Κίνδυνος για Ελλάδα και ΕΕ: Η «επανάπαυση» σε περίπτωση νίκης του Μπάιντεν
Υπάρχουν πολλοί, κάθε άλλο παρά τυχαίοι ή αφανείς, που ήδη κρούουν κώδωνες κινδύνου προειδοποιώντας. «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος μιας προεδρίας Μπάιντεν είναι ότι οι Ευρωπαίοι θα μπορούσαν να βρεθούν κάτω από την ψευδαίσθηση ότι οι παλαιές καλές ημέρες των διατλαντικών σχέσεων έχουν επιστρέψει», γράφει ο δίολου τυχαίος Βόλφγκανγκ Μίνχαου μέσα από τον «σελίδες» του Eurointelligence. «Βλέπω ότι είναι πραγματικά επίφοβο κάτι τέτοιο να συμβεί γιατί είναι ο πιο εύκολος δρόμος. Κάτι τέτοιο θα μας επέτρεπε να παίξουμε το αγαπημένο μας παιχνίδι: που είναι να μεταθέτουμε αλλού την ευθύνη και να χρονοτριβούμε έως και την επόμενη κρίση», συνεχίζει ο Γερμανός αναλυτής, με το βλέμμα στραμμένο πια όχι τόσο στην Ουάσιγκτον όσο στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων.
«Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος – εάν κερδίσει ο Μπάιντεν – η Ευρώπη να ξεχάσει αμέσως την προεδρία του Τραμπ […] Εμείς οι Ευρωπαίοι έχουμε πολλές φορές αντιμετωπίσει τη συμμαχία μας με τις ΗΠΑ ως δικαιολογία για να μην πολυσκοτιζόμαστε. Μόλις θεωρήσουμε πως ό,τι και αν συμβεί, το ιππικό των ΗΠΑ πρόκειται να έρθει και να δώσει τη λύση, σταματάμε να νοιαζόμαστε», συμφωνεί ο ακαδημαϊκός Σβεν Μπίσκοπ, στέλνοντας το δικό μου μήνυμα μέσα από τον ιστοχώρο του Βασιλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων Egmont των Βρυξελλών. «Όταν ο Ομπάμα εξελέγη για πρώτη φορά στην προεδρία, εμείς αμέσως αφήσαμε τον Τζορτζ Μπους πίσω μας», θυμάται ο Μπίσκοπ. «Καθήσαμε πίσω και περιμέναμε από τον Ομπάμα να ανακοινώσει τη μεγάλη στρατηγική του για τον κόσμο, για να συνειδητοποιήσουμε όμως στην πορεία ότι η Ευρώπη στην πραγματικότητα δεν είχε κεντρική θέση σε εκείνη τη στρατηγική».
Θα ήταν, λοιπόν, λάθος για τη Γηραιά Ήπειρο να επαναλάβει… συνταγές του παρελθόντος. Όχι επειδή εκείνες δεν είχαν αποδώσει τότε καρπούς (βραχυπρόθεσμα έστω), αλλά επειδή το διεθνές περιβάλλον πλέον έχει αλλάξει σημαντικά. Δεν είναι πια αυτό που ήταν έπειτα από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες έπαιρναν την κατεστραμμένη από τους βομβαρδισμούς δυτική Ευρώπη υπό την «προστασία» τους (Σχέδιο Μάρσαλ, ΝΑΤΟ κ.ά.).
«Τα συμφέροντά μας έχουν αρχίσει να αποκλίνουν μέσα σε έναν πολυπολικό κόσμο», σημειώνει από την πλευρά του ο Βόλφγκανγκ Μίνχαου, υπογραμμίζοντας όμως και κάτι άλλο το οποίο έχουν αναφέρει πολλοί τα τελευταία χρόνια, μεταξύ άλλων και στην Ελλάδα: ότι η διακυβέρνηση Τραμπ δεν προκάλεσε το «διαζύγιο» στη σχέση των ΗΠΑ με την Ευρώπη αλλά απλώς το ενέτεινε-επέτεινε κατά τρόπο απαλλαγμένο από διπλωματικές αβρότητες και εθιμοτυπίες πολιτικής ορθότητας.
Ερωτηματικά για το μέλλον των διατλαντικών δεσμών
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι ακόμη και αν τελικώς κερδίσει τις εκλογές στις ΗΠΑ ο Δημοκρατικός (πάλαι ποτέ αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα) Τζο Μπάιντεν, οι διατλαντικοί δεσμοί θα συνεχίσουν να βρίσκονται αντιμέτωποι με μια σειρά από δικές τους «υπερκομματικές» προκλήσεις.
Ήταν άλλωστε επί Ομπάμα και Μπάιντεν (και όχι επί Τραμπ ή Μπους), όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν εκείνο το περίφημο «πίβοτ προς την Ασία» (μετατοπίζοντας δηλαδή το κέντρο βάρους της στόχευσής τους προς την πλευρά του Ειρηνικού), ένα «πίβοτ» που όχι μόνο παραμένει σε εξέλιξη αλλά έχει μάλιστα εν τω μεταξύ προσλάβει και περισσότερο ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά στη σκιά της όξυνσης του σινοαμερικανικού ανταγωνισμού.
«Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, ένα πράγμα είναι σίγουρο: η διατλαντική σχέση πλησιάζει στο τέλος ενός κύκλου», γράφει ο Γάλλος διπλωμάτης Μισέλ Ντουκλό μέσα από την ιστοσελίδα του γαλλικού Institut Montaigne. Εάν πιστέψουμε μάλιστα τον Ντουκλό, τότε είναι «απαραίτητο» και ένα «νέο διατλαντικό συμβόλαιο» η δομή του οποίου θα πρέπει να αποτελέσει όμως αντικείμενο ουσιαστικής και ισότιμης διαπραγμάτευσης ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού και όχι απλώς ένα σχέδιο των ΗΠΑ που θα γίνει δεκτό από τους Ευρωπαίους.
Ανοιχτά μέτωπα μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ
Ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού έχουν, βέβαια, ανακύψει τα τελευταία χρόνια διαφωνίες που ξεπερνούν κατά πολύ τις όποιες «ιδιαιτερότητες» του ιδίου του Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου.
- Το μέλλον του ΝΑΤΟ και η (οικονομική) συνεισφορά των Ευρωπαίων σε αυτό, είναι ένα θέμα που αποτελεί (και θα συνεχίσει να αποτελεί) πεδίο διαφωνιών ανάμεσα στις δύο πλευρές.
- Οι σχέσεις της Δύσης με τρίτες χώρες (όπως είναι η Κίνα, η Ρωσία, το Ιράν κ.ά.) είναι επίσης είναι από τα πεδία στα οποία τείνουν να αναδύονται ενδο-διατλαντικές διαφωνίες.
- Αλλά και στο μέτωπο των εμπορικών συνομιλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι βέβαιο ότι πρόκειται να ανακύψουν εκ νέου «συγκρούσεις».
- Όπως είχαν ανακύψει άλλωστε «συγκρούσεις» και στο μέτωπο της φορολογίας, όταν η Κομισιόν έβαλε στο φορολογικό της στόχαστρο τους αμερικανικούς κολοσσούς της Google, της Apple, του Facebook κ.ά.
- Χωρίς να αποκλείει κανείς αμερικανοευρωπαϊκούς τριγμούς και στο μέτωπο των αμυντικών βιομηχανιών.
«Ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις εκλογές των ΗΠΑ, η ΕΕ θα πρέπει να αρχίσει να διαδραματίζει μεγαλύτερο ρόλο ως προς τα θέματα ασφαλείας στη γειτονιά της», γράφει από την πλευρά του ο Νίκου Ποπέσκου, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Μολδαβίας, μέσα από την ιστοσελίδα του European Council on Foreign Relations, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι η Ευρώπη θα πρέπει κάποια στιγμή να αρχίσει να βλέπει τον εαυτό της όχι ως free-rider (φράση που να θυμίσουμε πως είχε χρησιμοποιήσει ο Μπαράκ Ομπάμα αναφερόμενος στους Ευρωπαίους) αλλά ως partner.
«Ο Τραμπ ανάγκασε ακούσια κάποιους από τους Ευρωπαίους να αμφισβητήσουν το ρόλο τους ως αιωνίου junior partner της Ουάσιγκτον. Για να γίνει ωστόσο η ΕΕ ένας ανεξάρτητος παράγοντας εξωτερικής πολιτικής, οι Ευρωπαίοι πρέπει πρώτα να κόψουν πολλές παλαιές, κακές συνήθειες αναφορικά με την εξωτερική πολιτική», σχολιάζει ο Βόλφγκανγκ Μίνχαου, αναγνωρίζοντας όμως ότι ως Ευρώπη «δεν έχουμε φτάσει ακόμη σε αυτό το σημείο».
«Οι Ευρωπαίοι πρέπει να αρχίσουν να καλλιεργούν νέες εταιρικές σχέσεις ασφαλείας (security partnerships)… με κράτη εκτός της ΕΕ και του ΝΑΤΟ», γράφει από την πλευρά του ο Νίκου Ποπέσκου.
Προς μια Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση;
Τα τελευταία χρόνια, ειδικά από το 2014 και έπειτα, έχουν πάντως πράγματι γίνει βήματα από την πλευρά των Ευρωπαίων προς την κατεύθυνση μιας στρατηγικά αυτόνομης Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ένωσης (βλέπε: European Union Global Strategy, Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας-EDF, Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασίας-PESCO, Strategic Compass κ.ά.). Και μόνο το γεγονός ότι πλέον έχουμε μια Κομισιόν που αυτοαποκαλείται «γεωπολιτική» υπό την ηγεσία μιας Γερμανίδας πρώην υπουργού Άμυνας (όπως είναι η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν) αποτελεί στροφή σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν.
Από την άλλη βέβαια, ο κίνδυνος της επανάπαυσης δεν σταματά να ελλοχεύει. Η ειδική σε θέματα Άμυνας Ουλρίκε Έσθερ Φράνκε καλεί – μέσα από την ιστοσελίδα του European Council on Foreign Relations – τις ευρωπαϊκές ηγεσίες και ιδιαίτερα το Βερολίνο να προσέξουν αυτό που η ίδια ονομάζει «mission-accomplished syndrome» (το σύνδρομο δηλαδή της επανάπαυσης ή της αδράνειας υπό το καθεστώς της οποίας επιστρέφει κανείς όταν νιώσει ότι η αποστολή του έχει ολοκληρωθεί… χωρίς όμως στην πραγματικότητα να έχει ολοκληρωθεί).