Να μας υπενθυμίσει την παρουσία της στα «ελληνικά πράγματα» έρχεται η Κίνα, αναζητώντας – ή μάλλον προωθώντας – εκ νέου αχτίδες φωτεινών προοπτικών σε πείσμα των πυκνών νεφώσεων που είχαν σκιάσει για ένα διάστημα τις ελληνοσινικές σχέσεις.

Μέσα σε διάστημα ολίγων ημερών, το Πεκίνο παρέλαβε την Ολυμπιακή Φλόγα (εν όψει των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2022), απέκτησε ξανά πρέσβη στην Αθήνα (τον Σιάο Τζουντσένγκ) και έστειλε τον Κινέζο υπουργό Εξωτερικών Wang Yi για επίσημη επίσκεψη στην ελληνική πρωτεύουσα (στις 27 Οκτωβρίου).

Ο νέος Κινέζος πρέσβης

Το ότι όλα αυτά συνέβησαν σχεδόν παράλληλα με την υπογραφή του νέου δεύτερου πρωτοκόλλου τροποποίησης της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ από τους κ.κ. Δένδια και Μπλίνκεν στις 14 Οκτωβρίου, προφανώς και έχει τη σημασία του.

Υπενθυμίζεται πως η προηγούμενη Κινέζα πρέσβης, Ζανγκ Τσιγιούε, είχε φύγει «νύχτα» από την Αθήνα τον περασμένο Απρίλιο, μέσα σε συνθήκες που είχαν δημιουργήσει υποψίες ρήξης με την ελληνική πλευρά, αφήνοντας πίσω ως «πρόσωπο» της πρεσβείας για περίπου πέντε μήνες τον επιτετραμμένο Wang Qiang, ενώ Αθήνα και Πεκίνο διαφωνούσαν για σειρά θεμάτων:

  • για τη Σύνοδο Κορυφής του Μηχανισμού Συνεργασίας «17+1» που η Ελλάδα επρόκειτο να φιλοξενήσει το 2022 αλλά τελικώς ανακοίνωσε πως δεν πρόκειται να φιλοξενήσει,
  • για το επιπλέον 16% του ΟΛΠ που επρόκειτο να μεταβιβαστεί στην COSCO (η μεταβίβαση του οποίου τελικώς έλαβε το πράσινο φως από την ελληνική πλευρά),
  • για την κατασκευή τέταρτου προβλήτα στον Πειραιά,
  • για την πώληση του 49% του Διαχειριστή του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας-ΔΕΔΔΗΕ (το οποίο 49% διεκδίκησαν μεν κρατικές κινεζικές εταιρείες αλλά αποκλείστηκαν) κ.ά.

«Αναφέρθηκα εκτενώς […] στην προσπάθεια της Τουρκίας να προσεταιριστεί μουσουλμανικούς πληθυσμούς ανά τον κόσμο, σε όλα τα μήκη και σε όλα τα πλάτη, προωθώντας ιδεολογίες όπως της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και επιχειρώντας ευθεία ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών», δήλωσε, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, μετά το πέρας της συνάντησης που είχε με τον Κινέζο ομόλογό του, Wang Yi, στην Αθήνα στις 27 Οκτωβρίου, στρέφοντας το βλέμμα προς τη στάση που έχει κρατήσει η Άγκυρα στο θέμα των Ουιγούρων μουσουλμάνων της Κίνας.

Υπενθυμίζεται πως ο Wang Yi είχε έρθει στην Αθήνα και τον Νοέμβριο του 2019, συνοδεύοντας τότε στην επίσκεψή του τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2020 είχε βρεθεί στη χώρα μας και ο Yang Jiechi, διευθυντής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (και άλλοτε ΥΠΕΞ ο ίδιος).

Απόπειρα επανεκκίνησης

Όσο για το νεοφερμένο στην Αθήνα Κινέζο πρέσβη Σιάο Τζουντσένγκ, εκείνος ως φαίνεται έχει έρθει με διάθεση να καλύψει το επικοινωνιακά χαμένο έδαφος των περασμένων μηνών. Ενδεικτικές ως προς αυτό και οι παρεμβάσεις του στα ελληνικά μίντια: τα άρθρα του στην Καθημερινή στις 30 Σεπτεμβρίου και στα Νέα στις 11 Οκτωβρίου, αλλά και η συνέντευξη που εκείνος παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στις 25 Οκτωβρίου.

«Θα κάνω ό,τι μπορώ για την προώθηση και εφαρμογή των συμφωνηθέντων μεταξύ των ηγετών των δύο χωρών μας», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Κινέζος πρέσβης, με το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον να στρέφεται ευλόγως στο ακριβές περιεχόμενο αυτών των «συμφωνηθέντων» που «πρέπει» να «εφαρμοστούν».

Υπενθυμίζεται πως Ελλάδα και Κίνα έχουν από το 2006 μια Συνολική Στρατηγική Εταιρική Σχέση 22 σημείων την οποία μάλιστα πιο πρόσφατα δεσμεύτηκαν (μέσω κοινού ανακοινωθέντος το 2019) να ενισχύσουν, ενώ από το 2016 τρέχει και η επένδυση της COSCO στον Πειραιά.

Τα «συμφωνηθέντα» και η εφαρμογή τους

Θέλοντας να γίνει πιο συγκεκριμένος, ο Κινέζος διπλωμάτης αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην «εμβάθυνση της οικοδόμησης της Πρωτοβουλίας “Μία Ζώνη Ένας Δρόμος” και της Ταχείας Γραμμής Ξηράς-Θάλασσας που συνδέει την Κίνα με τα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, η οποία θα ενισχύσει τη θέση της Ελλάδας ως κόμβο διακίνησης εμπορευμάτων».

Το Πεκίνο επιμένει να παρουσιάζει την κινεζική επένδυση στον Πειραιά ως «αμοιβαία επωφελή» (win-win) για Ελλάδα και Κίνα. Ενδεικτικό ως προς αυτό και το σχετικά πρόσφατο tweet με το οποίο η εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ Hua Chunying χαρακτηρίζει τον Πειραιά «win-win αποτέλεσμα της συνεργασίας Κίνας-Ελλάδας».

Καταγγελίες

Πολλοί μεταξύ των κατοίκων του Πειραιά, ωστόσο, και όσων δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στην περιοχή του λιμανιού έχουν όμως διαφορετική άποψη, ως προς τα ωφέλη για την περιοχή και την ελληνική πλευρά από την κινεζική επένδυση (τα οποία χαρακτηρίζουν κατώτερα των προσδοκώμενων) αλλά και ως προς κάποιες από τις πρακτικές της κινεζικής πλευράς (κάποιες από τις οποίες καταγγέλλονται ως «επιβλαβείς»).

Υπενθυμίζεται, ωστόσο, πως ήταν ακριβώς αυτή η – μέσω Πειραιά – «οικοδόμηση της πρωτοβουλίας “Μία Ζώνη Ένας Δρόμος”» που κινητοποίησε τα τελευταία χρόνια και τα αντανακλαστικά της αμερικανικής πλευράς, με τους Αμερικανούς να απαντούν στην εν Ελλάδι κινεζική «απόβαση» διαμορφώνοντας τις δικές της «βάσεις» ανάσχεσης και περιορισμού της κινεζικής επιρροής εντός των ελληνικών συνόρων (βλ. τροποποιητικά πρωτόκολλα MDCA, αμερικανικές επενδύσεις σε ναυπηγεία κ.ά.).

Σέβεται η Κίνα το δίκαιο της θάλασσας;

Κατά τα λοιπά, ελληνικές διπλωματικές πηγές υπογραμμίζουν ως σημαντική τη «ρητή αναφορά» που έκανε ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών «στην Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας» κατά τη συνάντηση που είχε εκείνος με τον Νίκο Δένδια στην Αθήνα στις 27 Οκτωβρίου.

«Ο Κινέζος ΥΠΕΞ […] τόνισε ότι η Κινεζική νομοθεσία είναι συμβατή και σέβεται την Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας. Σχετική αναφορά για τον σεβασμό της εν λόγω Σύμβασης έκανε και κατά τις δημόσιες δηλώσεις του με τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών μετά το πέρας της συνάντησης», όπως σημειώνεται.

Το εάν η Κίνα σέβεται το δίκαιο της θάλασσας, με όσα επιχειρεί στις θάλασσες της Ασίας τα τελευταία χρόνια, προφανώς και αμφισβητείται. Το να επικαλείται κανείς την Κίνα, δε, στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί το δίκαιο της θάλασσας, το λες και… κωμικοτραγικό.

Διότι είναι η Κίνα που έχει – έπειτα από προσφυγή των Φιλιππίνων – καταδικαστεί από το Μόνιµο ∆ιαιτητικό ∆ικαστήριο της Χάγης (ΜΔΔ) για όσα έχει κάνει στη Νότια Κινεζική Θάλασσα. Διερωτάται κανείς εάν και κατά πόσο μπορεί να υπερασπιστεί το δίκαιο της θάλασσας το Πεκίνο… όταν το ίδιο διαμορφώνει συνθήκες de-facto κινεζικής κυριαρχίας (ανεγείροντας τεχνητά νησιά, κινητοποιώντας στόλους από «αλιευτικά» κ.ά.) σε θαλάσσιες περιοχές διαφιλονικούμενης κυριαρχίας, επικαλούμενο μάλιστα ως νομιμοποιητικό των ενεργειών του επιχείρημα την τεράστια σινική ακτογραµµή (όπως κάνει δηλαδή και η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο).