Τηλεφωνική συνομιλία Παναγιωτόπουλου-Όστιν για αποστολή όπλων στην Ουκρανία
Τηλεφωνική συνομιλία, εντός των ημερών (και, σε κάθε περίπτωση, πριν από τη συνάντηση Μητσοτάκη-Μπάιντεν της προσεχούς Δευτέρας), θα έχουν οι υπουργοί Άμυνας της Ελλάδας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, και των ΗΠΑ, Λόιντ Όστιν, με κύριο θέμα την αποστολή εξοπλισμού στην Ουκρανία.
Η συνομιλία έχει προγραμματιστεί με τυπική αφορμή την κύρωση, την Πέμπτη από τη Βουλή, της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) μεταξύ των δύο χωρών. Η MDCA προβλέπει αφενός τη δυνατότητα χρήσης περισσότερων βάσεων και τοποθεσιών από στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ και αφετέρου την αμερικανική χρηματοδότηση σε έργα και εγκαταστάσεις καίριου ενδιαφέροντος για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Η κύρωση της MDCA καθυστέρησε πάντως αρκετούς μήνες, με ευθύνη της συνήθους ελληνικής γραφειοκρατίας, καθώς η υπογραφή της Συμφωνίας είχε γίνει, στην Ουάσιγκτον, από τους υπουργούς Εξωτερικών Ν. Δένδια και Αντ. Μπλίνκεν τον περασμένο Οκτώβριο και δεν υπήρχαν εκκρεμότητες.
Ωστόσο, πέρα από τις αναμενόμενες αμοιβαίες φιλοφρονήσεις για το άριστο επίπεδο των διμερών αμυντικών σχέσεων, το ουσιαστικό μέρος της τηλεφωνικής συνομιλίας Παναγιωτόπουλου-Όστιν θα αφορά την παροχή επιπλέον υλικού των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων προς την Ουκρανία, καθώς ο πόλεμος έχει εισέλθει σε κρίσιμη φάση. Έγκυροι αναλυτές, όπως ο πρώην διοικητής των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, Αμερικανός στρατηγός Γ. Κλαρκ, έχουν επισημάνει δημοσίως ότι, αν το υλικό δεν παραδοθεί επειγόντως στην Ουκρανία, οι ρωσικές δυνάμεις θα κυριαρχήσουν κατά τη θερινή περίοδο.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Όστιν συγκάλεσε στις 26 Απριλίου, στο Ράμσταϊν της Γερμανίας, τη λεγόμενη «Ομάδα Επαφής» με συμμετοχή των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ και εταίρων της Συμμαχίας, δηλώνοντας ότι «πρέπει να κινηθούμε με την ταχύτητα του πολέμου» και εξηγώντας ότι οι στρατιωτικές ανάγκες της Ουκρανίας έχουν αλλάξει. Επίσης, εκτιμάται ότι, επειδή ο στρατιωτικός σχεδιασμός της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει αποτύχει, το Κρεμλίνο θα αποφασίσει τη διεύρυνση των επιχειρήσεων σε άλλα μέτωπα. Κρίσιμης σημασίας θεωρείται, επίσης, η ρωσική αντίδραση στις ανακοινώσεις της Σουηδίας και της Φιλανδίας, την επόμενη εβδομάδα, για την υποβολή αιτημάτων ένταξης στην Ατλαντική Συμμαχία.
Μέχρι τώρα, η Ελλάδα έχει αποστείλει, με C-130 της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας και του Καναδά, φορτία με πυραύλους Stinger, ρουκέτες για πολλαπλούς εκτοξευτές RM-70 (τσεχοσλοβακικής κατασκευής) και διάφορα πυρομαχικά και όχι μόνον «κατασχεμένα Καλάσνικοφ», όπως η κυβέρνηση είχε αφήσει να εννοηθεί. Ταυτόχρονα, θεωρείται σημαντική η χρήση του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης για τη μεταφορά δυνάμεων και υλικού των ΗΠΑ, όπως είναι ευρέως γνωστό, στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία, αλλά και σε βάσεις της κεντρικής ή ανατολικής Ευρώπης, όπως στην Πολωνία.
Αντίθετα, δεν έχει ικανοποιηθεί το αμερικανικό αίτημα για την αποστολή στην Ουκρανία αντιπλοϊκών πυραύλων Harpoon και άλλου υλικού (π.χ. τεθωρακισμένα μεταφοράς προσωπικού) που θεωρείται ως πρώτης ανάγκης για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής κατά της ηπειρωτικής και, κυρίως, της νησιωτικής ελληνικής επικράτειας. Σε αυτό ακριβώς το σημείο αναμένεται να επικεντρωθούν η τηλεφωνική συνομιλία Παναγιωτόπουλου-Όστιν και η συνάντησή τους, με την ευκαιρία της επίσκεψης του Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, την προσεχή εβδομάδα.
Το πάγιο επιχείρημα της ελληνικής διπλωματίας και της στρατιωτικής ηγεσίας για την ευθεία απειλή από την Άγκυρα γινόταν κατανοητό στην Ουάσιγκτον, αλλά είναι αμφίβολο αν θα εξακολουθεί να ισχύει το ίδιο και μετά την πρωτοφανή διαπίστωση του κ. Μητσοτάκη, στη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής», ότι «δεν είναι συνεχής» η τουρκική επιθετικότητα! Επομένως, η αμερικανική πλευρά θα μπορεί πάλι να ζητήσει, από τη στιγμή που η τουρκική επιθετικότητα, τελικά, «δεν είναι συνεχής», την περαιτέρω υλοποίηση της αρχικής κυβερνητικής δέσμευσης για στήριξη της Ουκρανίας. Προς το παρόν, η Αθήνα έχει εκδηλώσει ετοιμότητα συνδρομής με άλλους τρόπους, όπως π.χ. η εκπαίδευση Ουκρανών στρατιωτικών σε συστήματα (ανατολικής κατασκευής) που διαθέτουν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Η προσφορά αυτή κρίνεται μάλλον ανεπαρκής ενόψει των μεγάλων και επειγουσών επιχειρησιακών αναγκών που διαπιστώνουν το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ.
Η παροχή πρόσθετου στρατιωτικού υλικού, εκ μέρους της Ελλάδας, δεν είχε τεθεί ως προϋπόθεση από την αμερικανική πλευρά για την οριστικοποίηση της συνάντησης Μητσοτάκη-Μπάιντεν. Όπως όμως φέρεται να είχε τονίσει, εμμέσως πλην σαφώς, ο κ. Μπλίνκεν στη δική του τηλεφωνική συνδιάλεξη με τον Πρωθυπουργό, τη Μεγάλη Πέμπτη 21 Απριλίου, είναι αυτονόητο ότι θα συνέβαλε στην επιτυχία της επίσκεψης στο Λευκό Οίκο.
Παράλληλα, αύριο Τρίτη, θα γίνει η επίδοση των διαπιστευτηρίων του νέου πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Ελλάδα, George Tsunis, στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατ. Σακελλαροπούλου. Η ταχύτητα της εθιμοτυπικής διαδικασίας, με την πραγματοποίηση της τελετής εντός πέντε ημερών από την άφιξη του κ. Tsunis στην Αθήνα, οφείλεται στην ανάγκη ολοκλήρωσης όλων των τυπικών θεμάτων συγκρότησης της αμερικανικής αντιπροσωπείας για τις συνομιλίες με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Δημοκρατία” στις 9 Μαΐου 2022