Ο πόλεμος «πουλάει» πιο πολύ από την ειρήνη, ειδησεογραφικά τουλάχιστον. Μάχες, βομβαρδισμοί και ιστορίες κατασκόπων «συγκινούν» πιο πολύ από τις υπογραφές στα κείμενα ειρηνευτικών συμφωνιών και τις εκεχειρίες. Και δικαιολογημένα σε έναν βαθμό, καθώς τα αποτελέσματα που παράγουν είναι πιο άμεσα και απτά από εκείνα των ειρηνευτικών συμφωνιών που ενίοτε περιορίζονται στη σφαίρα της θεωρίας και των επί της αρχής αγαθών προθέσεων.

Όταν ξέσπασε αυτός ο νέος κύκλος συγκρούσεων ανάμεσα στο Ισραήλ και στη Χαμάς προ δεκαημέρου, οι περισσότεροι θυμήθηκαν, μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, την επέτειο της συμπλήρωσης 50 ετών από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ του 1973… αλλά όχι και τα 30 χρόνια από τις Συμφωνίες του Όσλο του 1993.

Κι όμως, οι επιθέσεις που εξαπέλυσαν φανατικοί ισλαμιστές κατά ισραηλινών στόχων στις 7 Οκτωβρίου συνιστούν ήττα όχι μόνο για την ισραηλινή κατασκοπεία, που δεν τις πρόλαβε, αλλά κυρίως για τη διπλωματία που τις «επέτρεψε» (εάν όχι «ανέθρεψε») μέσα από τις διαδοχικές αποτυχίες της τις περασμένες δεκαετίες. Κάθε φορά που αποτυγχάνει άλλωστε μια διαπραγμάτευση, κάποιος ακραίος κάπου τρίβει τα χέρια του.

«Οι επιθέσεις του Σαββάτου (σ.σ. της 7ης Οκτωβρίου) ήταν μια αποτυχία των υπηρεσιών πληροφοριών αλλά και μια αποτυχία της διπλωματίας», γράφει ο Ράβι Άγκραουαλ στο περιοδικό Foreign Policy, υπογραμμίζοντας ως πηγή του προβλήματος την «εγκατάλειψη της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Μέση Ανατολή».

Τα αρνητικά σημάδια ήταν όμως ήδη εκεί, εδώ και καιρό. «Τα τελευταία δύο χρόνια ήταν από τα πιο βίαια των τελευταίων δεκαετιών» στο μέτωπο Ισραηλινών – Παλαιστινίων, έγραφε ο (πρώην αξιωματούχος του ΟΗΕ, αρμόδιος για την περιοχή της Μέσης Ανατολής) Τζόναθαν Λίνκολν στο War on the Rocks τον περασμένο Ιούλιο, μήνες πριν από τις τελευταίες επιθέσεις της Χαμάς, υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι «για πρώτη φορά μετά το 1993, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν προωθούν ενεργά μια ειρηνευτική διαδικασία μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης».

«Σε νέα φάση… επιδείνωσης το Παλαιστινιακό: Η τέλεια καταιγίδα των οξυνόμενων αντιθέσεων φέρνει νέα αδιέξοδα», γράφαμε στο Α&Δ το περασμένο καλοκαίρι, επικαλούμενοι τότε τον Τζ. Λίνκολν, τον Άνσελ Πφέφερ, τον Μουσταφά Μπαργκούτι κ.ά., με φόντο τη 48ωρη στρατιωτική επιχείρηση που είχαν πραγματοποιήσει νωρίτερα οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις στην πόλη Τζενίν στη Δυτική Όχθη.

Από οξυνόμενες αντιθέσεις, δε, άλλο τίποτα το τελευταίο διάστημα, καθώς η πιο δεξιά κυβέρνηση στην ιστορία του Ισραήλ, που ήταν εκείνη των Νετανιάχου – Μπεν Γκβιρ, βρέθηκε να έχει απέναντί της μια νέα γενιά ριζοσπαστικοποιημένων Παλαιστίνιων που απορρίπτουν τους χειρισμούς της Παλαιστινιακής Αρχής και «δεν βλέπουν πια τη λύση των δύο κρατών ως βιώσιμη επιλογή»…

Ο Φαρίντ Ζακάρια έγραφε προ ημερών, σε ανάλυσή του για την Washington Post, ότι η πλευρά Νετανιάχου είχε πιστέψει ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να επωφεληθεί από την ενδυνάμωση της Χαμάς σε βάρος της Παλαιστινιακής Αρχής και τον διχασμό στις τάξεις των Παλαιστινίων. Η πλευρά Νετανιάχου φέρεται να είχε πιστέψει, επίσης, ότι θα μπορούσε να σπρώξει το Παλαιστινιακό κάτω από το χαλί των αμοιβαία επωφελών συμφωνιών (σ.σ. του Αβραάμ) που θα υπέγραφε απευθείας με τους Άραβες ως αντίβαρο στην επιρροή του Ιράν.

Αυτές οι προσεγγίσεις ωστόσο, δεν είναι καινοφανείς. Δεκατρία χρόνια πριν, το 2010, ο Θάνος Ντόκος έγραφε ως γενικός διευθυντής τότε του ΕΛΙΑΜΕΠ ότι «το Ισραήλ έχει υιοθετήσει μια “αμυντική” στρατηγική διαχείρισης και όχι επίλυσης του Παλαιστινιακού» καθώς θεωρεί «ότι η διαπραγμάτευση με τους Παλαιστινίους είναι μια ανώφελη προσπάθεια». Ο κ. Ντόκος μάλιστα τότε υποστήριζε ότι αυτή η στρατηγική «θα οδηγήσει νομοτελειακά στην αύξηση της επιρροής των εξτρεμιστικών οργανώσεων» ενώ παράλληλα χρέωνε στο Ισραήλ και «το ότι με την πολιτική που εφάρμοσε υπονόμευσε συστηματικά τη θέση του Αμπάς και των μετριοπαθών Παλαιστινίων».

Εν έτει 2023 πια, η εξτρεμιστική Χαμάς πραγματοποίησε ένα άνευ προηγουμένου αιματοκύλισμα εντός των ισραηλινών συνόρων και οι Ισραηλινοί ετοιμάζονται να ξαναμπούν στρατιωτικά στη Γάζα από την οποία είχαν όμως αποχωρήσει το 2005. Το πιο πιθανό σενάριο είναι πια εκείνο μιας νέας στρατιωτικής νίκης των Ισραηλινών. Και μετά όμως τι;

Εάν έχουν φανερώσει κάτι οι εξελίξεις των περασμένων δεκαετιών, αυτό είναι ότι η όποια «victor’s peace» (η ειρήνη την οποία επιβάλλει η πλευρά των νικητών) δεν είναι ούτε βιώσιμη ούτε διαρκής στο μέτωπο μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων.

Κάπως έτσι, επανερχόμαστε όμως στο κλισέ της φράσης: «δεν υπάρχει στρατιωτική λύση στην ισραηλινό-παλαιστινιακή σύγκρουση» («there is no military solution to the Israeli-Palestinian conflict»). Τι απομένει; Η διπλωματία.

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Αντονι Μπλίνκεν, επισκέφθηκε μέσα σε λίγα 24ωρα τις περασμένες ημέρες το Ισραήλ, την Ιορδανία, το Μπαχρέιν, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία και την Αίγυπτο· εκπρόσωποι του Αραβικού Συνδέσμου μετέβησαν στην Κίνα· και ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν Χοσεΐν Αμίρ Αμπντολαχιάν βρέθηκε σε Λίβανο και Συρία…  Το μόνο δεδομένο ωστόσο προς το παρόν, είναι η στρατιωτική ένταση που κλιμακώνεται…