Παρούσα δηλώνει η ελληνική κυβέρνηση στο γεωπολιτικά μεταβαλλόμενο τοπίο της Ανατολικής Μεσογείου, μέσα από σειρά κινήσεων η αποτελεσματικότητα των οποίων ωστόσο «παίζεται»… Το τοπίο άλλωστε στην περιοχή είναι πολυπαραγοντικό και οι τάσεις (των ουκ ολίγων παραγόντων)… μεταβαλλόμενες, με την ελληνική πλευρά να τρέχει πλέον για να καλύψει το όποιο χαμένο (λιβυκό;) έδαφος, να θωρακίσει κεκτημένα όπου υπάρχουν (βλέπε Ελλάδα-Ισραήλ), και να προετοιμαστεί για όσα έπονται (βλέπε άτυπη πενταμερή για το Κυπριακό).

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης πραγματοποίησε τη Δευτέρα, 08 Φεβρουαρίου, διαδοχικές επισκέψεις σε Κύπρο (Λευκωσία) και Ισραήλ (Ιερουσαλήμ), όπου είχε επαφές με τους Νίκο Αναστασιάδη και Μπενιαμίν Νετανιάχου αντίστοιχα. Την ίδια ώρα, η φρεγάτα «Ύδρα» του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού έπλεε προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για να πάρει μέρος σε «εκθεσιακού-αμυντικού» χαρακτήρα εκδηλώσεις (σημειωτέον πως άλλη φρεγάτα του Π.Ν. πρόκειται το προσεχές διάστημα να «συνοδεύσει» σε ασκήσεις και το γαλλικό αεροπλανοφόρο «Σαρλ ντε Γκωλ»). Και όλα αυτά, με το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών να έχει εν τω μεταξύ ανακοινώσει την απόφασή του να «επαναλειτουργήσει άμεσα» την ελληνική πρεσβεία στην Τρίπολη της Λιβύης, αλλά και να δρομολογήσει τις απαραίτητες διαδικασίες για το άνοιγμα γενικού προξενείου της Ελλάδας στη Βεγγάζη.

Η ελληνική κυβέρνηση σπεύδει να επαναβεβαιώσει την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο εν μέσω κενών (ελληνική απουσία από Λιβύη), κεκτημένων (σχήματα συνεργασίας με Ισραήλ-ΗΑΕ) και ναρκοπεδίων (Κυπριακό), σε μια περίοδο κατά την οποία οι εξελίξεις τρέχουν, έχοντας παράλληλα η ίδια στο φόντο και τις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία που μέχρι στιγμής όμως έχουν λειτουργήσει κατά τρόπο διττό: «ωραιοποιώντας» το προφίλ της Άγκυρας ενώπιον της διεθνούς κοινότητας από τη μία πλευρά, και απαλλάσσοντας την Αθήνα από το βάρος των καθημερινών τουρκικών προκλήσεων από την άλλη.

Λιβύη

Στην πολύπαθη Λιβύη μόλις εξέλεξαν (μέσω Ελβετίας) την ηγεσία της μεταβατικής «κυβέρνησης» που πρόκειται να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές τον ερχόμενο Δεκέμβριο, μια «κυβέρνηση» (Συμβούλιο της Προεδρίας και πρωθυπουργό) με επικεφαλής-πρόεδρο τον Μοχάμεντ Μένφι… τον Λίβυο διπλωμάτη που είχε απελαθεί από την Ελλάδα πίσω στα τέλη του 2019, στον απόηχο τότε της υπογραφής του μνημονίου Τουρκίας-GNA περί των θαλασσίων οριοθετήσεων. «Η Ελλάδα, ούσα άμεσος γείτονας της Λιβύης, προσβλέπει στην εγκαθίδρυση επαφών με το νέο Προεδρείο […] με σκοπό την ενίσχυση των διμερών σχέσεων στη βάση του διεθνούς δικαίου. Η χώρα μας, ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, είναι επίσης έτοιμη να προσφέρει βοήθεια στη Λιβύη προκειμένου να συνεισφέρει στην ανοικοδόμηση και στην εμπέδωση της ασφάλειας. Τέλος, η Ελλάδα τονίζει ότι για την ειρήνευση και σταθεροποίηση της Λιβύης, απαραίτητο κριτήριο είναι η άμεση αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων από τη χώρα», σημειώνει στην ανακοίνωση που εξέδωσε στις 5 Φεβρουαρίου το υπουργείο Εξωτερικών… τείνοντας χείρα φιλίας προς τη νέα μεταβατική ηγεσία της βορειοαφρικανικής χώρας: τον πρόεδρο Μοχάμεντ Μένφι (που κατάγεται μεν από το Τομπρούκ αλλά στήριξε τον Φαγιέζ αλ Σάρατζ) και τον πρωθυπουργό Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπέιμπε.

Ο Ντμπέιμπε ωστόσο, το πρώτο πράγμα που θα έκανε μόλις ολίγες ώρες μετά την εκλογή του, θα ήταν να παραχωρήσει αποκλειστική συνέντευξη στο κρατικό τουρκικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Anadolu, πλέκοντας το εγκώμιο της «φίλης και συμμάχου» Τουρκίας που «δεν έκλεισε την πρεσβεία της στην Τρίπολη». Για την ιστορία (και όχι μόνο), αξίζει να σημειωθεί πως ο προερχόμενος από τη Μισράτα Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπέιμπε υπήρξε επιχειρηματίας (στον χώρο των οικοδομικών κατασκευών) που έκανε μπίζνες με την Τουρκία…

Κυπριακό

Οι εξελίξεις ωστόσο επί του παρόντος τρέχουν, παράλληλα με το λιβυκό, και στο Κυπριακό… ενόψει της άτυπης πενταμερούς του Μαρτίου, με τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη να αναγνωρίζει στις 8 Φεβρουαρίου από τη Λευκωσία ότι η τρέχουσα συγκυρία είναι «ευαίσθητη για το μέλλον του Κυπριακού». «Ο τερματισμός της τουρκικής κατοχής και η εξεύρεση μιας συνολικής, βιώσιμης, λειτουργικής και αμοιβαία αποδεκτής λύσης παραμένει κορυφαία προτεραιότητα για την ελληνική εξωτερική πολιτική […] Τόσο στην Αθήνα όσο και στη Λευκωσία μένουμε προσηλωμένοι στις αποφάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Αυτές άλλωστε συγκροτούν το μόνο συμπεφωνημένο και καθολικά δεσμευτικό πλαίσιο λύσης. […] Τις επιλογές αυτές υπογραμμίζει και η πρόσφατη απόφαση 2561 του Συμβουλίου Ασφαλείας, που κρίνει ως μόνη βιώσιμη λύση τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία», δήλωσε ο Έλληνας πρωθυπουργός στις 8 Φεβρουαρίου, επαναλαμβάνοντας έτσι όλα τα… αναμενόμενα περί διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, «τερματισμού της τουρκικής κατοχής» και «κατάργησης του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων».

Μόλις ολίγα 24ωρα ωστόσο νωρίτερα, ο υπουργός Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ της – εγγυήτριας δύναμης – Μεγάλης Βρετανίας καλούσε όλες τις πλευρές να προσέλθουν στις συνομιλίες «με διάθεση να επιδείξουν ευελιξία»… Όσο για την Τουρκία των Ερντογάν και Μπαχτσελί, εκείνη μπορεί πλέον να έχει μεν ρίξει προσχηματικά τους τόνους γύρω από το Καστελόριζο ενόψει και της ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής του Μαρτίου, πλην όμως έχει ανεβάσει κατακόρυφα την ένταση στο Κυπριακό (άνοιγμα Βαρωσίων, εκλογή Ερσίν Τατάρ, απειλές διχοτόμησης, αποκήρυξη ΔΔΟ, μη-αναγνώριση της προόδου που είχε σημειωθεί έως και το Κραν Μοντανά, διαδοχικές επισκέψεις Τούρκων υπουργών όπως είναι οι Μεβλούτ Τσαβούσογλου και Φουάτ Οκτάι στα κατεχόμενα)…

Η Τουρκία επιχειρεί, μέσα από τη διαφοροποίηση της έντασης, να θολώσει τα νερά δημιουργώντας έτσι ρήγματα σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας (και) σε επίπεδο ΕΕ. Και αυτό, ενώ η ΕΕ ήδη δοκιμάζεται λόγω της πανδημίας, χάνοντας πόντους αξιοπιστίας στα μάτια των Ευρωπαίων πολιτών αλλά και πόντους επιρροής εκτός των ευρωπαϊκών συνόρων (στα Βαλκάνια για παράδειγμα, προς όφελος Κίνας και Ρωσίας).

Ισραήλ

Η χώρα που εμφανίζεται, αντιθέτως, να έχει «κερδίσει πόντους» το τελευταίο διάστημα στη σκιά της πανδημίας είναι το Ισραήλ του Μπενιαμίν Νετανιάχου, το οποίο επίσης επισκέφθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις 8 Φεβρουαρίου, συνοδευόμενος από τους υπουργούς Εξωτερικών, Νίκο Δένδια, και Τουρισμού, Χάρη Θεοχάρη.

Οι ελληνοϊσραηλινές σχέσεις εμφανίζονται πια να διανύουν περίοδο άνθησης, ιδιαίτερα στον χώρο της άμυνας (δημιουργία Διεθνούς Κέντρου Εκπαιδευτικών Πτήσεων στην Καλαμάτα, Ισραηλινοί στην ΕΛΒΟ, επικείμενη αποστολή δύο μη-επανδρωμένων αεροσκαφών τύπου HERON-1 στην Ελλάδα, αποστολή και εργοστασιακή συντήρηση τριών C-130 στο Ισραήλ, ελληνικό ενδιαφέρον για Spike/NLOS και Spice).

«Εμείς οι τρεις: το Ισραήλ, η Ελλάδα και η Κύπρος έχουμε χτίσει μια εξαιρετική  τριμερή συνεργασία και πρέπει να πω ότι και οι διμερείς μας σχέσεις έχουν αναπτυχθεί», θα δήλωνε στις 8 Φεβρουαρίου ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, έχοντας στο πλευρό του τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Σε ανάλογο πνεύμα και το σχετικό tweet της πρεσβείας του Ισραήλ στην Ελλάδα, που χαιρέτισε την επίσκεψη των Μητσοτάκη, Δένδια, Θεοχάρη στην Ιερουσαλήμ ως «ένα ακόμη σημαντικό βήμα περαιτέρω ενίσχυσης των εξαιρετικών σχέσεων μεταξύ των 2 χωρών».

Για την ελληνική κυβέρνηση, αυτή η «περαιτέρω ενίσχυση των εξαιρετικών σχέσεων» φαίνεται πλέον, σύμφωνα με όσα δήλωσε και ο κ. Μητσοτάκης, να περνάει μέσα από:

  • τη νέα συμφωνία συνεργασίας στον τομέα του τουρισμού που υπέγραψαν οι δύο χώρες (και το πιστοποιητικό-αποδεικτικό εμβολιασμού για το οποίο συζητούν, ένα πιστοποιητικό που θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο και για την έλευση Ισραηλινών τουριστών στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2021),
  • τις «επιπλέον επενδύσεις από ισραηλινές εταιρείες στην Ελλάδα» (στους τομείς των ακινήτων, του τουρισμού και της τεχνολογίας),
  • τη «στρατηγική συνεργασία στον τομέα της Άμυνας» που «εμβαθύνεται»
  • και τον χώρο της υγείας (το ενδεχόμενο να συμμετάσχει η Ελλάδα στις κλινικές δοκιμές ισραηλινού φαρμάκου για τον κορονοϊό).

Κατά τα λοιπά πάντως, οι εξελίξεις παράλληλα τρέχουν σε όλα τα μέτωπα. Ενδεικτικές ως προς αυτό και… οι (τηλεφωνικές-βιντεο) συνομιλίες που είχαν στις 8 Φεβρουαρίου, «παράλληλα» με τις επισκέψεις Μητσοτάκη σε Κύπρο και Ισραήλ, ο μεν Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, ο δε Ισραηλινός ΥΠΕΞ Γκάμπι Ασκενάζι με τον επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Άντονι Μπλίνκεν.