Πόλεμος στην Ουκρανία – Ρωσία: Οι κυρώσεις και η (νόμιμη και μη) καταστρατήγησή τους
Στις 16 Δεκεμβρίου του 2024, έπειτα από σχεδόν 34 μήνες πολέμου στην Ουκρανία, οι Ευρωπαίοι ενέκριναν την κατά σειρά… 15η δέσμη κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Στη σχετική ανακοίνωση που έδωσαν στη δημοσιότητα, υπογραμμίζουν ότι αυτές «οι κυρώσεις εξακολουθούν να αποτελούν τον πυρήνα της αντίδρασης της ΕΕ στην αδικαιολόγητη στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, καθώς υπονομεύουν τη στρατιωτική και τεχνολογική ικανότητα της Ρωσίας, αποκλείουν τη χώρα από τις πλέον ανεπτυγμένες παγκόσμιες αγορές, στερούν από το Κρεμλίνο τα έσοδα με τα οποία χρηματοδοτεί τον πόλεμο και συνεπάγονται ακόμα υψηλότερο κόστος για την οικονομία της Ρωσίας».
«Από αυτήν την άποψη, οι κυρώσεις συμβάλλουν στην επίτευξη του βασικού στόχου της ΕΕ, ο οποίος είναι να συνεχίσει να εργάζεται προς την κατεύθυνση μιας δίκαιης και διαρκούς ειρήνης και όχι άλλης μίας παγωμένης σύγκρουσης», προστίθεται στην ίδια ανακοίνωση, η οποία μάλιστα υπογραμμίζει ότι οι επιπτώσεις αυτών των κυρώσεων «αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου.
Ωστόσο, όπως άλλωστε και τα περισσότερα από τα 14 πακέτα των ευρωπαϊκών περιοριστικών μέτρων που προηγήθηκαν, αυτή η 15η δέσμη κυρώσεων εστιάζει και «στην καταπολέμηση της καταστρατήγησης των κυρώσεων».
Με άλλα λόγια, οι Ευρωπαίοι έρχονται να επιβάλουν νέες κυρώσεις ενάντια στις παραβιάσεις των ήδη υφισταμένων κυρώσεων.
Κάτι ανάλογο (μέτρα δηλαδή ενάντια στην καταστρατήγηση των κυρώσεων) είχαν ανακοινώσει και άλλες φορές στο πρόσφατο παρελθόν από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της 14ης δέσμης κυρώσεων (24 Ιουνίου του 2024), της 13ης δέσμης κυρώσεων (στις 23 Φεβρουαρίου του 2024), της 12ης (στις 18 Δεκεμβρίου του 2023), της 11ης (στις 23 Ιουνίου του 2023), της 10ης (στις 25 Φεβρουαρίου του 2023) και πάει λέγοντας, με τη λέξη-κλειδί να είναι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η λέξη «καταστρατήγηση».
Ήδη από τις 28 Νοεμβρίου του 2022, η ΕΕ είχε προσθέσει την παραβίαση των κυρώσεων στον κατάλογο των εγκλημάτων με ευρωπαϊκή διάσταση, αναγνωρίζοντας όμως τότε ότι ορισμένα κράτη μέλη είχαν διαφορετικούς ορισμούς και αποκλίνουσες προσεγγίσεις αναφορικά με όσα συνιστούν ή δεν συνιστούν παραβίαση των περιοριστικών μέτρων και τις ποινές που θα πρέπει να επιβάλλονται όταν αυτά τα μέτρα παραβιάζονται.
Δύο χρόνια έπειτα από εκείνον τον Νοέμβριο, το πλαίσιο δείχνει να παραμένει περίπου το ίδιο.
Σύμφωνα με όσα καταγγέλλει επισήμως η ίδια η ΕΕ, στην προσπάθειά τους να ακυρώσουν πρακτικά τις κυρώσεις, οι Ρώσοι χρησιμοποιούν περίπλοκους χρηματοπιστωτικούς μηχανισμούς – παραποιούν τη φύση ή την προέλευση εμπορευμάτων – βρίσκουν παραθυράκια στις δικαιοδοσίες τρίτων χωρών – αποκρύπτουν περιουσιακά στοιχεία – συνεργάζονται με οντότητες, ενίοτε ακόμη και θυγατρικές ευρωπαϊκών εταιρειών, που είναι εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες – επενδύουν σε αγαθά και τεχνολογίες διπλής χρήσης – χρησιμοποιούν πλοία που πραγματοποιούν «σκιώδεις» αποστολές κ.ά.
Εάν ισχύουν, επί παραδείγματι, όσα αναφέρουν οι FT (βλ. δημοσίευμα 27ης Δεκεμβρίου), τότε ο ρωσικός υπερηχητικός βαλλιστικός πύραυλος Oreshnik, που δοκιμάστηκε πρόσφατα ενάντια στην Ουκρανία, κατασκευάστηκε με «δυτικά εργαλεία»….
«Στην προσπάθειά της να βρει δημιουργικούς τρόπους παράκαμψης των κυρώσεων, η Ρωσία έχει ενεργοποιήσει δικές της υπηρεσίες πληροφοριών μαζί με μια ομάδα από λαθρέμπορους, διεφθαρμένους γραφειοκράτες και συμμορίες εγκληματιών. Επιπλέον, στρέφεται στην Κίνα, στο Ιράν και στην Ινδία για απομιμήσεις δυτικών εξαρτημάτων τα οποία πλέον δεν μπορεί να αποκτήσει», έγραφε η Washington Post στις 5 Δεκεμβρίου.
«…χώρες όπως η Τουρκία, η Κίνα, η Λευκορωσία, το Καζακστάν και η Κιργιζία μπαίνουν στο “παιχνίδι” προκειμένου να εφοδιάσουν τη Μόσχα με πολλά από τα προϊόντα από τα οποία προσπάθησαν να την αποκλείσουν οι Δυτικοί», έγραφε η Αννα Σουάνσον στους New York Times πριν από περίπου έναν χρόνο.
«…η μη καθολική εφαρμογή των κυρώσεων κατά της Ρωσίας ροκανίζει και την αποτελεσματικότητά τους. Κίνα και Ινδία αγοράζουν ρωσικό αργό με έκπτωση, προσφέροντας μια ζωτικής σημασίας οικονομική σωτηρία στο καθεστώς Πούτιν», έγραφαν οι Γουίλιαμ Ρόουντς και Στιούαρτ Μάκιντος στο Reuters ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2022.
Όσο για τον διαβόητο «σκιώδη στόλο» των κυρίως μεγάλων σε ηλικία και αδιαφανούς ιδιοκτησίας δεξαμενόπλοιων με τα οποία η ρωσική πλευρά διακινεί πετρέλαιο σε τιμές υψηλότερες των καθορισμένων από τις δυτικές κυρώσεις, αυτός έχει πια, ειδικά έπειτα από τις περιπέτειες με τις δολιοφθορές και τα κομμένα υποθαλάσσια καλώδια στη Βαλτική (EstLink 2, BCS East-West Interlink/Arelion, C-Lion 1), αποκτήσει διαστάσεις σχεδόν «μυθικές».
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, εάν ισχύουν όσα αναφέρει το (κάθε άλλο παρά ρωσόφιλο) Politico σε δικό του δημοσίευμα της 27ης Δεκεμβρίου, τότε πέρα από τις όποιες παρακάμψεις και παρεκκλίσεις, οι ίδιες οι κυρώσεις που επέβαλε η Ευρώπη στη ρωσική ενέργεια «έχουν πια εξασθενήσει».
Σχεδόν τρία χρόνια έπειτα από την έναρξη του πολέμου, «η Ευρώπη εξακολουθεί να αγοράζει τεράστιες ποσότητες ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου», αναφέρει το Politico. Σύμφωνα με το Κέντρο Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα (Centre for Research on Energy and Clean Air) που έχει την έδρα του στο Ελσίνκι, η ΕΕ έχει συλλογικά ξοδέψει περισσότερα από 200 δισεκατομμύρια ευρώ σε ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 και έπειτα.
Ενδεικτικά, μόνο τους πρώτους τρεις μήνες του 2024, η Γαλλία έδωσε, για παράδειγμα, πάνω από 600 εκατομμύρια ευρώ σε αγορές ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), ενώ μαζί με τη Γαλλία, οι μεγαλύτεροι αγοραστές ρωσικού LNG στην Ευρώπη ήταν το Βέλγιο, η Ισπανία και η Ολλανδία. Συνολικά δε, τη χρονιά που φεύγει (2024) η Ρωσία του Πούτιν ήταν ο μεγαλύτερος προμηθευτής LNG της Ευρώπης, έπειτα από τις ΗΠΑ. Κι αυτό, νόμιμα.
«Κυρώσεις στο ρωσικό LNG – Ενα ρευστό τοπίο», έγραφαν οι εξειδικευμένοι συντάκτες στο νομικού/ναυτιλιακού περιεχομένου Ship Law Log της Reed Smith τον περασμένο Αύγουστο, υπογραμμίζοντας ότι «η ΕΕ δεν απαγόρευσε την εισαγωγή ρωσικού LNG στα εδάφη της και συνεχίζει να το εισάγει σε σημαντικές ποσότητες».
Ακόμη κι έπειτα από την 14η δέσμη κυρώσεων που κάνει ειδικές αναφορές στο ρωσικό υγροποιημένο φυσικό αέριο-ΥΦΑ (απαγορεύοντας τις μελλοντικές επενδύσεις και εξαγωγές σε υπό κατασκευή έργα ΥΦΑ στη Ρωσία, την εισαγωγή ρωσικού ΥΦΑ σε συγκεκριμένους τερματικούς σταθμούς που δεν είναι συνδεδεμένοι με το δίκτυο αγωγών φυσικού αερίου της ΕΕ και τη χρήση λιμένων της ΕΕ για τη μεταφόρτωση ρωσικού ΥΦΑ προς άλλες μη-ευρωπαϊκές χώρες), οι εισαγωγές στην Ευρώπη στο μεγαλύτερο μέρος τους επί της ουσίας δεν επηρεάζονται.
Παρά τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα αλλεπάλληλα πακέτα κυρώσεων από την πλευρά των Δυτικών και της G7, η Ρωσική Ομοσπονδία συνέχισε να συναλλάσσεται με τον έξω κόσμο.
Σύμφωνα με το κρατικό ρωσικό ειδησεογραφικό πρακτορείο TASS, τους πρώτους εννέα μήνες του 2024 (Ιανουάριος-Σεπτέμβριος) οι ρωσικές εξαγωγές προς τις χώρες της Ασίας αυξήθηκαν κατά 6,4% (αγγίζοντας τα 240,3 δισ. δολ.) και προς τις χώρες της Αφρικής κατά 18% (αγγίζοντας τα 18,4 δισ. δολ.), σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Συγκριτικά, οι εισαγωγές από την Ασία υποχώρησαν κατά 3,1% (στα 135,6 δισ. δολ.) και από την Αφρική κατά 3,9% (στα 2,5 δισ. δολ.).
Οι ρωσικές συναλλαγές με την Ευρώπη από την άλλη πλευρά, μέσα στο ίδιο διάστημα μειώθηκαν μεν σημαντικά (κατά 24,3% οι ρωσικές εξαγωγές στην Ευρώπη, κατά 8.8% οι ρωσικές εισαγωγές από την Ευρώπη) αλλά συνέχισαν να ανέρχονται σε συνολικά δεκάδες δισ. δολ. (αγγίζοντας τα 50,1 δισ. δολ. οι ρωσικές εξαγωγές, και τα 54,2 δισ. δολ. οι εισαγωγές).
Η ρωσική οικονομία έχει μέχρι στιγμής, έπειτα από σχεδόν τρία χρόνια πολέμου, διαψεύσει όσα δυσοίωνα και καταστροφικά προέβλεπαν οι άλλοι για αυτήν και τη μοίρα της. Όσοι μιλούσαν για συρρίκνωση, είδαν στον αντίποδα τη ρωσική οικονομία να αναπτύσσεται με ρυθμό 3,6% το 2023 – και μάλλον κοντά στο 4% το 2024.
«Ωστόσο, αυτή η εικόνα της ρωσικής ανθεκτικότητας είναι παραπλανητική», γράφει η Αλεξάνδρα Προκοπένκο του Carnegie Russia Eurasia Center.
«Τα τελευταία δύο χρόνια, η οικονομία της Ρωσίας ήταν σαν να τρέχει σε μαραθώνιο έχοντας πάρει στεροειδή. Ωστόσο τώρα αυτά τα στεροειδή αρχίζουν να χάνουν την επίδρασή τους», συνεχίζει η Προκοπένκο, υποστηρίζοντας ότι η ρωσική οικονομία κινδυνεύει να δει τις προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη να αποκτούν διαστάσεις κρίσης πριν από το 2026 ή το 2027.
Μέχρι το 2026 βέβαια… ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να έχει τελειώσει, ενώ μένει να φανεί πώς θα πορευτεί στο μέτωπο των κυρώσεων έναντι της Ρωσίας και ο επερχόμενος Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος επιστρέφει στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου του 2025. Ειρήσθω εν παρόδω, ο Τραμπ παρουσιάζεται τώρα, ενόψει της ανάληψης των προεδρικών του καθηκόντων, να απαιτεί από τους Ευρωπαίους να αυξήσουν σημαντικά τις εισαγωγές υδρογονανθράκων από τις ΗΠΑ.
«Είπα στην Ευρωπαϊκή Ενωση ότι πρέπει να καλύψει το τεράστιο έλλειμμα στις συναλλαγές με τις Ηνωμένες Πολιτείες αγοράζοντας μεγάλες ποσότητες αμερικανικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Διαφορετικά έρχονται δασμοί», έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στο δίκτυο Truth Social στις 20 Δεκεμβρίου.
Κάτι τέτοιο ωστόσο, η αύξηση δηλαδή των αμερικανικών ενεργειακών εξαγωγών στην Ευρώπη, δεν θα είχε επιτευχθεί εάν οι Ευρωπαίοι δεν είχαν αποδεσμευτεί (στον βαθμό που αποδεσμεύτηκαν, τον όχι ολοκληρωτικό αλλά αξιοσημείωτο) εν τω μεταξύ από τη ρωσική ενέργεια λόγω του πολέμου στην Ουκρανία… τον οποίο ο Τραμπ θεωρητικά θέλει τώρα να «τελειώσει» σε «συνεννόηση» με τον Πούτιν…