Υπό κανονικές συνθήκες, το 2024 θα ήταν χρονιά προεδρικών εκλογών για την Ουκρανία: η χρονιά κατά την οποία ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι θα διεκδικούσε, κατά πάσα πιθανότητα, την επανεκλογή του στην εξουσία. Ο ίδιος υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι εξελέγη πρόεδρος για πρώτη φορά προπολεμικά, στις προηγούμενες κάλπες του 2019.

Οι συνθήκες έπαψαν ωστόσο να θεωρούνται κανονικές τον Φεβρουάριο του 2022, όταν οι Ρώσοι εισέβαλαν στρατιωτικά στην Ουκρανία βάζοντας στο στόχαστρο το Κίεβο.

Πλέον, σχεδόν δύο εμπόλεμα χρόνια μετά και ενώ οι συγκρούσεις συνεχίζονται, ο 45χρονος Ζελένσκι έχει άλλες – πιο άμεσες και πιεστικές – προτεραιότητες, πέρα από την επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση, αν και ο ίδιος έχει κάνει γνωστό ότι θα ήθελε να διεκδικήσει την επανεκλογή του στην προεδρία της χώρας.

Υπό τις παρούσες συνθήκες, η Ουκρανία κανονικά δεν μπορεί να πάει σε εκλογές (καθώς τελεί υπό στρατιωτικό νόμο εν καιρώ πολέμου), ενώ υπάρχουν και άλλες πρακτικές δυσκολίες που έχουν να κάνουν με την ψήφο των εκατομμυρίων Ουκρανών προσφύγων που έφυγαν εκτός των συνόρων τους τελευταίους 20 μήνες αλλά και όσων ζουν στις μονομερώς προσαρτηθείσες από τη Ρωσία ουκρανικές περιοχές του Ντονέτσκ, του Λουγκάνσκ, της Χερσώνας και της Ζαπορίζια.

Ως έχουν σήμερα (03 Οκτωβρίου) τα πράγματα, δεν είναι σαφές εάν και πότε θα επιστρέψει η Ουκρανία στις κάλπες. Η Βερόνικα Μελκοζέροβα έγραφε στο Politico, προ εβδομάδων, για «το δημοκρατικό δίλημμα της Ουκρανίας», χαρακτηρίζοντας «σχεδόν αδύνατη» τη διεξαγωγή εκλογών στη χώρα υπό τις τρέχουσες συνθήκες αλλά υπογραμμίζοντας παράλληλα και κάτι άλλο: ότι υπάρχουν φωνές εντός και εκτός των συνόρων που ζητούν τη διεξαγωγή εκλογών.

Ο Ρεπουμπλικανός Αμερικανός γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιχαμ για παράδειγμα, όταν βρέθηκε στο Κίεβο τον περασμένο Αύγουστο, κάλεσε τις ουκρανικές Αρχές να προχωρήσουν στη διεξαγωγή «ελεύθερων και δίκαιων εκλογών». Μόλις πριν από λίγα 24ωρα ωστόσο, μιλώντας στην εκπομπή Face the Nation του αμερικανικού δικτύου CBS news, ο Γκρέιχαμ αναφέρθηκε σε ένα άλλο κομβικό πολιτικό δίλημμα, που έχει να κάνει με τη στάση των ΗΠΑ έναντι της Ουκρανίας.

Καθώς ετοιμαζόμαστε να μπούμε πια στον τρίτο χρόνο του πολέμου, το ερώτημα είναι εάν θα συνεχίσουν οι Αμερικανοί να στηρίζουν στρατιωτικά και οικονομικά το Κίεβο; Για πόσο καιρό ακόμη; Και με πόση ζέση/ένταση;

Ο Λίντσεϊ Γκρέιχαμ διαβεβαίωσε από την πλευρά του, μιλώντας στην εκπομπή Face the Nation, ότι η αμερικανική στήριξη θα συνεχιστεί.

Στον νόμο για τη χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης (stopgap bill) που πέρασε όμως το περασμένο Σαββατοκύριακο στις ΗΠΑ, δεν υπάρχει πρόβλεψη για νέα βοήθεια προς την Ουκρανία, γεγονός το οποίο γεννά προβληματισμούς.

Πολλοί καθησυχάζουν υποστηρίζοντας ότι αυτός ο νόμος ήταν μια κίνηση έκτακτης ανάγκης, προκειμένου να αποφευχθεί η επαπειλούμενη στάση πληρωμών στο αμερικανικό δημόσιο, που πρόκειται να αντικατασταθεί από νέες ρυθμίσεις έπειτα από ένα διάστημα 45 ημερών. Ουκρανοί υπουργοί όπως ο Ντ. Κουλέμπα αλλά και Ρώσοι αξιωματούχοι (Πεσκόφ, Ριάμπκοφ) εκτιμούν ότι δεν θα υπάρξουν αλλαγές το προσεχές διάστημα στην αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει το Politico πάντως, επικαλούμενο το περιεχόμενο πολυσέλιδης αμερικανικής έκθεσης («Integrated Country Strategy») για την Ουκρανία, το μέλλον της αμερικανικής βοήθειας προς τη χώρα θα μπορούσε να κριθεί όχι από πολιτικούς ή στρατιωτικούς παράγοντες αλλά από τις επιδόσεις των ουκρανικών Αρχών στο μέτωπο της καταπολέμησης των φαινομένων διαφθοράς τα οποία ανησυχούν την αμερικανική ηγεσία περισσότερο από όσο θα ήθελε η ίδια να παραδεχτεί δημοσίως.

Πίσω από όλη αυτή τη συζήτηση, υπάρχει ωστόσο ως εστία ανησυχίας ένα παλαιός/πάγιος προβληματισμός που επανέρχεται αναπόφευκτα στο προσκήνιο καθώς προσεγγίζουμε τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024. Τι θα γίνει με την αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία εάν κερδίσει ο Τραμπ και επιστρέψουν στον Λευκό Οίκο οι Ρεπουμπλικανοί; Θα έχουν άραγε καταφέρει μέχρι τότε (πριν από τον Νοέμβριο του 2024) οι Ουκρανοί να ανακτήσουν κάποια από τα επί του παρόντος χαμένα/κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη;

Σαφείς απαντήσεις στα προαναφερθέντα ερωτήματα δεν υπάρχουν, προς το παρόν. Αντιθέτως, όσο και αν ψάξει κανείς, θα βρει μόνο εκτιμήσεις και ποικίλους λόγους ανησυχίας.

Διότι τα «διλήμματα» δεν έχουν να κάνουν μόνο με τη στάση των ιδίων των Ουκρανών αλλά και με τη στάση όσων μέχρι στιγμής έχουν υποστηρίξει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, την Ουκρανία.

Διερωτάται, για παράδειγμα, κανείς ποια θα είναι η στάση που θα ακολουθήσει ο – φερόμενος ως φιλορώσος – Ρόμπερτ Φίτσο ως νέος πρωθυπουργός της Σλοβακίας το προσεχές διάστημα έναντι του Κιέβου. Και εάν αυτή η στάση πρόκειται να ενισχύσει τη «φιλορωσική» γραμμή του Ούγγρου Βίκτορ Ορμπαν στις τάξεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Διερωτάται κανείς, επίσης, τι θα γίνει με τους Ευρωπαίους ψηφοφόρους που άντεξαν πέρυσι παρά τις πληθωριστικές πιέσεις και τις αυξημένες τιμές ενέργειας; Εάν εκείνοι «λυγίσουν» υπό αυτά τα βάρη τον προσεχή χειμώνα, λίγους μήνες πριν από τις ευρωεκλογές του 2024, τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό για το μέλλον της ευρωπαϊκής στήριξης προς την Ουκρανία… ενώ ακόμη και σε χώρες όπως η «αντιρωσική» Πολωνία η κατάσταση αναφορικά με την Ουκρανία είναι περισσότερο περίπλοκη από όσο θα ήθελε να παραδεχθεί κανείς (βλ. κόντρα Βαρσοβίας – Κιέβου για τα σιτηρά);

Υποδεχόμενος χθες (02 Οκτωβρίου) του υπουργούς Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Κίεβο, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι η νίκη της Ουκρανίας επί της Ρωσίας θα εξαρτηθεί από τη συνεργασία του Κιέβου με την ΕΕ. Επί της ουσίας ωστόσο, ο δρόμος προς την όποια επόμενη μέρα είναι πολυπαραγοντικός και τα διλήμματα πολλά… για όλους.