Του Αθανάσιου Αθανασίου*

Το jihād θεωρείται ως κύρια θεϊκή επιταγή, την οποία καλούνται να επιτελέσουν οι μουσουλμάνοι. Ετυμολογικά, η λέξη αναφέρεται στην προσπάθεια σε σχέση με κάποιο προκαθορισμένο σκοπό. Πολλοί μουσουλμάνοι διαχωρίζουν το πνευματικό από το πολεμικό/υλικό jihād.

Σύμφωνα με την επικρατέστερη ισλαμική άποψη, το jihād αναφέρεται στη στρατιωτική δράση για την εξάπλωση του Ισλάμ, καθώς και στη διαφύλαξη του από εξωτερικούς εχθρούς. Το κάλεσμα στο jihād προϋποθέτει την ύπαρξη ενός κυβερνήτη (hakim), ο οποίος ηγείται του κράτους αυτού και μιας στρατιωτικής δύναμης. Επομένως, πρόκειται για ένα κράτος, το οποίο έχει νόμιμη εξουσία και δεν λειτουργεί αυθαίρετα και αυτόβουλα και παραστρατιωτικά. Επικεφαλής της ισλαμικής κοινότητας (ummah) είναι ο χαλίφης (Khalifa) ως διάδοχος του προφήτου του Θεού, δηλαδή του Μωάμεθ. Ως αντιπρόσωπος της μουσουλμανικής κοινότητας, είναι αυτός που λαμβάνει απόφαση για την κήρυξη του ιερού πολέμου. Σε αυτή την περίπτωση, ο μουσουλμάνος φέρει την υποχρέωση να πολεμήσει, υπερασπιζόμενος την απειλούμενη πίστη του. Σε κάθε άλλη περίπτωση, όπου ο ιερός πόλεμος δεν κηρύττεται με εντολή του χαλίφη, είναι ανυπόστατος.

Οι μουσουλμάνοι καλούνται να εξαπλώσουν το Ισλάμ με προσηλυτισμό, υποταγή ή αφανισμό των απίστων και, υπό αυτή την έννοια, το jihād δεν αποτελεί ατομικό καθήκον, αλλά καθήκον ολόκληρης της κοινότητας (ummah).

Έτσι, λοιπόν, το jihād ενέχει την έννοια του καθήκοντος και της υποχρέωσης τόσο σε κοινωνικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Οι μουσουλμάνοι καλούνται να εξαπλώσουν το Ισλάμ σε ολάκερη την οικουμένη. Η μάχη αυτή στρέφεται κατά των απίστων και σκοπό έχει τον προσηλυτισμό τους, την υποταγή ή τον αφανισμό τους. Υπ’ αυτή την έννοια το jihād δεν αποτελεί ατομικό καθήκον για κάθε μουσουλμάνο ξεχωριστά, αλλά καθήκον ολόκληρης της μουσουλμανικής κοινότητας (ummah).

Το jihād έχει ερείσματα σε αρκετά χωρία του Κορανίου, καθώς και σε αντίστοιχα κείμενα της προφητικής παράδοσης. Το Κοράνιο παροτρύνει τους οπαδούς του να μάχονται μέχρις ότου να επικρατήσει η ισλαμική θρησκεία (Κοράνιο 2:189). Άλλωστε το Κοράνιο θεωρεί με σαφήνεια, ότι πολεμικές επιτυχίες των μουσουλμάνων κατά των απίστων, υποδηλώνουν την εύνοια του Θεού απέναντι στους οπαδούς του: «…αν από σας υπάρχουν εκατό, που υπομονητικά επιμένουν, θα νικήσουν διακόσιους κι αν από σας είναι χίλιοι θα νικήσουν δύο χιλιάδες, με την θέληση του  Allāh» (Κοράνιο 8:66). Εξάλλου, σύμφωνα με το Ισλάμ, ο κόσμος χωρίζεται σε δύο μέρη, τον «οίκο του Ισλάμ» (Dār al-Islām), τις περιοχές δηλαδή όπου βρίσκονται υπό την κυριαρχία του Ισλάμ και τον «οίκο των απίστων» (Dār al-Kuffr) ή τον «οίκο του πολέμου» (Dār al-Ḥarb), δηλαδή τον υπόλοιπο κόσμο.

Παρά ταύτα όμως, αρχικά ο Μωάμεθ θεωρούσε ότι ο Θεός ήθελε να κηρύξει το Ισλάμ με ειρηνικά μέσα. Στη συνέχεια, όμως, όταν οι προσπάθειες αυτές δεν έφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα και ο Μωάμεθ μαζί με τους συντρόφους του αναγκάστηκε να δραπετεύσει στη Μεδίνα, η έμφαση μετατοπίστηκε σταδιακά προς βίαιες μεθόδους, αρχικά αμυντικού χαρακτήρα και στη συνέχεια και επιθετικού.

Το jihād έχει ερείσματα σε αρκετά χωρία του Κορανίου, καθώς και σε αντίστοιχα κείμενα της προφητικής παράδοσης.

Ο πόλεμος δύναται να κηρυχθεί εναντίον τριών κατηγοριών εχθρών των μουσουλμάνων: α) των απίστων (kuffār) που αρνούνται να δεχθούν την ισλαμική επικυριαρχία, είτε μέσω της προσχώρησης τους στο Ισλάμ είτε μέσω της πληρωμής φόρου υποτελείας (jiziah), β) των λαών που ενώ βρίσκονται κάτω από ισλαμική επικυριαρχία αλλά επαναστατούν και αρνούνται να συνεχίσουν να πληρώνουν φόρο υποτελείας και γ) των ομάδων που επαναστατούν εναντίον του Ιμάμη παρόλο που μπορεί να είναι μουσουλμάνοι, καθώς και όλων εκείνων, οι οποίοι επιτίθενται στους μουσουλμάνους.

Στην περίπτωση κατάληψης μιας μη μουσουλμανικής χώρας από μουσουλμάνους, ο ισλαμικός νόμος προσφέρει στους κατοίκους τρεις εναλλακτικές επιλογές: α) να ασπασθούν το Ισλάμ, β) να παραδώσουν την πόλη τους, διατηρώντας τη θρησκευτική τους ταυτότητα καταβάλλοντας τον κεφαλικό φόρο (jiziah), εκτός και αν αυτοί αποτελούν κάποια ιδιαιτέρως προκλητική μορφή ειδωλολατρίας στα μάτια των κατακτητών και γ) να συνεχισθεί ο πόλεμος, μέχρις ότου ο Θεός κρίνει την έκβαση της μάχης.

Με βάση τα ανωτέρω, στην ιστορική πορεία του Ισλάμ, αναπτύχθηκαν ποικιλοτρόπως  διαφορετικές τάσεις και ερμηνείες σχετικά με την έννοια του jihād. Έτσι, ορισμένοι μουσουλμάνοι λόγιοι, με περισσότερο πνευματική διάθεση, ερμηνεύουν το jihād όχι τόσο ως ιερό πόλεμο, αλλά ως προσπάθεια ή πάλη για μια ζωή πιο συνεπή προς τα ισλαμικά ιδεώδη. Για έναν αγώνα κατά των παθών. Η πάλη αυτή μπορεί βέβαια να λάβει την εξωτερική μορφή του πολέμου, όπου θα πρόκειται για αμυντικός πόλεμος, αλλά τις περισσότερες φορές αναφέρεται στην εσωτερική πάλη ή προσπάθεια του κάθε μουσουλμάνου να ζήσει μια ζωή σύμφωνα με τις ισλαμικές επιταγές.

Σε αντίθεση με την ερμηνεία ότι η άσκηση βίας δεν αποτελεί τη μόνη επιλογή για τους μουσουλμάνους, αλλά την τελευταία, η έννοια του jihād υιοθετήθηκε και από διάφορες ισλαμιστικές οργανώσεις, όπως το γνωστό ISIS και άλλες σχετικές παρατάξεις, ως διακήρυξη πολεμικού αγώνα ενάντια σε ξένους και εντόπιους στόχους.

Μια άλλη ομάδα μουσουλμάνων διαβλέπει το jihād μόνο ως έναν αμυντικό πόλεμο που αποσκοπεί στην υπεράσπιση των ισλαμικών εδαφών. Ο μουσουλμάνος λόγιος Metwali al-Shaʿrawi (1911-1998) στο έργο του «Το jihād στο Ισλάμ» αποδέχεται τον «ιερό πόλεμο» κατά των απίστων, ως την τελευταία λύση, πάντα όμως, αμυντικά και όχι επεκτατικά. Το jihād δεν αποτελεί τη μόνη επιλογή για τους μουσουλμάνους, αλλά την τελευταία. Άλλωστε για τον al-Shaʿrawi το Ισλάμ δεν διαδόθηκε με το ξίφος, όπως εσφαλμένα υποστηρίζουν διάφοροι πολέμιοι της θρησκείας του Allāh, αλλά με την ιεραποστολή (bi l-daʿwah). Ακόμη και ήδη από την εποχή του Μωάμεθ.

Στο άλλο άκρο αυτής της απολογητικής ερμηνείας, η έννοια του jihād υιοθετήθηκε και από διάφορες ισλαμιστικές οργανώσεις, όπως το γνωστό ISIS αλλά και άλλες σχετικές παρατάξεις, ως διακήρυξη πολεμικού αγώνα ενάντια σε ξένους και εντόπιους στόχους. Εν κατακλείδι, αυτές οι τρεις τάσεις είναι οι κυρίαρχες ισλαμικά αναφορικά με την έννοια του jihād στην ισλαμική σκέψη εν γένει.

Το ζήτημα του jihād απασχόλησε έντονα την ακαδημαϊκή κοινότητα στη Δύση. Τα αλλεπάλληλα τρομοκρατικά χτυπήματα των ισλαμιστών σε διάφορες δυτικές κοινωνίες (Η.Π.Α., Γαλλία κ.ά.), οδήγησαν αναπόφευκτα σε μια αντι-ισλαμική ρητορική. Η ισλαμιστική τρομοκρατία αποτέλεσε ένα παγκόσμιο κίνημα που απειλεί τον δυτικό κόσμο. Για τη Δύση, οι ισλαμιστικές οργανώσεις συνδέονται με μία κοινή νοοτροπία: τη χρήση βίας με σκοπό την επίτευξη αισθήματος τρόμου στις δυτικές κοινωνίες μέσω των συμβολικών χτυπημάτων σε μεγάλα αστικά κέντρα. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα κίνημα, το οποίο εναντιώνεται στο δυτικό πολιτισμό. Ένεκα του jihād δαιμονοποιήθηκε το Ισλάμ στη δυτική σκέψη. Σήμερα, λοιπόν, καλείται ο μουσουλμανικός κόσμος να επαναπροσδιορίσει την έννοια του jihād και να το θέσει σε νέες βάσεις, προκειμένου να αποφευχθούν οι πολιτισμικές συγκρούσεις. Η Δύση σε συνεργασία με τον ισλαμικό κόσμο, οφείλει να υπερβεί το μανιχαϊστικό μοντέλο που χωρίζει τον κόσμο σε καλό/φως και κακό/σκότος και κατ’ επέκταση να αμβλύνει τις δυτικο-ισλαμικές σχέσεις σε όλα τα επίπεδα.

*Εντεταλμένος διδάσκων και Μεταδιδακτορικός ερευνητής του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας ΕΚΠΑ