Ορκωμοσία της νέας σειράς Ακολούθων Πρεσβείας με την παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας
Με την παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλου, πραγματοποιήθηκε, στις 22 Μαΐου στο νεοκλασικό κτίριο του υπουργείου Εξωτερικών, η τελετή ορκωμοσίας της ΚΔ’ Εκπαιδευτικής Σειράς Ακολούθων Πρεσβείας στη Διπλωματική Υπηρεσία.
Κατά την έναρξη της τελετής, ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Κατρούγκαλος επεσήμανε προς τους νέους Ακολούθους ότι «έρχεστε σε ένα Υπουργείο το οποίο ξεχωρίζει ανάμεσα στην πολύ καλή, ούτως ή άλλως, δημόσια διοίκηση της χώρας μας. Θα υπηρετήσετε και θα εκπροσωπήσετε την Ελλάδα, το οποίο από μόνο του αποτελεί μια σημαντική τιμή και θα ζήσετε μια πολύ ενδιαφέρουσα και γεμάτη ζωή».
Ο κ. Κατρούγκαλος σημείωσε πως «ένα από τα χαρακτηριστικά της εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας είναι ότι επιδιώκει πάντοτε την ειρήνη και τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου. Θα πρωταγωνιστήσετε σε αυτόν τον ωραίο αγώνα και σε μια εποχή που είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, όχι μόνο για τη χώρα μας. Βασικές αρχές των διεθνών σχέσεων, όπως η πολυμέρεια, όπως ο σεβασμός στα συμφωνηθέντα, αμφισβητούνται. Από την ασφάλεια του διπολικού ή του μονοπολικού κόσμου έχουμε περάσει σε μια σημαντική ρευστότητα των διεθνών πραγμάτων όπου η χώρα μας, ως μέλος της ενωμένης Ευρώπης, θέλει να πρωταγωνιστήσει, να έχει έναν θετικό και δημιουργικό ρόλο».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αφού συνεχάρη τα νέα στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών και υπενθύμισε πως η εθιμική τελετή υποδοχής τους καθιερώθηκε επί του προκατόχου του Καρ. Παπούλια, προχώρησε στη διατύπωση ορισμένων σκέψεων για το σημερινό ρόλο του διπλωμάτη, τονίζοντας μεταξύ άλλων: «στην πολυπρισματική, σύνθετη, πολύ ρευστή – ταραγμένη θα έλεγα – σημερινή διεθνή πραγματικότητα, ο Διπλωμάτης έρχεται πάλι στο προσκήνιο. Και έρχεται πάλι στο προσκήνιο πολύ περισσότερο σε Χώρες, των οποίων ο ρόλος μέσα στο διεθνές γίγνεσθαι δεν είναι ανάλογος με το μέγεθός τους, όπως συμβαίνει με τη Χώρα μας. Χώρες, οι οποίες δεν είναι μεγάλες σε έκταση, σε πληθυσμό, αλλά η γεωστρατηγική τους σημασία, η συμμετοχή τους στα διεθνή Fora, τους δίνει την δυνατότητα να παίξουν έναν πολύ σημαντικό, σύνθετο, ρόλο. Εκεί ο ρόλος του Διπλωμάτη αναβαθμίζεται. Και αναβαθμίζεται διότι στο πεδίο της πολιτικής ηγεσίας πολλές φορές, στο Υπουργείο Εξωτερικών, παρατηρείται πρώτα-πρώτα η φυσική ασυνέχεια της πολιτικής. Αλλάζουν οι ηγεσίες. Πολλές φορές με ταχείς ρυθμούς, σε σημείο ώστε οι πολιτικώς Προϊστάμενοι να μην μπορούν να έχουν την πλήρη γνώση. Αυτή την συνέχεια εσείς την εξασφαλίζετε. Επί πλέον, πολλές φορές, αυτοί οι οποίοι ευρίσκονται επικεφαλής, δεν έχουν την απαραίτητη γνώση εξ’ ορισμού, γιατί αυτή η γνώση δεν είναι το μόνο στοιχείο για ν’ ασκήσεις πολιτικά καθήκοντα. Ξέρετε, οι μεγάλοι και σημαντικοί πολιτικοί κρίνονται περισσότερο από τους συνεργάτες που έχουν, οι οποίοι τους συμβουλεύουν, παρά από εκείνα που αυτοί γνωρίζουν. Επομένως, ο ρόλος του Διπλωμάτη σήμερα είναι αναβαθμισμένος, διότι δεν ασκεί, ιδίως σε περιπτώσεις όπως η Χώρα μας, αυτό τον οιονεί γραφειοκρατικό ρόλο που γνωρίζαμε. Σήμερα αναβαθμίζεται ιδίως όσον αφορά την συμβουλευτική του δραστηριότητα προς την πολιτική ηγεσία. Επιπλέον, όσο ανεβαίνετε στα κλιμάκια του Διπλωματικού Σώματος –και φθάνετε μάλιστα στην κορυφή- υπάρχουν περιπτώσεις, ιδίως περιπτώσεις επείγοντος, όπου ίσως να χρειασθεί να πάρετε πραγματικά αποφάσεις».
Ο κ. Παυλόπουλος υπογράμμισε, στη συνέχεια, ότι «το δεύτερο πεδίο, το οποίο πρέπει να αποτελεί οδηγό για τον τρόπο με τον οποίο ασκείτε τα καθήκοντά σας και ολοκληρώνεται η προσωπικότητά σας, είναι οι Διεθνείς Σχέσεις. Οι σημερινές Διεθνείς Σχέσεις είναι πολυσύνθετες. Πολλώ μάλλον, όταν ένα μεγάλο τμήμα των Διεθνών Σχέσεων είναι αμιγώς οικονομικό. Τέλος, το τρίτο πεδίο είναι εκείνο του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Ως προς το Διεθνές Δίκαιο, γνωρίζετε ότι και αυτό έχει καταστεί πάρα πολύ τεχνικό. Πέραν του ότι το Διεθνές Δίκαιο εξελίσσεται ραγδαία, γίνεται πάρα πολύ τεχνικό, όπως άλλωστε συμβαίνει και με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Τούτο συνεπάγεται συνεχή παρακολούθηση και των εξελίξεων του Διεθνούς Δικαίου και της νομολογίας των Δικαστηρίων εκείνων, τα οποία διαμορφώνουν τον τρόπο ερμηνείας και τους Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Και μιλάω, κατά κύριο λόγο, για τη νομολογία του Δικαστηρίου της Χάγης, για την νομολογία των Δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως του Ανώτατου Δικαστηρίου, του Δικαστηρίου του Λουξεμβούργου. Μην υποτιμάτε επίσης την σημασία της νομολογίας του Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Για μια Χώρα όπως είναι η Ελλάδα, μέλος και του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε μιαν εποχή που τα Δικαιώματα του Ανθρώπου δοκιμάζονται και, πολλές φορές, οι σχέσεις των Κρατών διαμορφώνονται πάνω στην βάση του πόσο σέβεται κάθε μία τα Δικαιώματα του Ανθρώπου».
Πέραν της ανάλυσης των τριών πεδίων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κάλεσε του νέους διπλωμάτες να βρίσκονται «σε συνεχή εγρήγορση», προσθέτοντας: «επειδή αναγκαστικά θα εξειδικευτείτε σύμφωνα με τις θέσεις, όπου θα υπηρετήσετε, μην θωρήσετε ότι πρέπει να μείνετε μόνο στην εξειδίκευση και να αφήσετε το σύνολο της μόρφωσης και στα τρία αυτά πεδία, τα οποία ανέδειξα προηγουμένως, την εξέλιξη της Διπλωματικής Ιστορίας, τις Διεθνείς Σχέσεις και, ιδίως, το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Αυτό το οφείλετε πολύ περισσότερο σήμερα, δοθέντος ότι η σημασία της Ελλάδας είναι πολύ μεγάλη. Μην ξεχνάτε ότι εμείς έχουμε αποδείξει ότι με τόσες θυσίες, που δεν μας αναλογούσαν, είμαστε συνειδητοποιημένοι Ευρωπαίοι. Άλλοι, που δεν υπέστησαν θυσίες, εγκαταλείπουν το σκάφος. Και φοβάμαι ότι δεν έχουν επίγνωση το τι σημαίνουν αυτές οι επιλογές τους. Αυτό είναι δικό τους θέμα. Εσείς καλείσθε να υπερασπισθείτε μια Ελλάδα η οποία έχει το εξής μεγάλο πλεονέκτημα: Δεν υπερβάλω, καθόλου, λέγοντάς σας ότι μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ίσως είναι η στιγμή κατά την οποία η γεωστρατηγική θέση της Χώρας βρίσκεται στο απόγειό της. Και γνωρίζετε πόσο σημαντικό είναι το να αξιοποιείς όλους αυτούς τους ρόλους. Όχι τον παραδοσιακό ρόλο του απλού μέλους της Διεθνούς Κοινότητας. Στο ΝΑΤΟ παραδείγματος χάρη αυτή τη στιγμή, η θέση της Χώρας στο ΝΑΤΟ, η σημασία που έχει η Ελλάδα για το ΝΑΤΟ λόγω της σταθερότητάς της, της επιτρέπει να έχει λόγο και να μην αισθάνεται μόνη και σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο υπερασπίζεται τα δικά της Εθνικά Θέματα. Το αυτό συμβαίνει και με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχει εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα. Για τούτο ακριβώς, επειδή η Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή μια Χώρα σταθερότητας, ένα σημαντικό μέλος της Διεθνούς Κοινότητας, ένας συνεπής εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένας πιστός σύμμαχος του ΝΑΤΟ, γι’ αυτό τον λόγο ο ρόλος της Ελλάδος είναι εξαιρετικά αναβαθμισμένος. Αυτόν τον ρόλο καλείστε να υπηρετήσετε».
Όμως, όπως ανέλυσε ο κ. Παυλόπουλος, «αυτός ο ρόλος, αυτή η θέση γενικότερα της Ελλάδας, δεν είναι μόνο ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Είναι και ένα χρέος για την Χώρα μας. Ένα χρέος γιατί, υπό τις συνθήκες αυτές, λόγω της αστάθειας που υπάρχει στην περιοχή, λόγω της ρευστότητας στο χώρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης, κυρίως λόγω των εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα, ως μέλος της Διεθνούς Κοινότητας, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι και πρέπει να είναι εγγυητής της Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τόνισε πως «πρέπει να υπερασπισθούμε αυτή τη Διεθνή και την Ευρωπαϊκή νομιμότητα. Και πρέπει να την υπερασπισθούμε γιατί βάλλεται η νομιμότητα αυτή. Βάλλεται από την αυθαιρεσία πολλών, στο χώρο της Διεθνούς Κοινότητας, σε ορισμένες δε περιπτώσεις και των γειτόνων μας. Και θα είμαι σαφής με την Τουρκία, η οποία, από αλαζονεία ή αμάθεια, συγχέει ‘το δίκαιο του ισχυρού’, όπως ισχυρίζεται και το οποίο δεν υπάρχει, με την ισχύ του Δικαίου, που είναι κάτι πολύ διαφορετικό. Και αυτό τους αντιτάσσουμε εμείς. Στην ανιστόρητη, αλαζονική και καταστροφική γι΄αυτούς στάση περί ‘δικαίου του ισχυρού’, η Ελλάδα, υπερασπιζόμενη την Διεθνή και την Ευρωπαϊκή νομιμότητα, αντιτάσσει την ισχύ του Δικαίου. Ενός Δικαίου που χρειάζεται υπεράσπιση. Πολύ δε περισσότερο χρειάζεται υπεράσπιση το Διεθνές Δίκαιο, το οποίο από την φύση του, λόγω της έλλειψης επαρκών κυρωτικών μηχανισμών, δεν έχει την απαιτούμενη ισχύ. Κάτι όμως που δεν ισχύει για το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, το οποίο είναι θωρακισμένο πολύ περισσότερο. Και αυτό πρέπει να το κάνουμε, δηλαδή να υπερασπισθούμε την Διεθνή και την Ευρωπαϊκή νομιμότητα, για να μην δημιουργούνται αρνητικά και εξαιρετικά επικίνδυνα προηγούμενα και για την Διεθνή Κοινότητα αλλά και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ο κ. Παυλόπουλος κάλεσε τους νέους Ακολούθους να προσέξουν το γεγονός ότι «πολλά από τα δεινά της Διεθνούς Κοινότητας και πολλά από τα δεινά που παρατηρούνται και στον χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οφείλονται στο ότι ανεχτήκαμε παραβιάσεις του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου που δημιούργησαν προηγούμενα, τα οποία κάποιοι τα επικαλούνται. Αυτού του είδους η τακτική πρέπει να σταματήσει. Και εμείς θα είμαστε οι πρώτοι, εσείς θα είστε οι πρώτοι, που πρέπει να το υπερασπισθείτε αυτό. Τα παραδείγματα είναι σαφή.
Πρώτο παράδειγμα το θέμα του Κυπριακού. Η επίλυση του Κυπριακού -ξέρετε ότι εμείς επιδιώκουμε την άμεση, κατά το δυνατόν, επίλυσή του- έχει ορισμένες βασικές προϋποθέσεις. Και σοβαρότερη προϋπόθεση είναι ότι η επίλυση του Κυπριακού δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με πλήρη σεβασμό της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αλλά η Κυπριακή Δημοκρατία έχει κυριαρχία κατά το Διεθνές και κατά το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Αυτή η κυριαρχία προσδιορίζεται, κατά βάση, από το άρθρο 4, παράγραφος 2 και 3 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν ανέχεται στρατεύματα κατοχής και εγγυήσεις τρίτων. Για σκεφθείτε αν ανεχόμαστε –και δεν θέλω να προχωρήσω περισσότερο– ένα Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κυρίαρχο, αλλά με μειωμένη κυριαρχία, λόγω ύπαρξης εγγυήσεων τρίτων και στρατευμάτων κατοχής. Πόσοι άλλοι θα μπορούσαν να διεκδικήσουν στην Διεθνή Κοινότητα -και ισχυροί μάλιστα- το ίδιο σε άλλες περιοχές, ακόμα και της Ευρωπαϊκής Ένωσης! Αντιλαμβάνεται κανείς τί θα σημαίνει αυτό;
Ένα δεύτερο παράδειγμα αφορά την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, όπως συμβαίνει σήμερα στην Κύπρο. Έχουμε την αυθαιρεσία της Τουρκίας. Για σκεφτείτε τι θα σήμαινε να ανεχθούμε αυτή την αυθαίρετη εφαρμογή της Συνθήκης του Montego Bay -που κωδικοποίησε, όπως είναι γνωστό, το Δίκαιο της Θάλασσας– για σκεφθείτε να ανεχόμαστε αυτές τις αυθαιρεσίες της Τουρκίας. Πόσοι άλλοι θα μπορούσαν να διεκδικήσουν το ίδιο πράγμα είτε στην Βαλτική είτε στην Μαύρη Θάλασσα; Για σκεφτείτε τι προηγούμενο θα εδημιουργείτο»!