Ο κουρδικός «πόλεμος των πόλεων» και οι επιπτώσεις στη Μέση Ανατολή
Του Γιώργου Ξ. Πρωτόπαπα
Αναλυτής, Κέντρο Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων (www.kedisa.gr)
Ο «πόλεμος των πόλεων» μεταξύ Κούρδων και τουρκικού στρατού σηματοδοτεί μια νέα φάση στην ιστορία της τουρκο-κουρδικής διένεξης, συνδέεται με τις γεωπολιτικές ισορροπίες του συριακού εμφυλίου πολέμου και προκαλεί περαιτέρω προβλήματα στην ισλαμική κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP).
H Τουρκία, εκτός από τον πόλεμο με τους Κούρδους μαχητές στις νοτιοανατολικές της επαρχίες, αντιμετωπίζει και τις αποτυχημένες επιλογές του προέδρου της Ταγίπ Ερντογάν στο συριακό εμφύλιο που ενδυνάμωσαν το Ισλαμικό Κράτος σε Ιράκ και Συρία (ISIS) και προκάλεσαν ρήξη στις σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας. Ταυτόχρονα, η Άγκυρα βλέπει να δημιουργείται στα σύνορά της και μια de facto συριακή κουρδική αυτόνομη περιοχή που της προκαλεί έντονη ανησυχία και ανασφάλεια.
Το πιο εφιαλτικό σενάριο για την Τουρκία είναι η απόσχιση των κουρδικών νοτιοανατολικών της επαρχιών, η ένωσή τους με τις συριακές κουρδικές περιοχές και το Βόρειο Ιράκ. Αυτή η εξέλιξη, αναπόφευκτα, θα οδηγήσει στην ίδρυση ενός «Μεγάλου Κουρδιστάν» που θα περιλαμβάνει έναν κουρδικό πληθυσμό είκοσι εκατομμυρίων και ίσως και κάποιες ιρανικές περιοχές. Όμως το όνειρο των κουρδικών πληθυσμών για τη δημιουργία ενός κράτους μπορεί να υλοποιηθεί μόνο αν εξυπηρετεί τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ και μόνο στην περίπτωση που θα αποφασίσουν ότι η Τουρκία δεν θα τους είναι πλέον χρήσιμη για την περιοχή.
«Πόλεμος των πόλεων»
Η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί να επανακτήσει σημαντικές αστικές περιοχές στις νοτιοανατολικές επαρχίες από τους Κούρδους μαχήτες. Ο «πόλεμος των πόλεων», η νέα φάση στην τουρκοκουρδική διένεξη απαιτεί μια προσεκτική ανάλυση που επικεντρώνεται στα παρακάτω έξι σημεία:
- είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του PKK και των συνδεδεμένων με αυτό ομάδων που επιδιώκουν ένα σε μεγάλο κλίμακα αστικό έλεγχο στις κουρδικές περιοχές. Το PKK μετέφερε τον πόλεμο από τις αγροτικές περιοχές στις αστικές περιοχές.
- το PKK δεν έχει εμπλακεί άμεσα στον «πόλεμο των πόλεων» που διεξάγεται, κυρίως, από τις συνδεδεμένες με αυτό κουρδικές οργανώσεις.
- εάν οι συνδεδεμένες με το PKK οργανώσεις παρατείνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα τη μάχη στις αστικές περιοχές, θα προκαλέσουν ριζική αλλαγή στις σχέσεις της τουρκικής κυβέρνησης και
- οι κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη διεξαγωγή μαχών στις αστικές περιοχές και είναι αμφίβολο εάν θα καταφέρουν να τερματίσουν αυτό το είδος του πολέμου. Η εμπειρία της Μέσης Ανατολής διδάσκει ότι δεν τελειώνει και τόσο εύκολα το αντάρτικο των πόλεων.
- το κόστος του «πολέμου των πόλεων» είναι πολύ διαφορετικό από τις προηγούμενες φάσεις της τουρκο-κουρδικής σύγκρουσης, καθώς υπάρχει μεγάλος αριθμός δημογραφικών μετατοπίσεων. Εκατοντάδες χιλιάδες Κούρδοι εγκαταλείπουν τις πόλεις που αποτελούν πεδίο μάχης. Οι μετακινήσεις πληθυσμού είναι πιθανό να επιδεινώσουν την κατάσταση.
- η μορφή του κουρδικού προβλήματος αλλάζει και αποκτά τεράστια σημασία για την τουρκική κοινή γνώμη που, για πρώτη φορά, βλέπει εικόνες καταστραμμένων πόλεων παρόμοιες με εκείνες στο Ιράκ και στο Λίβανο. Παράλληλα είναι και η πρώτη φορά που παρακολουθεί άρματα μάχης να επιχειρούν και να βάλουν με πυροβόλα στη μέση των μεγάλων πόλεων, ενώ περαιτέρω αρνητικούς συνειρμούς προκαλεί και η χρήση βαρέων όπλων. Η κατάσταση αυτή ενδέχεται να διευρύνει το ψυχολογικό χάσμα μεταξύ Τούρκων και Κούρδων.
Οι φιλοδοξίες του PKK για αλυτρωτισμό ενθαρρύνονται από τις στρατιωτικές επιτυχίες των Κούρδων εναντίον του ISIS που αποτελούν μια πραγματικότητα, αναδεικνύοντας τους Σύρους Κούρδους μαχητές ως τους πιο αξιόπιστους συμμάχους των ΗΠΑ στον πόλεμο εναντίον των ισλαμιστών εξτρεμιστών.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, δεν εμφανίζεται αξιόπιστη σύμμαχος στην πολεμική εκστρατεία κατά του ISIS. Οι περιοχές που ελέγχει η ισλαμική εξτρεμιστική οργάνωση στο συριακό έδαφος εμποδίζουν την ενοποίηση των συριακών κουρδικών περιοχών κατά μήκος των τουρκικών συνόρων. Ο στόχος της κυβέρνησης της Άγκυρας είναι να καταστρέψει στο μέγιστο δυνατό βαθμό το PKK, την Ένωση Κοινοτήτων Κουρδιστάν (KCK), το φιλο- κουρδικό Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών (HDP), αλλά και να υπονομεύσει τις σχέσεις των PKK και KCK με το συριακό Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) και την ένοπλη του πτέρυγά του, τις Μονάδες Λαϊκής Άμυνας (YPG). Η Άγκυρα θέλει οπωσδήποτε να εμποδίσει το PYD/YPG να καταλάβει την περιοχή μήκους 98 χλμ. που εκτείνεται κατά μήκος της τουρκο-συριακής μεθορίου.
Η κυβέρνηση της Άγκυρας δεν εμφανίζεται να ευνοεί τις (υποστηριζόμενες από τους Αμερικανούς) Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) που, στην πλειοψηφία τους, αποτελούνται από μαχητές του YPG, ομάδες Αράβων φυλάρχων και Ασσυρίους μαχητές. Η Ουάσιγκτον επιδιώκει να θέσει διαχωριστικές γραμμές μεταξύ του ΡΚΚ και του PYD/YPG, αλλά η κίνησή της δεν έχει, για την Άγκυρα, έχει κανένα νόημα. Η τουρκική κυβέρνηση γνωρίζει ποιοι είναι οι κύριοι εχθροί της και σίγουρα δεν είναι το ISIS, αλλά οι Κούρδοι. Η Άγκυρα, με τις επιλογές της, υποστηρίζει τις ισλαμι κές εξτρεμιστικές οργανώσεις Jabhat al- Nusra, Arar – al – Sham και Jaysh al-Fath που είναι συνδεδεμένες με το δίκτυο της Αλ- Κάιντα.
Κουρδιστάν και γεωπολιτικά συμφέροντα
Τα σενάρια για τη δημιουργία ενός κουρδικού κράτους επανεμφανίζονται και συνδέονται με το γεγονός ότι το Κουρδικό αποτελεί παραδοσιακά ένα μοχλό πίεσης προς την κυβέρνηση της Άγκυρας που έχει ανοιχτά εξωτερικά μέτωπα, κυρίως με τη Μόσχα και το Τελ Αβίβ. Η πρόσφατη δήλωση της Ισραηλινής υπουργού Δικαιοσύνης Αγιελέτ Σακέντ, υπέρ της ίδρυσης ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, προκάλεσε αίσθηση και επανάφερε στο προσκήνιο τα συμφέροντα που διαμορφώνουν τις σχέσεις Ισραήλ και Κούρδων. Η Σακέντ κάλεσε την ισραηλινή κυβέρνηση να υποστηρίξει ανοικτά τη δημιουργία ενός κουρδικού κράτους «που θα ξεχωρίζει το Ιράν από την Τουρκία και θα είναι φιλικό προς το Ισραήλ» και επισήμανε ότι «τα κοινά συμφέροντα Ισραηλινών και Κούρδων υπαγορεύουν την ήττα των τζιχαντιστών στην περιοχή».
Οι σχέσεις Ισραήλ και Κούρδων χρονολογούνται από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, όταν Ισραηλινοί πράκτορες, σύμφωνα με το ισραηλινό i24news, βρέθηκαν στο ιρακινό Κουρδιστάν και βοηθούσαν τις τοπικές αρχές. Το επίπεδο της συνεργασίας των δύο πλευρών αυξήθηκε, σε μεγάλο βαθμό, μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσείν, με τα ιρακινά μέσα ενημέρωσης να αναφέρουν ότι ισραηλινές εταιρείες εισήλθαν στο ιρακινό Κουρδιστάν για επενδύσουν και ότι Ισραηλινοί κομάντος εκπαίδευαν τους κούρδους μαχητές Peshmerga. Ωστόσο, σε επίσημο επίπεδο, ποτέ δεν υπήρξαν σχέσεις εξαιτίας των επαφών των Ιρακινών Κούρδων με το Ιράν, το μεγάλο εχθρό του Ισραήλ. Το Τελ Αβίβ, από την πλευρά του, δεν ήθελε να δημοσιοποιηθούν οι επαφές του με τους Κούρδους, για μην τεθούν σε κίνδυνο οι σχέσεις με την Τουρκία.
Όμως η εξωτερική πολιτική του Ταγίπ Ερντογάν άλλαξε ριζικά τις γεωπολιτικές ισορροπίες και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια επαναπροσέγγιση Ισραηλινών και Κούρδων. Το 2009 εμφανίστηκε ένα περιοδικό στην ιρακινή πόλη Ερμπίλ με τίτλο «Ισραήλ-Κούρδοι» που εκδόθηκε στην αραβική και κουρδική γλώσσα, συμπεριλαμβάνοντας και άρθρα για την ισραηλινή ιστορία και πολιτική. Οι αρθρογράφοι επισήμαναν ότι Εβραίοι και Κούρδοι είναι κάτι πολύ περισσότερο από γείτονες, ότι είναι στην πραγματικότητα στενοί συγγενείς με έναν κοινό πρόγονο, τον πατριάρχη Αβραάμ. Η συγκεκριμένη άποψη είναι διαδεδομένη στους Κούρδους του Βορείου Ιράκ και πολλοί θεωρούν ότι ο Αβραάμ ήταν κουρδικής καταγωγής.
Παράλληλα πολλοί Κούρδοι διαπιστώνουν παραλληλισμούς ενός (μελλοντικού) Κουρδιστάν με το Ισραήλ, ένα μη αραβικό έθνος περικυκλωμένο από εχθρούς που αντιδρούν στην ανεξαρτησία του. Ταυτόχρονα, σημαντικό πόλο έλξης για τους Κούρδους αποτελεί η προηγμένη τεχνολογία του Ισραήλ, τα οπλικά του συστήματα και η δυναμική φύση της ισραηλινής κοινωνίας. Οι υποστηρικτές της επαναπροσέγγισης Ισραήλ-Κούρδων εκτιμούν ότι μπορούν να προσφέρουν στο ισραηλινό κράτος μια στενή συνεργασία που θα δημιουργήσει μια νέα ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα επωφελούς για τα ισραηλινά στρατηγικά συμφέ ροντα.
H σχέση Ισραήλ – Κούρδων βασίζεται σε αμοιβαία συμφέροντα και αξίες και, συχνά, οι δύο πλευρές έχουν επιδείξει μια σιωπηρή κατανόηση στα προβλήματα του ενός ή του άλλου. Ένα ανεξάρτητο «Μεγάλο Κουρδιστάν» θεωρείται για το Ισραήλ ως ιδανικό «buffer state» ανάμεσα στην σουνίτη Τουρκία, στο σιίτικο Ιράν και στη Συρία. Οι Κούρδοι έχουν μια ισχυρή εθνική ταυτότητα και είναι μετριοπαθείς μουσουλμάνοι σε σύγκριση με τους σιίτες και σουνίτες της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Επιπλέον, ένα κουρδικό κράτος θα μπορεί να ανακόψει και την επέκταση του σουνίτικου Ισλάμ που προωθείται από την Τουρκία, το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία, να υπονομεύσει το Ιράν και να θέσει τέρμα στις νεο-οθωμανικές φιλοδοξίες του Ερντογάν. Το Ισραήλ έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί στο έπακρο το κουρδικό ζήτημα με στόχο να ασκήσει πίεση πάνω στην κυβέρνηση της Άγκυρας για να προασπίσει τα εθνικά του συμφέροντα.
Συμπεράσματα
Η Μέση Ανατολή υφίσταται ραγδαίες γεωπολιτικές αλλαγές και τα τεχνητά σύνορα της Συμφωνίας Sykes-Picot του 1916 έχουν παραβιαστεί από την παρουσία του ISIS που έχει υπό τον έλεγχό του περιοχές του Ιράκ και της Συρίας.
Παράλληλα, τα τραγικά λάθη της εξωτερικής πολιτικής του Ταγίπ Ερντογάν έχουν φέρει τη χώρα σε δύσκολη θέση. Η κυβέρνηση της Άγκυρας αναίρεσε το «δόγμα των μηδενικών προβλημάτων» με τα γειτονικά κράτη, προκάλεσε την οργή της Μόσχας (κατάρριψη ρωσικού βομβαρδιστικού Su-24) και συνεχίζει να στηρίζει τη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας αγνοώντας τις αντιδράσεις της ισραηλινής κυβέρνησης.
Η νέα γεωπολιτική πραγματικότητα ευνοεί την ίδρυση ενός ανεξάρτητου Κουρδικού κράτους που, αν επιτευχθεί, θα έχει οδυνηρές επιπτώσεις στην εδαφική ακεραιότητας της Τουρκίας. Ο πρόεδρος της περιφερειακής κυβέρνησης του ιρακινού Κουρδιστάν, Μασούντ Μπαρζανί, έχει επικρίνει τη Συμφωνία Sykes – Picot ας καταπιεστική και άδικη για τους Κούρδους και έκανε λόγο για μια νέα τάξη πραγμάτων στη Μέση Ανατολή. Εάν οι κουρδικές περιοχές ανεξαρτητοποιηθούν, τότε ο χάρτης της Μέσης Ανατολής θα σχεδιαστεί εκ νέου. Όμως ένα κουρδικό κράτος για να είναι βιώσιμο θα πρέπει να αποκτήσει πρόσβαση στη θάλασσα και οι Σύροι Κούρδοι προσπαθούν να αποκτήσουν υπό τον έλεγχό τους ένα διάδρομο παράλληλο με τα τουρκικά σύνορα που θα τους εξασφαλίσει πρόσβαση στη Μεσόγειο.
Συμπερασματικά, η ίδρυση ενός ανεξάρτητου «Μεγάλου Κουρδιστάν» θα μπορούσε να υλοποιηθεί υπό τις ακόλουθες τέσσερις προϋποθέσεις:
(α) όταν γίνει εφικτή η ενοποίηση όλων των κουρδικών πληθυσμών κάτω από μια κοινή ηγεσία που θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες τους για ένα ανεξάρτητο κουρδικό κράτος,
(β) όταν υπάρξει πλήρης ανεξαρτησία του κουρδικού Βόρειου Ιράκ που θα αποτελέσει τον «ακρογωνιαίο λίθο» του πρώτου ανεξάρτητου κουρδικού κράτος,
(γ) όταν οι Σύροι Κούρδοι καταφέρουν να δημιουργήσουν ένα αυτόνομο βιώσιμο θύλακα και ενοποιηθούν με άλλες γειτονικές κουρδικές περιοχές και
(δ) το κυριότερο, όταν οι ΗΠΑ κρίνουν ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική απειλεί σε μεγάλο βαθμό τα εθνικά συμφέροντά τους (επέκταση ISIS), όταν διαπιστώσουν ότι η Τουρκία δεν τους είναι πλέον χρήσιμη στη στρατηγική τους για τη Μέση Ανατολή και αποφασίσουν να επενδύσουν σε ένα νέο σύμμαχο.