ΗΠΑ: Το υπό διαμόρφωση «δόγμα Τραμπ» και τα «αυτογκόλ» των πρώτων 100 ημερών
Εντός των ΗΠΑ, στο εσωτερικό μέτωπο, η κατάσταση είναι τεταμένη μεν (στα όρια του εκρηκτικού), αλλά μάλλον… σαφής. Ο Τραμπ θέλει να «απαλλάξει από βάρη» το ομοσπονδιακό κράτος απολύοντας εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλους του δημοσίου, να απελάσει όσο το δυνατόν περισσότερους από τους μετανάστες που βρίσκονται παράνομα στις ΗΠΑ, να ξηλώσει όσο πιο πολλά μπορέσει από τα πεπραγμένα της θητείας Μπάιντεν, να ενισχύσει τους ελέγχους στα σύνορα, να περιορίσει την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, να φέρει τα αμερικανικά Πανεπιστήμια πιο κοντά στα μέτρα της δικής του ατζέντας (Project 2025, Agenda 47, America First, MAGA, anti-woke) και να προετοιμάσει το έδαφος για μια νέα (αντισυνταγματική με τα σημερινά δεδομένα) επανεκλογή του στην προεδρία το 2028 (Trump 2028).
Ο Τζούλιαν Ζέλιζερ, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Princeton, βλέπει πίσω από τις κινήσεις που έχει κάνει ο Ντόναλντ Τραμπ τις τελευταίες 100 ημέρες, να κυριαρχεί ως κατευθυντήρια δύναμη μια διάθεση εκδίκησης.
Η πλευρά Τραμπ επιτίθεται, με την ισχύ που της δίνει η αμερικανική προεδρία, στα όργανα και στους θεσμούς που αντιτάχθηκαν στον ίδιο τον Τραμπ και στην ατζέντα του τα τελευταία οκτώ χρόνια: σε δικαστές και δικηγόρους, πανεπιστήμια και ακαδημαϊκούς, ΜΜΕ (legacy media) κ.ά. Πού θα μπορούσε να οδηγήσει όλο αυτό το «ξεκαθάρισμα λογαριασμών», μένει πια να φανεί. Το κλίμα είναι τεταμένο πια εντός των ΗΠΑ, όπως προαναφέρθηκε, αλλά υπό μια έννοια «ξεκάθαρο».
Στο εξωτερικό μέτωπο ωστόσο από την άλλη πλευρά, η κατάσταση είναι επίσης τεταμένη (στα όρια του εκρηκτικού), αλλά… ασαφής.
Τι ακριβώς θέλει να επιτύχει, διεθνώς, ο Αμερικανός πρόεδρος;
Έχει κάποιο ήδη διαμορφωμένο πλάνο, ή μήπως το διαμορφώνει «επί του πιεστηρίου» ενόσω προχωρά;
Έχει μια ήδη διαμορφωμένη στρατηγική, ή μήπως μόνον κάποιες βασικές κατευθυντήριες γραμμές γύρω από τις οποίες πορεύεται;
Εχει συνεργάτες τους οποίους ακούει με προσοχή λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη όσα του λένε, ή μήπως μόνον συνεργάτες που τον (υπ)ακούν ό,τι κι αν τους πει, προκειμένου να μην τον δυσαρεστήσουν;
Υπάρχει, άραγε, ένα σαφώς προσδιορισμένο «Δόγμα Τραμπ», όπως υπήρχαν στο παρελθόν τα δόγματα του Μονρόε, του Τρούμαν και του Ρίγκαν;
Ο Ρίγκαν έδωσε «μάχες» διεθνώς τη δεκαετία του 1980 ενάντια στη σοβιετική/κομμουνιστική επιρροή, στηρίζοντας ομάδες αντικομμουνιστών ενόπλων. Ο Τρούμαν είχε νωρίτερα, τη δεκαετία του 1940, προετοιμάσει το έδαφος για τη γέννηση του ΝΑΤΟ, κι εκείνος με το βλέμμα στραμμένο στην ΕΣΣΔ, με σημείο αναφοράς το βασικό δίπολο του ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού. Ενώ ο Μονρόε είχε παλαιότερα, κατά τον 19ο αιώνα, επιχειρήσει να κρατήσει τους Ευρωπαίους αποικιοκράτες μακριά από το δυτικό ημισφαίριο.
Εν έτει 2025 πια, ως 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσιάζεται να προσεγγίζει τη Ρωσία (ενάντια στο Πεκίνο θα πουν πολλοί, αντιστρέφοντας το άνοιγμα που είχαν κάνει προς την Κίνα του Μάο οι Κίσσινγκερ και Νίξον τη δεκαετία του 1970) και να συγκρούεται με τους νατοϊκούς συμμάχους των ΗΠΑ τους οποίους κατηγορεί ότι ευημερούν σε βάρος της Αμερικής, επικαλούμενος ενστάσεις κυρίως οικονομικού περιεχομένου.
Τι έκανε ο Τραμπ τις τελευταίες 100 ημέρες που βρίσκεται στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών;
«Βομβάρδισε» με αυξημένους δασμούς τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Αμερικής – απείλησε να προσαρτήσει τον Καναδά, τη Γροιλανδία και τη διώρυγα του Παναμά – παρουσίασε ένα εξόχως αμφιλεγόμενο σχέδιο απομάκρυνσης των Παλαιστινίων από τη Λωρίδα της Γάζας – απαίτησε από τους Άραβες να υποδεχθούν τους Παλαιστινίους που θα εκτοπιστούν – βάφτισε Κόλπο της Αμερικής τον Κόλπο του Μεξικού – παρουσιάστηκε να προωθεί φιλορωσικά σχέδια ειρήνευσης στην Ουκρανία, χωρίς μεταπολεμικές εγγυήσεις ασφαλείας για το Κίεβο αλλά με εγγυήσεις αναγνώρισης των ρωσικών κτήσεων υπέρ της Μόσχας – σνόμπαρε επιδεικτικά την Ε.Ε. και «προσέγγισε» το Ιράν «αδειάζοντας» την πλευρά του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου…
Πώς συνδέονται, όμως, όλα τα προαναφερθέντα… εάν συνδέονται;
Ο Μάθιου Κρένιγκ (Foreign Policy, Scowcroft Center for Strategy and Security/Atlantic Council) διακρίνει τρεις βασικούς κατευθυντήριους πυλώνες πίσω από τις τάσεις που έχει εκδηλώσει μέχρι στιγμής ο Τραμπ στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής: την γραμμή «Πρώτα η Αμερική» (America First) η οποία όμως στην προκειμένη περίπτωση ισοδυναμεί με μια προσέγγιση τύπου «μόνοι μας και όλοι σας», την άποψη ότι η Αμερική «χάνει» επειδή «την κλέβουν οι εταίροι της», και την επιλογή της αντεπίθεσης μέσω της κλιμάκωσης που θα οδηγήσει στην αποκλιμάκωση (escalate to de-escalate).
Ο Τραμπ έτσι διαπραγματεύεται: εξαπολύοντας απειλές και ρίχνοντας στο τραπέζι ακραίες απαιτήσεις τις οποίες έπειτα μπορεί να πάρει πίσω. Το εξηγεί ο ίδιος στο βιβλίο του «Trump: The Art of the Deal», ένα βιβλίο του 1987, όπως σημειώνει ο Κρένινγκ.
Γίνεται, όμως, μια τέτοιου τύπου «μέθοδος» να φέρει αποτελέσματα στο μέτωπο της διεθνών σχέσεων; Θα μπορούσε, άραγε, να συγκριθεί με την επονομαζόμενη «madman theory» που πολλοί συσχετίζουν με τον Νίξον;
Εκατό μέρες δεν αρκούν, θα μπορούσε να πει κανείς. Το τοπίο θα αρχίζει να ξεκαθαρίζει (ή να θολώνει ακόμη περισσότερο) συν τω χρόνω.
Οι απειλές του Τραμπ θα μπορούσαν πάντως να έχουν, τουλάχιστον σε κάποιες περιπτώσεις, τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Κατά μία άποψη, το κεντρώο/κεντροαριστερό Φιλελεύθερο κόμμα του Τζάστιν Τριντό επικράτησε στις βουλευτικές εκλογές στον Καναδά αυτήν την εβδομάδα με υποψήφιο πρωθυπουργό τον Μαρκ Κάρνεϊ ακριβώς επειδή οι απειλές του Τραμπ συσπείρωσαν τους Καναδούς ψηφοφόρους γύρω του.
Εάν ο Αμερικανός πρόεδρος ήταν περισσότερο φειδωλός, μπορεί να είχαν κερδίσει οι Συντηρητικοί υπό τον Πιέρ Πουαλιέβρ, που είναι πολιτικά πιο κοντά στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα των ΗΠΑ.
Εάν όμως οι μεγαλοστομίες του Τραμπ έβλαψαν τελικώς στην κάλπη τους Καναδούς Συντηρητικούς, μήπως θα μπορούσαν να αρχίσουν να βλάπτουν στην πορεία και πολλούς από τους Ευρωπαίους εθνολαϊκιστές (Ορμπαν, Βίλντερς, Λεπέν/Μπαρντελά) που άλλοτε «φλέρταραν» πολιτικά με το φαινόμενο Τραμπ;
Και αν ο Τραμπ συνεχίσει να συγκρούεται με τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ ή να απαξιώνει πλήρως κάποιες «γωνιές» της γης (βλ. Αφρική), μήπως θα μπορούσε να ενισχυθεί έτσι περισσότερο η Κίνα προσεκλύοντας πολλούς από αυτούς τους «δυσαρεστημένους»;