο που δημιούργησε με τίτλο «Πρότυπα Σύγκρουσης» (“Patterns of Conflict”) που έμελλε να επηρεάσει καθοριστικά τη στρατηγική αντίληψη των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων. Ένας από τους βιογράφους του, σημειώνει: «όταν οι αμερικανικές δυνάμεις εισέρχονταν το 2003 στη Βαγδάτη χωρίς μάχη, όλοι γνώριζαν ότι ο πραγματικός νικητής ήταν ο John Boyd, κι’ ας είχε πεθάνει πέντε χρόνια πριν».

Ξεκινώντας από τον Sun Tzu, συνεχίζοντας δια μέσου των μαχών του Μαραθώνα και των Λεύκτρων (την κλασσική νίκη του Επαμεινώνδα επί των μέχρι τότε αήττητων Σπαρτιατών το 371 π.Χ.), περνώντας από τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου, φθάνοντας μέχρι το blitzkrieg (συγκεκριμένα κατά των Γάλλων το 1940) και το σύγχρονο ανταρτοπόλεμο, ο Boyd έδειξε ότι το μοντέλο του παρέμενε σταθερό, συνεχώς επαναλαμβανόμενο. Περισσότερο ευκίνητοι και εύκαμπτοι στρατοί είχαν κατανικήσει μεγαλύτερους και τεχνολογικά πιο προοδευμένους αντιπάλους τους, με αξιοσημείωτη συχνότητα. Το μοντέλο αυτό συνεχίζει να ισχύει μέχρι τη σημερινή εποχή, με πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις τους Αραβο-Ισραηλινούς Πολέμους από το 1947 έως το 1973 και τον Πόλεμο του Βιετνάμ.

Ένας από τους βιογράφους του Boyd σημείωσε ότι «όταν οι αμερικανικές δυνάμεις εισέρχονταν το 2003 στη Βαγδάτη χωρίς μάχη, όλοι γνώριζαν ότι ο πραγματικός νικητής ήταν ο John Boyd, κι’ ας είχε πεθάνει πέντε χρόνια πριν».

Είναι, επίσης, σημαντικό να σημειωθεί ότι ο Boyd διέκρινε τις πολεμικές επιχειρήσεις σε τρεις ευδιάκριτες κατηγορίες:

  • α) Ηθικός Πόλεμος: η καταστροφή της θέλησης του αντιπάλου για νίκη, μέσω της αποξένωσής του από τους συμμάχους (ή πιθανούς συμμάχους) και μέσω του εσωτερικού κατακερματισμού. Ιδανικά, κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στη «διάλυση των ηθικών δεσμών που επιτρέπουν σε μία οργανική οντότητα (οργανισμό) να επιβιώνει».
  • β) Διανοητικός Πόλεμος: η παραμόρφωση της αντίληψης του εχθρού περί της πραγματικότητας, μέσω της παραπληροφόρησης, της διφορούμενης στάσης και/ή της αποκοπής των υποδομών επικοινωνίας/πληροφόρησης.
  • γ) Φυσικός Πόλεμος: η καταστροφή των φυσικών πόρων του αντιπάλου, όπως τα οπλικά συστήματα, το ανθρώπινο δυναμικό και τα μέσα διοικήσεως…