Τα φώτα μπορεί να είναι στραμμένα κυρίως στους «μεγάλους», τι γίνεται όμως με τους «μικρομεσαίους»; Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία έχει τους δικούς της πυλώνες γύρω από τους οποίους παραδοσιακά περιστρέφεται – πυλώνες πολυεθνικούς (MBDA, Airbus) αλλά και εθνικούς: σε Ιταλία (Leonardo, Fincantieri), Ισπανία (Navantia, Indra), Γερμανία (Rheinmetall, Hensoldt), Βρετανία (BAE, Rolls-Royce, Chemring), Γαλλία (Dassault, Naval, Thales, Safran, Nexter) καθώς και σε χώρες όπως είναι για παράδειγμα η Σουηδία (Saab) και η Νορβηγία (Kongsberg).

Οι τεχνολογίες ωστόσο «τρέχουν»· το μέγεθος δεν είναι πια συνώνυμο της επιτυχίας (βλ. drones, περιφερόμενα πυρομαχικά/loitering munitions)· και οι γραμμές τροφοδοσίας διαφοροποιούνται μέσα από την ανάδυση νέων παικτών. Η ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας συνοδεύεται, άλλωστε, από ποικίλα οφέλη (εμπορικά/οικονομικά, τεχνολογικά, εθνικά, στρατιωτικά) και, υπό αυτήν την έννοια, θα έπρεπε να βρίσκεται ψηλά στη λίστα με τους εθνικούς στόχους κάθε χώρας. Για του λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά στην περίπτωση της Τουρκίας…

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο πια, αναδύονται κι άλλες βιομηχανίες πέρα από τις πολύ μεγάλες, βιομηχανίες οι οποίες αρχίζουν μάλιστα να ακούγονται περισσότερο προσελκύοντας τα φώτα της δημοσιότητας με φόντο κυρίως τον πόλεμο στην Ουκρανία που έχει μπει πια στον τρίτο χρόνο συγκρούσεων: η φινλανδική Patria, η εσθονική Milrem Robotics (που εξαγοράστηκε από τον εμιρατινό όμιλο Edge Group), η πορτογαλική Tekever (που ειδικεύεται στα drones), η πολωνική Polish Armaments Group, η βρετανική William Cook (που κατασκευάζει ερπύστριες για tanks και τεθωρακισμένα), η γερμανική Renk (που κατασκευάζει κιβώτια ταχυτήτων), η επίσης γερμανική Helsing (που αναπτύσσει εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης προσανατολισμένες στα πεδία των μαχών), η προερχόμενη από το Μονακό MARSS (συστήματα συλλογής πληροφοριών και επιτήρησης), η γαλλική Eurenco (εκρηκτικά) κ.ά.

Η φινλανδική Patria έγινε θέμα πρόσφατα, καθώς πρόκειται να στήσει στη -νατοϊκή πια- Φινλανδία τις δικές της εγκαταστάσεις συναρμολόγησης/συντήρησης (assembly/maintenance facilities) μαχητικών αεροσκαφών τύπου F-35 Block 4.

Υπενθυμίζεται ότι βάσει συμφωνίας που υπεγράφη τον Φεβρουάριο του 2022 ανάμεσα στην αμερικανική Lockheed Martin και στο φινλανδικό υπουργείο Αμυνας, η φινλανδική πολεμική αεροπορία πρόκειται να παραλάβει τα επόμενα χρόνια, ξεκινώντας από το 2026, συνολικά 64 μαχητικά F-35.

Το φινλανδικό κράτος διατηρεί ποσοστό 50,1% στην Patria, ενώ το υπόλοιπο 49,9% της εταιρείας ελέγχεται από τη νορβηγική Kongsberg. Η Patria φημίζεται, ωστόσο, κυρίως για τα τεθωρακισμένα – οχτάτροχα, εξάτροχα – οχήματα μεταφοράς προσωπικού που παράγει (ήδη από τη δεκαετία του 1980) και έχει ήδη πουλήσει σε σειρά χωρών τα τελευταία χρόνια (Σουηδία, Σλοβακία, Κροατία, Λετονία κ.ά.).

Η φινλανδική Patria διατηρεί, όμως, ποσοστό 50% και στη φινλανδο-νορβηγική Nammo που παράγει πυρομαχικά, τα οποία έχουν πια γίνει «ανάρπαστα» λόγω του πολέμου στην Ουκρανία κάνοντας «χρυσές» εταιρείες παραγωγής πυρομαχικών όπως είναι η προαναφερθείσα Nammo, η γερμανική Rheinmetall, η βρετανική BAE Systems και η γαλλική Nexter.

Η Nexter, ειδικότερα, προσελκύει όμως τα φώτα της δημοσιότητας όχι πια μόνο για τα βλήματα των 155mm αλλά και για το αυτοκινούμενο πυροβόλο Caesar το οποίο έχει στείλει στην Ουκρανία, ενώ με φόντο την Ουκρανία ένα άλλο όπλο που έχει πια αναδειχθεί είναι και το φορητό αντιαρματικό NLAW (next generation light anti-tank weapon) της σουηδικής Saab.

Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, αναπτύσσονται βέβαια παράλληλα και συμπράξεις/συνεργασίες. Η γαλλική Thales για παράδειγμα, παράγει μέρη των μαχητικών Rafale της γαλλικής Dassault αλλά και συναρμολογεί στις δικές της εγκαταστάσεις στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας τα αντιαρματικά NLAW της σουηδικής Saab.

«Δύο χρόνια μετά την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, η αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης ανθεί […] Οι παγκόσμιες αμυντικές δαπάνες σημείωσαν ρεκόρ 2,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων πέρυσι, ενώ στην Ευρώπη αυξήθηκαν στα 388 δισεκατομμύρια δολάρια, σε επίπεδα δηλαδή που δεν είχαν παρατηρηθεί από τον Ψυχρό Πόλεμο και έπειτα, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (International Institute for Strategic Studies)», σημειώνουν σε πρόσφατο μακροσκελές άρθρο τους οι Financial Times, παρουσιάζοντας ωστόσο μόνο μία από τις πολλές όψεις του νομίσματος διότι υπάρχουν, βέβαια, και άλλες όπως είναι εν προκειμένω εκείνες των καταστροφικών απωλειών λόγω του πολέμου, των δραματικών ελλείψεων και των επίμονων ενδοευρωπαϊκών/ενδοδυτικών αρρυθμιών.