Οι στόχοι της Τουρκίας στο Αφρίν
Του Δρος Ευάγγελου Βενέτη
Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής – ΕΛΙΑΜΕΠ
Η τουρκική επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας» στη βόρεια Συρία αποτελεί την πρώτη του είδους, χρονικής και γεωγραφικής έκτασης, πολεμική επιχείρηση της γείτονος εναντίον άλλου κράτους μετά τη διπλή εισβολή στην Κύπρο του 1974. Οι εκάστοτε τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον κουρδικών στόχων στα τουρκο-ιρακινά σύνορα δεν είναι συγκρίσιμες με τον «Κλάδο Ελαίας» λόγω του περιορισμένου γεωγραφικά και βραχύβιου χαρακτήρα τους.
Η απόφαση για την ανάληψη αυτής της επιχείρησης σηματοδοτεί, με τον πλέον επίσημο και ρεαλιστικό τρόπο, την -από καιρού- διατάραξη της ΝΑΤΟϊκής εμπιστοσύνης της Άγκυρας και τη σταδιακή απομάκρυνσή της από το συμμαχικό άρμα παρά το ότι τόσο η Άγκυρα, όσο και η Ουάσιγκτον, αποφεύγουν την άμεση διπλωματική ρήξη, προβαίνοντας στην τακτική της κωλυσιεργείας του ενός βήματος μπροστά και δύο πίσω στις τουρκονατοϊκές σχέσεις. Η διατάραξη αυτή οφείλεται στην αμερικανο-ισραηλινή πολιτική στήριξη των Κούρδων στην περιοχή, πολιτική η οποία απειλεί αντικειμενικά την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας μεσοπρόθεσμα.
Στο πλαίσιο του συριακού εμφυλίου. ο «Κλάδος Ελαίας» παράλληλα σηματοδοτεί την απομάκρυνση της Τουρκίας όχι μόνο από τον πυρήνα του ΝΑΤΟ, στον οποίο μέχρι σήμερα βρισκόταν, αλλά και την μετάβασή της από το αμερικανο-ισραηλινο-σουνιτικό στρατόπεδο της Μέσης Ανατολής στο ρωσο-σιϊτικό, χωρίς ακόμη να έχει αποκατασταθεί η σχέση του Ερντογάν με τον Άσαντ. Η τελευταία εξέλιξη, όσο οξύμωρη και αν φαίνεται σε σχέση με την φιλορωσο-σϊτική συνεργασία της Τουρκίας, δεν αναμένεται να γίνει άμεσα, καθώς η Άγκυρα έχει πολλαπλή ατζέντα στο Συριακό: αφενός συνεργάζεται, επί του παρόντος, με τον ρωσο-σιϊτικό άξονα αφετέρου, ως σουνιτική χώρα, επιθυμεί να τοκίσει στο σουνιτικό πληθυσμό της Συρίας. Σε αυτή την φιλοσουνιτική στάση της Άγκυρας κρύβεται και η γεωπολιτική υστεροβουλία της στο Αφρίν.
Η επίθεση της Τουρκίας στο Αφρίν δεν είναι τυχαία και, ασφαλώς, δεν περιορίζεται από άποψη αιτίων στην επίσημη τουρκική ρητορική περί αμυντικού πολέμου έναντι των Κούρδων αυτονομιστών του Ιράκ και της Συρίας σε σχέση με το PKK. Το κουρδικό είναι το πρώτο αίτιο και αφορμή για την άμεση γεωπολιτική εμπλοκή της Τουρκίας στη βόρεια Συρία. Το δεύτερο και εξίσου κύριο αίτιο της τουρκικής εισβολής στην Αφρίν είναι ο σταθερός στόχος της Τουρκίας να ιδρύσει σουνιτικό κράτος στα βόρεια της Συρίας με ή χωρίς το Χαλέπι. Πρόκειται για την κεκαλυμμένη προσπάθεια της Άγκυρας να ενοποιήσει τις περιοχές του Αφρίν με τα σουνοκρατούμενα εδάφη της Ιντλίμπ και της Ευφρατηνής στην δυτική όχθη του Ευφράτη και δώθε, συριακά εδάφη με αραβο-σουνιτικό πληθυσμό ελεγχόμενα από Κούρδους σήμερα. Σε αυτό το πλαίσιο, η Τουρκία καλεί τους Κούρδους να εγκαταλείψουν την Μάνμπιτζ και να αποσυρθούν ανατολικά του Ευφράτη όπου και παρουσιάζουν μεγαλύτερη κουρδική πληθυσμιακή συνοχή.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι στη Συρία υπάρχει κενό ισχύος εκατέρωθεν (Ρωσίας-ΗΠΑ/Ισραήλ και Κούρδων-σουνιτών-σιϊτών) που δεν επιτρέπει στον Άσαντ να ενοποιήσει την επικράτειά του, ενώ οι αντάρτες έχουν περάσει πλέον σε ρόλο κομπάρσου. Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη αυτό το κενό, αποβλέπει στον έλεγχο των ανωτέρω εδαφών, για να εξαλείψει τον κουρδικό κίνδυνο γι’ αυτήν και να τα χρησιμοποιήσει διαπραγματευτικά για το μέλλον της Συρίας. Με αυτόν τον τρόπο, αυξάνει την τουρκική επιρροή στη βόρεια Συρία τη στιγμή που οι ΗΠΑ και το Ισραήλ επενδύουν περισσότερο σε ανθρώπινο δυναμικό και βάσεις στα κουρδικά εδάφη. Ο «Κλάδος Ελαίας» έχει την έγκριση της Ρωσίας, διότι η Μόσχα βλέπει την τουρκική πρωτοβουλία ως πρώτης τάξεως ευκαιρία να σφυρηλατήσει τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις σε βάρος των ΗΠΑ και να διεισδύσει, γεωπολιτικά, στο Κουρδικό, χωρίς ωστόσο να απομακρύνεται από την πάγια ρωσο-σιϊτική συμμαχία στη Μέση Ανατολή. Στην σκακιέρα του Συριακού οι κινήσεις είναι ακόμη πολλές και το τακτικό πλεονέκτημα ανήκει, επί του παρόντος, στην επιτυχώς σχοινοβατούσα Μόσχα.