Τα ανοίγματα της Τουρκίας στην Ουκρανία και τον Εύξεινο Πόντο
Είναι Σάββατο 10 Απριλίου 2021 και, με φόντο το μέτωπο του Ντονμπάς που «βράζει», ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι προσγειώνεται στην Κωνσταντινούπολη για επαφές με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, συνοδευόμενος από πολυάριθμη ομάδα υψηλόβαθμων κρατικών αξιωματούχων. Πρόκειται για την τρίτη επίσκεψη του Ουκρανού ηγέτη στην Τουρκία μέσα σε διάστημα περίπου 20 μηνών (η πρώτη ήταν τον Αύγουστο του 2019). Σημειωτέον πως και ο Τούρκος πρόεδρος έχει επισκεφθεί το Κίεβο μέσα στο ίδιο διάστημα (το Φεβρουάριο του 2020), ενώ εκτός των προεδρικών επισκέψεων έχουν πραγματοποιηθεί παράλληλα και πολλές άλλες υπουργικές και στρατιωτικές. Μεταξύ άλλων, του Ουκρανού υπουργού Εξωτερικών Ντμίτρο Κουλέμπα στην Τουρκία το Δεκέμβριο του 2020, των Τούρκων υπουργών Άμυνας Χουλουσί Ακάρ και Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου στο Κίεβο, επίσης τον περασμένο Δεκέμβριο, του αρχηγού της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας πτεράρχου Χασάν Κιουτσιουκακιούζ στην ουκρανική πρωτεύουσα τον περασμένο Νοέμβριο κ.ά.
Οι Ερντογάν και Ζελένσκι τα «λένε» για περίπου τρεις ώρες στις 10 Απριλίου. Εκ των υστέρων, από το βήμα της συνέντευξης Τύπου που παραχωρούν, ο πρόεδρος Ερντογάν καταδικάζει την απόσχιση της Κριμαίας ως «παράνομη». Προχωρώντας παραπέρα, δηλώνει πως στηρίζει και την προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Ανταποδίδοντας τα εύσημα, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι ευχαριστεί και εκείνος δημόσια την Τουρκία του Ερντογάν. Λίγο αργότερα, δημοσιεύει και ένα tweet στο οποίο υπογραμμίζει πόσο «ευτυχής είναι η Ουκρανία που έχει έναν τόσο αξιόπιστο γείτονα», ενώ παράλληλα χαιρετίζει και τους «ορίζοντες» που ανοίγονται για την ουκρανοτουρκική «συνεργασία» στις «σφαίρες της άμυνας και της ενέργειας», των υποδομών, των επενδύσεων και του εμπορίου.

Κοινή Διακήρυξη
Το βράδυ της ίδιας ημέρας (10 Απριλίου), οι δύο πλευρές δίνουν στη δημοσιότητα και μια Κοινή Διακήρυξη 20 σημείων. Στο πλαίσιο αυτής, οι κ.κ. Ερντογάν και Ζελένσκι διακηρύττουν (μεταξύ άλλων) πως θα συνεχίσουν να συντονίζουν τα βήματά τους με σκοπό να αποκαταστήσουν την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας στη βάση των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων της («…continue to coordinate steps aimed at restoring the territorial integrity of Ukraine within its internationally recognized borders»).
Αναφέρονται, δε, συγκεκριμένα σε Κριμαία, Σεβαστούπολη, Ντονέτσκ και Λουχάνσκ, χρησιμοποιώντας τον όρο «deoccupation», θέτοντας, δηλαδή, ευθαρσώς ως στόχο την «απομάκρυνση των κατοχικών δυνάμεων» από τις εν λόγω περιοχές. Παράλληλα, κάνουν ειδική μνεία και στα δικαιώματα και τις συνθήκες διαβίωσης των μουσουλμάνων Τατάρων της Κριμαίας, που είτε έχουν εκδιωχθεί από την «πατρίδα» τους («their homeland») είτε «κρατούνται παρανόμως» («illegally detained») «ως αποτέλεσμα της προσωρινής κατοχής» («as a result of the temporary occupation»).
Επιπλέον, επαναλαμβάνουν και τη στήριξή τους υπέρ της προοπτικής ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ το οποίο, όπως σημειώνουν, θα έπρεπε να έχει μεγαλύτερη ανάμειξη και στα του Ευξείνου Πόντου. Αναφερόμενοι ειδικότερα στη νατοϊκή προοπτική της Ουκρανίας, οι Ερντογάν και Ζελένσκι υποστηρίζουν στην Κοινή Διακήρυξη πως το Κίεβο θα μπορούσε να εξασφαλίσει ένα ενταξιακό σχέδιο δράσης (Membership Action Plan) στο κοντινό μέλλον, ενώ παράλληλα εκφράζουν και την επιθυμία τους να προωθηθεί η διαλειτουργικότητα (interoperability) των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας με τις ένοπλες δυνάμεις των νατοϊκών συμμάχων.
Τουρκικά drones
Η Άγκυρα εμφανίζεται, με άλλα λόγια, να ζητάει την απομάκρυνση των Ρώσων από την ανατολική Ουκρανία και την ακύρωση της de-facto απόσχισης της Κριμαίας, παίρνοντας εμφατικά θέση στο πλευρό του Κιέβου, πράγμα που έχει άλλωστε ξανακάνει και στο πρόσφατο παρελθόν. Όλοι φαίνεται να συμφωνούν πως οι σχέσεις Κιέβου-Άγκυρας έχουν αποκτήσει πρόσθετη ισχύ τα τελευταία χρόνια.
Ξεκινώντας από το 2015, οι δύο χώρες έχουν υπογράψει σειρά αμυντικών συμφωνιών με τους Τούρκους, από τη μία πλευρά, να πωλούν στην Ουκρανία drones τύπου Bayraktar TB2 (μαζί με πυραύλους και σταθμούς ελέγχου) και τους Ουκρανούς, από την άλλη, να προμηθεύουν την Τουρκία με αναβαθμισμένα πυραυλικά συστήματα εδάφους-αέρος S-125/Goa-3 (σοβιετικής προέλευσης), αλλά και με κινητήρες Ivachenko-Progress AI-450T turboprop για τα τουρκικά drones τύπου Akinci.
Εάν πιστέψουμε μάλιστα τα δημοσιεύματα, τότε οι Ουκρανοί έχουν ήδη «δοκιμάσει» τα τουρκικά drones ενάντια στους φιλορώσους αυτονομιστές στα ανατολικά της χώρας. Πάντως είναι μάλλον υπερβολικοί όσοι αφήνουν να εννοηθεί ότι οι Ουκρανοί θα μπορούσαν να νικήσουν τους Ρώσους στα ανατολικά χάρη στα τουρκικά drones, όπως νίκησαν οι Αζέροι τους Αρμένιους στο Ναγκόρνο Καραμπάχ το 2020. Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί στην παρούσα φάση για πολλούς λόγους. Ανάμεσά τους, επειδή οι Ερντογάν και Ζελένσκι στην πραγματικότητα δεν επιθυμούν τον πόλεμο, αλλά και επειδή η Ρωσία δεν είναι Αρμενία.
Μέσα στη διετία 2019-2020, είδαμε ωστόσο να συνάπτονται και συμφωνίες συμπαραγωγής οπλικών συστημάτων ανάμεσα στην ουκρανική κρατική Ukrspetsexport-Ukroboronprom και την τουρκική Baykar Makina. Σκοπός τους είναι η σύσταση κοινοπραξιών (Black Sea Shield κ.ά.) που θα επιτρέψουν στους Ουκρανούς, εκτός όλων των άλλων, να αρχίσουν και να παράγουν drones τύπου Bayraktar TB2 (ελαφρώς διαφορετικά από τα τουρκικής κατασκευής, όπως σημειώνεται) εντός των ουκρανικών συνόρων.
Βάσει όσων έχουν ανακοινωθεί τους τελευταίους μήνες, το Κίεβο και η Άγκυρα έχουν ήδη θέσει τις βάσεις για τη συμπαραγωγή-αγορά πολεμικών πλοίων (κορβέτες Ada MILGEM-class), αλλά και αντιαρματικών πυραυλικών συστημάτων (Scythian-SERDAR-SKIF).

Σημειωτέον πως σε πολιτικό επίπεδο, οι δύο χώρες έχουν από το 2020 αναπτύξει και ένα μοντέλο συνεργασίας τύπου «Quadriga» (2 + 2), με τη συμμετοχή των δύο υπουργείων Εξωτερικών και των δύο υπουργείων Άμυνας, το οποίο προτίθενται και να διατηρήσουν όπως σημειώνεται άλλωστε και στην Κοινή Διακήρυξη των 20 σημείων.
«Ουκρανία και Τουρκία έχουν τέλειες (σ.σ. perfect) σχέσεις… Το επίπεδο της στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών βρίσκεται τώρα στο απόγειό του (σ.σ. “at the toppest level”), δήλωνε στις 25 Μαρτίου η Ουκρανή Χάνα Σελέστ, των Ukrainian Prism και Ukraine Analytica, από το «βήμα» του webinar με τίτλο «Κοινά και Αντικρουόμενα Συμφέροντα στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας». Το webinar διοργάνωσε το Κέντρο Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών (Center for International and European Studies – CIES) του πανεπιστημίου Kadir Has της Κωνσταντινούπολης μαζί με το Διεθνές Ινστιτούτο για την Ειρήνη της Βιέννης (International Institute for Peace – IIP).
Η κρίση ως ευκαιρία
Ο κ. Ρ.Τ. Ερντογάν έχει, βέβαια, φροντίσει, από την πλευρά του, να υπογραμμίσει δημοσίως πως η ουκρανοτουρκική σύμπλευση «δεν στρέφεται ενάντια σε άλλες τρίτες χώρες», εννοώντας προφανώς τη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν. Πέρα από τα όποια -διπλωματικού χαρακτήρα- κλισέ ωστόσο, είναι σαφές πως οι Τούρκοι επενδύουν στη ρωσική απειλή έναντι των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών με απώτερο σκοπό να ενισχύσουν τη δική τους επιρροή στις παρευξείνιες περιοχές, διεκδικώντας για την Άγκυρα ρόλο περιφερειακής δύναμης.
Ο υπουργός Άμυνας Χ. Ακάρ ήταν περισσότερο ειλικρινής, όταν δήλωνε, στα μέσα Απριλίου φέτος, ότι η Τουρκία «προσπαθεί να κρατήσει μια ισορροπία με τη Ρωσία και τις άλλες παρευξείνιες χώρες, χωρίς να προκαλέσει μία κρίση». Η πραγματικότητα είναι πως η Άγκυρα καλωσορίζει τις κρίσεις και «επενδύει» σε αυτές (βλ. Λιβύη, Συρία, Κυπριακό, Ναγκόρνο Καραμπάχ). Πολύ δε περισσότερο, όταν κρίνει πως μπορεί να τις εκμεταλλευτεί, για να επεκτείνει το δικό της περιφερειακό εκτόπισμα, ενισχύοντας έτσι τη θέση της στη διεθνή σκηνή και τη διαπραγματευτική της ισχύ στα διεθνή φόρα.

Η «ισορροπία έναντι της Ρωσίας» στην οποία αναφέρεται ο κ. αποκτά νόημα ωστόσο εάν αναλογιστεί κανείς το εξής: το ότι η Άγκυρα έχει καταδικάσει, για παράδειγμα, την απόσχιση της Κριμαίας και τη μονομερή προσάρτησή της στη Ρωσική Ομοσπονδία, …αποφεύγοντας όμως να στηρίξει τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει οι Δυτικοί σε βάρος της Ρωσίας λόγω Κριμαίας. Η στάση των Τούρκων στο Ουκρανικό θα μπορούσε, υπό αυτό το πρίσμα, να θεωρηθεί επί της ουσίας ακόμη και υποκριτική έναντι του ιδίου του Κιέβου.
Η σχέση με τις ΗΠΑ
Η αναζωπύρωση της έντασης γύρω από την ανατολική Ουκρανία τους τελευταίους μήνες, ή -κατά πολλούς- εντονότερη κλιμάκωση που έχει σημειωθεί από το 2014 και έπειτα, ήρθε να λειτουργήσει ως «ευκαιρία» για την Τουρκία. Το καθεστώς Ερντογάν έσπευσε να υπενθυμίσει -μέσω Ουκρανίας αυτήν τη φορά- στο ΝΑΤΟ και, ειδικότερα στις ΗΠΑ του Τζο Μπάιντεν, πόσο «πολύτιμος» εξακολουθεί να είναι ο γεωπολιτικός ρόλος της Άγκυρας στα νοτιοανατολικά-ανατολικά (“along NATO’s Eastern and Southern Flanks”).
Ως προς αυτό, δεν θα έπρεπε να περάσει απαρατήρητη και η τηλεφωνική συνομιλία που είχαν την 1η Απριλίου οι υπουργοί Άμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ και των ΗΠΑ Λόιντ Όστιν. Ο επικεφαλής του αμερικανικού Πενταγώνου μάλιστα βγήκε δημόσια να «ευχαριστήσει» την Τουρκία για το ρόλο της στα μέτωπα συγκεκριμένα του Αφγανιστάν και της Μαύρης Θάλασσας, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο οι τουρκικές δυνάμεις συντονίστηκαν με τα αμερικανικά πολεμικά πλοία USS Monterey και USS Thomas Hudner κατά τη διάρκεια νατοϊκών ναυτικών ασκήσεων τον περασμένο Μάρτιο στον Εύξεινο Πόντο.
Η Συνθήκη του Μοντρέ
Σε ακριβώς αυτό το πλαίσιο, το καθεστώς Ερντογάν έρχεται να αξιοποιήσει ως διαπραγματευτικό χαρτί-φόβητρο και τη Συνθήκη του Μοντρέ. Η Συνθήκη θέτει περιορισμούς (αριθμητικούς, χρονικούς) στις κινήσεις των πολεμικών πλοίων της Δύσης στη Μαύρη Θάλασσα, παίρνοντας η Άγκυρα θέση άλλοτε υπέρ των περιορισμών και άλλοτε υπέρ της παράκαμψής τους με την Τουρκία όμως πάντοτε σε ρόλο πορτιέρη-gatekeeper.
Η αξία της Μαύρης Θάλασσας αποτυπώνεται και στη φράση του Βρετανού ειδήμονος των διεθνών σχέσεων Μάικλ Μακ Γκουάιερ που είχε γράψει, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, πως «σε περίοδο πολέμου, η Μαύρη Θάλασσα γίνεται μια χειροβομβίδα στα σωθικά της Ρωσίας» (“In war, the Black Sea becomes a grenade in Russia’s gut“).
Με φόντο την ένταση στο Ντονμπάς, η Τουρκία ενέκρινε την είσοδο δύο πολεμικών πλοίων των ΗΠΑ στη Μαύρη Θάλασσα βάσει της Συνθήκης του Μοντρέ, έγραφαν αμερικανικά ΜΜΕ στις αρχές Απριλίου, υπογραμμίζοντας τη στήριξη που είναι έτοιμη να παράσχει η Ουάσιγκτον σε αυτήν τη λίαν εύφλεκτη χρονική συγκυρία. Αλλά και νωρίτερα, στα τέλη Μαρτίου, το ίδιο το ΝΑΤΟ ανέβαζε στην επίσημη ιστοσελίδα του ειδήσεις για τα τουρκικά μαχητικά που έσπευσαν να «κυνηγήσουν» αεροσκάφη της Ρωσίας πάνω από τη Μαύρη Θάλασσα (29 Μαρτίου).

Αντίποινα από τη Ρωσία
Το ότι η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν ενοχλείται από τις τουρκικές κινήσεις είναι πια προφανές. Για το λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά στις ρωσικές πτήσεις προς την Τουρκία που «ξαφνικά» περιορίστηκαν, αλλά και στις απερίφραστα «αυστηρές προειδοποιήσεις» του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών προς την Άγκυρα αναφορικά με τις εξελίξεις στην Ουκρανία.
«Η Ρωσία ελπίζει ότι η Τουρκία άκουσε την προ ημερών αυστηρή προειδοποίηση του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ για την ανάγκη… να μην τροφοδοτούνται οι μιλιταριστικές διαθέσεις της ουκρανικής κυβέρνησης… Η Άγκυρα γνωρίζει ότι η ενθάρρυνση της πολεμοχαρούς γραμμής της κυβέρνησης του Κιέβου μας προκαλεί την πιο σοβαρή ανησυχία…», δήλωνε η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, στα μέσα Απριλίου. Ενώ διόλου τυχαία, μόλις ολίγα 24ωρα νωρίτερα (στις 12 Απριλίου), η Μόσχα είχε ανακοινώσει και την επιβολή περιορισμών – υποτίθεται λόγω κορονοϊού – στις πτήσεις από Ρωσία προς Ουκρανία για το δεύτερο μισό του Απριλίου και ολόκληρο το μήνα Μάιο. Οι περιορισμοί αναμένεται φυσικά να «κοστίσουν» στην τουρκική οικονομία -και μάλιστα σε μια οικονομικά δύσκολη και ασθμαίνουσα περίοδο- περιορίζοντας σημαντικά τα έσοδα στα οποία πολλοί Τούρκοι ήλπιζαν (και λόγω υποτιμημένης λίρας) από την έλευση Ρώσων τουριστών.
Και η Γεωργία στο κάδρο
Πέρα από την Ουκρανία ωστόσο, η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (που υπενθυμίζεται πως φιλοξενεί στην Κωνσταντινούπολη και την έδρα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου) επιχειρεί ανοίγματα και προς άλλες παρευξείνιες χώρες, όπως είναι για παράδειγμα η Γεωργία. Όχι μόνο μέσω των κοινών τουρκογεωργιανών συνόρων, αλλά και μέσω του Αζερμπαϊτζάν (όπου η Άγκυρα διατηρεί πια πολύ πιο ισχυρή παρουσία, ειδικά έπειτα από τον νικηφόρο πόλεμο του Μπακού κατά την Αρμενίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ το 2020). Σημειωτέον πως στις 19 Φεβρουαρίου του 2021 είχαμε στο Μπακού και την τριμερή Τουρκίας, Αζερμπαϊτζάν, Γεωργίας με τη συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών των τριών χωρών.

«Χωρίς την Τουρκία, δεν μπορεί να υπάρξει καμία ισορροπία στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας ενάντια στη Ρωσία», σημείωνε από την πλευρά της η Έκα Τκεσελασβίλι, πρόεδρος του Γεωργιανού Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών (Georgian Institute for Strategic Studies), στο πλαίσιο του webinar με τίτλο «Κοινά και Αντικρουόμενα Συμφέροντα στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας».
Θα ήταν κρίσιμο για την ελληνική εξωτερική πολιτική, στην παρούσα φάση και με δεδομένα όσα συμβαίνουν στο μέτωπο της Ουκρανίας, να επιχειρήσει να περιορίσει αυτήν την στρεβλή αντίληψη που έχουν υιοθετήσει πολλοί πέριξ της Μαύρης Θάλασσας περί «τουρκικών αντιβάρων στη ρωσική επιθετικότητα». Θα περιορίζονταν, με αυτή την παρέμβαση, και τα περιθώρια των επεκτατικών ελιγμών της Τουρκίας σε μια περιοχή με την οποία άλλωστε ο Ελληνισμός διατηρεί ιστορικούς και πολιτισμικούς δεσμούς.