Περίπου 27 εκατομμύρια Καναδοί καλούνται στις κάλπες την ερχόμενη Δευτέρα, 28 Απριλίου, προκειμένου να εκλέξουν την κυβέρνηση με την οποία θα επιχειρήσουν να αντιμετωπίσουν τις προερχόμενες από τον Nότο προκλήσεις της νέας θητείας Τραμπ.

Οι επερχόμενες εκλογές θα είναι, όμως, πολύ διαφορετικές για μια σειρά από λόγους.

Για πρώτη φορά έπειτα από δέκα χρόνια, ο Τζάστιν Τριντό δεν θα είναι υποψήφιος για την πρωθυπουργία.

Ο 53χρονος πρώην πρωθυπουργός υπενθυμίζεται ότι παραιτήθηκε τον περασμένο μήνα, αφήνοντας στην ηγεσία της χώρας και της κυβερνώσας Φιλελεύθερης παράταξης τον 60χρονο Μαρκ Κάρνεϊ. Επειτα από δέκα συναπτά έτη στην εξουσία υπό τον Τριντό (2015-2025), το κεντρώο Φιλελεύθερο Κόμμα (Liberal Party) βρέθηκε αντιμέτωπο με την κόπωση και τη φθορά. Με βάση όσα ίσχυαν δημοσκοπικά έως και πριν από λίγες εβδομάδες, ήταν σχεδόν βέβαιο ότι επρόκειτο να ηττηθεί στην κάλπη. Το σκηνικό έμελλε ωστόσο να αλλάξει εν τω μεταξύ, λόγω Τραμπ όπως εκτιμάται, με αποτέλεσμα πλέον, στην τελική ευθεία προς την κάλπη, οι Φιλελεύθεροι του Κάρνεϊ να διατηρούν ένα μικρό μεν αλλά σταθερό προβάδισμα έναντι των Συντηρητικών του Πιέρ Πουαλιέβρ (ή Πολιέβρ, όπως τον αποκαλούν πολλοί αγγλόφωνοι).

Η νέα τετραετία Τραμπ στις ΗΠΑ εκτυλίσσεται μέχρι στιγμής πολύ διαφορετικά από την προηγούμενη, μέσα σε ένα κλίμα που θυμίζει πιο πολύ τον Ιανουάριο του 2021 (την τοξικότητα και την πόλωση της εισβολής των υποστηρικτών του Τραμπ στο Καπιτώλιο) και λιγότερο τους πρώτους μήνες του 2018. Παράλληλα ωστόσο, από την αρχή της νέας θητείας Τραμπ τον περασμένο Ιανουάριο, ο Καναδάς είχε την «τιμητική» του προσελκύοντας τα «πυρά» της νέας αμερικανικής ηγεσίας.

To 2018, ως 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε βάλει την υπογραφή του σε μια νέα συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τον Καναδά (USMCA), διάδοχη της NAFTA που χρονολογούνταν από το 1994.

Εν έτει 2025 πια, ως 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Τραμπ «βομβαρδίζει» τον Καναδά με κατηγορίες (σχετικές με τη διακίνηση φαιντανύλης και τις αμυντικές δαπάνες, μεταξύ άλλων), απειλές προσάρτησης στις Ηνωμένες Πολιτείες και δασμούς. Αμφισβητεί ως «τεχνητή» τη συνοριογραμμή μεταξύ των δύο χωρών και υποστηρίζει, άλλες φορές φαινομενικά αστειευόμενος και άλλες όχι, ότι ο Καναδάς θα έπρεπε να γίνει η 51η Πολιτεία των ΗΠΑ. Ολα αυτά ωστόσο, προφανώς προκαλούν ενόχληση βορείως των συνόρων, στις τάξεις όχι μόνο των γαλλόφωνων αλλά και των αγγλόφωνων Καναδών.

«Ως αποτέλεσμα, ένα κύμα πατριωτισμού και εθνικής ενότητας σαρώνει πια τον Καναδά, σε βαθμό που είχε σπάνια παρατηρηθεί στη σύγχρονη ιστορία», γράφει ο Μπενουά Γκομί (University of Toronto/Munk School of Global Affairs and Public Policy) στον ιστοχώρο World Politics Review, ενώ η εθνική ασφάλεια και η άμυνα, που ήταν άλλοτε «δευτερεύοντα» ζητήματα στα μάτια σημαντικής μερίδας Καναδών ψηφοφόρων, «έχουν πια εκτοξευθεί στην κορυφή της προεκλογικής ατζέντας», όπως σημειώνεται.

Για δεκαετίες, οι πολιτικοί στον Καναδά επένδυαν προεκλογικά σε ζητήματα όπως ήταν εκείνα της οικονομίας, του περιβάλλοντος, της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και των προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας. Στον αντίποδα, ό,τι είχε να κάνει με θέματα κυριαρχίας, εθνικής ασφάλειας, άμυνας και, ακόμη «χειρότερα», αμυντικών εξοπλισμών, έδειχνε να παρακάμπτεται και να προσπερνιέται ως απλή… υποσημείωση. «Η καθιερωμένη αντίληψη ήταν ότι δεν υπάρχουν ψήφοι στην άμυνα και ειδικά στις αμυντικές προμήθειες», γράφει ο Μάρεϊ Μπρούστερ στο καναδικό CBS. «Η εθνική άμυνα συχνά ήταν μια απλή υποσημείωση στις καναδικές εκλογές. Οχι όμως αυτήν τη φορά», προσθέτει, με το βλέμμα στραμμένο στις απειλές του Ντόναλντ Τραμπ.

Τόσο οι Φιλελεύθεροι του Κάρνεϊ όσο και οι Συντηρητικοί του 45χρονου Πιέρ Πουαλιέβρ διαμηνύουν τώρα ότι προτίθενται να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες της χώρας στο 2% του ΑΕΠ ως το 2030, από περίπου 1,4% του ΑΕΠ που ήταν το 2024.

Παράλληλα, τα δύο μεγάλα κόμματα υπογραμμίζουν αμφότερα την ανάγκη να ενισχυθεί η καναδική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή της Αρκτικής, χωρίς όμως να συνοδεύουν προς το παρόν αυτήν την εξαγγελία με κάποιο νέο λεπτομερές αμυντικό δόγμα. Από εκεί και πέρα, και οι δύο μεγάλες παρατάξεις του Καναδά παρουσιάζονται να αναγνωρίζουν την ανάγκη της έστω μερικής αμυντικής απεξάρτησης από τις ΗΠΑ και της μεγαλύτερης καναδικής αμυντικής χειραφέτησης, που θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσα από την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας αλλά και σε σύμπραξη με τους Ευρωπαίους, όπως αναφέρεται. Από την πλευρά τους, οι Συντηρητικοί του Πουαλιέβρ διαμηνύουν ότι προτίθενται, επίσης, να αυξήσουν κατά περίπου 2.000 και τους συνοριοφύλακες.

Οι Φιλελεύθεροι λένε ότι θα δαπανήσουν 18 δισεκατομμύρια καναδικά δολάρια (περίπου 13 δισ. δολ. ΗΠΑ) μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια, για την αγορά νέων εξοπλισμών, μεταξύ άλλων υποβρυχίων και παγοθραυστικών που θα μπορούσαν να σταλούν βόρεια.

Οι Συντηρητικοί, από την άλλη πλευρά, δεσμεύονται να δαπανήσουν 17 δισεκατομμύρια καναδικά δολάρια (περίπου 12,3 δισ. δολ. ΗΠΑ) μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα, κατασκευάζοντας νέες στρατιωτικές βάσεις στην Αρκτική: στο Ικάλουιτ του Νούναβουτ και στο Τσέρτσιλ της Μανιτόμπα…

Δημοσιεύθηκε στο kathimerini.gr στις 25 Απριλίου 2025