Θάνος Μ. Βερέμης, Γιάννης Σ. Κολιόπουλος, Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης: 1821, Η δημιουργία ενός έθνους – κράτους
Θάνος Μ. Βερέμης, Γιάννης Σ. Κολιόπουλος, Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης
1821
Η δημιουργία ενός έθνους – κράτους
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ. Ιπποκράτους 118, 114 72 Αθήνα. Τηλ.: 211 3003500, Fax: 210 3003562. e-mail: metaixmio@ metaixmio.gr, www. metaixmio.gr.
ISBN: 978-618-03-1622-3, Σελίδες: 431
Το ότι το 1821 είναι αυτό που λέμε «έτος-σταθμός», στην Ελληνική Ιστορία, είναι αδιαμφισβήτητο. Όλοι δέχονται ότι τότε ξεκινά η Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας. Αυτό είναι το ένα στοιχείο. Το άλλο είναι ότι βρισκόμαστε «μια ανάσα» από την συμπλήρωση 200 χρόνων από τότε. Μια πολύ «στρογγυλή» επέτειος που δε μπορεί να αγνοηθεί. Το ότι λοιπόν έχουμε το παρόν βιβλίο, μόνον ως απολύτως φυσιολογικό μπορεί να θεωρηθεί. Επιπλέον, το γεγονός ότι οι συγγραφείς του είναι τρία «βαριά ονόματα» της ελληνικής ιστοριογραφίας, αν μη τι άλλο, το κάνει ενδιαφέρον.
Και πράγματι είναι! Οι συγγραφείς «ξεσκόνισαν» την υπάρχουσα σχετική βιβλιογραφία. Να σημειωθεί ότι η βιβλιογραφία πιάνει 32 ολόκληρες σελίδες από τις 431 ολόκληρου του βιβλίου. Και δεν πρόκειται για μια απλή παράθεση τίτλων, καθώς οι παραπομπές σε κάθε σελίδα είναι μπόλικες. Έτσι λοιπόν καταφέρνουν και μας προσφέρουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της Επανάστασης του 1821 -όπως έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας- αν και σαφώς περιληπτική. Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Ο σκοπός είναι να έχουμε μια όσο γίνεται πιο σαφή εικόνα ενός τόσο σημαντικού γεγονότος, σε όσο γίνεται μικρότερο μέγεθος.
Με βάση τις έως τώρα δημοσιεύσεις, αλλά και τα υπάρχοντα διερευνημένα αρχεία, μας προσφέρουν μία εξιστόρηση ισορροπημένη και μάλλον διαφορετική από τα έως τώρα σχετικά αφηγήματα. Γιατί, και εδώ, η ελληνική «ιδιαιτερότητα» έχει κάνει το θαύμα της και μας έχει γεμίσει με απόψεις που μάλλον και δεν έχουν πολύ –για να μην πούμε καθόλου– βάση. Βεβαίως και δεν είναι αλάνθαστοι. «Ο αναμάρτητος τον λίθον πρώτος βαλέτω». Η υιοθέτηση πάντως της άποψης του George Finlay (σελίδες 45-49) σχετικά με την ταύτιση των Αλβανών με τους Αρβανίτες, σαφώς και είναι λάθος. Γιατί μπορεί η φουστανέλα –που την έχουμε αναγάγει σε «εθνική ενδυμασία» και αποτελεί μια ενδυμασία κοινή της νότιας Βαλκανικής– να μας ήρθε με τους Αλβανούς, αλλά πώς εξηγείται το ότι αυτοί οι ορεσίβιοι κατάφεραν, μέσα σε πολύ λίγα χρόνια, να γίνουν ένας από τους καλύτερους ναυτικούς λαούς;
Γιατί Υδραίοι και Σπετσιώτες (αδιαμφισβήτητα Αρβανίτες), οι κορυφαίοι του ναυτικού πολέμου, δεν έγιναν επειδή εγκατέλειψαν την φουστανέλα για τη βράκα. Το ότι αρκετοί Αλβανοί, κυρίως Χριστιανοί, εξελληνίστηκαν και παρέμειναν στην Ελλάδα, είναι γεγονός. Άλλοι όμως οι Αλβανοί κι άλλοι οι Αρβανίτες. Η ταύτιση των Αλβανικών με τα Αρβανίτικα είναι σαφέστατα λανθασμένη. Τα δεύτερα αποτελούν μια γλώσσα που έχουν πολλά στοιχεία από τα πρώτα, αλλά η δομή τους –γραμματική και συντακτικό– ακολουθούν τα Ελληνικά. Το πώς επικράτησαν και μιλιούνταν, έως και πριν από 50-60 χρόνια, βεβαίως και δεν είναι του παρόντος.
Είναι προφανές όμως ότι τα Αλβανικά αποτελούσαν την lingua franca της εποχής και η έλλειψη εκπαίδευσης συνετέλεσε στην επικράτηση των Αρβανίτικων. Να μη μας διαφεύγει άλλωστε ότι όλοι οι Αρβανίτες καταλάβαιναν και μιλούσαν Ελληνικά, όταν χρειαζόταν. Τελικό συμπέρασμα; ένα εξαιρετικό βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί απ’ όλους. Γνώστες και μη της ιστορίας μας.