Του Ιωάννη Σ. Λάμπρου

Η υπογραφή και αποδοχή από τη Βουλή των Ελλήνων της Συμφωνίας των Πρεσπών ανέδειξε, μεταξύ άλλων, το ζήτημα του ρόλου της κοινωνίας στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Η διαδικασία κύρωσης δε της συμφωνίας συνέπεσε χρονικά με την κατάθεση των τελικών προτάσεων των κομμάτων για την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση.

Μεταξύ των προτάσεων που ακούστηκαν από την αρχική τοποθέτηση του Προέδρου της Κυβερνήσεως, τον Ιούλιο του 2016, μέχρι το Φεβρουάριο του 2019 ήταν η ενίσχυση των θεσμών άμεσης δημοκρατίας. Η  αρχική πρόταση της κυβέρνησης, το καλοκαίρι του 2016 περιελάμβανε τρία σημεία: αφενός την υποχρεωτική κύρωση με δημοψήφισμα, οποιασδήποτε συνθήκης η οποία μεταβιβάζει κυριαρχικές αρμοδιότητες του Κράτους και αφετέρου τη δυνατότητα διενέργειας δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία υπό την προϋπόθεση συλλογής άνω των 500.000 υπογραφών για εθνικά θέματα και άνω του 1 εκατομμυρίου υπογραφών για ψηφισμένο νόμο, με εξαίρεση νόμους που αφορούν τα δημοσιονομικά θέματα. Τέλος, υπήρχε πρόβλεψη  για δυνατότητα νομοθετικής πρωτοβουλίας από τους πολίτες.

Στη συζήτηση στο κοινοβούλιο, την Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2019 ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως δήλωσε σχετικά: «ο τρίτος άξονας της πρότασής μας αφορά την ενίσχυση της Δημοκρατίας και της εμπλοκής του λαϊκού παράγοντα, των πολιτών, στη λήψη των αποφάσεων. Αυτή η πρόταση έρχεται σε μεγάλο βαθμό και ως δικαίωση ενός μαζικού λαϊκού αιτήματος, ιδιαίτερα την περίοδο των κινητοποιήσεων ενάντια στην λιτότητα 2011-2012, του λαϊκού αιτήματος για περισσότερη και βαθύτερη Δημοκρατία και για τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων. Προτείνουμε, λοιπόν, την καθιέρωση λαϊκού δημοψηφίσματος, αλλά και τη λεγόμενη λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία, ενώ ταυτόχρονα θεσπίζουμε την υποχρέωση να κυρώνεται με δημοψήφισμα κάθε διεθνής συνθήκη, η οποία παραχωρεί κυριαρχικές αρμοδιότητες της χώρας σε διεθνείς οργανισμούς. Είναι ακριβώς σε αυτό το σημείο που η άρνηση της Αντιπολίτευσης αναδεικνύει, θα έλεγα, μια βαθιά διαφωνία και ιδεολογική, αλλά και μια διαφορετική θεώρηση της ίδιας της αντίληψης που έχουμε για την πολιτική, σύμφωνα με την οποία η δουλειά του λαού είναι απλώς και μόνο να δίνει τη συγκατάθεσή του κάθε τέσσερα χρόνια σε κάποιους που γνωρίζουν, διότι οι πολλοί, ως αδαείς -ακούστηκε κι αυτό, η «αδαής πλειοψηφία»- είναι αυτοί οι οποίοι δεν γνωρίζουν, ενώ οι μεγαλοφυείς, που προέρχονται πολλές φορές και από πολιτικά τζάκια, είναι αυτοί που ξέρουν να χειρίζονται τα προβλήματα, άλλο αν αυτοί είναι που μας έριξαν στη χρεοκοπία τα προηγούμενα χρόνια».[1]

TΟ ΠΛΗΡΕΣ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟ ΣΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ «Α&Δ» ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ.

 


[1] Ομιλία στο Κοινοβούλιο, Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2019. Διαθέσιμο στο https://primeminister.gr/2019/02/13/21141