Στη φωτογραφία από αριστερά προς δεξιά, ο Κύπριος πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης με τον πρωθυπουργό Κυρ. Μητσοτάκη, τον υπουργό Εξωτερικών Ν. Δένδια και τη διπλωματική σύμβουλο του Μαξίμου, πρέσβη Ελ. Σουρανή.

Η άτυπη συνάντηση για το Κυπριακό, την προσεχή εβδομάδα στη Γενεύη, αποτελεί το νέο πεδίο ελληνικής διπλωματικής αντιπαράθεσης με την Τουρκία, καθώς η Άγκυρα επιμένει στον παραλογισμό συγκρότησης δύο κρατών αντί της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Η έκβαση της συνάντησης «5+1» (δύο Κοινότητες της Κύπρου, οι εγγυήτριες δυνάμεις Ελλάδα, Βρετανία και Τουρκία συν η Ε.Ε. υπό -μη επιβεβαιωμένο- καθεστώς παρατηρητή) αποκτά και εσωτερικό πολιτικό ενδιαφέρον. Γιατί, περί τον πρωθυπουργό Κυρ. Μητσοτάκη, υπάρχουν νοσταλγοί του Σχεδίου Άναν που απορρίφθηκε με το συντριπτικό 76% του ελληνοκυπριακού δημοψηφίσματος. Όσοι ακόμα υποστηρίζουν το σχέδιο, που πήρε το όνομά του από τον τότε γ.γ. του ΟΗΕ Κόφι Άναν, παραγνωρίζουν ότι η τελική (έκτη) εκδοχή του Απριλίου 2004 δεν είχε καμία σχέση με το αρχικό -πιο ισορροπημένο και με επιμέρους θετικές πτυχές- κείμενο του Δεκεμβρίου 2002.

Υποβαθμίζουν, επίσης, τις θεμελιώδεις διατάξεις του Σχεδίου ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα διαλυόταν την παραμονή της ιστορικής ένταξής της στην Ε.Ε. και ότι οι τουρκικές δυνάμεις κατοχής θα αποχωρούσαν σταδιακά και αργά, αποκτώντας κιόλας μεταβατικό ρόλο σώματος διατήρησης της τάξης. Είναι αμφίβολο αν οι Ελλαδίτες,  που επικρίνουν τους Κυπρίους για το «Όχι» του δημοψηφίσματος, θα ήθελαν έξω από το δικό τους σπίτι έναν Τούρκο στρατιώτη-αστυνομικό! Όσο για την κινδυνολογία περί απομόνωσης και οικονομικής καταστροφής της Μεγαλονήσου, μιλά η πραγματικότητα της μεγαλύτερης του αναμενομένου (και του κυπριακού μεγέθους) απήχησης στις άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε.

Σε κάθε περίπτωση, η συνάντηση της Γενεύης έχει αρκετές ιδιομορφίες συγκριτικά με τις προηγούμενες επίσημες ή ανεπίσημες και δικοινοτικές ή πολυμερείς συνομιλίες. Πρώτα απ’ όλα, επειδή οι πάντες γνωρίζουν ότι, σε αντίθεση με τον τίτλο της, η συνάντηση δεν θα είναι άτυπη ή διαδικαστική, αλλά ουσιαστική με λεπτομερή παρουσίαση των απόψεων όλων των συμμετεχόντων. Με την εξαίρεση ίσως του γ.γ. των Ηνωμένων Εθνών Αντ. Γκουτέρες και της ειδικής απεσταλμένης του, κυρίας Τζ. Λουτ (πρώην υφυπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ και με μακρά εμπειρία στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου), που θα αξιολογήσουν την κατάσταση και θα αποφασίσουν περί της συνέχισης ή μη της διαδικασίας.

Παράλληλα, οι ΗΠΑ δεν είχαν άξια λόγου ανάμιξη στην προετοιμασία του διαλόγου, προτιμώντας να αποδώσουν προτεραιότητα στη Βρετανία. Ξένες διπλωματικές πηγές επισημαίνουν ότι ο κ. Τζ. Μπάιντεν, ο οποίος είναι ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ με παλαιά και βαθιά γνώση του Κυπριακού, δεν έχει καταλήξει στο σχεδιασμό του για το τρίγωνο Αθήνα-Λευκωσία-Άγκυρα, ενώ η προσωπική ανάμιξή του δεν κρίνεται ως επείγουσα από το Στέητ Ντηπάρτμεντ. Χρησιμοποιείται η διατύπωση πως το «πολιτικό κεφάλαιο» του κ. Μπάιντεν δεν χρειάζεται να αναλωθεί τώρα και θα είναι χρησιμότερο να αξιοποιηθεί προς στήριξη μίας μελλοντικής πρωτοβουλίας.

Ταυτόχρονα, είναι η πρώτη φορά που το Ηνωμένο Βασίλειο επιχείρησε (ή έδωσε την εντύπωση ότι επιχείρησε) να αλλάξει τη βάση συζήτησης και επίλυσης του Κυπριακού, καταθέτοντας προ διμήνου προτάσεις που ήταν αντίθετες προς το πλαίσιο του ΟΗΕ. Η αντίδραση της Λευκωσίας και της Αθήνας οδήγησε το Λονδίνο σε επανασχεδιασμό της στρατηγικής του με απόρριψη της διολίσθησης προς την τουρκική πρόταση περί δύο κρατών ή συνομοσπονδίας και με επαναβεβαίωση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας. Θα αποτελούσε μεγάλη έκπληξη αν η βρετανική πλευρά καταθέσει δικό της Σχέδιο στη Γενεύη ή στο ορατό μέλλον.

Το κύριο ερώτημα για τη Γενεύη είναι αν ο κ. Αναστασιάδης θα αντισταθεί στις πιέσεις να επιδείξει -υποτιθέμενο- ρεαλισμό με οριστική στροφή προς τη διαπραγμάτευση λύσης αποκεντρωμένης ομοσπονδίας.  Ο Κύπριος πρόεδρος φέρεται να μην απορρίπτει, επί της αρχής, μία τέτοια συζήτηση. Για λόγους τακτικής ίσως να μην είναι λάθος, αλλά από πλευράς ουσίας πιθανότητα θα παγιδεύσει την ελληνοκυπριακή πλευρά σε περίπλοκη διαπραγμάτευση για τις αρμοδιότητες και εξουσίες κάθε συστατικού κράτους. Σε μεταγενέστερο στάδιο, υπάρχει κίνδυνος για έμμεση συζήτηση της -τουρκοκυπριακής έμπνευσης- έννοιας της «κυριαρχικής ισότητας» αντί αυτής της «πολιτικής ισότητας» που έχει αναγνωριστεί από τον ΟΗΕ ήδη από το Μάρτιο του 1990 και στην οποία ο κ. Αναστασιάδης βεβαιώνει ότι εμμένει.

Πάντως, ακόμα και αν δεν υπάρξει αδιέξοδο στη Γενεύη και προγραμματιστεί νέα συνάντηση σε λίγους μήνες, οι διαφορές στο κεφάλαιο της ασφάλειας θα παραμείνουν αγεφύρωτες, αν δεν προκριθεί η άμεση αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων. Όπως άλλωστε αποδείχθηκε και το 2004 και στη διάσκεψη του Κραν Μοντανά το καλοκαίρι του 2017.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Δημοκρατία'” στις 21 Απριλίου 2021