Μια ψύχραιμη ματιά στην ενεργειακή κρίση
Του Σέργιου Μελαχροινού
Κύρια είδηση, τους τελευταίους μήνες, αποτελεί η άνοδος του ενεργειακού κόστους. Γεγονός απόλυτα λογικό , καθώς από το μικρότερο νοικοκυριό έως τη μεγαλύτερη παραγωγική μονάδα δαπανούν ένα σημαντικό ποσοστό του μηναίου τους προϋπολογισμού για ενέργεια . Οι λόγοι, που έχουν οδηγήσει τις τιμές της ενέργειες στα τρέχοντα επίπεδα, έχουν αναλυθεί πολλές φορές από εξειδικευμένους αναλυτές και δεν αποτελεί πρόθεσή μας να προσθέσουμε άλλη μια παρόμοια ανάλυση. Εξετάζοντας όμως τις χρηματιστηριακές τιμές των καυσίμων των εταιρειών του κλάδου και των επιτοκίων, είναι πιθανόν να εντοπίσουμε ορισμένα ενδιαφέροντα σημεία.
Ξεκινώντας την προσέγγισή μας, είναι χρήσιμο να παραθέσουμε, πιο κάτω, ένα διάγραμμα με τις τιμές του πετρελαίου τα τελευταία 20 έτη.
Κοιτώντας το διάγραμμα, παρατηρούμε αρχικά ότι η έντονη μεταβλητότητα στις τιμές του πετρελαίου δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο. Από το 2007 μπορούμε να καταμετρήσουμε πάνω από 10 περιόδους έντονης ανόδου ή πτώσης των τιμών. Επίσης, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι τα τρέχοντα επίπεδα είναι κάτω από το μέσο όρο (μπλε γραμμή στο διάγραμμα τιμών) της περιόδου 2010 – 2015, άρα δεν είναι πρωτόγνωρα τα τρέχοντα επίπεδα τιμών. Στο διάγραμμα τιμών έχουμε προσθέσει μια ζώνη τιμών με δύο τυπικές αποκλίσεις πάνω και κάτω από το μέσο όρο των τριών ετών (κόκκινες γραμμές ). Οι τιμές βάσης του στατιστικού αυτού μοντέλου έχουν 95% πιθανότητα να κινούνται εντός της ζώνης. Εάν παρατηρήσουμε το παρελθόν, όποτε οι τιμές βρέθηκαν εκτός ζώνης, η άνοδος των τιμών σταμάτησε μετά από ένα έως πέντε μήνες, με εξαίρεση την περίοδο της χρηματοοικονομικής κρίσης στις ΗΠΑ το 2007-2008. Θα πρέπει εξάλλου να δούμε ότι η τελευταία ακραία άνοδος των τιμών έρχεται ύστερα από μία στατιστικά ακραία πτώση των τιμών το 2020 λόγω της πανδημίας.
Στο επόμενο διάγραμμα, αντιπαραβάλουμε το δείκτη ναύλων Baltic Dry με το δείκτη εμπορευμάτων CRB. Παρατηρούμε ότι, κατά κανόνα, οι τιμές ναύλων και εμπορευμάτων ακολουθούν την ίδια τάση. Εάν όμως εστιάσουμε στις κορυφές και τους πυθμένες, θα δούμε ότι τα ναύλα συνήθως αλλάζουν τάση πριν από τα εμπορεύματα. Οι παραγωγοί κλείνουν τα ναύλα, ανάλογα με τις παραγγελίες που έχουν, οπότε πολλές φορές η πτώση στις τιμές των ναύλων σημαίνει ότι έχουμε πτώση για τις παραγγελίες. Πιθανόν τα ναύλα να έχουν κορυφώσει από το Σεπτέμβριο, άρα οι πιθανότητες να έχουμε ανακοινώσεις για κάμψη των παραγγελιών τους επόμενους μήνες είναι υπαρκτή. Το αρνητικό νέο είναι όμως ότι η υποχώρηση στις τιμές των εμπορευμάτων έρχεται κατά μέσο όρο 3 έως 5 μήνες μετά την κορύφωση των ναύλων.
Η επόμενη παρατήρηση αφορά τους κλάδους των μετοχών που οδηγούν τον S&P 500. Στο άνω δεξιά τεταρτημόριο βρίσκονται οι κλάδοι που οδηγούν το δείκτη, στο κάτω δεξιά οι κλάδοι που έχασαν τη θέση του οδηγού, στο κάτω αριστερά είναι οι κλάδοι που υπο-αποδίδουν και, τέλος, πάνω αριστερά οι κλάδοι που βελτιώνονται. Η κάθε καμπύλη δείχνει την πορεία του κάθε κλάδου μέσα στο πίνακα τις τελευταίες οκτώ εβδομάδες με κατεύθυνση προς την υποτιθέμενη κεφαλή του «κομήτη». Ο κλάδος των εταιρειών ενέργειας αποτυπώνεται από την μπλε καμπύλη με κωδικό XLE. Παρατηρούμε ότι, από τις οκτώ τελευταίες εβδομάδες, τις πέντε ο κλάδος υπο-αποδίδει, ενώ τις τρεις τελευταίες βελτιώνει τη θέση του, χωρίς ποτέ να υπερ-αποδίδει της αγοράς. Εάν η αγορά μετοχών προεξοφλούσε μακροχρόνια άνοδο στην τιμή της ενέργειας, πιθανόν η εικόνα να ήταν διαφορετική.

Στο επόμενο διάγραμμα, αντιπαραβάλουμε την πορεία της τιμής του πετρελαίου με τις μετοχές των χωρών BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα). Η συνηθισμένη εικόνα είναι οι μετοχές των χωρών αυτών να έχουν την ίδια τάση με την τιμή του πετρελαίου και αντίθετη με την πορεία του δολαρίου. Παρατηρούμε όμως ότι, ενώ η ισοτιμία του δολαρίου αυξάνεται, οι μετοχές BRIC υποχωρούν, αλλά το πετρέλαιο αποκλίνει από τη «νόρμα», συνεχίζοντας ανοδικά. Η εικόνα αυτή δύσκολα θα συνεχίσει και είναι θέμα χρόνου να επανέλθει στην κανονική συσχέτιση. Δύο είναι τα ενδεχόμενα: ή θα διορθώσει η τιμή του πετρελαίου ή θ’ αρχίσουν να ανεβαίνουν οι μετοχές και να υποχωρήσει πάλι το δολάριο.
Εάν κάνουμε μια τροποποίηση στα διαγράμματα μας και -αντί για τις μετοχές BRIC- αντιπαραθέσουμε το πετρέλαιο με το δολάριο και την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου των ΗΠΑ, θα δούμε ότι οι αποδόσεις των ομολόγων και οι τιμές του πετρελαίου έχουν συνήθως θετική συσχέτιση. Η αγορά ομολόγων έχει διορθώσει σημαντικά τους τελευταίους δώδεκα μήνες, διαμορφώνοντας τις αποδόσεις της αμερικανικής δεκαετίας περίπου στο 1,75%. Ο λόγος της διόρθωσης αυτής είναι η προεξόφληση, από την αγορά, κινήσεων των κεντρικών τραπεζών, όπως, για παράδειγμα, η αύξηση των επιτοκίων. Το τρέχον ύψος των αποδόσεων είναι -περίπου- όσο την περίοδο 2015-2017. Τότε όμως το αποτελεσματικό επιτόκιο της FED ήταν 0,40%, ενώ τώρα 0,09% και η εκτίμηση είναι ότι τα αμερικανικά επιτόκια δεν θα αυξηθούν μέχρι το τέλος του 2022.
Θεωρούμε πολύ σημαντική την παραπάνω εικόνα των ομολόγων και τη συσχέτισή τους με τις τιμές του πετρελαίου, καθώς ένας νέος κύκλος πιέσεων στις τιμές των ομολόγων και, επομένως, ένας κύκλος ανόδου των αποδόσεων των ομολόγων μπορεί να ωθήσει τις τιμές του πετρελαίου αρκετά υψηλότερα, έστω και προσωρινά. Διαφορετικά, συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, φαίνεται ότι η τρέχουσα άνοδος των τιμών της ενέργειας είναι μάλλον κυκλική και αποτελεί περισσότερο αντίδραση στις εξαιρετικά χαμηλές τιμές του 2020 και στις δυσλειτουργίες της αγοράς κατά την περίοδο της πανδημίας και μετά από αυτή.