Τα πρώτα γερμανικής κατασκευής άρματα μάχης Leopard έχουν αρχίσει ήδη να φθάνουν στην Ουκρανία, χωρίς όμως να μπορούν προσώρας να προσφέρουν ίχνη βεβαιότητας για τις από εδώ και πέρα εξελίξεις. Αντιθέτως, στο ξεκίνημα του δεύτερου χρόνου του πολέμου το ουκρανικό τοπίο βρίθει αβεβαιοτήτων εν μέσω αντικρουόμενων στάσεων και μηνυμάτων.

Τι θα κάνει η Κίνα τους επόμενους μήνες; Θα στείλει, άραγε, όπλα στη Ρωσία, υπέρ των ρωσικών δυνάμεων που μάχονται στην Ουκρανία, όπως έχουν προειδοποιήσει Αμερικανοί, Βρετανοί και ΝΑΤΟ; Και τι θα γίνει με το κινεζικό «ειρηνευτικό» σχέδιο των 12 σημείων που έδωσε στη δημοσιότητα το κινεζικό ΥΠΕΞ ανήμερα της επετείου συμπλήρωσης ενός έτους από την έναρξη του πολέμου στις 24 Φεβρουαρίου; Υπάρχει περίπτωση Ρώσοι και Ουκρανοί να το λάβουν σοβαρά υπόψη, σε βαθμό τέτοιο που να γεννά εξελίξεις; Ευρωπαίοι ηγέτες έσπευσαν πάντως (ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν πρώτος μεταξύ αυτών) να ανακοινώσουν επικείμενες επισκέψεις στο Πεκίνο τους προσεχείς μήνες, με το βλέμμα στραμμένο στην Ουκρανία από τη μία πλευρά και στις ΗΠΑ από την άλλη.

Νέφη ασάφειας καλύπτουν, όμως, και τις εξελίξεις στην πρώτη γραμμή των συγκρούσεων εντός των ουκρανικών συνόρων. Οι μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις του 2023 που πολλοί περίμεναν – τόσο από την πλευρά των Ρώσων όσο και από την πλευρά των Ουκρανών – ακόμη δεν έχουν ξεκινήσει. Αυτές που εξακολουθούν να μαίνονται είναι οι σκληρές μάχες στα ήδη ανοιχτά μέτωπα (βλ. Μπαχμούτ) χωρίς όμως να δίνουν σαφή αποτελέσματα νίκης της μίας ή της άλλης πλευράς όπως είχε συμβεί για παράδειγμα τους περασμένους μήνες στο Χάρκοβο και στη Χερσώνα υπέρ των Ουκρανών ή παλαιότερα στη Μαριούπολη υπέρ των Ρώσων.

Από εκεί και πέρα, ασάφεια καλύπτει εν μέρει και την πορεία του δυτικού οπλισμού που θα έπρεπε να έχει ήδη αρχίσει να μεταφέρεται στην Ουκρανία ως βοήθεια, βάσει των μέχρι τώρα δεσμεύσεων και εξαγγελιών. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε τον Ιανουάριο ότι οι ΗΠΑ πρόκειται να στείλουν 31 άρματα μάχης M1 Abrams στην Ουκρανία. Κορυφαία αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας, η Κριστίν Γουόρμουθ, δήλωσε ωστόσο προ ημερών σε δημοσιογράφους ότι αυτά τα άρματα μπορεί να φτάσουν στην Ουκρανία όχι φέτος αλλά το… 2024 (το οποίο 2024 είναι, ειρήσθω εν παρόδω, χρονιά προεδρικών εκλογών – σε ΗΠΑ, Ουκρανία, Ταϊβάν, Ρωσία – και ως εκ τούτου νέων αβεβαιοτήτων).

Παράλληλα, αχλή αβεβαιότητας εξακολουθεί να θολώνει και το νατοϊκό μέλλον της Σουηδίας και της Φινλανδίας που αμφότερες μετακινούνται μεν πιο κοντά στη Βορειοατλαντική Συμμαχία χωρίς όμως να είναι ακόμη σαφές πότε θα γίνουν πλήρη μέλη της και εάν θα ενταχθούν στο νατοϊκό μπλοκ ταυτόχρονα ή χώρια.

Ακόμη και στο μέτωπο των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί κατά της Ρωσίας, τα δεδομένα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα, ούτε αναφορικά με την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων ούτε αναφορικά με το μέλλον τους, αν και είναι σαφές ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση οι σχέσεις Δύσης – Ρωσίας να επιστρέψουν το προσεχές διάστημα στο status quo ante bellum. «Οι κυρώσεις θα συνεχίσουν ως θέμα να συζητούνται έντονα καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται. Τα αποτελέσματά τους παραμένουν αμφισβητούμενα… από τις προβλέψεις ότι θα οδηγούσαν σε μια ρωσική οικονομική κατάρρευση μέχρι το επιχείρημα ότι εκείνες είναι άχρηστες και αυτοκαταστροφικές», γράφει χαρακτηριστικά η Αγκάθ Ντεμαρέ του Economist Intelligence Unit στο περιοδικό Foreign Policy.

Η δεύτερη χρονιά του πολέμου στην Ουκρανία ξεκινά πολύ διαφορετικά από την πρώτη, χωρίς όμως να μας δίνει σαφείς ενδείξεις αναφορικά με τη διάρκεια και την έκβαση του πολέμου. Οι ομιλίες που εκφώνησαν την περασμένη εβδομάδα οι κ.κ. Πούτιν και Μπάιντεν, από τη Μόσχα ο πρώτος και από τη Βαρσοβία ο δεύτερος, ήταν σαφείς… προς την κατεύθυνση της συνέχισης – και ενδεχομένως κλιμάκωσης – του πολέμου. Πίσω από τα μεγάλα λόγια κρύβονται, ωστόσο, ασάφειες και αβεβαιότητες.