Του Διπλωματικού

Το τελευταίο διάστημα, πολύς λόγος γίνεται, σε επίπεδο πρωτευουσών και διεθνών ΜΜΕ, για την ανάγκη ή μη αναγνωρίσεως κράτους της Παλαιστίνης. Τον προβληματισμό αναζωογόνησε πρόσφατα η -δια του “X”- εξαγγελία του Γάλλου Προέδρου (24 Ιουλίου 2025) ότι προτίθεται να αναγνωρίσει κράτος της Παλαιστίνης το Σεπτέμβριο, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.

Ακολούθησε η υπό αιρέσεις δήλωση του Βρετανού Πρωθυπουργού ότι «λόγω της ολοένα και περισσότερο απαράδεκτης καταστάσεως στην Γάζα, θα αναγνωρίσει τον Σεπτέμβριο το κράτος της Παλαιστίνης εκτός εάν το Ισραήλ σταματήσει τις εχθροπραξίες και δεσμευθεί στην λύση δύο κρατών» (29 Ιουλίου). Ακολούθησαν και άλλοι, όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία, ή η Πορτογαλία.

Αν και πρόκειται για δύο μεγάλα δυτικά κράτη, μέλη του G-7, του ΝΑΤΟ και μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, διερωτάται κανείς τι νόημα έχουν οι εξαγγελίες από τον πρόεδρο της Γαλλίας, Εμμ. Μακρόν, και τον Βρετανό πρωθυπουργό, Κ. Στάρμερ, όταν 147 κράτη έχουν ήδη αναγνωρίσει την Παλαιστίνη ως κράτος, αλλά τα πάντα εξαρτώνται από τη βούληση του Ισραήλ με την πλήρη στήριξη των ΗΠΑ.

Ωστόσο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι 147 κράτη έχουν ήδη αναγνωρίσει την Παλαιστίνη ως κράτος, διερωτάται κανείς τι νόημα έχουν τέτοιου είδους εξαγγελίες από τους ιθύνοντες Γαλλίας και Βρετανίας. Βεβαίως, υπάρχει μία ποιοτική διαφορά: και τα δύο κράτη είναι μεγάλα δυτικά κράτη, μέλη του G-7, του ΝΑΤΟ και μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Επί του πρακτέου όμως ποία η ουσιώδης διαφορά; Και, μάλιστα, όταν, επί δεκαετίες τώρα, τα πάντα εξαρτώνται από τη βούληση του Ισραήλ στην περιοχή με την πλήρη στήριξη των ΗΠΑ.

Αλλά ας εξετάσομε κάποιες κρίσιμες πτυχές του θέματος.

Πρώτον, σύμφωνα με το άρθρο 1 της Συμβάσεως του Μοντεβιδέο για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των κρατών (1934): «το κράτος, ως υποκείμενο του διεθνούς δικαίου, πρέπει να διαθέτει τα εξής γνωρίσματα: α) ένα μόνιμο πληθυσμό, β) μία οριοθετημένη επικράτεια, γ) κυβέρνηση, και δ) την ικανότητα να συνάπτει σχέσεις με τα άλλα κράτη».

Ως προς το τρίτο γνώρισμα, πολλοί Καθηγητές του Διεθνούς Δικαίου υποστηρίζουν ότι δεν αρκεί η ύπαρξη κυβερνήσεως, αλλά απαιτείται επιπροσθέτως η κυβέρνηση αυτή να είναι αποτελεσματική (effective). Βεβαίως, έκτοτε, πολλά πράγματα έχουν αλλάξει και η ιστορική εμπειρία καταδεικνύει ότι τα τέσσερα γνωρίσματα της Συμβάσεως του Μοντεβιδέο σχετική μόνον αξία έχουν σήμερα.

Αντλώντας από πρόσφατα παραδείγματα, οι περιπτώσεις της Βοσνίας, του Κοσόβου, του Ιράκ, της Κριμαίας, της Συρίας, του Σουδάν και της Λιβύης είναι ενδεικτικές του πόσον οι προβλέψεις της εν λόγω Συμβάσεως έχουν υποχωρήσει προ της διεθνούς πολιτικής.

Ειρήσθω εν παρόδω ότι το άρθρο 8 της ιδίας Συμβάσεως προβλέπει ότι «κανένα κράτος δεν έχει το δικαίωμα να επεμβαίνει στις εσωτερικές ή εξωτερικές υποθέσεις κάποιου άλλου». Αλλά η ηθική του Διεθνούς Δικαίου εξαφανίζεται ενώπιον της ψυχρής λογικής αντικρουομένων συμφερόντων…

Εν τέλει, ο μόνιμος πληθυσμός μίας οριοθετημένης επικρατείας, ακόμη κι αν έχει (αποτελεσματική) κυβέρνηση και την ικανότητα να συνάπτει σχέσεις με άλλα κράτη, αναγνωρίζεται ως λαός μόνον όταν το αποφασίσει η διεθνής πολιτική (πραγματικότητα) και όχι όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις της Συμβάσεως του Μοντεβιδέο, ή υπάρχουν ακόμη και αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Εν προκειμένω, αξίζει μία ειδική αναφορά στην περίπτωση του Κοσόβου. Η μεν Απόφαση 1244/1999 του Συμβουλίου Ασφαλείας το αναγνωρίζει ως τμήμα της επικρατείας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (διάδοχο κράτος της οποίας είναι η Σερβία, αυτόνομη επαρχία της οποίας ήταν το Κόσοβο), η δε Γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου του 2008 καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η διακήρυξη ανεξαρτησίας του Κοσόβου, η οποία υιοθετήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2008 δεν παραβιάζει το διεθνές δίκαιο»… κι ενώ το άρθρο 25 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ προβλέπει ότι «τα μέλη των Ηνωμένων Εθνών συμφωνούν να αποδέχονται και να εφαρμόζουν της αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας σύμφωνα με τον παρόντα Χάρτη»…

Κι αυτά τα ασυμβίβαστα προσπαθεί να συμβιβάσει η Ε.Ε.: οψέποτε γίνεται αναφορά στο Κόσοβο, ακολουθεί αστερίσκος ως εξής: ‘’this designation is without prejudice to positions on status, and is in line with UNSCR 1244/1999 and the ICJ Opinion on the Kosovo declaration of independence.’’ Ίσως η διατύπωση αυτή να οφείλεται στον έναρχο ρεαλισμό (principled realism), τον οποίον ευαγγελίζεται η Παγκόσμια Στρατηγική της Ε.Ε…

Μονολεξεί: τραγέλαφος, αλλά και πολλαπλή επιβεβαίωση του διαχρονικού νόμου ότι η διεθνής πολιτική και ο νόμος του ισχυρού κατισχύουν του Διεθνούς Δικαίου.

Η Απόφαση 1244/1999 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ αναγνωρίζει το Κόσοβο ως τμήμα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (διάδοχο κράτος της είναι η Σερβία), ενώ η Γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου του 2008 συμπεραίνει ότι «η διακήρυξη ανεξαρτησίας του Κοσόβου, δεν παραβιάζει το διεθνές δίκαιο».

Δεύτερον, βάσει των ανωτέρω τι δύναται να ισχύει σήμερα για τους Παλαιστινίους και ένα μελλοντικό κράτος τους ;

Υπάρχει μόνιμος πληθυσμός, αλλά δεν είναι συμπαγής γεωγραφικά. Δεν υπάρχει οριοθετημένη, αλλά ούτε και γεωγραφικά συνεχόμενη επικράτεια (Γάζα, Δυτική Όχθη). Δεν είναι μία, αλλά δύο οι κυβερνήσεις και η κάθε μία ασκεί εξουσία στο δικό της τμήμα εδάφους (Χαμάς στην Γάζα, Παλαιστινιακή Αρχή στην Δυτική Όχθη).

Τι ακριβώς, λοιπόν, θα αναγνωρίσουν Γαλλία, Βρετανία και άλλοι το Σεπτέμβριο στον ΟΗΕ; Ή μήπως αυτή η αναγνώριση έχει στόχο να θεωρηθεί επιτυχής η προσπάθεια 19 κρατών, με πρωτεργάτες την Γαλλία και την Σαουδική Αραβία, τα οποία, κατ’ εφαρμογήν της Αποφάσεως 79/81 (2024) της Γενικής Συνελεύσεως του ΟΗΕ, εξεπόνησαν και εδημοσίευσαν εφέτος τον Ιούλιο ένα σχέδιο ειρηνεύσεως, το οποίο προβλέπει λύση δύο κρατών, ειρηνική συνύπαρξη Παλαιστινίων και Ισραήλ, ανοικοδόμηση της Γάζας, κ.λπ.;

Για την ιστορία: η λύση των δύο κρατών επροτάθη για πρώτη φορά από τη βρετανική Επιτροπή Peel (1937). Εν συνεχεία δε, την ιδέα ενεστερνίσθη η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με το σχέδιο διχοτομήσεως της Παλαιστίνης (1947). Έκτοτε, η πρόταση αυτή αιωρείται, εν μέσω συγκρούσεων και πολέμων Αράβων και Ισραήλ, χωρίς να έχει γίνει αποδεκτή από τους αμέσως ενδιαφερομένους. Μόνη σοβαρή προσπάθεια εγένετο επί Προεδρίας Clinton την περίοδο 2000-2001, αλλά δεν είχε αίσιο τέλος.

Τα κύρια σημεία διαφωνίας δύνανται να συνοψισθούν στα ακόλουθα: τα ακριβή όρια των δύο κρατών, το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, οι ισραηλινοί εποικισμοί και η επιστροφή των Παλαιστινίων προσφύγων στις εστίες τους. Η λύση των δύο κρατών επανήλθε μετά τις κτηνώδεις επιθέσεις της Hamas της 7ης Οκτωβρίου 2023.

Η μόνη σοβαρή προσπάθεια για τη λύση των δύο κρατών εγένετο επί Προεδρίας Clinton (κέντρο) την περίοδο Ιουλίου 2000-Ιανουαρίου 2001 με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Ε. Μπαράκ (αριστερά) και τον Πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, Γ. Αραφάτ (δεξιά), αλλά δεν είχε αίσιο τέλος λόγω των διαφωνιών για τα ακριβή όριά τους, το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, τους ισραηλινούς εποικισμούς και την επιστροφή των Παλαιστινίων προσφύγων στις εστίες τους.

Τρίτον, ποία θα ηδύνατο να είναι η επομένη ημέρα στην περιοχή ;

Ακόμη κι αν τα 147 κράτη, τα οποία αναγνωρίζουν κράτος της Παλαιστίνης, αυξηθούν σε 187, τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει επί του πεδίου. Το αποτέλεσμα ίσως να είναι μία ηθική νίκη των Παλαιστινίων, χωρίς κανένα πρακτικό αντίκρισμα.

Ίσως, επίσης, το αποτέλεσμα αυτό να χρησιμεύσει ως ηθικό άλλοθι για πολλά δυτικά και άλλα κράτη, τα οποία, επί σειρά δεκαετιών, στρέφουν αλλού το βλέμμα, εν είδει Ποντίου Πιλάτου, και εκφράζουν μαζί με την Ε.Ε. τη «βαθεία ανησυχία» τους όταν -για παράδειγμα- δημιουργούνται και νέοι ισραηλινοί οικισμοί στα κατεχόμενα εδάφη, χωρίς επί της ουσίας να πράττουν τίποτα προκειμένου να μην επικρατεί το δίκαιο του ισχυρού.

Τούτο ισχύει ακόμη περισσότερο σήμερα με τη διακηρυγμένη πλέον απόφαση του Ισραηλινού Πρωθυπουργού να καταλάβει ολόκληρη τη Γάζα, επιστρατεύοντας 60.000 εφέδρους και αδιαφορώντας πλήρως για την ήδη συντελούμενη ανθρωπιστική καταστροφή, την οποίαν έχουν καταγγείλει δημοσίως οι υπηρεσίες του ΟΗΕ. Αλλά δεν αποκλείεται, επίσης, μέσω της αναγνωρίσεως αυτής, δυτικά κράτη με μεγάλους μουσουλμανικούς πληθυσμούς να προσπαθούν να αμβλύνουν τα αντιδυτικά αισθήματά τους.

Και εδώ, ας θυμηθούμε την αθάνατη ρήση του Θουκυδίδη: στις ανθρώπινες σχέσεις, τα νομικά επιχειρήματα έχουν αξία όταν εκείνοι που τα επικαλούνται είναι περίπου ισόπαλοι σε δύναμη και ότι, αντίθετα, ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του το επιβάλλει η αδυναμία του (δίκαια μὲν ἐν τῷ ἀνθρωπείῳ λόγῳ ἀπὸ τῆς ἴσης ἀνάγκης κρίνεται, δυνατὰ δὲ οἱ προύχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν, Θουκυδίδου Ιστορίαι, 5.89.1, μετάφραση Άγγελου Βλάχου).

Στην Παλαιστίνη, ο ισχυρός είναι το Ισραήλ και ο αδύναμος είναι οι Παλαιστίνιοι. Το Ισραήλ έχει την αμέριστη και άνευ όρων υποστήριξη των ΗΠΑ και της στρατιωτικής μηχανής τους και δεν ορρωδεί προ ουδενός, όταν διακυβεύεται η ασφάλειά του. Τα αραβικά κράτη παραπαίουν χωρίς ενιαία φωνή έναντι του Ισραήλ και με πολύ σοβαρά προβλήματα στο εσωτερικό τους. Η Ρωσία τηρεί στάση χαμαιλέοντος, η Κίνα εκείνη της υπομονής του Κομφούκιου. Η Ε.Ε. και τα μεγάλα δυτικά κράτη επί της ουσίας σιωπούν, ενώ μόνον η Τουρκία του Ερντογάν κατηγορεί το Ισραήλ για σφαγές, γενοκτονία των Παλαιστινίων, κλπ.

Σε όλην αυτή την εικόνα ας προσθέσομε και την παράμετρο Trump, ο οποίος συνέλαβε την ιδέα να μετατρέψει την Γάζα σε μεσανατολική Ριβιέρα …

* * *
Οι άφθονοι έπαινοι κ’ οι κολακείες εις όλους μοιάζουν. Ολοι είναι λαμπροί, ένδοξοι, κραταιοί, αγαθοεργοί… Με φάνηκε που εμπρός μου στάθηκες ως θα ήσουν μες στην κατακτημένην Αλεξάνδρεια, χλωμός και κουρασμένος, ιδεώδης εν τη λύπη σου, ελπίζοντας ακόμη να σε σπλαχνισθούν οι φαύλοι – που ψιθύριζαν το ‘’Πολυκαισαρίη’’ (Κ.Π. Καβάφη, Καισαρίων, Αλεξάνδρεια 1918).