Να μπει σφήνα μεταξύ των Αράβων επιδιώκει τώρα το καθεστώς Ερντογάν
Στη φωτογραφία ο πρωθυπουργός του Λιβάνου Σ. Χαρίρι με τον Ρ. Τ. Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη
Το ερώτημα πλανάται εδώ και καιρό πάνω από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, ειδικά έπειτα από την εκλογή του Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των ΗΠΑ, λειτουργώντας για άλλους μεν ως πηγή ανησυχίας, για άλλους δε ως πηγή… προσδοκιών. Θα μπορούσαν το Ισραήλ και οι Άραβες να αποκαταστήσουν τους δεσμούς τους με την Τουρκία του Ερντογάν; Υπό ποιες προϋποθέσεις (θα υποχρεωνόταν, άραγε, η Άγκυρα να κάνει πίσω… αποσύροντας διεκδικήσεις-μνημόνια-στρατεύματα-δηλώσεις); Και με ποιες επιπτώσεις (για την Ελλάδα και τα πολυμερή σχήματα συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο);
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα διεμήνυσαν στις 7 Ιανουαρίου, μέσα από δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Ανουάρ Γκαργκάς στο πρακτορείο Bloomberg, πως «δεν επιθυμούν έριδες με την Τουρκία». Στις 10 Ιανουαρίου, ο ίδιος υπουργός θα επανερχόταν στο θέμα, αυτήν τη φορά μέσα από το δίκτυο Sky News Arabia, υποστηρίζοντας ότι τα Εμιράτα «θέλουν να ομαλοποιήσουν τους δεσμούς τους με την Τουρκία μέσα σε ένα πλαίσιο αμοιβαίου σεβασμού της κυριαρχίας». Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι άλλωστε «ο νούμερο ένα εμπορικός εταίρος της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή», όπως είχε σημειώσει ο Άραβας ΥΠΕΞ στο Bloomberg, με τα καθεστωτικά ΜΜΕ πίσω στην Τουρκία να πανηγυρίζουν (1, 2) ερμηνεύοντας τις δηλώσεις του Εμιρατιανού υπουργού ως υποχώρηση έναντι της Άγκυρας.
Μόλις λίγα 24ωρα νωρίτερα, στις 5 Ιανουαρίου, είχε άλλωστε προηγηθεί και η ανακοίνωση περί αποκατάστασης των δεσμών ανάμεσα στους Σαουδάραβες και το Κατάρ: μια εξέλιξη που είχε επίσης ερμηνευθεί ως «νίκη» για τη Ντόχα έναντι όλων εκείνων (Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μπαχρέιν, Αίγυπτος) που την είχαν αποκλείσει τα τελευταία χρόνια, με τους Τούρκους και πάλι να πανηγυρίζουν… ως σύμμαχοι των Καταριανών.
Λίγα 24ωρα αργότερα ωστόσο, στις 12 Ιανουαρίου, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Κυπριακή Δημοκρατία υπέγραψαν το δικό τους πρώτο μνημόνιο αμυντικής και στρατιωτικής συνεργασίας, προκαλώντας… ενόχληση στην Άγκυρα. Ο λόγος για ένα μνημόνιο στο πλαίσιο του οποίου αναμένεται να δρομολογηθούν κοινές δράσεις, κοινές ασκήσεις και κοινά προγράμματα συνεκπαίδευσης μεταξύ των κυπριακών και εμιρατιανών ενόπλων δυνάμενων. Και αυτό, στον απόηχο της διμερούς συμφωνίας που έχουν ήδη συνάψει από τον Νοέμβριο του 2020 Ελλάδα και Εμιράτα για την ενίσχυση της μεταξύ τους συνεργασία στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της άμυνας, μια ενίσχυση που εκδηλώνεται πλέον μέσα και από ρήτρες αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής…
Τάσεις που διαμορφώθηκαν τα περασμένα χρόνια δεν πρόκειται ξαφνικά να εξαφανιστούν εν μία νυκτί, απλώς και μόνο επειδή έτσι επιθυμεί η Τουρκία του καιροσκόπου Ερντογάν. Το τοπίο ωστόσο παραμένει ρευστό και… υπό διαμόρφωση, όπερ σημαίνει ότι καμία πλευρά δεν μπορεί να επαναπαύεται πάνω σε όσα η ίδια θα ήθελε να θεωρεί δεδομένα.
Νίκη ή ήττα για την Τουρκία;
Υπάρχει η αντίληψη ότι έπειτα από σχεδόν τέσσερα χρόνια αποκλεισμού, το Κατάρ βγαίνει «νικητής» στην κόντρα του με τους Σαουδάραβες, τα Εμιράτα, το Μπαχρέιν και την Αίγυπτο. Και αυτό επειδή βγαίνει μεν από την απομόνωση, χωρίς όμως να έχει προηγουμένως εκπληρώσει σχεδόν κανέναν από εκείνους τους 13 όρους που του είχαν επιδοθεί ως τελεσίγραφο το 2017 (όρους μεταξύ των οποίων συγκαταλέγετο και η αποχώρηση των Τουρκικών στρατευμάτων από το Κατάρ).
Παράλληλα, εκφράζεται η άποψη ότι μαζί με το Κατάρ βγαίνει «κερδισμένη» και η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών έσπευσε να «καλωσορίσει» τις τελευταίες εξελίξεις, στέλνοντας παράλληλα το μήνυμα ότι η Τουρκία είναι «έτοιμη» να «αναπτύξει περαιτέρω τη θεσμική της συνεργασία με το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου» του οποίου μάλιστα η ίδια δηλώνει «στρατηγικός εταίρος». Σε ανάλογο πνεύμα, ο πρόεδρος Ερντογάν θα χαιρέτιζε τα νέα… ως εισιτήριο για την επιστροφή της Τουρκίας στον αραβικό κόσμο.
Ριάντ εναντίον Αμπού Ντάμπι;
Η Άγκυρα φέρεται να κοιτάει πιο πολύ προς την πλευρά της Σαουδικής Αραβίας (με την οποία θεωρεί ότι μπορεί να τα «ξαναβρεί») και λιγότερο προς την πλευρά των Εμιράτων (τα οποία αντιμετωπίζει ως περισσότερο εχθρικά). Λέγεται μάλιστα ότι οι Τούρκοι ίσως να ποντάρουν και στη δημιουργία ρηγμάτων μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Εμιράτων.
Η Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να καταστεί και πάλι «πολύτιμη» ως αγορά για την Τουρκία, με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα αρθεί το ανεπίσημο μποϊκοτάζ των Σαούντ κατά των τουρκικών προϊόντων, ειδικά σε μια περίοδο κατά την οποία η τουρκική οικονομία αναζητεί «δεκανίκια» εκτός των συνόρων (πελατεία για τις τουρκικές εξαγωγές, επενδυτές από το εξωτερικό).
Υπάρχει ωστόσο και η εκτίμηση ότι το Ριάντ μπορεί μεν να επαναπροσεγγίσει το Κατάρ αλλά όχι και την Τουρκία, επιτείνοντας έτσι την τουρκική απομόνωση, όπως σημειώνει επί παραδείγματι η Κάρολιν Ρόουζ του Geopolitical Futures.
Πως θα αντιδράσει άραγε η Άγκυρα εάν το επενδυτικό/εμπορικό ενδιαφέρον του Κατάρ αρχίσει και πάλι – έπειτα από σχεδόν τέσσερα τουρκοκεντρικά χρόνια – να στρέφεται προς τις πιο πλούσιες αγορές του Κόλπου, πράγμα πολύ πιθανό από τη στιγμή που η διπλωματία τείνει άλλωστε να ακολουθεί την πορεία των χρημάτων όπως υποστηρίζει η Κάρεν Γιανγκ;
Ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, πάντως, της Σαουδικής Αραβίας δεν έκανε καμία αναφορά στην Τουρκία κατά την τελευταία Σύνοδο του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, ενώ το Κατάρ λέγεται ότι θα μπορούσε να «αδειάσει» σε έναν βαθμό, ανάλογα με τις εξελίξεις, ακόμη και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Οι διαθέσεις του Ισραήλ
Όσο για το Ισραήλ και τις σχέσεις του με την Τουρκία, εκεί οι απόψεις διίστανται ενόψει και των επερχόμενων ισραηλινών βουλευτικών εκλογών της 23ης Μαρτίου. Ινστιτούτα των Ισραηλινών, όπως για παράδειγμα το Mitvim (Israeli Institute for Regional Foreign Policies), εμφανίζονται να προκρίνουν μια επαναπροσέγγιση με την Τουρκία. «Το Ισραήλ και η Τουρκία – παρά τις διαφωνίες τους – μοιράζονται κοινές προκλήσεις», γράφει ο επικεφαλής του Mitvim, Νίμροντ Γκόρεν, στην Jerusalem Post, επικαλούμενος μάλιστα και τα στοιχεία δημοσκόπησης – επίσης του Mitvim – σύμφωνα με την οποία το 56% των Ισραηλινών φαίνεται να επιθυμεί τη βελτίωση των δεσμών με την Τουρκία, έναντι του 32% που λέει όχι σε μια τέτοια προοπτική.
Υπάρχουν ωστόσο και άλλοι έγκυροι Ισραηλινοί αναλυτές, χαρακτηριστική η περίπτωση του Σεθ Φράντζμαν, που δεν σταματούν (ειδικά το τελευταίο διάστημα) να… ξιφουλκούν κατά της Τουρκίας του Ερντογάν.
Όσο για το περιβάλλον του 66χρονου Τούρκου προέδρου, εκείνο εμφανίζεται (μέσω και του επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, Χακάν Φιντάν) να προβαίνει εδώ και μήνες (τουλάχιστον) σε κινήσεις προς την πλευρά του Ισραήλ επιδιώκοντας να αποκαταστήσει γέφυρες και διαύλους. Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει άλλωστε δηλώσει πως θα το ήθελε να βελτιωθούν οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες, υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι αυτό θα είχε γίνει ήδη εάν δεν υπήρχαν «προβλήματα σε επίπεδο ηγεσίας» (εάν δεν ήταν, με άλλα λόγια, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου πρωθυπουργός του Ισραήλ).
Το καθεστώς Ερντογάν παρουσιάζεται όμως πλέον να κάνει επιθέσεις φιλίας και προς την Αίγυπτο, με τον Τούρκο ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου να υποστηρίζει ότι οι δύο χώρες βρίσκονται σε συνομιλίες με στόχο τη βελτίωση των μεταξύ τους δεσμών. Παράλληλα, επιδιώκει να επεκτείνει την επιρροή του και σε χώρες όπως είναι το Μαρόκο, η Αλγερία, η Τυνησία, καθώς και ο Λίβανος (ενδεικτική ως προς αυτό και η πρόσφατη συνάντηση του Λιβανέζου πρωθυπουργού Σαάντ Χαρίρι με τον Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη).