Η επίσκεψη του Ε. Ιμάμογλου και η διάδοχη κατάσταση στην Τουρκία
του Ιωάννη Σ. Λάμπρου
Στη φωτογραφία ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, Ε. Ιμάμογλου (δεξιά), με τον πρωθυπουργό Κυρ. Μητσοτάκη (κέντρο) και τον δήμαρχο Αθηναίων, Κ. Μπακογιάννη (αριστερά).
Ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, πραγματοποίησε επίσκεψη στην Αθήνα, στις 21-22 Σεπτεμβρίου, σε ανταπόδοση στην αντίστοιχη επίσκεψη του δημάρχου Αθηναίων, Κώστα Μπακογιάννη, τον περασμένο Μάιο. Συναντήθηκε τόσο με τον δήμαρχο Αθηναίων όσο και (μαζί με τον τελευταίο) με τον Έλληνα πρόεδρο της κυβέρνησης.
Η συγκεκριμένη επίσκεψη προσφέρει την αφορμή για την κατάθεση μερικών σκέψεων σχετικά με τη διάδοχη κατάσταση στην Τουρκία, όποτε αυτή επισυμβεί. Ο Ε. Ιμάμογλου εξελέγη δήμαρχος στις επεισοδιακές εκλογές του Μαρτίου και Ιουνίου 2019, εκπροσωπώντας το αντιπολιτευόμενο Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και το όνομά του έχει αναφερθεί ως πιθανός διεκδικητής της πρωθυπουργίας.
Ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης εν όψει της επίσκεψης του παραχώρησε συνέντευξη στην εφημερίδα Τα Νέα.[1] Οι δηλώσεις του αποτυπώνουν έναν εναλλακτικό -σε αισθητική και ύφος- λόγο από τον αντίστοιχο του Ρ. Τ. Ερντογάν. Σαφώς πιο εύπεπτος σε εταίρους και συμμάχους, πλην όμως για την Ελλάδα το ίδιο αναθεωρητικός. Πιο συγκεκριμένα, ο λόγος του δήμαρχου Κωνσταντινούπολης διαπνεόταν από μια εμφανή αυτοπεποίθηση: τέσσερις φορές έκανε αναφορά στον πληθυσμό των 16 εκατομμυρίων της Κωνσταντινούπολης προσθέτοντας πως κατασκευάζονται δέκα γραμμές μετρό, ταυτοχρόνως, καθώς και θαλάσσια ταξί με ιδία μέσα.


Για την Αγιά Σοφιά και τη Χάλκη, αν και με διπλωματικό τρόπο, δεν απομακρύνθηκε επί της ουσίας από τις επιλογές της κυβέρνησης Ερντογάν. Για την Αγιά Σοφιά επισήμανε πως «κάθε φορά που πηγαίνω στην Αγία Σοφία, κάθε φορά που την κοιτάζω, τη βλέπω και τη νιώθω σαν τζαμί» όπως ένας τουρίστας ή Χριστιανός της πόλης, τόνισε, αισθάνεται την Αγιά Σοφιά σαν Εκκλησία, προσθέτοντας πως, κατά την λήψη ορισμένων αποφάσεων που θα προσελκύσουν το διεθνές ενδιαφέρον, η μέγιστη προσοχή και τα εθνικά συμφέροντα πρέπει να έχουν προτεραιότητα. Ουδεμία αναφορά για παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά, αλλά μόνο για τα εθνικά συμφέροντα. Αντίστοιχα για την Θεολογική Σχολή της Χάλκης: «εμείς, ως διοίκηση του Δήμου, κατανοούμε τις επιθυμίες και τις απαιτήσεις των πολιτών μας, από όλα τα τμήματα της κοινωνίας. Όλοι έχουν απόψεις στην Κωνσταντινούπολη και τις εκτιμούμε όλες».
Εξήρε την στάση του λαού της Κωνσταντινούπολης για τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα Pay it Forward, όπου πολίτες πληρώνουν τον λογαριασμό νερού και φυσικού αερίου για όσους δεν έχουν την δυνατότητα, τονίζοντας πως « η αλληλεγγύη που έδειξε ο τουρκικός λαός αυτή την περίοδο θα είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα και για τα ευρωπαϊκά έθνη». Ο τουρκικός λαός, λοιπόν, δίνει μαθήματα στους Ευρωπαίους…
Για τις επικρίσεις της Ε.Ε. στην αντιμετώπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν υιοθέτησε απολογητική στάση, επιλέγοντας να προσεγγίζει το ζήτημα ευρύτερα ώστε να αποφεύγει να μιλήσει για την Τουρκία. «Τα ανθρώπινα δικαιώματα» δήλωσε «και οι δημοκρατικές αξίες είναι οι πιο πολύτιμες έννοιες όχι μόνο για μένα και για το κόμμα μου, αλλά και για τη χώρα μας. Μην ξεχνάτε ότι είμαστε μια χώρα που έχει αγωνιστεί για την ανεξαρτησία. Ταυτόχρονα, διαβάζουμε για τις παραβιάσεις στα θέματα που αναφέρατε, τόσο στην Ευρώπη όσο και σε άλλες χώρες. Νομίζω ότι ζούμε σε μια περίοδο κατά την οποία η σημασία των δημοκρατικών αξιών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αφορά όλο τον κόσμο ». Ηθελημένα προχώρησε σε σύγχυση των εννοιών, συνδέοντας τον αγώνα της ανεξαρτησίας της Τουρκίας με τα ανθρώπινα δικαιώματα και διαγράφοντας την Γενοκτονία των Χριστιανικών Εθνών της άλλοτε οθωμανικής επικράτειας. Ειδικότερα, σε σχέση με την μεταχείριση των γυναικών, ανέφερε πως, ενώ όταν ανέλαβε δήμαρχος το ποσοστό γυναικών στελεχών στον Δήμο ήταν 11,8%, το ποσοστό αυτό έχει ανέλθει πλέον στο 29,7%.

Αναφερόμενος δε στις ελληνοτουρκικές διαφορές επανέλαβε τις γενικές και αόριστες αναφορές που εξομοιώνουν θύτη και θύμα: «και οι δύο χώρες πρέπει να επιτύχουν ένα ισχυρό, λογικό και βιώσιμο επίπεδο διαλόγου. Οι κοινές βάσεις και τα συμφέροντα των δύο χωρών είναι πολύ μεγαλύτερα από τις διαφορές τους. Εάν αυτές οι δύο γειτονικές χώρες τα πάνε καλά, αυτό θα αποβεί επωφελές και για άλλες χώρες της περιοχής ». Επίσης, «όταν αφήνουμε στην άκρη την πολιτική, γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι των δύο χωρών κάνουν ένα βήμα προς ένα κοινό και λαμπρό μέλλον με τη συνείδηση ότι βρίσκονται στην ίδια γειτονιά του κόσμου ». Οι παραπάνω αναφορές ακούγονται λογικές και μετριοπαθείς σε τρίτους, οι οποίοι δεν είναι εξοικειωμένοι -και δεν ενδιαφέρονται να υπεισέλθουν στις λεπτομέρειες των ελληνοτουρκικών σχέσεων – με το ιστορικό βάθος, τη συνέχεια και την συνέπεια του τουρκικού αναθεωρητισμού. Στο ίδιο μήκος κύματος, και ο δήμαρχος Αθηναίων: «τα προβλήματα λύνονται από κάτω προς τα πάνω. Άνθρωποι τα δημιουργούν και άνθρωποι τα λύνουν. Ακόμα και αν τα δημιουργούν οι κυβερνήσεις ή -για να είμαι ακριβής- τα καθεστώτα, μπορούν να τα λύσουν οι λαοί»…[2] Ανέφερε πως, ενώ οι διμερείς διαφορές είναι υπαρκτές, η τοπική αυτοδιοίκηση όντας «ο πλησιέστερος δημοκρατικός θεσμός στον πολίτη» βοηθά να διερμηνευθούν «πιο αποτελεσματικά τα ανθρώπινα συναισθήματα» σαν αυτά που «εκδηλώθηκαν στις κοινωνίες μας με τις καταστροφικές φωτιές που έπληξαν τις χώρες μας το καλοκαίρι, όπως και με τους ισχυρούς σεισμούς που έλαβαν χώρα πριν από μερικά χρόνια».[3] Όμορφα λόγια εκατέρωθεν.
Παρόμοια λόγια τα οποία, όμως, εκκινούνται από διαφορετική αφετηρία. Ο λόγος του Τούρκου δημάρχου εθνοκεντρικός, αποπνέει αυτοπεποίθηση μιας πόλης με αυτοκρατορικό παρελθόν και ισχυρή οικονομική δυναμική και μιας χώρας με δημογραφική ρώμη, σημαντική αγορά και βιομηχανικές υποδομές. Χώρα με όραμα ανασύστασης περασμένου μεγαλείου ανεξαρτήτως ηγεσίας… Ο δήμαρχος Αθηναίων απλά επανέλαβε μηχανικά αυτά που διαχρονικά λέει η ελλαδική ηγεσία στην απέλπιδα προσπάθειά της οι κολακείες, τα χαμόγελα και ενίοτε οι …χοροί να εκτρέψουν την ηγεσία της γειτονικής χώρας από την αναθεωρητική της στόχευση. Αυτή η τελευταία, όμως, είναι έμφυτη, δομική της κοινωνίας και τους κράτους της γειτονικής χώρας.

Νέα ηγεσία ίδια πολιτική
Ποια αλήθεια η ενδεχόμενη διαφοροποίηση μιας νέας τουρκικής ηγεσίας έναντι των Αθηνών; Ηγεσία η οποία -όχι αναγκαστικά ο κ. Ιμάμογλου αλλά κάποιος/α σαν και αυτόν- θα έχει πιο προσεγμένο λόγο από τον κ. Ερντογάν, λόγο εύπεπτο στους συμμάχους και εταίρους μας άσχετα από την πραγματική ουσία του. Με πολιτική περισσότερο συμπεριληπτική του συμμαχικού πλαισίου στους τομείς που ενδιαφέρουν περισσότερο τις πιο ισχυρές χώρες με αντάλλαγμα περιθώρια κινήσεων σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο. Με λεκτική έστω ευαισθησία στα ανθρώπινα δικαιώματα και περιβαλλοντικές ευαισθησίες (ο Τούρκος δήμαρχος τάχθηκε κατά του σχεδιαζόμενου νέου καναλιού της Κωνσταντινούπολης). Από την τουρκική αξιωματική αντιπολίτευση από την οποία προέρχεται ο κ. Ιμάμογλου -και σύμφωνα με την παραπάνω συνέντευξη – καμία αλλαγή δεν πρέπει να αναμένεται. Το σύνολο του πολιτικού κόσμου της γείτονος (ισλαμιστές, κεμαλιστές) αποδέχεται την αναθεωρητική στρατηγική όσον αφορά την Ελλάδα. Η αλλαγή, η όποια αλλαγή στην κορυφή του τουρκικού κράτους δεν επιφέρει διαφορετική θεώρηση για την Ελλάδα. Τουναντίον μια προσεκτική τουρκική ηγεσία, προσεκτική έναντι δυτικών χωρών θα σημάνει επιδείνωση -για την Αθήνα- της οπτικής των ελληνοτουρκικών σχέσεων όπως αυτές προσεγγίζονται από τρίτα κράτη. Οι επικρίσεις ως επί το πλείστον κατευθύνονται στον Τούρκο πρόεδρο. Όχι στη χώρα και, φυσικά, δεν γίνονται με αφορμή την αναθεωρητική της πολιτικής εις βάρος της Ελλάδας. Οι αξιωματούχοι τρίτων χωρών μονότονα καλούν Αθήνα και Άγκυρα σε διάλογο για τις μεταξύ τους διαφορές. Για τους τρίτους δεν υπάρχει τουρκικός επεκτατισμός, αλλά παράλληλες αξιώσεις μεταξύ των δύο, διαφορές οι οποίες πρέπει να επιλυθούν με διάλογο.
Παράλληλα, δυσεξήγητα πλείστες είναι οι αναλύσεις στην Ελλάδα περί επικείμενης οριστικής ρήξης μεταξύ Άγκυρας και δυτικών χωρών. Αναμφίβολα, η απόπειρα της Τουρκίας να αυτονομηθεί πέραν (όχι εκτός) του δυτικού πλαισίου συμμαχιών έχει προκαλέσει τη δυσαρέσκεια συμμαχικών χωρών. Η έλλειψη, όμως, συνοχής τόσο σε κοινοτικό όσο και σε ευρωατλαντικό επίπεδο, καθώς και απουσίας γεωπολιτικής ταυτότητας του ευρωπαϊκού χώρου, στερούν από τις χώρες αυτές το πλαίσιο της ενιαίας αντιμετώπισης απειλών και προκλήσεων. Με συνέπεια, οι «υπηρεσίες» της Άγκυρας να γίνονται απαραίτητες τόσο με τη σημερινή, όσο -και ίσως περισσότερο- με μια ενδεχόμενη νέα ηγεσία. Η πολιτική της τελευταίας, να μη λαμβάνεται απόφαση στις περιοχές ενδιαφέροντος της άνευ της συγκατάθεσης της, προκαλεί δυσαρέσκεια και εκνευρισμό σε τρίτες πρωτεύουσες. Πλην όμως, η Τουρκία αποτελεί συνομιλητή όλων.

Ασφαλώς, η Άγκυρα δεν θα επιτύχει το σύνολο των επιδιώξεών της λόγω και των διαδράσεων μεταξύ των συμφερόντων ίδιων κρατών σε διαφορετικές περιοχές που καθιστούν ένα συνδυασμό νίκης σε όλα τα σημεία εξαιρετικά δυσχερή. Ωστόσο, δεν υπάρχει τρίτος παράγοντας που θα σταθεί εμπόδιο στη συνέχιση της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής εις βάρος της Ελλάδος ή που θα μεταβάλλει τη διαχρονική τουρκική στόχευση προς δυσμάς, ιδιαίτερα με μια ηγεσία με κεμαλικά χαρακτηριστικά. Η δε ισλαμοκεμαλική σύνθεση, στη φυσιογνωμία της γείτονος, θα γίνει αποδεκτή από τρίτα κράτη υπό την προϋπόθεση, όπως ειπώθηκε, η Άγκυρα να ικανοποιήσει επιμέρους επιδιώξεις συμμαχικών κρατών.
Όπως προαναφέρθηκε παραπάνω, η απουσία ενός ενιαίου γεωπολιτικού αφηγήματος του ευρωπαϊκού και κοινοτικού χώρου υπονομεύει το ευρωενωσιακό εγχείρημα και αφήνει έκθετη την Αθήνα που, αφρόνως θεώρησε, πως μετοχή στο εγχείρημα αυτό συνεπάγεται εγγυήσεις εδαφικής ακεραιότητας. Μια νέα τουρκική ηγεσία, με περισσότερη ευαισθησία σε επιμέρους συμμαχικούς σχεδιασμούς, εκφράζοντας την κοινή επιδίωξη ισλαμιστών-κεμαλιστών για επιβολή έναντι των Αθηνών (άρα, τουλάχιστον ως προς την Ελλάδα, εξασφαλίζοντας την εσωτερική ενότητα) θα αποδειχθεί περισσότερο επικίνδυνη. Διότι, πλέον, οι συμμαχικές παραινέσεις για διάλογο με τη νέα τουρκική ηγεσία, η οποία τεχνηέντως θα αντιπαραβάλλεται με θετικό πρόσημο σε σχέση με την προηγούμενη του κ. Ερντογάν, θα γίνουν ανυπόφορα πιεστικές για την Αθήνα.
[1] Τα Νέα, 21-9-202, σελ. 8-9.
[2] «Μπακογιάννης – Ιμάμογλου: Τα προβλήματα μπορούν να τα λύσουν οι λαοί», Καθημερινή (ηλεκτρονική έκδοση, 21.9.2021. Διαθέσιμο εδώ, https://www.kathimerini.gr/politics/561506992/mpakogiannis-imamogloy-ta-provlimata-mporoyn-na-ta-lysoyn-oi-laoi/.
[3] Ibid.