Κοινές Αμυντικές Προμήθειες: επιτέλους, φως στο τούνελ!
Του Βασίλη Τσιάμη*
Στη φωτογραφία: Τον Ιούλιο του 2022, κατά την ανακοίνωση της EDIRPA, οι Επίτροποι Margarethe Vestager και Thierry Breton αναφέρθηκαν στα διαπιστωμένα αμυντικά επενδυτικά κενά και πρότειναν η Επιτροπή να δημιουργήσει ένα βραχυπρόθεσμο εργαλείο που θα ενισχύει τις ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανικές δυνατότητες μέσω κοινών προμηθειών από τα κράτη-μέλη.
Σε παλαιότερο άρθρο, είχαμε αναφερθεί στα μέτρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε στα κράτη-μέλη για την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Άμυνας, κυρίως, σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανία ως συνέχεια των πρώτων συμπερασμάτων μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Ο φόβος της Ε.Ε. ήταν οι -μετά την έναρξη του πολέμου- διαδοχικές ανακοινώσεις των κρατών-μελών για κατακόρυφη αύξηση των αμυντικών τους δαπανών που, ενδεχομένως, να οδηγήσουν στην κατάσταση της περιόδου πριν από το 2010, όταν κάθε χώρα, επικαλούμενη την προστασία της εθνικής της ασφάλειας, επένδυε ασυντόνιστα σε αμυντικά συστήματα διαφορετικών ειδών και προελεύσεων. Με αποτέλεσμα την αδυναμία συνεργασίας τόσο στις επιχειρήσεις (διαλειτουργικότητα), όσο και στην υποστήριξή τους καθόλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, αλλά και σε ό,τι αφορά την έρευνα και τεχνολογία.
Θα έλεγε κανείς γιατί τόση ανησυχία, εφόσον υπάρχει ήδη το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας; Ας μην ξεχνάμε ότι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας (με επενδύσεις από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό 8 δις ευρώ για την περίοδο 2021-2027) αφορά τη συνεργασία των κρατών-μελών και, αντίστοιχα, των αμυντικών βιομηχανιών τους για την ανάπτυξη τεχνολογιών και στρατιωτικών δυνατοτήτων του μέλλοντος. Τα επιπλέον χρήματα, που ανακοίνωσαν τα κράτη-μέλη μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, αφορούν την κάλυψη άμεσων αναγκών (off the shelf) λόγω των αναμφισβήτητων απειλών που, ανά πάσα στιγμή, μπορούν να χτυπήσουν την πόρτα των κρατών-μελών ως συνέπεια του πολέμου στην Ουκρανία.
Ενώ όλοι ανέμεναν ότι η εύκολη λύση θα ήταν απλά η αύξηση του προϋπολογισμού του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας (γεγονός που παραμένει στο τραπέζι κατά την ενδιάμεση αξιολόγηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού που θα λάβει χώρα το 2023), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικεντρώθηκε (και σωστά) όχι στο στόχο της αύξησης του προϋπολογισμού, αλλά της ενδυνάμωσης της συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών στις προγραμματιζόμενες αμυντικές προμήθειές τους.

Το χρηματοδοτικό εργαλείο
Τον Ιούλιο του 2022, η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση της Ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Βιομηχανίας μέσω της Κοινής Πράξης περί Προμηθειών (EDIRPA) για την περίοδο 2022-2024. Στην ανακοίνωση αυτής της πρωτοβουλίας, οι Επίτροποι Margarethe Vestager και Thierry Breton αναφέρθηκαν στα διαπιστωμένα αμυντικά επενδυτικά κενά και πρότειναν η Επιτροπή να δημιουργήσει ένα βραχυπρόθεσμο εργαλείο που θα ενισχύει τις ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανικές δυνατότητες μέσω κοινών προμηθειών από τα κράτη-μέλη. Το εργαλείο αυτό, ανταποκρινόμενο στο αίτημα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, θα έχει ως στόχο να αντιμετωπίσει τις πιο επείγουσες και κρίσιμες ανάγκες για αμυντικά συστήματα, αλλά και εφόδια που προκύπτουν από την επιθετικότητα της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, η οποία ανά πάσα στιγμή μπορεί να επεκταθεί περαιτέρω.
Ουσιαστικά, η Επιτροπή έστειλε το μήνυμα στα κράτη-μέλη: καταλαβαίνω την άμεση ανάγκη σας για αμυντικές προμήθειες και, για το σκοπό αυτό, θέτω στη διάθεσή σας ένα εργαλείο, ώστε να αναζητήσετε δυνατότητες συνεργασίας για κοινές προμήθειες και, αν είναι δυνατόν, από την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Και επειδή η Ε.Ε. ουδέποτε προτείνει πολιτικές χωρίς οικονομική υποστήριξη για την υλοποίησή τους, η Επιτροπή πρότεινε τη δέσμευση 500 εκατ. ευρώ του προϋπολογισμού της Ε.Ε. από το 2022 έως το 2024 προκειμένου να λειτουργήσει στην πράξη αυτό το εργαλείο.
Τα χρήματα δεν θα χρησιμοποιηθούν για κοινές αμυντικές προμήθειες per se, αλλά θα διευκολύνουν τις διαδικασίες προς τούτο. Το εργαλείο αυτό στοχεύει να δώσει κίνητρα στα κράτη-μέλη, σε πνεύμα αλληλεγγύης, να προμηθεύονται από κοινού αμυντικά συστήματα και θα διευκολύνει την πρόσβαση όλων των κρατών-μελών σε αμυντικά συστήματα και εφόδια που χρειάζονται επειγόντως. Με αυτό τον τρόπο, θα αποφευχθεί τόσο ο ανταγωνισμός μεταξύ των κρατών-μελών που ενδιαφέρονται να προμηθευτούν τα ίδια ή όμοια προϊόντα, όσο και ο κατακερματισμός των αμυντικών προμηθειών, διευκολύνοντας έτσι την εξοικονόμηση κόστους με ταυτόχρονη αύξηση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών. Επιπλέον, θα συντελέσει στο να ενισχυθεί η διαλειτουργικότητα των αμυντικών συστημάτων των κρατών-μελών που ήταν -και παραμένει- ο μεγάλος ασθενής στα πλαίσια κοινών δράσεων τόσο στο πλαίσιο της Ε.Ε., όσο και κατ’ επέκταση του ΝΑΤΟ και θα επιτρέψει στην Ευρωπαϊκή Αμυντική Τεχνολογική και Βιομηχανική Βάση (EDTIB) να προσαρμοστεί καλύτερα και να ενισχύσει τις παραγωγικές της ικανότητες, για να παραδώσει τα απαραίτητα προϊόντα. Για το σκοπό αυτό, το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο θα υποστηρίζει δράσεις από κοινοπραξίες που αποτελούνται από τουλάχιστον τρία κράτη-μέλη, υποχρεώνοντας τις κυβερνήσεις και τις αμυντικές βιομηχανίες να μιλάνε μεταξύ τους. Οι επιλέξιμες δράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν νέα έργα αμυντικών προμηθειών ή την επέκταση αυτών που ξεκίνησαν από την έναρξη του πολέμου.
Ασφαλώς, το εργαλείο αυτό δεν θα περιέχει κανένα στοιχείο υποχρέωσης. Κάθε κράτος-μέλος διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίζει με ποιο τρόπο εξυπηρετείται καλύτερα η εθνική του ασφάλεια και αυτό ασφαλώς αφορά άμεσα και την επιλογή των αμυντικών συστημάτων που θα προμηθευτεί καθώς και την χώρα προέλευσης. Σε εκείνες όμως τις περιπτώσεις που μία χώρα θα κρίνει ότι είναι ανοιχτή σε συνεργασία, θα έχει διαθέσιμο από την Ε.Ε. ένα εργαλείο για προχωρήσει αποτελεσματικά, επιτυγχάνοντάς παράλληλα οικονομίες κλίμακος.

Τα οφέλη
Τα οφέλη από αυτό το εργαλείο, αν λειτουργήσει όπως σχεδιάστηκε, πολλά. Πρώτα απ’ όλα, για εκείνα τα κράτη-μέλη (τα οποία είναι πολλά) που έχουν μεταφέρει (χρησιμοποιώντας ένα αλλά εργαλείο της Ε.Ε., το European Peace Facility) επειγόντως απαραίτητο αμυντικό εξοπλισμό στην Ουκρανία, θα τα βοηθήσει να αναπληρώσουν τα αποθέματά τους, παρέχοντας κίνητρα για κοινές προμήθειες και επιτρέποντας στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία να ανταποκριθεί καλύτερα σε αυτές τις επείγουσες ανάγκες.
Ως εκ τούτου, ενισχύεται αποτελεσματικά η ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Τεχνολογικής και Βιομηχανικής Βάσης, ιδίως με την επιτάχυνση της προσαρμογής της βιομηχανίας στις διαρθρωτικές αλλαγές.. Συμπεριλαμβανομένης της αύξησης των παραγωγικών της δυνατοτήτων που προκύπτουν από το νέο περιβάλλον ασφαλείας μετά την επιθετικότητα της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Η συγχώνευση της κατακερματισμένης ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας ήταν πάντα ένα ζητούμενο για την Ε.Ε. Η μέθοδος του last supper των ΗΠΑ προφανώς δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ευρώπη (ο όρος από ένα δείπνο, το 1993 στο Πεντάγωνο, για στελέχη αμυντικών εταιρειών -τον αποκαλούμενο «Μυστικό Δείπνο»- όταν ο τότε υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ William Perry προειδοποίησε τα στελέχη των βιομηχανιών ότι το μέρισμα ειρήνης μετά τον Ψυχρό Πόλεμο σήμαινε ότι το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ δεν θα μπορούσε να αντέξει αρκετή ζήτηση, για να διατηρήσει όλους τους σημαντικούς «παίκτες» της αμυντικής βιομηχανίας. Έτσι ξεκίνησε μια διαδικασία υποχρεωτικών -ουσιαστικά- συγχωνεύσεων που οδήγησε στην Αμυντική Βιομηχανία των ΗΠΑ ως έχει σήμερα με μέγιστο δύο κύριες βιομηχανίες ανά μείζον αμυντικό σύστημα). Το νέο αυτό εργαλείο όμως και, κυρίως, η λογική του για συνεργασίες όχι μόνο των κυβερνήσεων, αλλά και των αμυντικών βιομηχανιών τους θα μπορούσε να δράσει καταλυτικά προς το σκοπό αυτό. Ας μην ξεχνάμε ότι η βιομηχανία ακολουθεί το χρήμα και ένας αποτελεσματικός τρόπος για να ωθήσει κανείς σε περισσότερες συγχωνεύσεις είναι γύρω από βιώσιμα συνεργατικά αμυντικά προγράμματα.
Το νέο εργαλείο έρχεται να συμπληρώσει τις δράσεις, που έχει ήδη αναλάβει η Ε.Ε., μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας, της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας, του European Peace Facility, καλύπτοντας ένα κενό όπως αυτό των άμεσων (off-the shelf) κοινών αμυντικών προμηθειών. Η πρόταση για τον κανονισμό EDIRPA αποτελεί, επιπλέον, ένα ιστορικό ορόσημο για την πολυσυζητημένη ίδρυση της Αμυντικής Ένωσης της Ε.Ε., ενισχύοντας αντίστοιχα την ασφάλεια των πολιτών της και καθιστώντας την ισχυρότερο παράγοντα για την παγκόσμια ασφάλεια, αλλά και αξιόπιστο εταίρο, πρωτίστως για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.

Στην παρούσα φάση, εκπρόσωποι των κρατών-μελών, υπό το συντονισμό στελεχών της Ε.Ε., συλλέγουν τις ανάγκες για άμεσες αμυντικές προμήθειες, καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, σε στενή συνεργασία με εκπροσώπους των αμυντικών βιομηχανιών, με σκοπό να ομαδοποιήσουν τις ανάγκες και να προβούν, στη συνέχεια στο σχεδιασμό συνεργατικών αμυντικών προμηθειών.
Είναι απολύτως σωστό ότι η Ε.Ε. κάνει βήματα μπροστά μόνο υπό την πίεση απειλών και κρίσεων. Έτσι συμβαίνει και εδώ, όπου το θέμα των κοινών αμυντικών προμηθειών και της συνεργασίας στις αμυντικές προμήθειες ήταν αντικείμενο -για πολλά χρόνια- ομιλιών, μελετών και κειμένων, στρατηγικών και πολιτικών, αλλά ουδέποτε στην πράξη υλοποιήθηκε, πλην φωτεινών εξαιρέσεων. Τώρα με την πρωτοβουλία της Ε.Ε. σχετικά με το εργαλείο της EDIRPA, μορφοποιείται ουσιαστικά και βαίνει προς ταχεία υλοποίηση.
*Associate Partner Ernst & Young για θέματα Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων Χρηματοδότησης –Επικεφαλής Τομέα Ασφάλειας και Άμυνας – Πρώην ανώτερο στέλεχος της Ε.Ε.
για θέματα Ασφάλειας και Άμυνας