Στη φωτογραφία ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ.

Αθώο επικοινωνιακό φάουλ λόγω υπερβάλλοντος ζήλου, παρανόηση λόγω κεκτημένης ταχύτητας ή μήπως κίνηση συγκεκαλλυμένου εξαναγκασμού, από εκείνες τις διόλου αθώες που εντάσσονται υπό την ομπρέλα της καλούμενης… εξαναγκαστικής διπλωματίας;

Με δεδομένο ότι τα αθώα φάουλ σε τόσο υψηλό επίπεδο δεν συνηθίζονται, η κίνηση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, να σπεύσει με δημόσια δήλωσή του, αναρτημένη στην επίσημη ιστοσελίδα της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, να προαναγγείλει το απόγευμα της Πέμπτης την από κοινού συμμετοχή Ελλάδας και Τουρκίας σε τεχνικές συνομιλίες με σκοπό τη διαμόρφωση των μηχανισμών εκείνων που θα μπορούσαν να συμβάλουν στον περιορισμό του κινδύνου πρόκλησης επεισοδίων ή ατυχημάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, προκαλεί προβληματισμό.

Η συμφωνία που δεν υπήρξε και οι ηγέτες… στρατιωτικοί.

Προβληματισμό εύλογο διότι στην ανακοίνωσή του της 3ης Σεπτεμβρίου, ο κύριος Στόλτενμπεργκ υποστηρίζει μεν πως είχε συνομιλίες με τους ηγέτες Ελλάδας και Τουρκίας («Greek and Turkish leaders» στο επίσημο κείμενο), ενώ στην πραγματικότητα είχε συνομιλίες με τους στρατιωτικούς αντιπροσώπους της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, στους οποίους και παρέδωσε ένα έγγραφο με προτάσεις – κυρίως τεχνικού χαρακτήρα, όχι ουσίας – για την αποκλιμάκωση της έντασης στην περιοχή. Ένα έγγραφο το οποίο οι δύο πλευρές φέρονται να παρέλαβαν με την προοπτική να μελετήσουν προτού επανέλθουν εντός ημερών με δικά τους σχόλια, παρατηρήσεις και ενδεχόμενες αντιπροτάσεις.

Ο γενικός γραμματέας της Συμμαχίας θα υποστήριζε μάλιστα – το απόγευμα της Πέμπτης – ότι έχει επιτευχθεί και «συμφωνία» («the two Allies have agreed» στο επίσημο κείμενο) για την έναρξη των εν λόγω τεχνικών συνομιλίων, με την ελληνική πλευρά όμως να σπεύδει να διαψεύσει κατηγορηματικά κάθε τέτοια συμφωνία και την Άγκυρα από την άλλη (βλέπε δηλώσεις Μεβλούτ Τσαβούσογλου) να βρίσκει την ευκαιρία να κατηγορήσει τους Έλληνες ότι είχαν όντως συμφωνήσει αλλά… έκαναν πίσω.

Έως και το μεσημέρι της Παρασκευής, ο Γενς Στόλτενμπεργκ από την πλευρά του θα είχε προχωρήσει σε νέες διευκρινιστικές δηλώσεις, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχει προς το παρόν καμία συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών παρά μόνο συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στρατιωτικών…

Η σπουδή ωστόσο με την οποία ο πρώην πρωθυπουργός της Νορβηγίας έσπευσε να παρουσιάσει ως τετελεσμένο γεγονός – εγκεκριμένο μάλιστα από τους ιδίους τους ηγέτες Ελλάδας και Τουρκίας – μια διαδικασία που βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη, θα μπορούσε να ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως:

  • Ως προσπάθεια του ιδίου – ως γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ – να φανεί ότι έχει την… επίκαιρη δύναμη να παρέμβει στο «bras de fer» Ελλάδας-Τουρκίας κατά τρόπο όχι μόνο ουσιαστικό αλλά και αποτελεσματικό, καταρρίπτοντας έτσι και τις όποιες επικρίσεις περί «αδυναμίας» ή «υπαρξιακής σύγχυσης» της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.
  • Ως απόπειρα πειθαναγκασμού προκειμένου να πειστούν οι δύο πλευρές να κάνουν ακριβώς όσα ο ίδιος έσπευσε πρώτος να παρουσιάσει ως ήδη συμφωνηθέντα (σε μία λογική τύπου «και τώρα που ανακοινώθηκε, θα ήταν λάθος να το διαψεύσουμε»).
  • Ως απόπειρα πιθανής αποφυγής ενδεχόμενων διαρροών ή μετέπειτα «αποκαλύψεων» περί «μυστικής διπλωματίας» (σε μια λογική τύπου «το δημοσιεύω πρώτος εγώ, για να μην τυχόν μου το “χαλάσουν” έπειτα… άλλοι»).
  • Ως απλή παρανόηση εκ μέρους του ιδίου ή άλλων…

Όπως και να έχει, αυτό που κατάφερε με την κίνησή του ο Γενς Στόλτενμπεγκ ήταν αφενός να φέρει σε δύσκολη θέση την ελληνική ηγεσία και αφετέρου να «αβαντάρει» επικοινωνιακά την τουρκική πλευρά.

Η Άγκυρα, άλλωστε, άλλο που δεν θέλει… Το ιδανικό για την τουρκική ηγεσία θα ήταν στην παρούσα φάση να καταφέρει – με την ανοχή της διεθνούς κοινότητας – να υποκριθεί ότι μπαίνει σε έναν προσχηματικό διάλογο με την Ελλάδα επί όλων των τουρκικών διεκδικήσεων κι όχι μόνο για το θέμα της υφαλοκρηπίδας (σε έναν «διάλογο» δηλαδή που θα νομιμοποιεί τις τουρκικές διεκδικήσεις ως αντικείμενο διαπραγμάτευσης στα μάτια όλων, τόσο των άμεσα εμπλεκομένων όσο και της διεθνούς κοινότητας), διατηρώντας όμως παράλληλα όλα τα «πειρατικά» τουρκικά «όπλα» στο τραπέζι ως εκβιαστικά/διαπραγματευτικά χαρτιά, είτε πρόκειται για τα σεισμογραφικά και τα γεωτρύπανα, είτε για τις στρατιωτικές δυνάμεις, τα fake news και τις απειλές.
Πιστός στο «δόγμα» του πάλαι ποτέ γενικού γραμματέα της Συμμαχίας Ολλανδού Γιόζεφ Λουνς (δόγμα που θέλει το ΝΑΤΟ να τηρεί ίσες αποστάσεις και να απέχει από τις όποιες διμερείς διαφορές μεταξύ των «συμμάχων»), ο Γενς Στόλτενμπεγκ επιμένει να προσεγγίζει την ελληνοτουρκική γειτονιά… σαν μην τρέχει τίποτα, υποβαθμίζοντας ή ακόμη και παραβλέποντας πλήρως όχι μόνο το τουρκικό bullying έναντι των Ελλήνων αλλά και τις τουρκικές συμφωνίες με τη Ρωσία (S-400), τις τουρκικές αγριότητες στο μέτωπο της Συρίας κ.ά.

Άνισες οι… ίσες αποστάσεις

Η εν λόγω προσέγγιση ικανοποιεί, βέβαια, τους Τούρκους που μπορούν έτσι να εμφανίζονται πως απολαμβάνουν τη ΝΑΤΟική νομιμοποίηση στα μάτια της διεθνούς κοινότητας (χαρτί που έχουν προσπαθήσει να παίξουν και στο μέτωπο της Λιβύης), πλην όμως υπονομεύει τις ελληνικές θέσεις. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια θέση στην πραγματικότητα όχι ουδέτερη αλλά φιλοτουρκική και ενισχυτική όλων εκείνων των όρων που θέλει κατά τρόπο εκβιαστικό, απειλητικό και βίαιο να επιβάλλει η Άγκυρα στα ελληνοτουρκικά.
Οι όποιες ίσες αποστάσεις, όταν υπάρχουν θύτες και «θύματα», καταλήγουν στην πράξη να λειτουργούν υπέρ του θύτη, όπως άλλωστε και όλες εκείνες οι εκκλήσεις περί μη-εμπλοκής σε διμερείς διαφορές.

Όταν η πίεση μετακυλίεται στην Ελλάδα

Εκτός των ελληνικών συνόρων διακινούνται ωστόσο επί του παρόντος και διάφορα άλλα στρεβλά πλην όμως ύποπτα σενάρια: Η άποψη για παράδειγμα ότι η ελληνική ηγεσία δεν πάει σε διάλογο με την Τουρκία όχι επειδή έτσι θα ήταν σαν να αποδέχεται τις παράνομες διεκδικήσεις της άλλης πλευράς αλλά επειδή δεν θα μπορούσε να «σηκώσει» το πολιτικό κόστος που θα είχε μια τέτοια κίνηση στο εσωτερικό. Όπως και η άποψη ότι είναι η Ελλάδα εκείνη που θα πρέπει να κάνει πίσω… δίνοντας το περιθώριο στο καθεστώς Ερντογάν να αποκλιμακώσει.
«Η Ελλάδα είναι πάντοτε ανοιχτή σε διάλογο με την Τουρκία με όρους αναφοράς το Διεθνές Δίκαιο (και όχι την απόπειρα επιβολής τετελεσμένων). Είναι κρίμα που η Τουρκία αρνείται πεισματικά να το κατανοήσει», σημειώνουν από την πλευρά τους ελληνικές διπλωματικές πηγές, υπογραμμίζοντας το προφανές: ότι δηλαδή θα πρέπει πρώτα να δοθεί ένα τέλος σε όλες τις προκλήσεις προκειμένου εν συνεχεία να ξεκινήσει ο διάλογος.

Ως φαίνεται, ωστόσο, δεν είναι μόνο η Τουρκία. Υπάρχουν και άλλοι «σύμμαχοι» που αρνούνται πεισματικά να δουν το προφανές…