Στη φωτογραφία: Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Ουάνγκ Γι με τον Ουκρανό ομόλογό του Ν. Κουλέμπα στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου τον περασμένο Φεβρουάριο. 

Κοιτώντας το χάρτη από τη Σιγκαπούρη, το Κίεβο μοιάζει σαν να βρίσκεται στην άλλη άκρη της γης. Κι όμως, παρά τη γεωγραφική απόσταση, το Ουκρανικό ήταν το κυρίαρχο θέμα φέτος στη Διάσκεψη Ασφαλείας «Διάλογος της Σάνγκρι-Λα» που έλαβε χώρα στη Σιγκαπούρη το διάστημα μεταξύ 2 και 4 Ιουνίου. Ο λόγος για «την κορυφαία αμυντική Σύνοδο της Ασίας» και «το μεγαλύτερο ασιατικό φόρουμ για την ασφάλεια», στο οποίο φέτος συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, οι υπουργοί Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Όστιν, της Κίνας, Λι Σανγκφού, της Ουκρανίας, του Καναδά, της Αυστραλίας κ.ά.

Η πρωτοβουλία του υπουργού Άμυνας της Ινδονησίας, Πραμπόβο Σουμπιάντο, να παρουσιάσει από το βήμα της εν λόγω διάσκεψης στις 3 Ιουνίου ένα δικό του ειρηνευτικό σχέδιο για την Ουκρανία, προκάλεσε εντυπώσεις, αλλά και αντιδράσεις.

Ο Κινέζος υπουργός Εθνικής Άμυνας Λι Σανγκφού, εκφωνώντας ομιλία στη διάσκεψη ασφαλείας «Διάλογος της Σάνγκρι-Λα», στη Σιγκαπούρη, στις αρχές Ιουνίου.

Σύμφωνα με την πρόταση του Ινδονήσιου υπουργού, ο οποίος λέγεται ότι έχει βλέψεις να γίνει και πρόεδρος της χώρας του τον επόμενο χρόνο, οι αντιμαχόμενες πλευρές θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε κατάπαυση του πυρός και, εν συνεχεία, αμφότερες να κάνουν πίσω κατά περίπου 15 χιλιόμετρα από τις σημερινές τους θέσεις. Μεταξύ τους θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, την επιτήρηση της οποίας θα αναλάβουν ειρηνευτικές δυνάμεις του ΟΗΕ, προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για την -υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών- διεξαγωγή δημοψηφισμάτων στις διαφιλονικούμενες περιοχές της Ουκρανίας.

Στο άκουσμα της ινδονησιακής πρότασης, οι Ουκρανοί, από την πλευρά τους, δεν ενθουσιάστηκαν. Αντιθέτως, βγήκαν στην «αντεπίθεση», αφήνοντας να εννοηθεί ότι πίσω από αυτό το σχέδιο μπορεί να βρίσκεται ακόμη και ρωσικός δάκτυλος. «Αυτό μοιάζει με ρωσικό σχέδιο, όχι με ινδονησιακό σχέδιο» δήλωσε ο υπουργός Άμυνας της Ουκρανίας Ολέξιι Ρεζνίκοφ, ενώ επικριτικά δημοσιεύματα που ακολούθησαν θα υπενθύμιζαν και τους στενούς δεσμούς που είχαν οι ινδονησιακές ένοπλες δυνάμεις, επί σειρά ετών, με τη ρωσική Rosoboronexport.

Η πρωτοβουλία του υπουργού Άμυνας της Ινδονησίας, Πρ. Σουμπιάντο, να παρουσιάσει, κατά το «Διάλογο της Σάνγκρι-Λα», ένα δικό του ειρηνευτικό σχέδιο για την Ουκρανία προκάλεσε εντυπώσεις, αλλά και αντιδράσεις.

Ωστόσο, πέρα από την όποια μεμονωμένη ειρηνευτική πρωτοβουλία, ο πόλεμος στην Ουκρανία όλοι συμφωνούν ότι «αγγίζει», εκτός όλων των άλλων, και την περιοχή της Ασίας. «Ο πόλεμος στην Ουκρανία ταράζει περαιτέρω τα ήδη ταραγμένα νερά της Ασίας», γράφει ο Ισάν Θαρούρ στην Washington Post, εκφράζοντας μια άποψη την οποία, προφανώς, συμμερίζονται και οι ουκ ολίγοι αξιωματούχοι που ενεπλάκησαν σε συζητήσεις για την Ουκρανία στο πλαίσιο της φετινής Διάσκεψης Ασφαλείας «Διάλογος της Σάνγκρι-Λα» στη Σιγκαπούρη.

Σύμφωνα με τους ανταποκριτές του Breaking Defense, το Ουκρανικό συζητήθηκε φέτος μεταξύ όσων συμμετείχαν στη διάσκεψη της Σιγκαπούρης υπό τρία πρίσματα σε ό,τι έχει να κάνει με την Ασία.

Όταν αποτυγχάνει η αποτροπή…

Η πρώτη διάσταση είναι εκείνη της αποτροπής που απέτυχε, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει στρατιωτική εισβολή και πόλεμος. Κάπως «έτσι μοιάζει η αποτυχημένη αποτροπή» (“failed deterrence”), σχολιάζει ο Αμερικανός απόστρατος στρατηγός και πρώην διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ευρώπη, Μπεν Χότζες, με το βλέμμα στραμμένο στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Σύμφωνα με τον Χότζες, η υποτιθέμενα «αδιανόητη», μέχρι πρότινος, πιθανότητα ενός μεγάλου πολέμου, στον οποίο τουλάχιστον ένας από τους πρωταγωνιστές θα είναι πυρηνική δύναμη, αποτελεί πια «τρομακτική πραγματικότητα». Mε ό,τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό, ως προηγούμενο, για την περιοχή της Ασίας στην οποία υπάρχουν διαφιλονικούμενα σύνορα, αλλά και πυρηνικές δυνάμεις.

O στρατηγός ε.α. και πρώην διοικητής των δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ευρώπη, Μπεν Χότζες, επισημαίνει ότι η υποτιθέμενα «αδιανόητη», μέχρι πρότινος, πιθανότητα ενός μεγάλου πολέμου, στον οποίο τουλάχιστον ένας από τους πρωταγωνιστές θα είναι πυρηνική δύναμη, αποτελεί πια «τρομακτική πραγματικότητα».

Το δεύτερο πρίσμα έχει να κάνει, συγκεκριμένα, με το ασιατικό περιβάλλον ασφαλείας, στο οποίο όμως δεν υπάρχει κάποια συμμαχία ανάλογη του ΝΑΤΟ, ούτε κάποια συμφωνία ανάλογη του νατοϊκού Άρθρου 5 περί συλλογικής αυτοάμυνας και υπεράσπισης της όποιας συμμάχου χώρας στην περίπτωση που εκείνη δεχθεί επίθεση. Ο Ινδο-Ειρηνικός καθορίζεται, σε μεγάλο βαθμό, από διμερείς ή τριμερείς συμφωνίες, ενώ και ο Σύνδεσμος των Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας «ASEAN», στον οποίο συμμετέχουν ορισμένες από τις μικρότερες χώρες της περιοχής (Φιλιππίνες, Καμπότζη, Μιανμάρ, Λάος, Μαλαισία, Ινδονησία, Ταϊλάνδη, Σιγκαπούρη, Βιετνάμ, Μπρουνέι), είναι επί της ουσίας ένας καθαρά πολιτικός οργανισμός, χωρίς Άρθρο 5. Υπό αυτό το πρίσμα και με φόντο πια τον πόλεμο στην Ουκρανία, αποκτούν όμως ενδιαφέρον και οι τελευταίες κινήσεις της Ιαπωνίας, η οποία ήρθε πιο κοντά στο ΝΑΤΟ, «εγκαινιάζοντας» Γραφείο Συνδέσμου της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στο Τόκιο.

Το τρίτο πρίσμα είναι εκείνο των ρωσο-ασιατικών δεσμών, όπως εκείνοι αναδιαμορφώνονται στην σκιά πια του πολέμου στην Ουκρανία. Οι εμπορικές συναλλαγές της Ρωσίας με την Ινδία αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 300% μετά τις 24 Φεβρουαρίου του 2022. Η εντυπωσιακότερη άνοδος σημειώθηκε, ωστόσο, στο μέτωπο των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου από την Ινδία, οι οποίες δεκαπλασιάστηκαν μέσα στο ίδιο διάστημα σε σχέση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του 2021. Το ρωσικό πετρέλαιο, από εκεί που άλλοτε αντιστοιχούσε στο μόλις 2% των ινδικών πετρελαϊκών εισαγωγών, πλέον έχει ξεπεράσει το 20%.

Αλλά και στο μέτωπο των σινορωσικών σχέσεων, υπάρχουν καταγγελίες που θέλουν τους Κινέζους να στέλνουν, παρά τις σχετικές διαψεύσεις, στρατιωτικά εξαρτήματα στη Ρωσία καθώς και στο Ιράν το οποίο επίσης κατηγορείται ότι έχει στείλει, μέσω της Κασπίας όπως λέγεται, drones για την ενίσχυση των ρωσικών δυνάμεων που μάχονται στην Ουκρανία. Σημειώνεται, δε, ότι ρωσική ενέργεια σε τιμές ευκαιρίας αγοράζουν πια, πέρα από την Ινδία, και χώρες είναι η Κίνα είναι και το Πακιστάν, μεταξύ άλλων.

Το ρωσικό πετρέλαιο, από εκεί που άλλοτε αντιστοιχούσε στο μόλις 2% των ινδικών πετρελαϊκών εισαγωγών, πλέον έχει ξεπεράσει το 20%.

Μεγαλύτερος ο αντίκτυπος για την Ασία

«Ένας πόλεμος κάπου μακριά στην Ευρώπη; Ο αντίκτυπος του πολέμου της Ουκρανίας στην Ασία είναι πολύ μεγαλύτερος από όσο νομίζετε», σημειώνουν, από την πλευρά τους, οι αναλυτές της προσανατολισμένης στις ασιατικές εξελίξεις ομάδας (Asia Strategic Foresight Group) του γερμανικού ιδρύματος Friedrich Ebert (Friedrich-Ebert-Stiftung / FES).

Ο Γερμανός αναλυτής Μαρκ Ζάξερ του FES υπογραμμίζει μια σειρά από στοιχεία αναφορικά με τις επιπτώσεις που έχει ή μπορεί να έχει η ουκρανική κρίση στην Ασία: πρώτον, την άνοδο στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων (λόγω των προβλημάτων στις εξαγωγές ουκρανικών σιτηρών, ρωσικών λιπασμάτων, ουκρανικού ηλιελαίου κ.ά.). Δεύτερον, τις υφεσιακές τάσεις στην Ευρώπη λόγω του πολέμου, οι οποίες όμως επηρεάζουν αρνητικά και τους Ασιάτες εξαγωγείς που κινδυνεύουν να δουν τις εξαγωγές τους προς τη Γηραιά Ήπειρο να μειώνονται λόγω μειωμένης ζήτησης. Τρίτον, την εκ νέου ανάδυση ψυχροπολεμικού τύπου διαχωριστικών γραμμών στην Ευρώπη, οι οποίες όμως κλονίζουν και παρεμποδίζουν τους νέους κινεζικούς Δρόμους του Μεταξιού. Τέταρτον, την επαναχάραξη των παγκόσμιων γραμμών εφοδιασμού. Πέμπτον, τις πιέσεις που ασκούνται στις χώρες της Ασίας, προκειμένου να πάρουν ξεκάθαρη θέση στο «δίπολο» Ουκρανίας/Ρωσίας ή Αμερικής/Κίνας. Και, έκτο, τα επιχειρησιακά, διπλωματικά και πολιτικά διδάγματα που θα μπορούσαν να αντλήσουν Κίνα και Ταϊβάν από την κρίση στην Ουκρανία.

Προβληματισμός για τις ρωσικές επιδόσεις

Αναφερόμενος, ειδικότερα, στις σχέσεις των ασιατικών κρατών με τη Ρωσία, ο Ντόμινικ Φόλντερ σημειώνει, μέσα από μακροσκελές άρθρο στο Nikkei Asia, ότι υπάρχουν χώρες, όπως είναι, για παράδειγμα, η Μιανμάρ που διατηρούν στενούς δεσμούς με τη Μόσχα, καθώς και άλλες, όπως η Ταϊλάνδη στις οποίες δρουν ισχυρά ρωσικά λόμπι.

Ωστόσο, ο Φόλντερ σημειώνει και κάτι άλλο: ότι η κατώτερη των προσδοκιών απόδοση των ρωσικών δυνάμεων και των ρωσικών οπλικών συστημάτων στο μέτωπο της Ουκρανίας έχει δημιουργήσει αμφιβολίες στην Ασία αναφορικά με την αξιοπιστία και το αξιόμαχο των ρωσικών εξοπλισμών. «Η ποιότητα της ρωσικής τεχνολογίας, που θεωρείτο προηγουμένως άφταστη, αμφισβητείται ολοένα περισσότερο», σημειώνει σε σχετική έκθεσή της η δεξαμενή σκέψης Vivekananda International Foundation, ένα από τα σημαντικότερα think-tanks της Ινδίας, καλώντας μάλιστα το Νέο Δελχί να προσεγγίσει με «ευελιξία» τον ανταγωνισμό μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας.

«Υπάρχουν σημαντικά μαθήματα για την άμυνα που μπορούν να αντλήσουν νησιωτικές οικονομίες, όπως είναι εκείνες της Ιαπωνίας και της Ταϊβάν, από τις ρωσικές επιθέσεις κατά ενεργειακών υποδομών (σ.σ. της Ουκρανίας) συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών σταθμών», σημειώνει από την πλευρά του ο Τομ Ο’ Σάλιβαν, ιδρυτής της εταιρείας παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών Mathyos Advisory με έδρα το Τόκιο.

Έπειτα από 16 μήνες πολέμου ωστόσο, τα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά, ρίχνοντας βαριά τη σκιά τους όχι μόνο πάνω από την Ευρώπη αλλά και προς την πλευρά της Ασίας. Πώς μπορεί να τελειώσει αυτός ο πόλεμος; Πότε; Και ποιος θα μπορούσε να συμβάλει στην εκτόνωση της κρίσης σε ρόλο ειρηνοποιού;

Για πολλές δυνάμεις εκτός Δύσης, στις περιοχές του καλουμένου Παγκοσμίου Νότου (Global South), ο πόλεμος στην Ουκρανία λειτουργεί παράλληλα και ως «διπλωματικός περισπασμός που αποσπά την προσοχή από άλλα πιεστικά παγκόσμια ζητήματα», όπως σημειώνει ο Ντόμινικ Φόλντερ στην ανάλυσή του για το Nikkei Asia τα κεντρικά γραφεία του οποίου βρίσκονται στο Τόκιο.

Ο Μαρκ Ζάξερ, αναλυτής του Friedrich Ebert Stiftung, υπογραμμίζει τις επιπτώσεις που έχει ή μπορεί να έχει η ουκρανική κρίση στην Ασία, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, την άνοδο στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, τις υφεσιακές τάσεις στην Ευρώπη λόγω του πολέμου (οι οποίες όμως επηρεάζουν αρνητικά και τους Ασιάτες εξαγωγείς), καθώς και την επαναχάραξη των παγκόσμιων γραμμών εφοδιασμού.

Από τον Πόλεμο της Κορέας στην Ουκρανία

Ανεξάρτητα από την τελική έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία, είτε αυτός λήξει με νίκη των Ρώσων, είτε με νίκη των Ουκρανών, είτε με «ισοπαλία», «ο Ινδο-Ειρηνικός μπορεί να είναι το νέο μέτωπο όπου οι απολυταρχίες θα δοκιμάσουν τα όριά τους», σχολιάζει από την πλευρά του ο Μάικλ Γουέσλι, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης (University of Melbourne). Όπως ο Πόλεμος της Κορέας (1950-1953) είχε επηρεάσει την Ευρώπη, ενισχύοντας και εμβαθύνοντας τις δεσμεύσεις του ΝΑΤΟ από τη μια πλευρά και του Συμφώνου της Βαρσοβίας από την άλλη, έτσι και ο πόλεμος της Ουκρανίας έρχεται τώρα, ακολουθώντας αντίστροφη πορεία, να επηρεάσει την Ασία. Αυτό είναι ένα από τα σημεία στα οποία εστιάζει ο Μάικλ Γουέσλι στην ανάλυσή του, θέτοντας παράλληλα τέσσερα βασικά ερωτήματα με απολήξεις στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. «Γιατί ξέσπασε αυτός ο πόλεμος; Πώς διεξάγεται στην πράξη (με ποια στρατιωτικά μέσα και ποιες τακτικές); Τι σημαίνει για την παγκόσμια τάξη πραγμάτων; Και πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις θα τελειώσει»; Γύρω από αυτά τα τέσσερα ερωτήματα περιστρέφονται, πια, κατά βάση, οι προβληματισμοί των αναλυτών όχι μόνο στη Δύση, αλλά και στην Ασία.

Οριστικές απαντήσεις, βέβαια, ακόμη δεν έχουν δοθεί, καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται. Υπάρχουν ωστόσο συμπεράσματα που έχουν συναχθεί από τις μέχρι τώρα εξελίξεις. Η μεγαλύτερη από τις δύο δυνάμεις, εν προκειμένω η Ρωσία, δεν έκανε περίπατο στα πεδία των μαχών. Αντιθέτως, έπειτα από 16 μήνες πολέμου και έχοντας ήδη υποστεί διόλου ευκαταφρόνητες απώλειες σε όλα τα μέτωπα, δίνει μάχες προκειμένου να μην χάσει και άλλα από τα κερδισμένα εδάφη των περασμένων μηνών. Εάν όμως οι Ρώσοι τα έχουν βρει δύσκολα στην Ουκρανία, γιατί να μην δυσκολευτούν και οι Κινέζοι στην περίπτωση που εισβάλουν στην Ταϊβάν, με την οποία τους χωρίζει άλλωστε και ένα -διόλου ευκαταφρόνητο σε πλάτος- στενό θάλασσας;

Κινήσεις από το Πεκίνο

Το Πεκίνο επιχειρεί πάντως ήδη να ενισχυθεί στη διεθνή σκηνή, στα μάτια των χωρών του επονομαζόμενου Παγκοσμίου Νότου αλλά και των Ευρωπαίων, παρουσιάζοντας ένα προφίλ διαφορετικό από εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών. Εάν οι Αμερικανοί στηρίζουν με συνεχείς παραδόσεις οπλικών συστημάτων τους Ουκρανούς, «παρατείνοντας» έτσι τον πόλεμο, όπως καταγγέλλουν οι επικριτές της Ουάσιγκτον, οι Κινέζοι στον αντίποδα αρνούνται ότι έχουν στηρίξει στρατιωτικά τη Ρωσία. Προωθούν πλέον ένα δικό τους, υπερβολικά θεωρητικό σύμφωνα με τους επικριτές του Πεκίνου, ειρηνευτικό σχέδιο 12 σημείων «για την πολιτική διευθέτηση της ουκρανικής κρίσης». Μάλιστα το εν λόγω ειρηνευτικό σχέδιο δεν είναι το μοναδικό που προωθείται από κινεζικής πλευράς. Το τελευταίο διάστημα το Πεκίνο προωθεί και μια σειρά από άλλες πρωτοβουλίες (Global Security Initiative, Global Development Initiative, Global Civilization Initiative κ.ά.) σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τη διπλωματική του επιρροή στη διεθνή σκηνή, σε συνδυασμό παράλληλα και με τις διαμεσολαβητικές προσπάθειες στη Μέση Ανατολή (μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας για παράδειγμα). Την ώρα, λοιπόν, που οι Αμερικανοί «απορροφούνται» από τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι Κινέζοι διευρύνουν τη ματιά τους, διεκδικώντας ερείσματα επιρροής σε άλλα, «παραμελημένα» από τη Δύση, μέρη της υφηλίου. Εάν θα τους βγει ή όχι, μένει να φανεί, σε συνάρτηση βέβαια και με τις εξελίξεις πίσω στην ίδια την Ουκρανία.

Όπως ο Πόλεμος της Κορέας (1950-1953) είχε επηρεάσει την Ευρώπη, ενισχύοντας και εμβαθύνοντας τις δεσμεύσεις του ΝΑΤΟ από τη μια πλευρά και του Συμφώνου της Βαρσοβίας από την άλλη, έτσι και ο πόλεμος της Ουκρανίας έρχεται τώρα, ακολουθώντας αντίστροφη πορεία, να επηρεάσει την Ασία. Στις φωτογραφίες, το Μνημείο των Αμερικανών Βετεράνων της Κορέας στην Ουάσιγκτον των ΗΠΑ και Έλληνες αξιωματικοί στο μέτωπο.

Το ντόμινο των πυρηνικών

Ωστόσο, με φόντο πια τη ρωσική εισβολή, έχουν αρχίσει να αποδυναμώνονται και οι συμφωνίες περί πυρηνικού αφοπλισμού και περιορισμού/μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων, με ό,τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό για τις τάσεις ευρύτερα στη διεθνή σκηνή.

Με την επιλογή της να εισβάλει στρατιωτικά στην Ουκρανία, η Μόσχα τίναξε στον αέρα το Μνημόνιο της Βουδαπέστης του 1994. Υπενθυμίζεται ότι η Ουκρανία είχε, βάσει εκείνου του μνημονίου και έπειτα από αμερικανικές πιέσεις, συμφωνήσει να παραδώσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο με αντάλλαγμα τη διαβεβαίωση ότι η Μόσχα θα σέβεται στο εξής την ουκρανική εδαφική ακεραιότητα. Η Ουκρανία ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη παγκοσμίως πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Πλέον, τριάντα χρόνια μετά, η Ρωσία έχει πυρηνικά όπλα και η Ουκρανία όχι. Η Μόσχα έχει όμως, στο μεταξύ, κατ’ επανάληψη επιχειρήσει να ακυρώσει στην πράξη την ουκρανική εδαφική ακεραιότητα, ήδη από το 2014 (βλ. Κριμαία) και ξανά από το 2022 και έπειτα. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο εξελίξεων, πολλοί πια διερωτώνται μήπως η Ουκρανία δεν έπρεπε να είχε παραδώσει τα πυρηνικά που είχε στην κατοχή της. Αυτά τα πυρηνικά θα είχαν αποτρεπτική ισχύ, αποθαρρύνοντας πιθανούς εισβολείς, λένε. «Αισθάνομαι ότι έχω κι εγώ ένα προσωπικό μερίδιο ευθύνης, επειδή τους έπεισα (σ.σ. την Ουκρανία) να συμφωνήσουν να εγκαταλείψουν τα πυρηνικά τους όπλα», δήλωνε τον περασμένο Απρίλιο στο πλαίσιο συνέντευξης που παραχώρησε στο δίκτυο RTE ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον. Εξέφρασε, μάλιστα, την άποψη ότι η Μόσχα δεν θα είχε κάνει όσα έκανε, εάν η Ουκρανία ακόμη είχε πυρηνικά όπλα.

Ο Μάικλ Γουέσλι του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης έρχεται να διευρύνει γεωγραφικά αυτόν τον προβληματισμό, στρέφοντας το βλέμμα του στην περιοχή της Ασίας. Υποστηρίζει ότι η «πυρηνική» Βόρεια Κορέα και το «πυρηνικό» Πακιστάν δεν έχουν κληθεί να αντιμετωπίσουν εισβολές, σε αντίθεση με άλλες χώρες όπως είναι για παράδειγμα το Ιράκ, η Λιβύη και η Ουκρανία. «Επιλογές σχετικές με την απόκτηση πυρηνικών όπλων πρέπει τώρα να απασχολούν τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους αναλυτές, ιδιαίτερα στην Ασία», σημειώνει ο Γουέσλι. Για του λόγου αληθές, αρκεί μια ματιά στις ειδήσεις που μας έρχονται από τη Νότια Κορέα, η ηγεσία της οποίας παρουσιάζεται πλέον να εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο απόκτησης πυρηνικών.