Προς ανεξάρτητο Κουρδιστάν; Επιδιώξεις, προσκόμματα και γεωπολιτικές επιπτώσεις
Του Δρος Ιωάννη Παρίση
Υποστράτηγος ε.α., Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης & Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Κρήτης, Πρόεδρος της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ)
Η ίδρυση ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν αποτελεί εθνικό στόχο για τους Κούρδους, ενώ αρκετοί στη διεθνή κοινότητα το αντιμετωπίζουν ως ενδεχόμενο ή ακόμη και ως λύση. Η απόκτηση αυτονομίας από τους Κούρδους του βορείου Ιράκ, το 1992, μετά τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου, έχει δημιουργήσει ήδη κάποιες προϋποθέσεις -και ελπίδες στους ίδιους τους Κούρδους- για ίδρυση ανεξάρτητου κουρδικού κράτους.
Τώρα, έρχεται να προστεθεί το ενδεχόμενο αυτονόμησης και των Κούρδων της Συρίας, ενώ η μεγαλύτερη κουρδική κοινότητα, που ζει εντός της Τουρκίας, αποτελώντας το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας, διεξάγει εδώ και δεκαετίες έναν σκληρό ένοπλο αγώνα, ελέγχοντας πλέον στην πράξη μία ευρύτατη περιοχή του τουρκικού κράτους. Πρέπει ωστόσο να θεωρείται βέβαιο ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα υπάρξουν αλυσιδωτές αντιδράσεις -κυρίως στην Τουρκία, στο Ιράν, στο Ιράκ και στη Συρία- με απρόβλεπτες συνέπειες.
Επιδιώξεις και Αντιδράσεις
Με συνολικό πληθυσμό περίπου 30 εκατομμυρίων – διάσπαρτα από την αρχαιότητα στα ορεινά εδάφη που ανήκουν στη σημερινή Τουρκία, τη Συρία, το Ιράν και Ιράκ -οι Κούρδοι είναι μία από τις μεγαλύτερες εθνοτικές ομάδες στον κόσμο, χωρίς δικό τους κράτος. Αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη εθνότητα στην Τουρκία (μετά τους Τούρκους) και στο Ιράκ. Στο Ιράν αποτελούν την τρίτη μεγαλύτερη (μετά τους Πέρσες και τους Αζέρους), ενώ στη Συρία είναι τέταρτη (μετά τους Άραβες, τους Αλαουίτες και τους Χριστιανούς).
Παράλληλα, είναι μία από τις πλέον ταχέως αυξανόμενες πληθυσμιακές ομάδες στη Μέση Ανατολή, αποτελώντας την τέταρτη μεγαλύτερη εθνική ομάδα σε όλη τη Μέση Ανατολή μετά τους Άραβες, τους Πέρσες και τους Τούρκους. Από το συνολικό κουρδικό πληθυσμό, πλέον του 50% ζει στην Τουρκία, 22% στο Ιράν, 20% στο Ιράκ, 5,5% στη Συρία και το υπόλοιπο σε άλλες χώρες της περιοχής (Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν).
Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Κούρδοι αναζήτησαν την αυτονομία κατά τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις του 1920, μεταξύ της οθωμανικής κυβέρνησης και των νικητών συμμάχων. Με τη Συνθήκη των Σεβρών ζητήθηκε η σύσταση, εντός ενός έτους, ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν στην σημερινή νοτιοανατολική Τουρκία, με την προοπτική να ενταχθούν γρήγορα στη νέα χώρα οι κουρδικές περιοχές του βόρειου Ιράκ. Αλλά η Συνθήκη των Σεβρών ήταν νεκρή από την αρχή. Ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ιδρυτής της σύγχρονης Τουρκίας, την κατήγγειλε ως προδοτική και ξεκίνησε έναν πόλεμο που οδήγησε στην κατάργηση του οθωμανικού κράτους. Η σύντομη αχτίδα ελπίδας για ένα αυτοδιοίκητο κουρδικό κράτος έσβησε για γενιές.
Οι πρόσφατες αναταράξεις στην περιοχή είχαν για τους Κούρδους το απροσδόκητο όφελος της αποδυνάμωσης των παραδοσιακών εχθρών της κουρδικής αυτονομίας. Στο παρελθόν, Τούρκοι, Πέρσες και Άραβες ήταν όλοι ενωμένοι ενάντια σε με τέτοια προοπτική. Σήμερα κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Δεν είναι δυνατόν η σιϊτική κυβέρνηση στο Ιράκ και το σιϊτικό Ιράν, να συνεργαστούν εναντίον των Κούρδων, με την σουνιτική Τουρκία και το σουνιτικό ISIS. Όμως το κυρίαρχο και ενωμένο κουρδικό κράτος που ονειρεύτηκαν πολλοί ακτιβιστές και εθνικοί ηγέτες των Κούρδων, από την εποχή της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δεν έγινε ακόμα πραγματικότητα.
Για την Τουρκία, το κουρδικό ζήτημα αποτελεί ένα στρατηγικό εφιάλτη. Οι Κούρδοι αποτελούν τη μειονοτική ομάδα με το μεγαλύτερο αντίκτυπο στην τουρκική εθνική πολιτική. Το μέγεθος του κουρδικού πληθυσμού οδήγησε σε μια αντίληψη ότι είναι η μόνη μειοψηφία που θα μπορούσε να συνιστά απειλή για την τουρκική εθνική ενότητα. Στην Τουρκία, το κουρδικό εθνικό κίνημα χρονολογείται τουλάχιστον από το 1925, όταν ο Ατατούρκ κατέστειλε βιαίως κουρδική εξέγερση ενάντια στη νέα τουρκική δημοκρατία. Εξεγέρσεις υπήρξαν και κατά τις δεκαετίες του 1930 και 1940 που τέθηκαν υπό έλεγχο από τον τουρκικό στρατό. Η κουρδική αντίθεση στις προσπάθειες της τουρκικής κυβέρνησης να θέσει περιορισμούς στην κουρδική γλώσσα συνδυάστηκε, τις δεκαετίες του 1960 και 1970, από αναταραχές στα γειτονικά Ιράν και Ιράκ, στο όνομα ενός αυτόνομου Κουρδιστάν που θα συμπερι λάμβανε τους Κούρδους από Τουρκία, Ιράν, το Ιράκ και τη Συρία. Η πλειοψηφία των Κούρδων, ωστόσο, συνέχισε να συμμετέχει στα τουρκικά πολιτικά κόμματα και να αφομοιώνεται εντός της τουρκικής κοινωνίας.
Στο ενεργειακό πεδίο, σημαντικός είναι ο αγωγός πετρελαίου Κιρκούκ-Τσεϊχάν, ο οποίος διέρχεται, ως επί το πλείστον, από κουρδικά εδάφη (του Ιράκ και της Τουρκίας) και μεταφέρει πετρέλαιο από την αυτόνομη κουρδική περιοχή του βορείου Ιράκ στον ενεργειακό σταθμό του Τσεϊχάν, από όπου γίνεται εξαγωγή προς τις διεθνείς αγορές. Ο αγωγός αυτός, μήκους 966 χλμ., με κατεύθυνση αρχικά προς βορρά, εισέρχεται στο τουρκικό έδαφος (στην περιοχή που κατοικείται από τους Κούρδους), και κινείται στη συνέχεια δυτικά, παράλληλα προς τα σύνορα με τη Συρία. Με δυνατότητα ετήσιας μεταφοράς 1,5 εκατομμυρίου βαρελιών ημερησίως, αποτελεί τον κυριότερο αγωγό μεταφοράς ιρακινού πετρελαίου. Έχοντας, ωστόσο, συχνά καταστεί στόχος επιθέσεων, υπολειτουργεί.
Οι Κούρδοι της Συρίας, που αποτελούν το 10-15% του πληθυσμού της χώρας και υφίσταντο διακρίσεις, εκδήλωσαν αποσχιστικές τάσεις με την έναρξη της «Αραβικής Άνοιξης». Είναι χαρακτηριστικό ότι, κατά τις πρώτες λαϊκές εξεγέρσεις στη Συρία, εμφανίστηκαν και σημαίες του Κουρδιστάν. Εκμεταλλευόμενοι την εξέγερση προς όφελος των συμφερόντων τους, ετοιμάζονταν να προβάλουν τις απαιτήσεις τους στη μετά Άσαντ εποχή, για αυτονομία στο βόρειο τμήμα της Συρίας, αν και είναι πολύ λιγότερο οργανωμένοι απ’ ότι οι Κούρδοι του Ιράκ.
Εδώ θα πρέπει να αναφερθεί και η θέση της Αρμενίας, κάτι που συνήθως διαφεύγει από τις περισσότερες αναλύσεις σχετικά με το Κουρδιστάν. Μεγάλο μέρος των εδαφών της ανατολικής Τουρκίας, στα οποία σήμερα κατοικούν Κούρδοι, αποτελούσαν κάποτε εδάφη της Αρμενίας, η οποία δεν ξεχνά τις «χαμένες πατρίδες» και τη γενοκτονία που υπέστησαν από τους Τούρκους οι αρμενικοί πληθυσμοί των περιοχών αυτών. Όπως δεν ξεχνά και το γεγονός ότι πολλοί Κούρδοι ήταν συνεργάτες των Τούρκων στις σφαγές της δεκαετίας του 1910, στο πλαίσιο της γενοκτονίας των Αρμενίων.
Κατά συνέπεια, η δημιουργία ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους που, εκ των πραγμάτων, θα συμπεριλάβει και τα εδάφη αυτά, είναι ενδεχόμενο να προκαλέσει την αντίδραση της Αρμενίας.
Ο πυρήνας του KRG
Η αυτόνομη κουρδική περιοχή στο βόρειο Ιράκ, η οποία επίσημα αποκαλείται Kurdistan Regional Government (KRG) με έδρα την πόλη Ερμπίλ, έχει έκταση 40.643 τετρ. χλμ. Επίσημο νόμισμα είναι το ιρακινό δηνάριο, ενώ το ευρώ και το δολάριο κυκλοφορούν, επίσης, ευρέως. Τον Ιούλιο του 2014, ένα μήνα μετά την κατάληψη από δυνάμεις του ISIS της Μοσούλης, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης του Ιράκ, ο Πρόεδρος του KRG Massoud Barzani ζήτησε από το κοινοβούλιό του την έναρξη προετοιμασίας ενός δημοψηφίσματος για ανεξαρτησία, σε μια δραματική προσπάθεια, ώστε να αποσπαστεί από το -υπό διάλυση- ιρακινό κράτος και την επίδραση του ISIS. Μετά τις επιτυχίες τους, οι τζιχαντιστές προχώρησαν βαθύτερα στο κουρδικό έδαφος, φθάνοντας σε απόσταση κάποιων χιλιομέτρων από το Ερμπίλ.
Το Κιρκούκ είναι η πόλη που θεωρείτο από τους εθνικιστές Κούρδους του Ιράκ ως η δική τους «Ιερουσαλήμ», το πνευματικό και πολιτικό κέντρο του μελλοντικού κράτους. Επιπλέον, το Κιρκούκ βρίσκεται στο κέντρο ενός από τα μεγαλύτερα πεδία πετρελαίου του Ιράκ και αυτό προσφέρει στους Κούρδους μια προσοδοφόρα πηγή εσόδων η οποία θα μπορούσε να συμβάλει στη στήριξη της οικονομίας του νέου κράτους.
Τον Ιούνιο του 2014, οι στρατιωτικές δυνάμεις του KRG, οι Πεσμεργκά, ανέλαβαν τον έλεγχο της πόλης από τα ιρακινά στρατεύματα που την εγκατέλειψαν. O πετρελαϊκός πλούτος, που διαθέτουν η πόλη και η περιοχή της, την έκαναν στόχο των τζιχαντιστών του ISIS. Σφοδρές επιθέσεις, το φθινόπωρο του 2014, αντιμετωπίστηκαν από τους Πεσμεργκά. Το ίδιο έγινε και τον περασμένο Σεπτέμβριο και Οκτώβριο, οπότε μαχητές του ISIS βομβάρδισαν και προκάλεσαν καταστροφικές πυρκαγιές σε πετρελαιοπηγές της περιοχής του Κιρκούκ. Το Ιράν, που έχει σημαντική μειονότητα Κούρδων, διατηρεί σχέσεις με την KRG την οποία βλέπει ως σύμμαχο στη μάχη κατά του ISIS.
Γεωπολιτικές επιπτώσεις και συμφέροντα
Όλα αυτά σημαίνουν ότι οι Κούρδοι, που αποτελούν το μεγαλύτερο έθνος χωρίς κράτος, στον κόσμο, βρίσκονται τώρα στα πρόθυρα της δημιουργίας της πρώτης βιώσιμης κρατικής οντότητας. Ποιος θα ήθελε ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν; Ποιους θα εξυπηρετούσε η ίδρυση ενός νέου κράτους στην περιοχή; Είναι βέβαιο πως, αν τελικά το όνειρο γίνεται πραγματικότητα, θα υπάρξουν κάποιοι που θα ευχαριστηθούν και κάποιοι άλλοι που θα ενοχληθούν ή ακόμη και θα αντιδράσουν έντονα. Στους πρώτους ανήκουν καταρχήν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, ενώ στους δεύτερους η Τουρκία φυσικά, αλλά και το Ιράν, το Ιράκ και η Συρία.
Από γεωπολιτική άποψη, ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή, ενώ παράλληλα θα ικανοποιούσε τις στρατηγικές επιδιώξεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Μια περιοχή δηλαδή που δεν θα ελέγχεται από τρίτη κυβέρνηση (κυρίως την τουρκική), αλλά θα είναι στον απόλυτο έλεγχο των ΗΠΑ. Θα πρέπει να μη ξεχνάμε ότι το σημερινό αυτόνομο ιρακινό Κουρδιστάν έχει τις απαρχές του σε δύο σημαντικά γεγονότα: την επιβολή μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων πάνω από την περιοχή μετά τη συμμαχική νίκη επί του Σαντάμ το 1991, και την ανατροπή του Ιρακινού δικτάτορα το 2003. Αποτέλεσμα αυτών ήταν, οι Κούρδοι να είναι συντριπτικά υπέρ των Αμερικανών.
Ωστόσο, τόσο ο σημερινός Πρόεδρος Obama όσο και οι προκάτοχοί του στον Λευκό Οίκο φάνηκαν μέχρι τώρα απρόθυμοι να υποστηρίξουν τη δημιουργία μιας κουρδικής κρατικής οντότητας, γεγονός που οφείλεται, εν μέρει, στον όχι εντελώς παράλογο φόβο ότι, δημιουργώντας ένα νέο παίκτη σε μια τόσο εύφλεκτη γειτονιά, θα ήταν δυνατόν να προκληθεί σοβαρή αστάθεια. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο κίνδυνο θα συνιστούσε η οριστική κατάρρευση του υπολοίπου Ιράκ, με το διαχωρισμό του σε δύο κρατίδια -σουνιτικό και σιϊτικό – με παράλληλη ένταση της θρησκευτικής σύγκρουσης σε ολόκληρη την περιοχή.
Αυτό το κλίμα αβεβαιότητας βοηθά στο να δοθεί μια ερμηνεία, γιατί οι ηγέτες των Κούρδων είναι επιφυλακτικοί στις απαντήσεις τους σχετικά με ένα χρονοδιάγραμμα δημιουργίας ανεξάρτητου κράτους. «Η διαδρομή είναι γεμάτη εμπόδια», λέει ο Φουάντ Χουσείν, επιτελάρχης του Πρόεδρου Barzani. Είναι σημαντικό οι Κούρδοι του Ιράκ να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους οικονομικά. Μπορεί το Kirkuk να τους παρέχει μια πολλά υποσχόμενη πηγή πετρελαίου, αλλά δεδομένου ότι δεν έχουν πρόσβαση στη θάλασσα, εξαρτώνται από την καλή θέληση της Βαγδάτης και των άλλων γειτόνων τους για τη μεταφορά του πετρελαίου προς τις διεθνείς αγορές. Επιπλέον, οι Κούρδοι του Ιράκ αντιμετωπίζουν μια ακόμη μεγάλη απειλή από το νέο ισλαμικό κράτος που εκτείνεται κατά μήκος 600 μιλίων στα νότια σύνορα τους, ενώ η κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου σίγουρα δεν βοηθά.
Η κεντρική θέση που κατέχει ο χώρος που αποκαλούμε «Κουρδιστάν», εντός ενός πλαισίου αναταραχών και κρίσεων, παρέχει τη δυνατότητα άσκησης στρατηγικού ελέγχου σε μία ευρεία περιοχή, στην οποία περιλαμβάνονται η Ανατολική Μεσόγειος, ο Εύξεινος Πόντος, η Κασπία και ο Περσικός Κόλπος και, φυσικά, οι χώρες με τις οποίες συνορεύει. Επιπλέον, η Τουρκία θα απομονωθεί εις ό,τι αφορά την επαφή της με το Ιράκ και, ενδεχομένως, με τη Συρία. Κάποιοι αγωγοί, που προέρχονται από το Κιρκούκ του βορείου Ιράκ με κατεύθυνση τις μεσογειακές ακτές δεν θα διέρχονται πλέον αποκλειστικά από τουρκικό, αλλά και από κουρδικό έδαφος.
Πλέον των ανωτέρω, ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν, προκειμένου να επιβιώσει εντός ενός ιδιαίτερα ασταθούς και εύφλεκτου περιβάλλοντος, θα είναι υποχρεωμένο να αναπτύξει μια στρατηγική συμμαχιών, η οποία ενδεχομένως να ενοχλήσει ή ακόμη και να ανησυχήσει την Τουρκία, όπως, για παράδειγμα, η ενδεχόμενη συμμαχία με το Ισραήλ, την Ελλάδα και την Κύπρο. Για το πρώτο, το Κουρδιστάν θα προσέφερε μια λύση στο πρόβλημα της έλλειψης στρατηγικού βάθους που αντιμετωπίζει. Για την Ελλάδα, αλλά και την Κύπρο, το Κουρδιστάν θα μπορούσε να αποτελέσει παράγοντα εξισορρόπησης έναντι της Τουρκίας. Για την Τουρκία, η ύπαρξη στο παρελθόν ισχυρών καθεστώτων στα κράτη της περιφέρειάς της, όπου κυρίως ζούσαν κουρδικοί πληθυσμοί, αποτελούσε έναν παράγοντα εξισορρόπησης και σταθερότητας έναντι των αυτονομιστικών ή αποσχιστικών τάσεων των Κούρδων. Ήδη, όμως, η πρώτη ανατροπή επήλθε την προηγούμενη δεκαετία με τον Πόλεμο στο Ιράκ και την απόκτηση αυτονομίας των Κούρδων του βορείου τμήματος της χώρας αυτής. Η δεύτερη ανατροπή ήρθε με την κρίση στη Συρία και το ενδεχόμενο αντίστοιχης αυτονόμησης των Κούρδων εκεί.
Μια ενδεχόμενη γενικότερη αναταραή στην περιοχή με εμπλοκή και του Ιράν, σε συνδυασμό με τις σχετικές επιτυχίες των Κούρδων ανταρτών που μάχονται κατά των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, θα έχει οπωσδήποτε ως αποτέλεσμα την αναζήτηση λύσης για το Κουρδικό Ζήτημα, με βεβαία την εμπλοκή των Μεγάλων Δυνάμεων, του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισμών. Μέσα στη δεκαετία του 2000, οι Κούρδοι της Τουρκίας είχαν εναποθέσει τουλάχιστον κάποιες από τις ελπίδες τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με τους Τούρκους ηγέτες να κινούνται στους ρυθμούς των Βρυξελλών, μεταξύ του 2002 και του 2005, οι Κούρδοι είχαν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. θα τους έδινε ό,τι δεν μπορούσε να τους δώσει η τουρκική κυβέρνηση -μια λύση βιώσιμη για την πολιτική και οικονομική κρίση και τα προ¬βλήματα ασφάλειας στα νοτιοανατολικά της χώρας.
Ειπώθηκε ότι η υποστήριξη για ένταξη στην Ε.Ε. μεταξύ των Κούρδων της περιοχής κυμαινόταν τότε γύρω στο 90%.1 Η εποχή εκείνη έχει πλέον τελειώσει. Η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. βρίσκεται στη μέση μιας προβληματικής πορείας, ενώ η υποστήριξή της από τον τουρκικό λαό έχει πέσει από το 74% το 2004 σε μόλις 38% το 2012. Εξίσου σημαντικό είναι το αποτέλεσμα μιας δημοσκόπησης του 2012, σύμφωνα με το οποίο ένα επιβλητικό 78% των Τούρκων πιστεύει ότι η χώρα δεν πρόκειται ποτέ να εισέλθει στην Ε.Ε.2 «Στο παρελθόν αντιμετωπίζαμε τους Ευρωπαίους σαν βασιλείς», λέει ένας Κούρδος πολιτικός, ο Irfan Enc, «και τώρα, με όλο το σεβασμό, εγώ δεν δίνω πολλή σημασία σε ό,τι λένε».3
Ενδοκουρδικές Σχέσεις
Ένας παράγων που παραμένει σχετικά αδιευκρίνιστος είναι οι σχέσεις των Κούρδων μεταξύ τους, καθώς και η σχέση της Τουρκίας με τους Κούρδους της Συρίας, αλλά κυρίως του Ιράκ, όπου έχει επιχειρηματικά και, φυσικά, οικονομικά συμφέροντα. Για το μέλλον του κουρδικού ζητήματος, υπό τη σκιά των γεγονότων που εκτυλίσσονται στη Μέση Ανατολή, μίλησε ένας από τους πιο έμπειρους επιστημονικούς αναλυτές του Κέντρου Αραβικών και Ισλαμικών Ερευνών, του Ινστιτούτου Ανατολικών Σπουδών της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, ο διδάκτωρ Ιστορικών Επιστημών Μπορίς Ντολγκόφ (Boris Dolgov).
Σύμφωνα με αυτόν, οι Κούρδοι του Ιράκ δεν διατηρούν στενούς δεσμούς με τους Κούρδους της Συρίας, θα προσπαθήσουν όμως να εκμεταλλευτούν τη διαμορφωθείσα κατάσταση. Παρά την, ούτως ή άλλως, ευρεία αυτονομία τους, οι Κούρδοι του Ιράκ θα επιδιώξουν να αποκομίσουν περισσότερη δύναμη και ανεξαρτησία. Το θέμα αυτό αυξάνει την ένταση στις σχέσεις ανάμεσα στην κεντρική εξουσία του Ιράκ και στην ηγεσία του ιρακινού Κουρδιστάν. Σε ένα συνέδριο Κούρδων στην Τουρκία ήχησε ακόμη και η φράση «Κουρδική Άνοιξη», κατά το «Αραβική Άνοιξη». Είναι υπαρκτές λοιπόν οι ανησυχίες ότι το κουρδικό κίνημα, σε συνδυασμό με τα γεγονότα στην περιοχή, μπορεί όντως να εξελιχθεί σε ένα σοβαρό και υπαρκτό πρόβλημα που μπορεί να προκαλέσει ευρύτερες γεωπολιτικές ανατροπές στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.4
Επιπλέον, έχει παρεισφρήσει ο φατριασμός. Στις κουρδικές περιοχές της Συρίας που ελέγχονται από το ΡΚΚ, αυτό έχει περιορίσει τις δραστηριότητες των αντίπαλων κουρδικών ομάδων, συμπεριλαμβανόμενων εκείνων που συμμάχησαν με το Κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα που κυριαρχεί στην κυβέρνηση του Κουρδιστάν στο βόρειο Ιράκ. Αν και TO ΡΚΚ έχει κάνει σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση περισσότερο δημοκρατικών μεθόδων, δεν μπορεί κανείς να συναντήσει ένα κλίμα πολιτικής πολυμορφίας στην κουρδική περιοχή της Συρίας, όπως θα μπορούσε να βρει στους Κούρδους του βορείου Ιράκ. Αυτό οφείλεται στο ότι το ΡΚΚ είναι ένα αυταρχικό και μαρξιστικό κίνημα που, φυσικά, συνιστά κύριο πρόβλημα για την κουρδική υπόθεση.5
Οι εντάσεις αυτές δεν είναι πιθανό να οδηγήσουν σε βία, όπως συμφωνούν οι περισσότεροι Κούρδοι πολιτικοί και εξωτερικοί αναλυτές. Πάνω απ’ όλα, το τίμημα μιας τέτοιας εσωτερικής σύγκρουσης θα ήταν υπερβολικά υψηλό σε μια εποχή που οι Κούρδοι αντιμετωπίζουν μια απειλή για την ύπαρξή τους εκ μέρους του ισλαμικού κράτους. «Οι Κούρδοι δεν θέλουν αυτήν την σύγκρουση πια. Όλοι γνωρίζουν τώρα ότι μια τέτοια σύγκρουση μεταξύ Κούρδων θα έχει μόνο ηττημένους και ο ISIS θα είναι ο μόνος νικητής» δήλωσε ο Βάχαπ Τζοσκούν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ντιτσλέ στο Ντιγιαρμπακίρ της Τουρκίας, ο οποίος συμμετέχει στις ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ της τουρκικής κυβέρνησης και του ΡΚΚ. Ακόμα, πολιτικοί διχασμοί εμποδίζουν τον αγώνα των Κούρδων κατά του ισλαμικού κράτους και τις προοπτικές τους για αυτονομία και ανεξαρτησία. Σύμφωνα με τον Mustafa Sayid Qadir, υπουργό των υποθέσεων των Peshmerga στην KRG, μόνο μια μειοψηφία των ταξιαρχιών Peshmerga στις πρώτες γραμμές είναι υπό ενιαία διοίκηση, ενώ οι υπόλοιπες ακόμα αναφέρονται άμεσα σε ένα από τα δύο αντίπαλα κουρδικά πολιτικά κόμματα.
Η προοπτική ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν στο Ιράκ ή την βόρεια Συρία δεν είναι κάτι που ευχαρίστως θα καλωσόριζαν περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Τουρκία και το Ιράν. «Η αμερικανική υποστήριξη των προσπαθειών των Κούρδων του Ιράκ κατά του ισλαμικού κράτους δεν πρέπει να θεωρηθεί ως επικύρωση της ευρύτερης φιλοδοξίες των Κούρδων», προειδοποίησε ο Anthony Cordesman, αμυντικός εμπειρογνώμονας του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών, της Ουάσινγκτον. Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα τέτοιο Κουρδιστάν, σε μια χρονική στιγμή που γίνεται ενοχλητικό στους γείτονες δεν θα έχει κανένα πραγματικό μεγάλο στρατηγικό όφελος για τις ΗΠΑ, αλλά πολλές ενδεχόμενες υποχρεώσεις.
Η Σχέση με το Ισραήλ
Εις ότι αφορά στο Ισραήλ, υφίστανται κάποια στοιχεία ιδιαίτερων σχέσεων με τους Κούρδους, κυρίως του Ιράκ, όπου πάντα υπήρχε εβραϊκή μειονότητα. Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα της ισραηλινής εφημερίδας Haaretz, ο Sherzad Omer Mamsani ορίσθηκε εκπρόσωπος των Εβραίων του Κουρδιστάν, στο πλαίσιο ενός κυβερνητικού προγράμματος για την προώθηση της συνύπαρξης των θρησκειών. Υπάρχουν 200-300 χιλιάδες Εβραίοι κουρδικής καταγωγής, αλλά οι περισσότεροι από αυτούς ζουν σήμερα στο Ισραήλ. Περίπου 200 ή 300 εβραϊκές οικογένειες που παρέμειναν στο ιρακινό Κουρδιστάν, έχουν επισήμως εξισλαμιστεί βιαίως, αλλά κρυφά συνέχισαν να τηρούν τις εβραϊκές παραδόσεις.
Όπως αποκάλυψε στα τέλη του Σεπτεμβρίου 2015, η βρετανική εφημερίδα Financial Times, το 75% των καυσίμων που εισάγει το Ισραήλ προέρχεται από το ιρακινό Κουρδιστάν. Από την πλευρά του. το Ισραήλ όχι μόνο δεν αρνήθηκε το δημοσίευμα, αλλά υποστήριξε ότι αυτό οφείλεται στην επιθυμία του να ενισχύσει τις δυνατότητες της αυτόνομης κυβέρνησης του Ερμπίλ, ώστε να μπορεί να συνεχίσει να μάχεται κατά του ISIS.H αλήθεια είναι ότι η στρατηγική που ακολουθείται από το Ισραήλ στις σχέσεις του με το ιρακινό Κουρδιστάν πηγαίνει πολύ πριν τον πόλεμο εναντίον του ISIS, ο οποίος χρησιμοποιείται ως πρόφαση προκειμένου να δικαιολογηθεί η εταιρική σχέση, με το Ισραήλ να έχει ως ειδικό στόχο την χρησιμοποίηση των σχέσεών του με το Erbil για τη βελτίωση του περιφερειακού και στρατηγικού περιβάλλοντος, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες μεταβολές στη Μέση Ανατολή.
Οι σχέσεις Ισραήλ και Κούρδων του βορείου Ιράκ ξεκινούν από τη δεκαετία του 1960, όταν το πρώτο τις ενέταξε στο πλαίσιο της στρατηγικής της «περιφερειακής συμμαχίας» του πρώτου Πρωθυπουργού της χώρας Ben-Gurion. Βασιζόταν στην ανάπτυξη στενών δεσμών με κράτη της περιοχής, καθώς και με εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες της περιοχής που βρίσκονταν σε σύγκρουση με αραβικά κράτη. Ο φόβος του Ισραήλ, σχετικά με τον μελλοντικό ρόλο του Ιράκ στη σύρραξη μεταξύ Αράβων και Ισραήλ, οδήγησε το τελευταίο στην προσέγγιση και ανάπτυξη σχέσεων με τους Κούρδους, οι οποί¬οι ήταν σε σύγκρουση με την κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης.
Ένας από τους λόγους που ωθούν την ισραηλινή ηγεσία στην επιδίωξη δημιουρ¬γίας ενός κουρδικού κράτους είναι η πεποίθησή τους ότι θα συνέβαλλε στο να αντιμετωπίσουν ταυτόχρονα την Τουρκία και το Ιράν. Αυτό θα μείωνε την ικανότητα των δύο χωρών να επικεντρωθούν στη σύγκρουση με το Ισραήλ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το Ισραήλ έχει εκμεταλλευθεί την περιοχή του Κουρδιστάν για δραστηριότητες εναντίον του Ιράν. Ξένα μέσα ενημέρωσης αποκάλυψαν ότι η Μοσάντ έχει χρησιμοποιήσει το Κουρδιστάν ως βάση διεξαγωγής κεκαλυμμένων επιχειρήσεων κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν.
Η ισραηλινή υποστήριξη προς τους Κούρδους του Ιράκ δεν περιορίζεται στην αγορά πετρελαίου, αλλά εκτείνεται σε ευ-ρύτερη οικονομική συνεργασία. Ισραηλι¬νές εταιρίες επενδύουν στο ιρακινό Κουρδιστάν σε ενεργειακά και κατασκευαστικά έργα, στις επικοινωνίες και την ασφάλεια. Όπως δημοσίευσε η ισραηλινή εφημερίδα Maariv τον περασμένο Νοέμβριο, όλες αυτές οι εταιρίες, που αναπτύσσουν επιχειρηματική δραστηριότητα στην περιοχή, οργανώνονται από πρώην στρατιωτικούς και στελέχη της υπηρεσίας πληροφοριών, με επικεφαλής τον πρώην αρχηγό της Μοσάντ, Στρατηγό Danny Yatom.6
Το μεγάλο ενδιαφέρον για συνεργασία με τους Κούρδους και ενίσχυση της οικονομικής και στρατιωτικής ικανότητες του ιρακινού Κουρδιστάν οφείλεται στο ότι το Ισραήλ θέλει να δώσει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση του Ερμπίλ να εξασφαλίσει τους όρους και προϋποθέσεις που θα τη βοηθήσουν να ανακηρύξει την ανεξαρτησία της από τη Βαγδάτη. Ένα μελλοντικό κουρδικό κράτος θα έπαιζε σημαντικό ρόλο για μια θετική μετατόπιση ισχύος στη στρατηγικό και περιφερειακό περιβάλλον σε σχέση με το Ισραήλ. Ένα κουρδικό κράτος, βορείως του Ιράκ, θα μπορούσε να αποτελέσει τον πυρήνα ενός μεγαλύτερου κουρδικού κράτους που, αργότερα, θα περιλάμβανε τις κουρδικές περιοχές της Τουρκίας, της Συρίας και του Ιράν.
Ένα τέτοιο εκτεταμένο Κουρδιστάν θα επέτρεπε στο Ισραήλ να πετύχει πολλαπλούς στόχους, υπό την προϋπόθεση ότι το νέο κράτος θα συνεχίσει την ιστορική προσέγγιση του Κουρδιστάν στη συμμαχία μαζί του. Κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τον Ισραηλινό αναλυτή στρατιωτικών θεμάτων Alon Ben-David στην εφημερίδα Maariv στις 30 Ιουνίου 2015, θα αποτελούσε «έναν ονειρεμένο σύμμαχο για το Ισραήλ». Είναι πρόδηλο ότι ένα μεγάλο κράτος του Κουρδιστάν θα εξασφάλιζε τα ισραηλινά συμφέροντα στη Συρία. Το ενδεχόμενο διαίρεσης της Συρίας σε εθνικά και θρησκευτικά τμήματα, με τους Κούρδους της χώρας να περιληφθούν στο Κουρδιστάν, θα είχε ευνοϊκά αποτελέσματα για το Ισραήλ, καθώς θα διέλυε στην πράξη του συριακό κράτος και, κατά συνέπεια, την απειλή που αυτό συνιστά για την ισραηλινή ηγεμονία στην περιοχή.
- Ali Harkoglu, “Who Wants Full Membership? Characteristics of Turkish Public Support for EU Membership”, Ali Harkoglu and Barry Rubin (eds.), Turkey and the European Union. Domestic Politics, Economic Integration and International Dynamics, Abingdon and New York, Frank Cass, 2003, p. 171194,
- Emre Peker, “Turks to European Union: No, Thanks”, The Wall Street Journal Blogs, 29/8/2012.
- Piotr Zalewski, Turkey, Syria and the Kurds: There Goes the Neighborhood, (Interviews with Syrian Kurdish politicians and activists in northern Iraq, October 2012).
- (Δεν είναι μακριά μια «Κουρδική Άνοιξη»). Συνέντευξη του Boris Dolgov στη Rossiyskaya Gazeta, 29/8/2012.
- A Forgotten Nation Congeals In The Middle East Cauldron—The Rise Of Kurdistan”, by Yaroslav Trofimov, The Wall Street Journal, June 20, 2015
- “Strategic dimensions of the relationship between Israel and Iraqi Kurdistan”, Dr Saleh Al-Naami, Al Jazeera net, 26 August, 2015.