Οι Ευρωπαίοι μπορεί να περιμένουν την έλευση του Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των ΗΠΑ… για να δουν εάν και κατά πόσο θα μπορούσαν οι ίδιοι (στη Σύνοδο Κορυφής του ερχόμενου Μαρτίου) να επιβάλλουν κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Ωστόσο δεν ισχύει το ίδιο και για τους Αμερικανούς.

Περίπου 17 μήνες αφότου οι ρωσικοί S-400 άρχισαν να προσγειώνονται στην Τουρκία (τον Ιούλιο του 2019), η Ουάσιγκτον θα προχωρούσε τελικώς (στις 14 Δεκεμβρίου) στην επιβολή κυρώσεων κατά της Άγκυρας βάζοντας στο στόχαστρο την τουρκική αμυντική βιομηχανία (SSB).

Αν και ΝΑΤΟική, η Τουρκία έγινε έτσι η πρώτη χώρα της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας που στοχοποιείται ως «εχθρός της Αμερικής» στο πλαίσιο του Νόμου για την Αντιμετώπιση των Εχθρών της Αμερικής μέσω Κυρώσεων (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act – CAATSA) του 2017.

Τα υπουργεία Οικονομικών και Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών αποφάσισαν να επιβάλουν οικονομικούς-ταξιδιωτικούς περιορισμούς (full blocking sanctions and visa restrictions) σε τέσσερα κορυφαία στελέχη της τουρκικής Διεύθυνσης Αμυντικής Βιομηχανίας (SSB). Συγκεκριμένα στον πρόεδρο Ισμαήλ Ντεμίρ, στον αντιπρόεδρο Φαρούκ Γιγκίτ, και στους διευθύνοντες Σερχάτ Γκεντζόγλου και Μουσταφά Αλπέρ Ντενίζ.

Οι αμερικανικές κυρώσεις ωστόσο, προς μεγάλη απογοήτευση της Άγκυρας, δεν θα περιορίζονταν μόνο σε… προσωπικό επίπεδο (όπως οι κυρώσεις των Ευρωπαίων κατά στελεχών της TPAO) αλλά θα έβαζαν στο στόχαστρο και την ίδια την SSB. Ως εκ τούτου και με βάση όσα ανακοινώθηκαν στις 14 Δεκεμβρίου, η  Διεύθυνση Αμυντικής Βιομηχανίας της Τουρκίας πλέον χάνει την πρόσβαση που είχε σε χρηματοδότηση από τις ΗΠΑ (πέραν των 10 εκατ. δολ. σε δάνεια ανά 12μηνο) αλλά και από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (the United States oppose loans benefitting SSB by international financial institutions). Παράλληλα, χάνει και την πρόσβαση που είχε σε «συγκεκριμένα» («specific») αμερικανικά «προϊόντα» και σε «συγκεκριμένες» αμερικανικές «τεχνολογίες» που εισήγαγε από τις ΗΠΑ.

«Παρά τις προειδοποιήσεις μας, η Τουρκία προχώρησε με την αγορά και τη δοκιμή του συστήματος των S-400 από τη Ρωσία. Οι σημερινές κυρώσεις αποδεικνύουν ότι οι ΗΠΑ θα εφαρμόσουν πλήρως τον νόμο Αντιμετώπισης των Εχθρών της Αμερικής μέσω Κυρώσεων», υπογράμμισε σε ανάρτησή του ο απερχόμενος Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο.

Στο άκουσμα της είδησης, οι αντιδράσεις υπήρξαν ανάμεικτες. Άλλοι έσπευσαν να αποκηρύξουν τις κυρώσεις ως «προσχηματικές» ή απλώς «συμβολικές». Ενώ άλλοι, αντιθέτως, μίλησαν για «βαρύ πλήγμα στην τουρκική αμυντική βιομηχανία». Παράλληλα, θα κυκλοφορούσε και η άποψη ότι ο πραγματικός στόχος των ΗΠΑ δεν είναι η Τουρκία αλλά η Ρωσία.

Σε κάθε περίπτωση, όλοι εμφανίζονται να συμφωνούν ότι οι συγκεκριμένες κυρώσεις έρχονται να εγκαινιάσουν μια νέα περίοδο «συναλλακτικότητας» («transactionalism») στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις μόλις λίγες εβδομάδες πριν από την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν ως 46ου προέδρου των ΗΠΑ, με την υποσημείωση ωστόσο ότι ο στόχος δεν είναι να διαρραγούν οι αμερικανοτουρκικοί δεσμοί αλλά, αντιθέτως, να επιστρέψουν σε τροχιά σύγκλισης.

Ενδεικτική ως προς αυτό και η σχετική δήλωση του Μάικ Πομπέο: «Η Τουρκία είναι πολύτιμος σύμμαχος για τις ΗΠΑ και θέλουμε να συνεχίσουμε την εδώ και δεκαετίες παραγωγική συνεργασία μας στον τομέα της άμυνας, αφαιρώντας το εμπόδιο των S-400 όσο το δυνατόν συντομότερα».

Η Μόσχα από την πλευρά της αντέδρασε, με τον υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ να καταγγέλλει τις «αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας» ως «παράνομες» και «αλαζονικές». Η Άγκυρα επίσης αντέδρασε, μιλώντας για «μονομερείς κυρώσεις» που «στερούνται λογικής». Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, προειδοποίησε ότι «η Τουρκία, θα λάβει τα απαραίτητα μέτρα εναντίον αυτής της απόφασης, που αναπόφευκτα θα έχει αρνητικές συνέπειες στις (σ.σ. αμερικανοτουρκικές σχέσεις) σχέσεις».

Τουρκικές πηγές υποστηρίζουν ότι η Άγκυρα θα μπορούσε, σε αντίποινα, να «εκδιώξει» τους Αμερικανούς από την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ ή να προσδεθεί ακόμη πιο στενά στο άρμα της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας… Ο δρόμος μπροστά θα είναι, σε κάθε περίπτωση, μακρύς και δύσβατος.

Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών πάντως από την πλευρά του, έκρινε σκόπιμο ότι έπρεπε να εκδώσει και εκείνο σχετική ανακοίνωση, εκφράζοντας την «ικανοποίησή» του για την επιβολή αμερικανικών κυρώσεων κατά της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας.