Κράτησε κάτι παραπάνω από 24 ώρες και μετά το ξεχάσαμε! Ο λόγος για το «επεισόδιο» με το «Oruç Reis» (Ουρούτς Ρέις) στις 31 Ιανουαρίου 2020. Τα εισαγωγικά χρησιμοποιούνται, επειδή ό,τι έγινε εκείνη την ημέρα και την επόμενη, όχι μόνον δεν δικαιολογεί τη χρήση της συγκεκριμένης λέξης αλλά ούτε καν αυτήν του συμβάντος. Να πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Τα γεγονότα

Στις 04.30 της 31ης Ιανουαρίου 2020 διαπιστώνεται από το ΕΘΚΕΠΙΧ (Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων) ότι το τουρκικό ερευνητικό πλοίο «Oruç Reis» πλέει σε περιοχή που υπάγεται στο FIR της Αθήνας. Διαπιστώνεται, επίσης, ότι το «Oruç Reis» συνοδεύουν δύο ακόμα τουρκικά πλοία. Το «Ataman» και το «Cengiz Han». Η διαπίστωση έγινε μέσω των συστημάτων παρακολούθησης της κίνησης των εμπορικών πλοίων, αυτής που λέμε «θαλάσσιας κυκλοφορίας». Τέτοια συστήματα υπάρχουν αρκετά στο διαδίκτυο και είναι «ελεύθερης πρόσβασης», δηλαδή μπορεί ο καθένας να μπει και να τα παρακολουθήσει. Μάλιστα, αν γίνει συνδρομητής, έχει τη δυνατότητα να έχει πολλές πληροφορίες για τα πλοία που τον ενδιαφέρουν. Εδώ να σημειωθεί ότι η αναγνώριση και ο εντοπισμός των πλοίων γίνεται –μέσω δορυφόρων– με τη βοήθεια του συστήματος AIS (Automatic Identification System) ήτοι Αυτόματο Σύστημα Αναγνώρισης. Πρόκειται για μια, μικρού μεγέθους, συσκευή που εκπέμπει τον κωδικό του πλοίου με την οποία είναι εφοδιασμένα όλα τα εμπορικά πλοία στον κόσμο. Έτσι, ανά πάσα στιγμή, είναι γνωστή η θέση τους και, εφόσον υπάρξει περίπτωση ανάγκης, δεν χρειάζεται να ψάχνουν οι – όποιοι – πάροχοι βοήθειας στα τυφλά, αλλά σε περιοχή γύρω από συγκεκριμένο γεωγραφικό στίγμα.

Τα τρία τουρκικά πλοία έφεραν –και βέβαια εξακολουθούν να φέρουν– το AIS, για ένα πολύ-πολύ απλό λόγο: Είναι εμπορικά πλοία! Τέτοια συσκευή δεν φέρουν τα πολεμικά και όλοι αντιλαμβανόμαστε τον λόγο. Το ότι λοιπόν τρία εμπορικά πλοία μπήκαν σε μια περιοχή της οποίας ο εναέριος χώρος ανήκει στο FIR Αθηνών, από μόνο του δεν λέει απολύτως τίποτα. Την ίδια ώρα, στην ίδια περιοχή, σίγουρα υπήρχαν και άλλα τουρκικά εμπορικά πλοία, με τα οποία δεν ασχολήθηκε κανένας.
Ο λόγος που παρακολουθούνταν από ελληνικής πλευράς το «Oruç Reis» είναι ότι πρόκειται για πλοίο που είναι προορισμένο να κάνει σεισμικές έρευνες προκειμένου να ανιχνεύσει υποθαλάσσιες περιοχές, όπου πιθανώς να υπάρχουν κοιτάσματα υδρογονανθράκων. Τέτοιες έρευνες είχαν εξαγγελθεί από την Τουρκία – και πραγματοποιούσε το «Oruç Reis» – από τα μέσα σχεδόν του Ιανουαρίου του 2020 σε περιοχές που η κυβέρνηση της Κύπρου έχει εκχωρήσει σε εταιρείες για έρευνες και γεωτρήσεις. Με άλλα λόγια, το «Oruç Reis» έκανε παράνομες ενέργειες, δηλαδή σεισμικές έρευνες σε μια περιοχή που δεν είναι τουρκική. Τα άλλα δύο πλοία – το «Ataman» και το «Cengiz Han» – απλώς του …«συμπαραστέκονταν». Πρόκειται για πλοία υποστήριξης/εφοδιασμού παράκτιων εγκαταστάσεων («ελληνικά» τα λέμε Offshore Supply Boats) και είναι ίδια με το Άτλας Ι Α471 που δωρήθηκε, πριν από λίγους μήνες, στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Το ότι ήσαν δύο τέτοια πλοία μαζί με το «Oruç Reis» δείχνει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τις …«ικανότητες» των Τούρκων στην θάλασσα. Κι αυτό δεν αποτελεί ειρωνική περιφρόνηση, αλλά απλή διαπίστωση. Πουθενά στον κόσμο ένα ερευνητικό σκάφος δεν συνοδεύεται συνεχώς από δύο πλοία υποστήριξης!

Το «Ataman» ήταν ένα από τα συνοδά του «Oruç Reis».
Το «Cengiz Han» ήταν το δεύτερο.

Μπήκε λοιπόν το «Oruç Reis» στην περιοχή που προαναφέραμε, έχοντας πορεία προς τα δυτικά. Εκεί, επικρατούσαν δυτικοί άνεμοι έντασης περί τα 6 Beauforts με κύματα πάνω από 2 μέτρα. Η ταχύτητα του τουρκικού πλοίου δεν ξεπερνούσε τους 4 κόμβους. Επειδή το «Oruç Reis» εξακολουθούσε να διατηρεί την ίδια –προς δυσμάς– πορεία δόθηκε εντολή από ΕΘΚΕΠΙΧ στη φρεγάτα Νικηφόρος Φωκάς F466 να σπεύσει προς την περιοχή. Η ώρα ήταν 06.30 και ο Νικηφόρος Φωκάς F466, που βρισκόταν – εκτελώντας χρέη «σκοπούντος πλοίου» – στην περιοχή της Καρπάθου, περί τα 160 ναυτικά μίλια βορειοδυτικά, απέπλευσε αμέσως.

Το «Oruç Reis» και οι δύο συνοδοί του, συνέχιζαν τη δυτική τους πορεία. Έτσι στις 08.33 δόθηκε εντολή στην 116 Πτέρυγα Μάχης, στον Άραξο, να απογειωθεί αεροπλάνο F-16C block 52+, προκειμένου να πραγματοποιήσει αναγνώριση στην περιοχή που έπλεαν τα τρία τουρκικά πλοία. Πράγματι, στις 08.42 απογειώθηκε ένα ζευγάρι F-16C block 52+ της 335 Μοίρας. Ένα από τα δύο αεροπλάνα έφερε αναγνωριστικό ατρακτίδιο DB-110, για να φωτογραφήσει το «Oruç Reis». Τα αεροπλάνα έφτασαν στην περιοχή, βρήκαν το «Oruç Reis» να πλέει σε δύσκολες καιρικές συνθήκες, τράβηξαν τις φωτογραφίες που έπρεπε και πήραν τον δρόμο της επιστροφής στην βάση τους, όπου προσγειώθηκαν στις 10.54.

Ο χάρτης της περιοχής, όπου έπλευσε το «Oruç Reis».

Από τις φωτογραφίες, που λόγω των συνθηκών δεν ήσαν και οι καλύτερες δυνατές, διαπιστώθηκε ότι το «Oruç Reis» κινούνταν με πολύ μικρή ταχύτητα – το πιθανότερο κάτω από 4 κόμβους – και έσυρε δύο πλωτήρες με τους οποίους ποντίζονται ισάριθμα καλώδια, μέσω των οποίων πραγματοποιούνται οι σεισμικές έρευνες. Ειδικοί, που γνωρίζουν πολύ καλά τα σχετικά με τέτοιες έρευνες, όταν είδαν τις φωτογραφίες και τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή, χωρίς καμία δυσκολία αποφάνθηκαν ότι μπορεί το «Oruç Reis» να είχε «κατεβασμένα» καλώδια, σίγουρα όμως δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει καμία απολύτως ερευνητική εργασία. Για να γίνει κάτι τέτοιο εφικτό, θα πρέπει στην περιοχή των ερευνών να επικρατούν άνεμοι κάτω από 4 Beauforts. Με άλλα λόγια, να είναι μπουνάτσα.

Στο μεταξύ, σε όλη την Ελλάδα, είχαν αρχίσει, λίγο μετά τις 07.30, να «χτυπούν τα τέλια»! Ραδιόφωνα, τηλεοράσεις και προπαντός sites, είχαν κυριολεκτικά «δώσει τα ρέστα τους». Μιλούσαν για παραβίαση της «ελληνικής υφαλοκρηπίδας» και της «ελληνικής ΑΟΖ» ενώ κάπου έγινε λόγος ακόμη και για «ελληνικά χωρικά ύδατα»! Στις 09.12 το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ) έστειλε μια «άτυπη ενημέρωση» στους διαπιστευμένους δημοσιογράφους στο ΥΕΘΑ, στην οποία έλεγε: «Γνωρίζεται ότι το ερευνητικό τουρκικό σκάφος «ORUC REIS» τις πρώτες πρωινές ώρες της 31 Ιανουαρίου 2020 κινήθηκε με δυτικές πορείες εκτός δηλωθείσας περιοχής NAVTEX και ευρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του ελληνικού FIR. Στην περιοχή επικρατούν δυσμενείς καιρικές συνθήκες, ενώ η εν λόγω κίνηση παρακολουθείται από μέσα και Μονάδες των Ε.Δ.».

Και μπορεί αυτή η ενημέρωση να μην περιέχει πολλά επεξηγηματικά στοιχεία, αλλά σίγουρα λέει κάτι το πολύ σημαντικό. Ότι, δηλαδή, το «Oruç Reis» βρίσκεται σε μια περιοχή που τα μόνα σαφή –και διεθνώς αναγνωρισμένα– όριά της είναι αυτά του FIR Αθήνας, έχει δυτική πορεία και παρακολουθείται. Γιατί δεν μίλησε για υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ; Μα, απλούστατα, επειδή τόσο η ελληνική υφαλοκρηπίδα όσο και η αντίστοιχη ΑΟΖ δεν έχουν συμφωνηθεί ή αναγνωριστεί από τα άλλα κράτη της περιοχής! Με άλλα λόγια και οι δύο αυτές έννοιες δεν έχουν διεθνή αναγνώριση και, επομένως, υπόσταση. Υπήρξαν βέβαια και κάποιοι «επαΐοντες» οι οποίοι έσπευσαν να δηλώσουν ότι το FIR αφορά τον αέρα ενώ εδώ έχουμε ένα γεγονός στην θάλασσα. Είναι κι αυτό ένα μικρό δείγμα του πως αντιλαμβάνονται κάποιοι τα γεγονότα και ποιους εμείς θεωρούμε ως ειδικούς, στους οποίους προστρέχουμε να μας διαφωτίσουν…

Ο Νικηφόρος Φωκάς F466, παρά τις δύσκολες καιρικές συνθήκες και την όχι μικρή απόσταση από την οποία περιπολούσε, βρέθηκε σε χρόνο ρεκόρ στο επίκεντρο των γεγονότων.

Λίγο αργότερα, γύρω στις 11.42, έφτασε στην περιοχή, όπου έπλεε το «Oruç Reis», ο Νικηφόρος Φωκάς F466. Όντας περί τα 30 μίλια απόσταση (που σημαίνει ότι αφενός δε μπορούσε να θεωρηθεί ότι έκανε παρενόχληση κι αφετέρου μπορούσε να ελέγχει τις κινήσεις του τουρκικού πλοίου), άρχισε τις προσπάθειες να επικοινωνήσει μαζί του μέσω των καθιερωμένων καναλιών επικοινωνίας. Αρχικά, το «Oruç Reis» δεν απαντούσε στις κλήσεις του Νικηφόρου Φωκά F466. Δεν αποκλείεται οι Τούρκοι να μην παρακολουθούσαν τις συγκεκριμένες συχνότητες όντας απορροφημένοι στην προσπάθειά τους να «κουμαντάρουν» το πλοίο τους. Ο Νικηφόρος Φωκάς F466 φυσικά επέμενε και κάποια στιγμή το «Oruç Reis» απάντησε λέγοντας –κυριολεκτικά– «άλλα αντ’ άλλων». Για παράδειγμα, τη μία έλεγε ότι «βρίσκεται σε διεθνή χωρικά ύδατα», την άλλη ότι «βρισκόταν στην τουρκική υφαλοκρηπίδα» και διάφορα άλλα παρόμοια. Ήταν προφανές ότι το «Oruç Reis» δεν «είχε πάρει γραμμή άνωθεν» και προσπαθούσε να βγει από μια δύσκολη κατάσταση με επιχειρήματα που σαφώς εφευρίσκονταν επιτόπου εκείνη την ώρα.

Άποψη ενός F-16C block 52+ με αναγνωριστικό ατρακτίδιο DB-110.

Στις 12.08 αντιλήφθηκαν στον Νικηφόρο Φωκά F466 ότι προσέγγιζαν το «Oruç Reis» οι τουρκικές φρεγάτες Gelibolu F493 και Gökçeada F494. Τα δύο αυτά πλοία τυπικά συμμετείχαν σε άσκηση που είχε εξαγγείλει με NAVTEX η Τουρκία σε περιοχές νότια και δυτικά της Κύπρου. Και λέμε «τυπικά», επειδή στην ουσία παρείχαν «προστασία» στο τουρκικό γεωτρύπανο που –υποτίθεται– έκανε γεωτρήσεις σε οικόπεδα που έχει ήδη παραχωρήσει η κυπριακή κυβέρνηση. Χρησιμοποιούμε τον όρο «υποτίθεται», επειδή τα γεωτρύπανα που έχει αγοράσει η Τουρκία και τους έχει δώσει ονόματα ένδοξων Τούρκων ναυτικών, έχουν μεν τον κατάλληλο εξοπλισμό για γεωτρήσεις, αλλά δεν μπορούν να τις κάνουν, επειδή απλούστατα στερούνται του σχετικού εξειδικευμένου προσωπικού. Πάντως και οι δύο τουρκικές φρεγάτες έμειναν σε απόσταση από το «Oruç Reis», παρακολουθώντας απλώς τα «τεκταινόμενα».

Στις 16.17, το ραντάρ του Νικηφόρου Φωκά F466 «έπιασε» το «Oruç Reis» να στρέφει ανατολικά. Έκανε μιαν πολύ «ανοιχτή στροφή» και μετά από καμιά ώρα περίπου, πήρε σταθερή πορεία προς τα ανατολικά. Στο μεταξύ, η ένταση της κακοκαιρίας είχε κάπως περιοριστεί. Στις 18.56 το ΓΕΕΘΑ έστειλε μια άλλη «άτυπη ενημέρωση» στην οποία ανέφερε: «γνωρίζεται ότι το ερευνητικό τουρκικό σκάφος «ORUC REIS», απογευματινές ώρες της 31ης Ιανουαρίου 2020, ανέστρεψε κινούμενο Ανατολικά, με κατεύθυνση εξόδου από το ελληνικό FIR. Εν λόγω πλοίο παρακολουθείται από Φρεγάτα του ΠΝ».

Μια άλλη άποψη ενός F-16C block 52+, της 335 Μοίρας, με αναγνωριστικό ατρακτίδιο DB-110.

Το «Oruç Reis» συνέχισε σταθερά την ανατολική του πορεία του και στις 08.45 του Σαββάτου 1 Φεβρουαρίου 2020 βγήκε από τα όρια του FIR της Αθήνας. Έτσι τέλειωσε το «επεισόδιο».

Η ανάλυση

Ήταν η είσοδος και η πλεύση του «Oruç Reis» μέσα στα θαλάσσια όρια του FIR της Αθήνας, ένα σημαντικό γεγονός; Σαφέστατα και όχι! Το «Oruç Reis» είναι ένα εμπορικό πλοίο. Με ειδικό εξοπλισμό βέβαια που όμως δεν αναίρει τον χαρακτηρισμό του ως εμπορικού και ούτε φυσικά μπορεί να χαρακτηριστεί ως πολεμικό. Επομένως, η πλεύση ενός εμπορικού πλοίου είναι ελεύθερη και οι περιοχές που αυτή απαγορεύεται είναι ελάχιστες και οπωσδήποτε αυστηρά προκαθορισμένες. Και δεν είναι δυνατόν να μπουν όρια και κανόνες πλεύσης «στη μέση του πουθενά». Γιατί η περιοχή που ταξίδεψε το «Oruç Reis» είναι όντως «στη μέση του πουθενά». Μια ματιά στον χάρτη αρκεί.

Τι έκανε το «Oruç Reis» στην περιοχή; Τίποτα! Γιατί δεν μπορούσε να κάνει σεισμικές έρευνες με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν. Απ’ ότι φαίνεται στο «Oruç Reis» δεν πήραν χαμπάρι την μεταβολή του καιρού και, όταν αυτός επιδεινώθηκε, βρέθηκαν με τα καλώδια ποντισμένα. Μη μπορώντας να τα ανασύρουν και μη έχοντας τη δυνατότητα να πάρουν «κλειστή στροφή», συνέχισαν και μπήκαν σε θαλάσσια περιοχή του FIR της Αθήνας, για να στρέψουν μόλις ο καιρός το επέτρεψε.

Ήταν «διατεταγμένη» η πλεύση του «Oruç Reis»; Πιθανότατα όχι. Γιατί, αν ήταν, θα είχαν φροντίσει να συνοδεύεται από πολεμικό πλοίο και θα είχε «έτοιμες απαντήσεις» στις κλήσεις του Νικηφόρου Φωκά F466. Επίσης το λαλίστατο υπουργείο Εξωτερικών – ή όποιο άλλο – του Ερντογάν τήρησαν «αιδήμονα σιγή».

Και κάτι που κανένας δεν σημείωσε, αλλά έχει σημασία: Στην περιοχή που έπλευσε το «Oruç Reis» τα βάθη είναι της τάξης των 2.500 μέτρων. Έχει τη δυνατότητα να κάνει έρευνες σε τέτοια βάθη το «Oruç Reis»; Θεωρητικά, πιθανώς. Πρακτικά, επιτρέψτε μας να αμφιβάλουμε.

Το «Oruç Reis» από πρύμα. Φαίνονται καθαρά οι έξοδοι των καλωδίων και των πλωτήρων μέσω των οποίων κάνει τις έρευνες.

Υστερόγραφο

Ίσως κάποιοι αναρωτήθηκαν ποιος ήταν ο Oruç Reis; Λοιπόν το εν λόγω άτομο γεννήθηκε το 1474 στη Μυτιλήνη. Ο πατέρας του ήταν αλβανικής καταγωγής και η μητέρα του Ελληνίδα, χήρα παπά. Ασχολήθηκε με τη θάλασσα, έγινε πειρατής και τελικά κυβερνήτης του Αλγερίου και της Δυτικής Μεσογείου. Σκοτώθηκε το 1518, στο Tlemcen της Αλγερίας, σε μάχη με Ισπανούς. Μικρότερος αδελφός του ήταν ο -σαφώς γνωστότερος- Hayreddin Barbarossa.