Νέος Επίτροπος Άμυνας: «καταδικασμένος» να πετύχει!
Του Βασίλη Τσιάμη*
Στη φωτογραφία: O -προτεινόμενος- Επίτροπος Άμυνας, Άντριους Κουμπίλιους, είναι σήμερα ευρωβουλευτής του Ε.Λ.Κ. και έχει διατελέσει πρωθυπουργός της Λιθουανίας από το 2008 ως το 2012.
Η -από πολύ καιρό αναμενόμενη- ανακοίνωση της θεσμοθέτησης της θέσης του Επιτρόπου Άμυνας της Ε.Ε., αλλά και του συγκεκριμένου προσώπου που θα αναλάβει το νέο αξίωμα έλαβε χώρα στις 17 Σεπτεμβρίου 2024. Το όνομα αυτού, Άντριους Κουμπίλιους, πρώην πρωθυπουργός της Λιθουανίας και νυν ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ασφαλώς απαιτείται και η έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο).
Στο γράμμα της προς τον προτεινόμενο Επίτροπο, η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αναφέρεται στο όραμά της για τη δημιουργία μίας πραγματικής Ένωσης της Άμυνας με μία ανάλυση που, ουσιαστικά, αναμασά τις κύριες προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Αμυντική Βιομηχανία. Αυτό είναι φυσικό από τη μία πλευρά, καθώς στο κείμενο της στρατηγικής περιέχονται πολλά στοιχεία που τώρα αναζητούν τους τρόπους εφαρμογής της. Από την άλλη πλευρά, θα περίμενε κανείς μία πιο φιλόδοξη και οραματική περιγραφή δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Άμυνα είναι μία από τις βασικές προτεραιότητες της φον ντερ Λάιεν.

Η επιλογή του νέου Επιτρόπου δημιούργησε σχόλια. Γιατί ναι μεν προέρχεται από μία από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης (στέλνοντας ξεκάθαρα το μήνυμα σχετικά με τις ανησυχίες της Ε.Ε. για τη συμπεριφορά και το ρόλο της Ρωσίας), αλλά το γεγονός ότι ουδέποτε έχει ασχοληθεί ενεργά σε ρόλους σχετικά με την Άμυνα προκάλεσε εντύπωση. Από το γράμμα της φον ντερ Λάιεν συμπεραίνεται ότι θα πρέπει, στην πορεία, να διευκρινιστούν ορισμένα βασικά θέματα. Ειδικά, οι ανησυχίες άλλων υποψηφίων, με εμπειρία στα αμυντικά θέματα και που τα ονόματά τους είχαν ακουστεί, οι οποίοι απαιτούσαν ξεκάθαρη περιγραφή των αρμοδιοτήτων και του ρόλου του νέου Επιτρόπου σε σχέση με αυτόν του Ύπατου Εκπροσώπου της Ε.Ε. για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας. Για παράδειγμα, πολλές φορές στο παρελθόν, οι αρμοδιότητες και οι δράσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας έχουν έρθει σε σύγκρουση με αυτές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πλέον, από τη μία θα έχουμε έναν Επίτροπο Άμυνας και από την άλλη τον Ύπατο Εκπρόσωπο της Ε.Ε. και επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας που, ταυτόχρονα, είναι και Αντιπρόεδρος της Επιτροπής!

Στις πρώτες του δηλώσεις, ο κ. Κουμπίλιους έθεσε -και σωστά- ως κυρίαρχο θέμα την εξεύρεση πόρων για τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Άμυνας, με αναφορές και στη συζήτηση για την πιθανότητα αποφάσεων για κοινό ευρωπαϊκό χρέος. Καθόσον οι αποφάσεις για τέτοια χρηματοδότηση μπορεί να λάβουν χώρα και να υλοποιηθούν με το νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο, που ξεκινά από το 2028, αλλά η απαίτηση για δράση είναι ήδη απαραίτητη τώρα. Ο κ. Κουμπίλιους πρότεινε τη μετακίνηση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο πλέον είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν μπορεί να υλοποιηθεί σε όλο του το εύρος. Ήδη, η Επιτροπή εξετάζει από ποιες χώρες μπορούν να εξοικονομηθούν πιστώσεις ή ακόμα και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Η έκθεση Ντράγκι, σχετικά με την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, στο κεφάλαιό της για την άμυνα, δίνει όλα τα επιχειρήματα για άμεση δράση.
Στο ίδιο γράμμα, η κα. φον ντερ Λάιεν, ασφαλώς, περιέχει την απαίτηση για συντονισμό με το ΝΑΤΟ. Παρά ταύτα, όσο εύκολα αυτό λέγεται, τόσο δύσκολα υλοποιείται, αν σκεφτεί κανείς και τα αποτελέσματα της Συνόδου του ΝΑΤΟ το καλοκαίρι στην Ουάσιγκτον, όπου οι αναφορές και η αναγνώριση των προσπαθειών της Ε.Ε. σχεδόν αγνοήθηκαν.

Αναμφίβολα, η απόφαση της Ε.Ε. να ορίσει Επίτροπο Άμυνας είναι μία ακόμα αποφασιστικής σημασίας πράξη που υποδηλώνει ότι εννοεί σοβαρά την αποφασιστικότητα της να παίξει ένα δυναμικό ρόλο στον τομέα της Άμυνας. Ως τέτοια θα την χαρακτήριζα ιστορική. Επειδή όμως η Ε.Ε. μας έχει συνηθίσει ότι, από την απόφαση μέχρι τα απτά αποτελέσματα, είναι δυνατόν να περάσει αρκετός χρόνος -πόσο μάλλον αν ανακύψουν εσωτερικά θέματα αρμοδιοτήτων- είναι σημαντικό τα κράτη-μέλη να ασκήσουν τις δέουσες πιέσεις. Έτσι, ώστε, στο τέλος της θητείας αυτής της Επιτροπής σε 5 χρόνια, η Ε.Ε. να έχει όλα εκείνα τα συστατικά στοιχεία, για να αναγνωρίζεται, παγκοσμίως, ως ένας υπολογίσιμος παράγοντας στον τομέα της άμυνας: τόσο σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις, όσο και σε ό,τι αφορά τη βιομηχανία, τις τεχνολογίες και, τελικά, τις στρατιωτικές της δυνατότητες.
(*Associate Partner Ernst & Young για θέματα Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων Χρηματοδότησης –Επικεφαλής Τομέα Ασφάλειας και Άμυνας – Πρώην ανώτερο στέλεχος της Ε.Ε. για θέματα Ασφάλειας και Άμυνας)