Η κρίσιμη μάχη Ερντογάν-αντιπολίτευσης στις δημοτικές εκλογές της 31ης Μαρτίου
Στη φωτογραφία: Ο πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν (δεξιά) και το AKP στηρίζουν, ως υποψήφιο δήμαρχο Άγκυρας, τον -προερχόμενο από το χώρο των εθνικιστών του MHP- 61χρονο Τουργκούτ Αλτινόκ (αριστερά).
Εξήντα τέσσερα εκατομμύρια Τούρκοι ψηφοφόροι καλούνται να επιστρέψουν στις κάλπες στις 31 Μαρτίου 2024, για να εκλέξουν δημάρχους και δημοτικούς αξιωματούχους στις 81 επαρχίες της γείτονος. Οι επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές έρχονται, δέκα μήνες έπειτα από τη διπλή (προεδρική και βουλευτική) εκλογική αναμέτρηση του περασμένου Μαΐου, να επαναοριοθετήσουν την πολιτική σκηνή της Τουρκίας μέσα σε ένα πλαίσιο από νέα δεδομένα.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξασφάλισε, την περασμένη άνοιξη, μια νέα πενταετή θητεία στην Προεδρία, επικρατώντας με 52,18% στο δεύτερο γύρο των εκλογών έναντι του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Η αντιπολίτευση, αν και ενωμένη, δεν κατάφερε να κάνει την ανατροπή, παρά τη φθορά της πλευράς Ερντογάν και τους καταστροφικούς σεισμούς που είχαν προηγηθεί το Φεβρουάριο του 2023. Ακροδεξιοί και ισλαμο-υπερσυντηρητικοί είδαν ωστόσο, από την άλλη πλευρά, τη δύναμή τους να ενισχύεται μέσα από την άνοδο σειράς μικρότερων κομμάτων (HÜDA PAR, YRP, Saadet, Gelecek, Zafer, BBP) τα οποία έχουν πια πλασαριστεί στην πολιτική σκηνή ως ρυθμιστές δίπλα στους «μεγάλους» (AKP, CHP) αλλά και ως δυνητικές απειλές για τους «μεσαίους» (MHP, İYİ). Κάπως έτσι διαμορφώθηκε το σκηνικό, έπειτα από τις διπλές εκλογές του 2023, και μέσα σε αυτό έρχονται, πια, οι δημοτικές εκλογές να αναδιαμορφώσουν τα δεδομένα, είτε ενισχύοντας τις τάσεις είτε επιφέροντας αποκλίσεις.
Από αναμέτρηση σε αναμέτρηση
Για τον 70χρονο κ. Ερντογάν και το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), το μεγάλο στοίχημα είναι να καταφέρει τώρα να ανακτήσει τον έλεγχο των μεγάλων πόλεων που έχασε το 2019. Το μόνο που του λείπει, άλλωστε, για να μπορεί να είναι αδιαφιλονίκητος κυρίαρχος πολιτικά εντός της Τουρκίας είναι οι μεγάλες πόλεις. Και αν η Σμύρνη ήταν πάντοτε «χαμένη» για το AKP ως δήμος-προπύργιο του CHP όπως άλλωστε και τα Μούγλα ή το Τσανάκκαλε (Δαρδανέλια), δεν ισχύει το ίδιο για την Άγκυρα ή την Κωνσταντινούπολη που είχαν περάσει δεκαετίες υπό ισλαμοσυντηρητική δημαρχία.
Πριν από ακριβώς πέντε χρόνια, ο Ερντογάν υπέστη ίσως το μεγαλύτερο πλήγμα της πολυετούς καριέρας του στην πολιτική, όταν είδε τους εκλεκτούς του να χάνουν την Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη για πρώτη φορά έπειτα από 25 χρόνια (1994-2019). Ειδικά στην Κωνσταντινούπολη, την πόλη από την οποία είχε ξεκινήσει την καριέρα του ο ίδιος, ως δήμαρχος τη δεκαετία του 1990, το πλήγμα ήταν μάλιστα «διπλό». Γιατί το ισλαμοσυντηρητικό καθεστώς προκάλεσε εκεί επαναληπτικές εκλογές τον Ιούνιο του 2019, αμφισβητώντας τα αποτελέσματα των εκλογών του προηγούμενου Μαρτίου. Το AKP τις έχασε όμως, πάλι, και με πολύ μεγαλύτερη διαφορά. Ο Εκρέμ Ιμάμογλου και ο Μανσούρ Γιαβάς, που αμφότεροι κατέβηκαν ως υποψήφιοι με στη στήριξη του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), κέρδισαν τις δημαρχίες το 2019 σε Κωνσταντινούπολη και Άγκυρα αντίστοιχα, επικρατώντας έναντι του Μπιναλί Γιλντιρίμ ο πρώτος και του Μεχμέτ Οζχασεκί ο δεύτερος.

Οι «ανατροπές» του 2019
Πέντε χρόνια μετά, είναι ο Ερντογάν εκείνος που θα επιχειρήσει να κάνει την ανατροπή ενάντια στους κ.κ. Ιμάμογλου και Γιαβάς που είναι εκ νέου υποψήφιοι στους δύο μεγαλύτερους δήμους της Τουρκίας, κατεβάζοντας απέναντί τους δύο άλλους διεκδικητές της δημαρχίας: τον 47χρονο νυν βουλευτή και πρώην υπουργό Περιβάλλοντος και Αστικού Σχεδιασμού Μουράτ Κουρούμ στην Πόλη και τον -προερχόμενο από το χώρο των εθνικιστών του MHP- 61χρονο Τουργκούτ Αλτινόκ στην Άγκυρα. Θα μπορέσουν, άραγε, αυτοί να καταφέρουν ό,τι δεν κατάφεραν οι Γιλντιρίμ και Οζχασεκί προ πενταετίας; Οι επιλογές των προσώπων έχουν πάντως ιδιαίτερο ενδιαφέρον από σημειολογική σκοπιά, καθώς ο Ερντογάν κατεβάζει απέναντι στον 53χρονο επιχειρηματία-κοσμοπολίτη Ιμάμογλου έναν 47χρονο τεχνοκράτη και απέναντι στον 68χρονο (πρώην εθνικιστή) Γιαβάς, έναν, επίσης, πρώην εθνικιστή.
Ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος δεν μένει με τα χέρια σταυρωμένα. Αντιθέτως, πρωταγωνιστεί στην προεκλογική εκστρατεία. Μόνο σε μία ημέρα, στις 16 Φεβρουαρίου για παράδειγμα, εκφώνησε τρεις ομιλίες σε τρεις διαφορετικές περιοχές στις ακτές του Εύξεινου Πόντου. Όσο για τους υποψηφίους του AKP, προσπαθούν να πάρουν ψήφους από όπου μπορούν. Ενδεικτική η κίνηση του Κουρούμ, ο οποίος βρέθηκε μέσα σε διάστημα ολίγων ωρών να απευθύνεται σε Κούρδους, αλλά και σε σκληρούς εθνικιστές, χορεύοντας κουρδικούς χορούς τη μία στιγμή και κάνοντας τον χαιρετισμό των «γκρίζων λύκων» την άλλη. Ο Κουρούμ θα πρέπει να σημειωθεί ότι κατεβαίνει στην κούρσα, ενάντια στον Ιμάμογλου, προτάσσοντας τις ικανότητες που έχει ως τεχνοκράτης και την αποτελεσματικότητα με την οποία είχε διαχειριστεί κρίσεις στο πρόσφατο παρελθόν, όπως το σοκ των σεισμών του Φεβρουαρίου 2023. Το τεχνοκρατικό προφίλ προτάσσεται σκοπίμως ως λύση, αλλά και ως αιχμή ενάντια στους «ανεπαρκείς» νυν δημάρχους. Γιατί οι μεγάλες πόλεις της Τουρκίας βρίσκονται αντιμέτωπες με προβλήματα υποδομών (πολύ δε περισσότερο μετά τους σεισμούς του 2023), υπηρεσιών και παροχών, συγκοινωνιών, κόστους διαβίωσης και προσφυγικών-μεταναστευτικών πιέσεων.

Αντικρουόμενα στοιχήματα
Για το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), από την άλλη πλευρά, το στοίχημα θα είναι να καταφέρει να διατηρήσει τα κεκτημένα του ενάντια στην ερντογανική επέλαση. Κεκτημένα στην κορυφή των οποίων βρίσκονται, προφανώς, οι δημαρχίες της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης. Το CHP παίρνει μέρος στις επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές με έναν νέο ηγέτη, τον 49χρονο Οζγκιούρ Οζέλ, βουλευτή και πρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, ο οποίος εξελέγη στην προεδρία της παράταξης έπειτα από εσωκομματική ψηφοφορία τον περασμένο Νοέμβριο, αφήνοντας στη δεύτερη θέση τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου που εγκατέλειψε την κομματική ηγεσία έπειτα από μια περίοδο 13 ετών (2010-2023). Σε εκείνη την εσωκομματική αναμέτρηση, αξίζει ίσως να σημειωθεί ότι ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, είχε στηρίξει τον Οζέλ, ενώ ο δήμαρχος της Άγκυρας Μανσούρ Γιαβάς ήταν πιο κοντά στον Κιλιτσντάρογλου.
Οι επερχόμενες δημοτικές εκλογές αποτελούν, λοιπόν, το βάπτισμα του πυρός για τον Οζέλ που θα κριθεί για τις ικανότητες και τις επιλογές του, αλλά και ένα στοίχημα ανασύνταξης για το CHP το οποίο δεν μπορεί, εδώ και δεκαετίες, να ξεκολλήσει από τη δεύτερη θέση. Εάν το κεμαλικό κόμμα καταφέρει να κρατήσει τις μεγάλες πόλεις στις επικείμενες εκλογές, τότε διατηρεί πολιτικό κεφάλαιο και τις βάσεις εκείνες που θα μπορούσαν να το οδηγήσουν σε μια μελλοντική επανεκκίνηση. Εάν ωστόσο χαθούν αυτοί οι μητροπολιτικοί δήμοι, τότε μπορεί να ανοίξει ένας ακόμη μεγαλύτερος κύκλος φθοράς για την τουρκική αξιωματική αντιπολίτευση. Υπό αυτήν την έννοια, το διακύβευμα για το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (το κόμμα που ίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ πριν από 100 χρόνια), θα μπορούσε να αξιολογηθεί πια ακόμη και ως υπαρξιακό. Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία φορά που το CHP είχε τους δημαρχιακούς θώκους σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη και τους έχασε, από τον Μελίχ Γκιοκτσέκ τότε και τον Ερντογάν αντίστοιχα, ήταν το 1994 και έπρεπε να μεσολαβήσουν 25 χρόνια μέχρι να τους ανακτήσει.

Το υπαρξιακό διακύβευμα και οι συμμαχίες
Το πρόβλημα για το CHP, ένα πρόβλημα πολύ πρακτικό το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε εκλογικές απώλειες, είναι ότι οι βασικοί του υποψήφιοι στις μεγάλες πόλεις δεν έχουν πια την επίσημη στήριξη της «ενωμένης» αντιπολίτευσης όπως πριν από πέντε χρόνια. Η «Εθνική Συμμαχία» των έξι (CHP, İYİ, Saadet, DP, DEVA, Gelecek), που έδωσε τη μάχη ως κοινό αντι-ερντογανικό μέτωπο στις προεδρικές του 2023, μια «συμμαχία» που είχε φέρει κάτω από την ίδια αντιπολιτευτική ομπρέλα ακόμη και πρώην υπουργούς του Ερντογάν (εν προκειμένω τον Αλί Μπαμπατζάν με την παράταξη DEVA και τον Αχμέτ Νταβούτογλου με την παράταξη Gelecek), δεν υπάρχει πια. Διελύθη εις τα εξ ων συνετέθη και γεγονός αυτό μπορεί να οδηγήσει ακόμη σε ήττα του κ. Ιμάμογλου στην Κωνσταντινούπολη.
Εθνικιστές και Κούρδοι
Το επονομαζόμενο Καλό Κόμμα (İYİ) της Μεράλ Ακσενέρ -το με διαφορά ισχυρότερο πολιτικά από τα δεξιά κόμματα της τουρκικής αντιπολίτευσης- κατεβάζει τους δικούς του υποψηφίους σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη: τους Τσενγκίζ Τοπέλ Γιλντιρίμ και Μπουρά Καβούντζου αντίστοιχα, όπερ σημαίνει ότι -επισήμως τουλάχιστον- δεν πρόκειται να στηρίξει τις υποψηφιότητες των Ιμάμογλου και Γιαβάς. Στενός συνεργάτης της Ακσενέρ δήλωσε ότι «η ηγεσία του İYİ επέλεξε να κατεβάσει τους δικούς της υποψηφίους με σκοπό να διατηρήσει την ταυτότητα του κόμματος και να συσπειρώσει τη βάση των ψηφοφόρων που το υποστηρίζουν». Σε ανάλυσή του το τουρκικό TRT World σημειώνει σχετικά: «από την ίδρυσή του, το 2017, το κόμμα İYİ συμμετείχε σε τρεις μεγάλες εκλογικές αναμετρήσεις, κάθε φορά σε συμμαχία με την αξιωματική αντιπολίτευση, το CHP. Το τρέχον όραμα της Μεράλ Ακσενέρ για το κόμμα της περικλείεται στο σύνθημα “Ελεύθερο και Ανεξάρτητο Κόμμα İYİ”. Οι εκλογές του 2024 θα είναι μια κρίσιμη δοκιμασία για την ικανότητα της παράταξης να σταθεί μόνη της, χωριστά από το CHP».

Η σύζυγος του Ντεμιρτάς και ο υιός του Ερμπακάν
Όμως και οι Κούρδοι, από την πλευρά τους, λέγεται ότι βλέπουν με μεγάλη δυσπιστία πια τις κινήσεις του CHP. Σύμφωνα με όσα είχαν γίνει γνωστά πέρυσι, ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου φέρεται να είχε, πριν από τις προεδρικές του 2023 (ως ηγέτης ακόμη τότε του CHP), καλέσει τον ακροδεξιό Ουμίτ Οζντάγ, ηγέτη του κόμματος της Νίκης (Zafer), να τον στηρίξει στο δεύτερο γύρο των εκλογών, τάζοντάς του, ως αντάλλαγμα, τρία υπουργεία. Μεταξύ αυτών, και το υπουργείο Εσωτερικών. Η κίνηση εκείνη είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και προβληματισμό στις τάξεις των Κούρδων, οι οποίοι πλέον, εν όψει των δημοτικών εκλογών της 31ης Μαρτίου, κατεβάζουν τους δικούς τους υποψηφίους στην Κωνσταντινούπολη: εν προκειμένω το δίδυμο της Μεράλ Ντανίς Μπεστάς και του Μουράτ Τσεπνί, το οποίο, βέβαια, ηχεί πια «αδύναμο» στη σκιά ονομάτων όπως ήταν για παράδειγμα εκείνο της Μπασάκ Ντεμιρτάς. Η 47χρονη σύζυγος του φυλακισμένου ήδη από το 2016 πρώην ηγέτη του φιλοκουρδικού HDP και άλλοτε προεδρικού υποψηφίου, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, είχε διαρρεύσει ότι θα μπορούσε να κατέβει ως υποψήφια για τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης ενάντια στους κ.κ. Ιμάμογλου και Κουρούμ, πράγμα το οποίο ωστόσο δεν έγινε. Το δίδυμο των υποψηφίων που κατεβαίνει στη θέση της θεωρείται μεν πιο «αδύναμο», αλλά δεν φαίνεται δημοσκοπικά να πέφτει κάτω από το 5%, ενώ και ο ίδιος ο κ. Ιμάμογλου δυσκολεύεται καθώς προσπαθεί να προσελκύσει ταυτόχρονα ψήφους και από τη δεξαμενή των Κούρδων και από τη δεξαμενή των εθνικιστών της Ακσενέρ. Υπενθυμίζεται ότι το HDP πλέον δεν υπάρχει ως παράταξη. Τη θέση του έχει πάρει το, επίσης φιλοκουρδικό, Κόμμα Ισότητας και Δημοκρατίας των Λαών (DEM).
Οι δημοσκοπήσεις
Ο Εκρέμ Ιμάμογλου και το CHP έχουν λόγους, λοιπόν, να «ανησυχούν» για τις κινήσεις των ψηφοφόρων του «Καλού Κόμματος» και του DEM, ενώ ο Ερντογάν και το AKP θα μπορούσαν να χάσουν ψήφους από το Yeniden Refah Partisi – YRP του Φατίχ Ερμπακάν, υιού του Νετζμετίν Ερμπακάν, το οποίο, επίσης, κατεβάζει τους δικούς του υποψηφίους.
«Αυτές οι εκλογές θα είναι πιο δύσκολες από τις προηγούμενες», είχε δηλώσει ο κ. Ιμάμογλου, στις αρχές Ιανουαρίου, στο πρακτορείο Reuters. «Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να νικήσουμε και μάλιστα με τρόπο σαρωτικό», διεμήνυε, από την πλευρά του, ο κ. Ερντογάν. Οι δημοσκοπήσεις πάντως, προμηνύουν θρίλερ, ειδικά σε πόλεις όπως είναι η Κωνσταντινούπολη όπου η διαφορά των περίπου 15 ποσοστιαίων μονάδων που είχε ο κ. Ιμάμογλου από τον κ. Κουρούμ, τον Δεκέμβριο του 2023, είχε μειωθεί στις περίπου 4 μονάδες στα τέλη Φεβρουαρίου φέτος.