Το 2022 θα μείνει στην ιστορία ως η χρονιά της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Όταν επιχείρησαν να μπουν στο Κίεβο πριν από ακριβώς έναν χρόνο, οι ρωσικές δυνάμεις «κήρυξαν την έναρξη» του μεγαλύτερου πολέμου που έχει ζήσει η Ευρώπη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο. Ειρήσθω εν παρόδω, εάν οι Ρώσοι είχαν περιορίσει τις κινήσεις τους στις περιοχές του Ντονμπάς στην ανατολική Ουκρανία, τα πράγματα ίσως να ήταν διαφορετικά (και ο διεθνής αντίκτυπος αυτού του πολέμου ίσως να ήταν διαφορετικός). Οι υποθέσεις τύπου «τι θα γινόταν εάν…» δεν παύουν, ωστόσο, να είναι… απλώς υποθέσεις. 

Δώδεκα μήνες έπειτα από τη ρωσική εισβολή, το Κίεβο παραμένει ουκρανικό. Κατά τα λοιπά, βέβαια, οι αλλαγές που έχουν εν τω μεταξύ επέλθει είναι σαρωτικές, όχι μόνο εντός των ουκρανικών συνόρων και διεθνώς. Μιλάμε, άλλωστε, για έναν πόλεμο που έχει απολήξεις σε κυριολεκτικά όλους τους μεγάλους διεθνείς ανταγωνισμούς. 

Ο πόλεμος της Ουκρανίας ήρθε να μας υπενθυμίσει – με τον πλέον βίαιο τρόπο – την αξία της σκληρής ισχύος και της αποτροπής. Ήρθε, επίσης, να συνθλίψει όλες εκείνες τις «Wandel durch Handel» προσδοκίες του παρελθόντος: την (κυρίως γερμανική) δηλαδή αντίληψη ότι οι εμπορικοί δεσμοί αρκούν για φέρουν την «αλλαγή» στις διακρατικές σχέσεις αποτρέποντας το ενδεχόμενο ενός πολέμου.  

Με φόντο την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς εκφώνησε την «Zeitenwende» ομιλία του τον Φεβρουάριο του 2022 (πολλά από τις υποσχέσεις της οποίας ωστόσο, δώδεκα μήνες μετά, δεν έχουν περάσει ακόμη από τη θεωρία στην πράξη) και η Ιαπωνία παρουσίασε μια νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας που έρχεται σε «ρήξη» με τις ιαπωνικές πασιφιστικές προσεγγίσεις περασμένων δεκαετιών. 

Με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Νάνσι Πελόζι επισκέφθηκε την Ταϊβάν (τον Αύγουστο του 2022), η ηγεσία της Βόρειας Κορέας προχώρησε σε ένα νέο μπαράζ πυραυλικών δοκιμών, το Πεκίνο έσφιξε κι άλλο τον κλοιό γύρω από την Ταϊπέι, το Ιράν έστειλε drones στη Ρωσία, Αζέροι και Αρμένιοι ενεπλάκησαν σε νέες πολύνεκρες συγκρούσεις (τον Σεπτέμβριο του 2022) κ.ά. 

«Θα συγκρούονταν, άραγε, οι Αζέροι με τους Αρμένιους τόσο έντονα το διήμερο 12 – 13 Σεπτεμβρίου φέτος, εάν δεν εξελίσσονταν ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ουκρανική αντεπίθεση; Θα επέλεγε ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ το Καζακστάν ως προορισμό της πρώτης έπειτα από σχεδόν τρία χρόνια, λόγω πανδημίας, επίσημης επίσκεψής του στο εξωτερικό στις 14 Σεπτεμβρίου; Θα εντείνονταν οι παρασκηνιακές επαφές Τουρκίας και Συρίας;», γράφαμε στο Α&Δ πέρυσι. 

«Οι Ρώσοι εισέβαλαν στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022… Στους μήνες που μεσολάβησαν έκτοτε, στην Ευρώπη άλλαξαν βεβαίως πάρα πολλά. Η Φινλανδία και η Σουηδία είναι πια ζήτημα χρόνου να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ… Η Γερμανία άρχισε να στέλνει όχι μόνο κράνη αλλά και όπλα στην Ουκρανία. Ευρωπαϊκές χώρες (Ελλάδα, Σλοβακία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβενία) μπήκαν στη διαδικασία να ανανεώσουν τη σύνθεση του οπλοστασίου τους, στέλνοντας παλαιά σοβιετικά συστήματα (BMP-1, S-300, T-72, М-55S κ.ά.) στις ουκρανικές δυνάμεις και αντικαθιστώντας τα με νεότερα συστήματα δυτικής προέλευσης (Marder κ.ά.)… Πέρα από τους Γερμανούς, αυξήσεις αμυντικών δαπανών ανακοίνωσαν το Βέλγιο, η Σουηδία, η Ρουμανία, η Ιταλία, η Πολωνία, η Νορβηγία, η Φινλανδία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Σλοβενία, και η Λετονία, ενώ προς την ίδια κατεύθυνση αναμένεται να κινηθούν και άλλοι (Γαλλία, Βρετανία) εάν δεν το έχουν κάνει ήδη…», γράφαμε σε άλλο άρθρο στο Α&Δ για το ευρωπαϊκό αμυντικό τοπίο το οποίο αλλάζει

Πώς «εξελίχθηκαν» όμως, στην πράξη, οι αμυντικές δαπάνες του 2022 για κάποιες από τις μεγαλύτερες δυνάμεις της υφηλίου; 

Το – εδρεύον στο Λονδίνο – Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Σπουδών (International Institute for Strategic Studies – IISS) έδωσε προ ημερών στη δημοσιότητα έκθεση («The Military Balance 2023») στην οποία καταγράφει δεδομένα και τάσεις.  

Οι ευρωπαϊκές και οι ασιατικές αμυντικές δαπάνες αυξήθηκαν πέρυσι σε πραγματικούς όρους, γράφει ο Τζέιμς Χάκετ στην παρουσίαση της εν λόγω έκθεσης, υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι μέσα το 2022 διαδόθηκαν διεθνώς συγκεκριμένα δύο πρακτικές ταχύτερης άντλησης πρόσθετων κεφαλαίων για την άμυνα: η δημιουργία ειδικών ταμείων (special funds) και η δρομολόγηση δαπανών εκτός προϋπολογισμού (off-budget expenditure).    

Η Κίνα ξόδεψε το 2022 – σε πραγματικούς όρους και λαμβάνοντας υπόψη των πληθωρισμό – 16 δισεκατομμύρια δολάρια περισσότερα για την άμυνα από ό,τι το 2021, με τον κινεζικό αμυντικό να αυξάνεται κατά 7% και αυτό το 7% να αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ετήσιες αυξήσεις των τελευταίων δεκαετιών στην Κίνα.

Οι αμυντικές δαπάνες της Κίνας τη χρονιά που πέρασε ήταν – επισήμως – 242,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, επειδή υπάρχουν τομείς εξόδων που οι δυτικοί συνυπολογίζουν στις αμυντικές τους δαπάνες αλλά οι Κινέζοι όχι, το IISS υποστηρίζει ότι ο αμυντικός προϋπολογισμός της Κίνας για το 2022 ήταν στην πραγματικότητα – με δυτικούς όρους – κοντά στα 360 δισεκατομμύρια δολάρια.

Κι αυτό μάλιστα, σε μια περίοδο κινεζικής οικονομικής επιβράδυνσης και οικονομικών αρρυθμιών λόγω της πανδημίας και των κινεζικών zero-Covid περιορισμών. 

Οι ΗΠΑ από την άλλη πλευρά, ξόδεψαν πέρυσι στην άμυνα – σύμφωνα με το IISS – 766,6 δισεκατομμύρια δολάρια, στα οποία ωστόσο συμπεριλαμβάνονται και τα υψηλότερα σε σύγκριση με την Κίνα μισθολογικά κόστη, οι υψηλότερες σε κόστος παροχές κ.ά. 

Όσο για τη Ρωσία, οι στρατιωτικές της δαπάνες το 2022 ήταν επισήμως 87,9 δισεκατομμύρια δολάρια, αν και το IISS εκτιμά ότι στην πραγματικότητα το συνολικό ποσό των ρωσικών αμυντικών δαπανών πέρυσι ήταν πιο κοντά στα 192 δισεκατομμύρια δολάρια.