Η κυβέρνηση, οκτώ μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας και λίγες ημέρες μετά την ακατανόητη καταδρομική επιχείρηση εναντίον των διαμαρτυρόμενων κατοίκων της Λέσβου και της Χίου, πραγματοποιεί εντυπωσιακή -και ορθή- μεταβολή πολιτικής στο Μεταναστευτικό, επιδεικνύοντας πυγμή στον Έβρο και στα παραμεθόρια νησιά.

Το Μεταναστευτικό συζητήθηκε στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν, ενώ είχε προηγηθεί η απόρρητη «έκθεση Κουμουτσάκου».

Η πολιτική στροφή ακολουθεί τη δήλωση αυτοκριτικής του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη, στα τέλη Ιανουαρίου, πως «με βάση όσα γνωρίζω σήμερα, αν τα γνώριζα πριν από έξι μήνες, δεν θα καταργούσα το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής – εξ ου και έσπευσα να το επανιδρύσω». Είναι ανεξήγητο πώς και γιατί ο κ. Μητσοτάκης, που έχει λεπτομερή γνώση των περισσότερων άλλων φακέλων εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, υποβάθμισε τόσο πολύ το Μεταναστευτικό τους προηγούμενους μήνες. Πηγές με άμεση γνώση των ενδοκυβερνητικών συζητήσεων, προσθέτουν ότι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είχε μεν έγκαιρα υπογραμμίσει -εμπιστευτικά- προς τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μ. Πομπέο, στις 5 Οκτωβρίου 2019, πως «το Μεταναστευτικό δεν είναι διαχειρίσιμο», αλλά στη συνέχεια πάλι έδειξε διστακτικότητα σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις:

  1. Πρώτον, δεν έλαβε υπόψη το σήμα συναγερμού που εξέπεμψε στα μέσα Οκτωβρίου, με απόρρητη έκθεσή του προς το Μαξίμου, ο τότε αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Γ. Κουμουτσάκος. Επιστρέφοντας από συνομιλίες στην Τουρκία, ο κ. Κουμουτσάκος είχε υπογραμμίσει ότι ο πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν και οι άμεσοι συνεργάτες του, όπως ο αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών Σ. Σοϊλού, βρίσκονταν «στο παρά πέντε» αλλαγής τακτικής, αποστέλλοντας χιλιάδες μετανάστες. Οι Τούρκοι αξιωματούχοι φέρεται να μιλούσαν (και απειλούσαν) για σκόπιμη αποστολή χιλιάδων μεταναστών ανά εβδομάδα, όπως δηλαδή άρχισε να συμβαίνει από την περασμένη Παρασκευή! Αν και παρόμοιες απειλές εκτοξεύονταν συχνά την προηγούμενη διετία, η ειδοποιός διαφορά του περασμένου Οκτωβρίου ήταν ότι η Άγκυρα τις παρουσίαζε πλέον σαν αποφασισμένη μορφή αντίδρασης σε «σχέδια υπονόμευσης» του Τούρκου προέδρου από τις Βρυξέλλες και ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, όπως η Γαλλία. Η φρασεολογία ομοίαζε με τους μύδρους Ερντογάν κατά κύκλων στις ΗΠΑ μετά το πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 και με τα ψεύδη για υποστήριξη τρομοκρατών και Γκιουλενιστών από την Ελλάδα. Επί της ουσίας, η κυβέρνηση δεν αξιοποίησε τις προειδοποιήσεις της «έκθεσης Κουμουτσάκου» και το χρόνο που μεσολάβησε από τότε.
  2. Δεύτερον, ο Πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της τεταμένης συνομιλίας του με τον Τούρκο πρόεδρο στο Λονδίνο, στις 4 Δεκεμβρίου 2019, έθεσε το Μεταναστευτικό, χωρίς να λάβει απάντηση. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ο κ. Μητσοτάκης αξίωσε άμεση ανακοίνωση του κ. Ερντογάν ότι θα σεβαστεί την Κοινή Δήλωση Ε.Ε.-Τουρκίας του Μαρτίου 2016 (έλεγχος μεταναστευτικών ροών ως αντάλλαγμα χρηματοδοτικής βοήθειας και κατάργησης της βίζας), αλλά εισέπραξε την σιωπή του ηγέτη της γειτονικής χώρας. Ο κ. Ερντογάν όχι μόνο δεν έκανε θετική δήλωση για το Μεταναστευτικό, αλλά προχώρησε και στην προκλητική κατάθεση, λίγες ώρες αργότερα, του Μνημονίου με τη Λιβύη στην τουρκική Εθνοσυνέλευση. Παρά τα αρνητικά μηνύματα του Λονδίνου, η Αθήνα δεν ζήτησε από την Ε.Ε. στήριξη για το Μεταναστευτικό στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 12ης-13ης Δεκεμβρίου και συνέχισε να βασίζει τις ελπίδες της στις -υπό επεξεργασία- προτάσεις της Γερμανίας που, τελικά, δεν ευθυγραμμίζονται με τις ελληνικές προσδοκίες.

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα λάθη και την ολιγωρία των περασμένων μηνών, το ζητούμενο τώρα είναι η αταλάντευτη εφαρμογή της νέας κυβερνητικής πολιτικής, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επισκέψεις Ευρωπαίων αξιωματούχων και οι δηλώσεις στήριξης είναι θετικότατες και χρήσιμες, αλλά όχι επαρκείς μακροπρόθεσμα. Η κυβέρνηση είναι, δυστυχώς, αδύνατον να επιτύχει το στόχο της υποχρεωτικής μετεγκατάστασης μεταναστών σε άλλα μέλη της Ε.Ε., ανάλογα με το μέγεθος και τον πληθυσμό τους, όπως ήλπιζε. Είναι χαρακτηριστικό ότι ορισμένοι εταίροι αρνούνται ή «ξεχνούν» τη συμπερίληψη ακόμα και απλών αναφορών στη ρήτρα αλληλεγγύης κατά τις υπηρεσιακές συζητήσεις στις Βρυξέλλες για την προετοιμασία των συμβουλίων υπουργών.

Σε αυτό το πλαίσιο, θα είναι σημαντικό να υπάρξουν συγκεκριμένες αποφάσεις έναντι της Τουρκίας και χειροπιαστά μέτρα για το Μεταναστευτικό στην έκτακτη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. στις 6 Μαρτίου. Στη συνέχεια, ίσως υπάρξει συζήτηση στο Συμβούλιο Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων στις 13 Μαρτίου, ενώ ακόμα πιο κρίσιμο θα αποδειχθεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 26ης-27ης Μαρτίου. Κατά τη διάρκειά του, είναι πιθανόν να επανεξεταστούν οι χρηματοδοτικές διευκολύνσεις της Ε.Ε. προς την Τουρκία, για τους πρόσφυγες, αλλά -ακόμα κι αν εγκριθούν σύντομα- θα είναι περιορισμένες και δεν πρόκειται να κατευνάσουν τον κ. Ερντογάν.

Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα “Δημοκρατία ” στις 3 Μαρτίου 2020