Ρήγματα ανάμεσα στις χώρες της ρωσικής σφαίρας επιρροής – Το «αγκάθι» του Καζακστάν και οι άλλοι
Στα μέσα Μαΐου, από τη Μόσχα και τη Σύνοδο Κορυφής του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (Collective Security Treaty Organisation – CSTO), ο «ισόβιος» πρόεδρος της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο, κάλεσε όλα τις συμμετέχουσες χώρες να ενωθούν ενάντια στη ∆ύση υπό την ηγεσία της Ρωσίας, με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο CSTO, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, συστάθηκε το 2002 υπό την ηγεσία της Ρωσίας, αν και οι ρίζες του πάνε πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Υπό την ομπρέλα του έχουν πια συνταχθεί – πέρα από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία – η Αρμενία, το Καζακστάν, η Κιργιζία και το Τατζικιστάν. Ο CSTO είναι, μαζί με την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (Eurasian Economic Union – EAEU) που συστάθηκε την περίοδο 2014 – 2015, ένα από τα μπλοκ των χωρών που λειτουργούν σήμερα στη διεθνή σκηνή υπό την ηγεσία της Ρωσίας. Ο λόγος για ένα όχημα πολυεθνικό στο τιμόνι του οποίου βρίσκεται Ρώσος οδηγός.
Εάν ο Οργανισμός της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας είναι κάτι σαν το «ρωσικό ΝΑΤΟ», τότε η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση θα μπορούσε να θεωρηθεί κάτι σαν τη «ρωσική ΕΟΚ». ∆ιόλου τυχαία, οι δύο αυτοί οργανισμοί, ο CSTO και η EAEU, μοιράζονται και μια σειρά από κοινά μέλη: την Αρμενία, τη Λευκορωσία, τη Ρωσία, το Καζακστάν και την Κιργιζία.
«Χωρίς ένα ενωμένο μέτωπο, η ∆ύση θα εντείνει την πίεση στο μετασοβιετικό χώρο», δήλωσε, στις 16 Μαΐου 2022, στη Μόσχα ο Αλ. Λουκασένκο, καλώντας τους ηγέτες του Καζακστάν, της Αρμενίας, του Τατζικιστάν και της Κιργιζίας να ενωθούν ενάντια στη ∆ύση υπό την ομπρέλα και την ηγεσία της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν που δίνει, αυτήν την περίοδο, τον δικό του επιθετικό πόλεμο στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Αμφιβολίες
Πόσο ενωμένες είναι όμως στην πράξη πια αυτές οι – υπό ρωσική ηγεσία – μετασοβιετικές ενώσεις κρατών; Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία λειτούργησε από πολλές απόψεις ενισχυτικά για τη ∆ύση και το ΝΑΤΟ, προκαλώντας – παρά τις όποιες αποκλίσεις – αντανακλαστικές αντιδράσεις συσπείρωσης και ανάληψης νέων πρωτοβουλιών σε ευρωπαϊκό, ΝΑΤΟϊκό και διατλαντικό επίπεδο. Ισχύει όμως, άραγε, κάτι ανάλογο και για τα «ρωσικά» μπλοκ; Είναι εκείνα σήμερα περισσότερο συμπαγή από όσο ήταν, πριν από τις 24 Φεβρουαρίου 2022 και την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία;
Κατά τη συνάντηση της 16ης Μαΐου, οι ηγέτες της Ρωσίας, της Λευκορωσίας, της Αρμενίας, του Καζακστάν, του Τατζικιστάν και της Κιργιζίας παρουσιάστηκαν να χαμογελούν με – φαινομενικώς – χαλαρή διάθεση ενώπιον των φωτογραφικών φακών. Εάν κοιτάξει ωστόσο κανείς πέρα και πίσω από τα χαμόγελα, βαθύτερα μέσα στις σχέσεις των εν λόγω χωρών, θα δει ρήγματα, εσωτερικές έριδες και λόγους που μάλλον δικαιολογούν τις συγκεκαλυμμένες έμμεσες ανησυχίες του Λουκασένκο περί ελλιπούς συνοχής.
Κιργιζία εναντίον Τατζικιστάν
Μόλις τον περασμένο Απρίλιο, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία είχε ήδη ξεκινήσει, αξιωματούχοι της Κιργιζίας (η οποία είχε αγοράσει πέρυσι drones τύπου Bayraktar από την Τουρκία) εξέφρασαν ανησυχίες και ενστάσεις αναφορικά με την πρόθεση του Τατζικιστάν να αποκτήσει και εκείνο συστήματα του ιδίου τύπου. Ο ανταποκριτής του Defense News στην Τουρκία αξιολόγησε μάλιστα τις εξελίξεις ως «δείγμα της εντεινόμενης εξοπλιστικής κούρσας που ξετυλίγεται ανάμεσα στις δύο χώρες».
Σημειωτέον πως η Κιργιζία και το Τατζικιστάν έχουν παράλληλα και άλλες ανοιχτές συνοριακές διαφορές που, ως χαίνουσες πληγές, συχνά υποτροπιάζουν, αποκτώντας τη μορφή βίαιων επεισοδίων στα σύνορα, και οδηγώντας σε δεκάδες θανάτους, αλλά και στον εκτοπισμό χιλιάδων ατόμων από τις εστίες τους. Ήδη μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, από το 1991 και έπειτα, η Κιργιζία και το Τατζικιστάν έχουν βρεθεί κατ’ επανάληψη να ερίζουν για ζητήματα που έχουν να κάνουν με την πρόσβαση σε υδάτινους πόρους και, κυρίως, με την οριοθέτηση των μεταξύ τους συνόρων. Περίπου το 35% αυτών παραμένει διαφιλονικούμενο. Την άνοιξη του 2021, απέκτησαν και τη μορφή ένοπλων συγκρούσεων στα σύνορα, στο πλαίσιο των οποίων έχασαν τη ζωή τους, τουλάχιστον, 55 άτομα και εκτοπίστηκαν πάνω από 40 χιλιάδες, προτού επιτευχθεί συμφωνία για εκεχειρία.
Ωστόσο, ακόμη και φέτος, παράλληλα με τον πόλεμο στην Ουκρανία και παρά την εκεχειρία που είχε προηγηθεί, σημειώνονται στην περιοχή σποραδικές συγκρούσεις που κόστισαν τη ζωή σε τρία άτομα το πρώτο τρίμηνο του 2022, όπως καταγγέλλεται, ενώ ανταλλαγές πυρών με τουλάχιστον έναν νεκρό είχαμε και τον περασμένο Ιούνιο. Σημειωτέων πως, στο παρελθόν, διαφορές με τις εν λόγω χώρες, και ιδίως με το Τατζικιστάν, είχε και το γειτονικό Ουζμπεκιστάν.
Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο και κάτι άλλο: τον περασμένο άνδρες της Εθνοφρουράς (National Guard) των ΗΠΑ μετέβησαν στο Τατζικιστάν, για να πάρουν μέρος σε κοινές ασκήσεις (Regional Cooperation 22) με ένοπλες δυνάμεις από το Τατζικιστάν, την Κιργιζία, το Ουζμπεκιστάν, το Καζακστάν κ.ά.
Αποκλίσεις από την πλευρά του Καζακστάν
Όμως, και στο μέτωπο της EAEU, οι σχέσεις μεταξύ των χωρών δεν είναι ανέφελες. Το Μάρτιο του 2022, εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία που είχε ξεκινήσει περίπου δύο εβδομάδες νωρίτερα, η Μόσχα πήρε την απόφαση να αναστείλει προσωρινά τις εξαγωγές σιτηρών προς τις άλλες χώρες της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης, προκειμένου να διασφαλίσει την κάλυψη των δικών της αναγκών.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, η ηγεσία του Καζακστάν διεμήνυσε πως δεν προτίθεται να βοηθήσει τη Μόσχα να παρακάμψει τις κυρώσεις που της έχουν επιβληθεί από τους ∆υτικούς λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Η ηγεσία του Καζακστάν ξεκαθάρισε πως δεν επιθυμούσε να βρεθεί – και η ίδια – στο στόχαστρο δευτερογενών κυρώσεων. «Εν μέσω κυρώσεων, εταιρεία του Καζακστάν σταματά να προμηθεύει τα ρωσικά χαλυβουργεία. Οι εταιρείες του Καζακστάν κινούνται πολύ προσεκτικά στις συναλλαγές τους με τη Ρωσία» εκτιμούσε, στα τέλη Μαΐου, το EurasiaNet. Υποστήριζε δε πως «οι επιπτώσεις των διεθνών κυρώσεων κατά της Ρωσίας διαταράσσουν τους οικονομικούς δεσμούς μεταξύ αυτών των δύο μελών της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης», της Ρωσίας και του Καζακστάν.
Στο ίδιο πνεύμα και η ανάλυση που δημοσίευσε ο Τεμούρ Ουμάροφ στο Carnegie Endowment τον περασμένο Αύγουστο: Από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία και έπειτα, το Καζακστάν έχει: Συμμορφωθεί με τις δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας – Διαμηνύσει πως δεν πρόκειται να αναγνωρίσει τις αυτοαποκαλούμενες «λαϊκές δημοκρατίες του Ντόνετσκ και του Λουγκάνσκ» – Στείλει ανθρωπιστική βοήθεια στην Ουκρανία – Δώσει το πράσινο φως για αντιπολεμικές διαδηλώσεις – Επιβάλει περιορισμούς στη ρωσική προπαγάνδα κ.ά., προκαλώντας έτσι την οργή του Ρώσου πρώην ηγέτη Ντμίτρι Μεντβέντεφ.
Ρήγματα ήδη από το 2015
Αξιολογώντας τα πρώτα πέντε χρόνια ζωής της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης, ο πανεπιστημιακός Evgeny Troitskiy έγραφε τον Ιανουάριο του 2020, σε ανάλυσή του στην ιστοσελίδα του Kennan Institute του Woodrow Wilson International Center for Scholars, ότι πρόκειται για μία Ένωση χωρών που «πλησιάζει ολοένα και περισσότερο στο να γίνει μια ανεκπλήρωτη φιλοδοξία. Η αναντιστοιχία, μεταξύ των προσδοκιών των κρατών μελών και της πραγματικότητας, μεγαλώνει και το κανονιστικό πλαίσιο της Ένωσης αποδυναμώνεται». Ο Troitskiy συνέχιζε σημειώνοντας πως «…η Ρωσία… τείνει, ολοένα και περισσότερο, να χρησιμοποιεί μαστίγια αντί για καρότα στις σχέσεις με τους εταίρους της. Μία εξέλιξη που μειώνει μεν την πιθανότητα κατάρρευσης της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης αλλά παράλληλα καθιστά πιο προβληματική την εμβάθυνση της ολοκλήρωσής της».
Ο ίδιος μάλιστα μας θυμίζει πως η συνοχή της Ευρασιατικής Ένωσης είχε κλονιστεί και παλαιότερα, στον απόηχο των γεγονότων του 2014 και της μονομερούς προσάρτησης της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία που είχε επίσης επιφέρει κυρώσεις από τη ∆ύση. Πλην όμως όχι τόσο μεγάλες, όσο αυτές που ζούμε τους τελευταίους μήνες.
«Όταν η Ρωσία απάντησε στις δυτικές κυρώσεις που της επιβλήθηκαν για την προσάρτηση της Κριμαίας και την εισβολή στο Ντονμπάς, προχωρώντας σε απαγόρευση των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων από την Ε.Ε., και σταμάτησε το ελεύθερο εμπόριο με την Ουκρανία, τα άλλα μέλη της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης δεν ακολούθησαν το παράδειγμά της», γράφει ο Evgeny Troitskiy. «Το Καζακστάν αμφισβήτησε ανοιχτά τους ισχυρισμούς της Μόσχας ότι η Συμφωνία Σύνδεσης Ε.Ε.-Ουκρανίας ήταν επιζήμια για τα οικονομικά συμφέροντα των χωρών της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης και η Λευκορωσία ενεπλάκη στην επανεξαγωγή προς τη Ρωσία προϊόντων ουκρανικής προέλευσης που υπόκειντο σε κυρώσεις».
Συμπτωματικά, σε μια παρόμοια εκτίμηση είχε προχωρήσει προ ετών και το ολλανδικό ινστιτούτο διεθνών σχέσεων Clingendael, υποστηρίζοντας στο πλαίσιο έκθεσής του («From Competition to Compatibility: Striking a Eurasian Balance») πως «η ουκρανική κρίση οδήγησε σε νέους πολιτικούς διχασμούς ανάμεσα στη Ρωσία και τα άλλα μέλη της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης».
Εάν ωστόσο είχε γίνει κάτι τέτοιο παλαιότερα, στον απόηχο τότε της προσάρτησης της Κριμαίας, το ερώτημα είναι τι γίνεται τώρα που οι προκλήσεις για την Ευρασιατική Ένωση είναι σαφώς μεγαλύτερες. Στη σκιά πια μιας κρίσης που είναι βαθύτερη, ευρύτερη και οξύτερη, ενώ πλέον και το διακύβευμα είναι μεγαλύτερο για όλους τους άμεσα και έμμεσα εμπλεκομένους.
*Το παραπάνω άρθρο αποτελεί επικαιροποιημένη εκδοχή του άρθρου «Ρήγμα ανάμεσα στις χώρες της ρωσικής σφαίρας επιρροής» που είχε δημοσιευτεί στο τεύχος 361 του Α&Δ τον Ιούνιο του 2022.