Εάν ιδωθούν εκ των υστέρων, όλα μοιάζουν προσχεδιασμένα. Φαίνεται σαν να εντάσσονται στο πλαίσιο ενός μεγάλου πλάνου το οποίο είχε εκπονηθεί εκ των προτέρων και εκτελέστηκε στην εντέλεια. Μιλώντας εκ των υστέρων, οι άμεσα εμπλεκόμενοι θα επιχειρήσουν να παρουσιάσουν τα αθέλητα ως ηθελημένα και τα λάθη τους ως δικαιολογημένα. Στην πράξη ωστόσο, τα πράγματα δεν πήγαν ακριβώς έτσι…

Καλά πληροφορημένες πηγές, που γνωρίζουν σε βάθος τα της Συρίας, αναφέρουν στο Α&Δ ότι η Τουρκία του Ρ.Τ. Ερντογάν όντως επιθυμούσε την προσέγγιση με το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ, μια προσέγγιση την οποία φάνηκε άλλωστε να προωθεί. Υποστηρίζουν, δηλαδή, ότι η τουρκική χείρα (λυκο)φιλίας που έτεινε η Άγκυρα προς την πλευρά Άσαντ ήταν όντως αυτό που έλεγε ότι είναι, κι όχι απλώς κάποιο τρικ αποπροσανατολισμού του Σύρου τότε ηγέτη.

Οι ίδιες πηγές αναφέρουν όμως και κάτι άλλο: πως όταν η ηγεσία της Hayat Tahrir al Sham (HTS) ενημέρωσε την Τουρκία ότι θα ξεκινούσε μια επίθεση στα τέλη του 2024 με στόχο να βγει έξω από τα στενά όρια του Ιντλίμπ το οποίου διοικούσε ήδη από το 2017, η Τουρκία αρχικά δεν συναίνεσε αλλά, αντιθέτως, επιχείρησε να την αποθαρρύνει.

Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η Άγκυρα δεν θεωρούσε ότι οι (πρώην) τζιχαντιστές θα κατάφερναν να φτάσουν πολύ μακριά… Ενδεχομένως να σημείωναν κάποια εδαφικά κέρδη, αλλά η τουρκική πλευρά δεν περίμενε ότι θα έφταναν στη Χομς ούτε, προφανώς, στη Δαμασκό. Η Hayat Tahrir al Sham είχε ανοιχτούς διαύλους και επαφές με την Τουρκία τα περασμένα χρόνια, αλλά δεν ήταν, ούτε είναι, τουρκικός proxy.

Πλέον, μόλις λίγους μήνες μετά, ο Μπασάρ αλ Άσαντ βρίσκεται φυγάς στη Ρωσία και οι πρώην αντάρτες της HTS ηγέτες στη Δαμασκό υπό τις εντολές του νέου «μεταβατικού προέδρου» Αχμεντ αλ Σάρα, γνωστού μέχρι πρότινος ως Αμπού Μοχάμεντ αλ Γκολάνι.

Η Τουρκία έσπευσε -από τους πρώτους- να αγκαλιάσει τη νέα συριακή ηγεσία, διεκδικώντας ρόλο προνομιακού συνομιλητή αλλά και γέφυρας μεταξύ Συρίας και Δύσης. Καλίν και Φιντάν βρέθηκαν στη Δαμασκό, ενώ ο νέος Σύρος ΥΠΕΞ επισκέφθηκε την Τουρκία όπου είχε επαφές με τον Ερντογάν.

Η Άγκυρα έχει πια λόγους να χαμογελά, καθώς βλέπει ένα νέο σουνιτικό τόξο να διαμορφώνεται στα εδάφη που άλλοτε ήλεγχαν οι proxies του σιιτικού «άξονα της αντίστασης». Η τουρκική ηγεσία θεωρεί ότι θα μπορούσε, μέσω Συρίας, να εξασφαλίσει σημαντικά οφέλη στα μέτωπα του προσφυγικού (επιστροφές Σύρων από την Τουρκία), της οικονομίας (συριακή ανοικοδόμηση από εταιρείες τουρκικών συμφερόντων), της διπλωματίας, του πολιτικού ισλάμ, του κουρδικού (σε βάρος των SDF), αλλά και στις σχέσεις με ΗΠΑ και Ισραήλ.

Η Τουρκία έχει αποδείξει ότι μπορεί να αναπροσαρμόζεται στα όποια νέα δεδομένα. Δεν διστάζει να συγκρουστεί ανοιχτά με άλλες δυνάμεις (με τη Σαουδική Αραβία για τον Κασόγκι, την Αίγυπτο για τον Μόρσι, το Ισραήλ για το Mavi Marmara και τη Χαμάς, ακόμη και με τις ΗΠΑ για τον Μπράνσον, τον Γκιουλέν και τους S-400) και έπειτα να κάνει στροφές 180 μοιρών επαναπροσεγγίζοντάς τες. Αυτές οι στροφές προφανώς λειτουργούν ως πειστήρια αναξιοπιστίας. Όταν έχει όμως κανείς ισχύ και κάτι να προσφέρει, η αξιοπιστία μπαίνει σε δεύτερη μοίρα.

Όσα ακολούθησαν έπειτα από τις 7 Οκτωβρίου του 2023, έχουν αναδιαμορφώνει το τοπίο με τις θέσεις των δυνάμεων και τους μεταξύ τους συσχετισμούς ισχύος και επιρροής στη Μέση Ανατολή. Ως προς αυτό συμφωνούν όλοι.

Η Άγκυρα από την πλευρά της, αναπροσαρμόζεται, διεκδικώντας ρόλο (συμ)πρωταγωνιστή. Ενδεικτικά, μέσα στο 2024, «ο Τούρκος πρόεδρος πραγματοποίησε σειρά από αξιοσημείωτα ταξίδια στο εξωτερικό: στην Αίγυπτο (το πρώτο ταξίδι του εκεί έπειτα από 12 χρόνια), στο Ιράκ (το πρώτο για τον Τούρκο ηγέτη έπειτα από 13 χρόνια), στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (το πρώτο έπειτα από 11 χρόνια), στη Σαουδική Αραβία, στην Αλβανία (όπου εγκαινίασε το χρηματοδοτηθέν από την Τουρκία μεγαλύτερο τέμενος των Βαλκανίων), στη Ρωσία (για τη Σύνοδο των BRICS), στο Καζακστάν (για τη Σύνοδο του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης-SCO) κ.α.», γράφαμε στο Α&Δ στις 6 Ιανουαρίου του 2025, σε άρθρο με τίτλο «Τουρκία: H φιλόδοξη ατζέντα Ερντογάν για Μεσόγειο, Αφρική και πολεμική βιομηχανία».

Τι κάνουν όμως, από τη δική τους πλευρά, Ελλάδα και Κύπρος;

Η νέα χρονιά ξεκίνησε με τους κ.κ. Μητσοτάκη και Χριστοδουλίδη να μεταβαίνουν στην Αίγυπτο για να πάρουν μέρος στη 10η τριμερή Σύνοδο Κορυφής Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου.

Λίγες εβδομάδες πριν ο Ελληνας πρωθυπουργός είχε βρεθεί στον Λίβανο για διμερείς επαφές αλλά και στη Λευκωσία για την 4η Σύνοδο Κορυφής Ελλάδας-Κύπρου-Ιορδανίας, ενώ λίγες ημέρες αργότερα επισκέφθηκε τη Σαουδική Αραβία όπου πραγματοποιήθηκε το Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας Ελλάδας-Σαουδικής Αραβίας.

Οσο για τον Κύπριο πρόεδρο Νίκο Χριστοδουλίδη, εκείνος δημιούργησε θέση ειδικού εκπροσώπου της Κυπριακής Δημοκρατίας για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες και την Προστασία των Μειονοτήτων στη Μέση Ανατολή, στην οποία διόρισε την κυρία Θεσσαλία-Σαλίνα Σιάμπου.

Μια από τις πρώτες κινήσεις της κυρίας Σιάμπου θα ήταν να επισκεφθεί τη Βηρυτό και τη Δαμασκό το διάστημα μεταξύ 7 και 10 Ιανουαρίου του 2025, ενώ παράλληλα, πίσω στην Κύπρο, αμερικανικές δυνάμεις αναβαθμίζουν στρατιωτικές εγκαταστάσεις και ενισχύουν την παρουσία τους μέσα από νέες συμπράξεις και συμφωνίες ανάπτυξης της αμερικανοκυπριακής συνεργασίας…

Αρκούν άραγε όλα αυτά, απέναντι σε μια Τουρκία που δείχνει να κινείται πια σε τροχιά περιφερειακής ισχυροποίησης;

Θα πρέπει να σημειωθεί, πάντως, και να ληφθεί υπόψη ως σημαντικό, ότι υπάρχουν περιφερειακοί «παίκτες» που αξιολογούνται από τη νέα διοίκηση Τραμπ ως σημαντικότεροι από άλλους… κι αυτοί είναι το Ισραήλ από τη μία πλευρά και η Σαουδική Αραβία από την άλλη.