Του Παντελή Περιβολάρη*

Στη φωτογραφία: Η Ελλάδα επέδειξε μεγάλη αποφασιστικότητα απέναντι στην Τουρκία και χαρακτηριστικό είναι ότι η -αντιπολιτευόμενη τον Παπανδρέου- «Καθημερινή», στo φύλλο της 28ης Μαρτίου 1987, στηρίζει τις κυβερνητικές επιλογές.

Μία από τις μεγαλύτερες κρίσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, από τη Μεταπολίτευση και έπειτα, είναι αυτή του 1987. Συμπληρώνονται 36 χρόνια από το Μάρτιο του, 1987 όταν η Ελλάδα και η Τουρκία έφτασαν πολύ κοντά σε πολεμική σύρραξη.

Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε, εκ νέου, σήμερα τους χειρισμούς του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδας, Ανδρέα Παπανδρέου, σε αυτή την κρίση. Γιατί; Διότι σε ένα διεθνές περιβάλλον, στο οποίο τα γεγονότα εξελίσσονται σε βαρύτητα και σε ταχύτητα, πρέπει να αξιοποιήσουμε περαιτέρω τη θεωρία των Διεθνών Σχέσεων και κυρίως τη θεωρία της Ανάλυσης Εξωτερικής Πολιτικής για την αξιολόγηση των γεγονότων και την χάραξη πολιτικών. Συνεπώς, οι μελετητές της Ανάλυσης Εξωτερικής Πολιτικής καλούνται να εκτιμήσουν περιστάσεις και να προβλέψουν γεγονότα. Για να μην διαψεύδονται οι προβολές τους, είναι πολύ σημαντική η γνώση στοιχείων ιστορικών υποθέσεων έτσι, ώστε η ιστορική γνώση να λειτουργεί ως βάση, πάνω στην οποία αναπτύσσονται οι αναλυτικές μέθοδοί τους, για να παράγονται προτάσεις και ιδέες αντιμετώπισης των καταστάσεων που εξελίσσονται δυναμικά.

Κατά την παρέμβασή του στη σύνοδο κορυφής της τότε ΕΟΚ στη Χάγη, στις 26 Ιουνίου 1986, ο Αν. Παπανδρέου κατέστησε σαφές ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει σε πόλεμο κατά της Τουρκίας, εφόσον αυτή κάνει ένα βήμα εις βάρος της Κύπρου. Στη φωτογραφία, ο Πρωθυπουργός (δεξιά) με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών, για θέματα ΕΟΚ, Θ. Πάγκαλο (αριστερά). Όρθιοι, αριστερά, ο διπλωματικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού, πρέσβης Χρ. Μαχαιρίτσας και, δεξιά, ο οικονομικός του σύμβουλος, Γ. Παπανικολάου.

Το πρώτο επίπεδο της Ανάλυσης Εξωτερικής Πολιτικής έχει να κάνει με το πρόσωπο που λαμβάνει τις αποφάσεις. Το Μάρτιο του 1987 το πρόσωπο που πήρε τις αποφάσεις ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Πριν, όμως, αναλύσουμε τα γεγονότα εκείνης της περιόδου, πρέπει να πάμε λίγο πιο πίσω, για να δούμε τι κρίμα επικρατούσε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Στις 26 Ιουνίου του 1986 σε μία ιστορική ομιλία του στην Χάγη, στη σύνοδο των ηγετών της Κοινότητας, ο Παπανδρέου κατέστησε σαφές ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει σε πόλεμο κατά της Τουρκίας, εφόσον αυτή κάνει ένα βήμα εις βάρος της Κύπρου. Στην ομιλία του, ο Παπανδρέου περιγράφει ουσιαστικά ένα «casus belli»: «μία οποιαδήποτε προσπάθεια, έστω και η παραμικρή προσπάθεια επέκτασης της τουρκικής κατοχής, ένα λάθος, μία ακρισία των Τούρκων στρατηγών στην Κύπρο θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε πόλεμο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Αλλά όχι μόνο σε αυτό. Θα οδηγήσει μοιραία σε διάσπαση της συνοχής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του ΝΑΤΟ. Έτσι η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής από την Κύπρο δεν είναι μόνο προς το συμφέρον του τουρκικού λαού, αλλά και ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Κοινότητάς»[1].

Μέσα σε λίγες γραμμές ο Ανδρέας Παπανδρέου κρατά ακλόνητη τη γραμμή που είχε για το Κυπριακό, πριν ακόμα αναλάβει Πρωθυπουργός, ενώ συνέδεσε το Κυπριακό, την Ελλάδα και τις σχέσεις με την Τουρκία σε αυτό που μερικά χρόνια αργότερα -στην τρίτη πρωθυπουργική θητεία του- θα μορφοποιηθεί ως «ενιαίο αμυντικό δόγμα»[2] . Και συνέδεσε, επίσης, και την Κύπρο με την τότε ΕΟΚ πολύ νωρίτερα από την απόφαση των Κυπρίων να καταθέσουν αίτημα για την είσοδο στην Κοινότητα και μετέπειτα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο Γιάννης Καψής, υφυπουργός Εξωτερικών εκείνη την περίοδο, έχει γράψει, στο βιβλίο του «Οι 3 ημέρες του Μάρτη», πως « η στρατιωτική ηγεσία μας ήταν έτοιμη για παν ενδεχόμενο».

Η συνέπεια λόγων και πράξεων του Παπανδρέου αποδεικνύεται το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς. Στις 16 Σεπτεμβρίου 1986, το Συμβούλιο Σύνδεσης ΕΟΚ-Τουρκίας καθίσταται άγονο μετά το βέτο της Ελλάδας. Η ελληνική πλευρά έκανε σαφές στην Άγκυρα και στους εταίρους της στην ΕΟΚ πως δεν πρόκειται να υιοθετήσει καμία απόφαση για την Τουρκία, εφόσον αυτή συνεχίσει την επιθετική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο[3].

Ο Ανδρέας Παπανδρέου, λοιπόν, είχε απειλήσει την Τουρκία με πόλεμο, εφόσον αυτή κάνει ένα απειλητικό βήμα στο Κυπριακό και οι δύο χώρες έφτασαν κοντά στην σύρραξη στα τέλη Μαρτίου του 1987, όταν η Τουρκία έβγαλε το σεισμογραφικό σκάφος «Σισμίκ» για έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο. Η Ελλάδα επέδειξε μεγάλη αποφασιστικότητα απέναντι στην Τουρκία και χαρακτηριστικό είναι ότι η -αντιπολιτευόμενη τον Παπανδρέου- «Καθημερινή», στα φύλλα της 28ης  και 29ης Μαρτίου, αναφέρει στους πρωτοσέλιδους τίτλους της την αποφασιστικότητα της Ελλάδας με τον Παπανδρέου να δηλώνει για το «Σισμίκ»: «θα παρεμποδίσουμε τις έρευνες»[4].

Ο Γιάννης Καψής (1929-2017), υφυπουργός Εξωτερικών εκείνη την περίοδο, έχει γράψει για το πώς πάρθηκε η απόφαση για το «Σισμίκ», στη σύσκεψη στο Καστρί στις 26 Μαρτίου 1987: «ο Κουρής ανέφερε τα στρατιωτικά μέτρα που έπρεπε να ληφθούν – ο στόλος μας θ’ ανοιγόταν στο Αιγαίο, οι φρουρές των νησιών μας θα ενισχύοντο και έφεδροι, που θα επιστρατευόντουσαν με απόλυτη μυστικότητα, θα εστέλλοντο στον Έβρο. Και οι πιλότοι μας στα «κοκ-πιτς». Μιλούσε με μία παγερή ηρεμία, κι ακλόνητη αυτοπεποίθηση. Η στρατιωτική ηγεσία μας ήταν έτοιμη για παν ενδεχόμενο (…) Τα σχέδια εγκρίθηκαν αμέσως. Πηγαίναμε ολοταχώς για ένοπλη σύγκρουση. Αυτή ήταν η εκτίμηση»[5].

Τέσσερις αποφάσεις

Ο πτέραρχος Νίκος Κουρής (1930-2018)[6] είναι αποκαλυπτικός για το πώς ο Παπανδρέου ενήργησε απέναντι στην Τουρκία εκείνες τις κρίσιμες ημέρες. Στις 20 Μαρτίου 1987 είχε ενημερώσει τον Πρωθυπουργό ότι το στράτευμα είναι έτοιμο να προστατεύσει τη χώρα και τα συμφέροντά της. Οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι τότε ο Παπανδρέου έχει πάρει τις αποφάσεις του. Τι ακριβώς συμβαίνει έκτοτε:

  1. Συγκαλούνται καθημερινά συσκέψεις του λεγόμενου «μίνι ΚΥΣΕΑ» (Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας) με τη συμμετοχή του υπουργού Εξωτερικών Κ. Παπούλια, του υπουργού Άμυνας Ι. Χαραλαμπόπουλου, του υφυπουργού Εξωτερικών Ι. Καψή και του Α/ΓΕΕΘΑ Ν. Κουρή.
  2. Οι ένοπλες δυνάμεις έχουν λάβει διάταξη μάχης και τα πλοία του στόλου, με την κάλυψη της Αεροπορίας, έχουν αναπτυχθεί σε όλο το Αιγαίο.
  3. Η ελληνική κυβέρνηση ενημέρωσε τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ, ότι η απόφασή της είναι να προστατεύσει, δια των όπλων, τα νόμιμα συμφέροντα της χώρας.
  4. Στις 28 Μαρτίου, προσέρχεται στο ΕΘΚΕΠΙΧ (Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων) ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χ. Σαρτζετάκης και ενημερώνεται για τη στρατιωτική κατάσταση. Το ΕΘΚΕΠΙΧ λειτουργεί με βάση το «Δόγμα του Αρχιστράτηγου» και έτσι έχει επιτευχθεί ο απόλυτος συντονισμός των επιχειρήσεων των τριών Κλάδων[7].
Ο Α/ΓΕΕΘΑ, πτέραρχος Νίκος Κουρής (στη φωτογραφία, κατά τη σύσκεψη στο ΓΕΕΘΑ στις 28 Μαρτίου 1987 υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρ. Σαρτζετάκη και τον Αν. Παπανδρέου), είχε ενημερώσει τον Πρωθυπουργό ότι το στράτευμα είναι έτοιμο να προστατεύσει τη χώρα και τα συμφέροντά της.

Ο Αρχηγός Στόλου, εκείνη την περίοδο, αντιναύαρχος (τότε) Χρήστος Λυμπέρης, αναφέρει για τις εντολές Παπανδρέου στις κρίσιμες ώρες: «ο Έλληνας Πρωθυπουργός είχε πάρει τις αποφάσεις του. Πρώτον, να χρησιμοποιηθεί στρατιωτική δύναμη (στόλος), για παρεμπόδιση των σεισμικών ερευνών του ΣΙΣΜΙΚ στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Δεύτερον, να ανασταλεί η λειτουργία της αμερικάνικης βάσης επικοινωνιών στη Νέα Μάκρη. Τρίτον, να μεταβεί ο υπουργός Εξωτερικών Κάρολος Παπούλιας στη Σόφια για πολιτικές διαβουλεύσεις με τον Βούλγαρο ηγέτη Τοντόρ Ζίβκοφ και, τέταρτον, να προταθεί στην Τουρκία κοινή προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο Χάγης για οροθέτηση της υφαλοκρηπίδας»[8].

Οι Ένοπλες Δυνάμεις ήταν με το δάχτυλο στην σκανδάλη. Το σύνολο, σχεδόν, του Στόλου έχει ανοιχθεί στο Αιγαίο: 15 από τα 20 αντιτορπιλικά και φρεγάτες, 12 από τις 14 πυραυλακάτους, 6 στις 6 τορπιλακάτους, 8 στα 10 υποβρύχια, 10 στα 14  αρματαγωγά – οχηματαγωγά, όλες οι ναρκοθέτιδες, 13 στα 14 ναρκαλιευτικά, όλα τα πετρελαιοφόρα και βοηθητικά στόλου. Ναυαρχίδα του Στόλου ήταν η φρεγάτα Έλλη με κυβερνήτη τον αντιπλοίαρχο Γεώργιο Καλλιγιάννη[9].

Παράλληλα ο Χρήστος Λυμπέρης, ως Αρχηγός Στόλου, σε επείγον και εμπιστευτικό μήνυμά του προς σε όλα τα πλοία του Στόλου αναφέρει: «μετά την έναρξη βολής να τηρηθεί το δόγμα «κτύπα σκληρά». Συνέχισε το χτύπημα μέχρι εξουθένωσης του αντιπάλου»[10].

Κατά την κορύφωση της κρίσης, ο υπουργός Εξωτερικών Κάρολος Παπούλιας μετέβη στη Σόφια, για πολιτικές διαβουλεύσεις με τον Βούλγαρο ηγέτη Τοντόρ Ζίβκοφ, αιφνιδιάζοντας την Ατλαντική Συμμαχία ως προς τις πιθανές νέες ισορροπίες στη νότια πτέρυγά της μετά από ενδεχόμενη ελληνοτουρκική σύρραξη. Στη φωτογραφία, πίσω από τον μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο πρέσβης ε.τ. Κυριάκος Ροδουσάκης.

Η Τουρκία, παρατηρώντας αυτή την αποφασιστικότητα σύσσωμης της πολιτειακής, πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της Ελλάδας, εκτιμά πως οι πιθανότητες μίας πετυχημένης στρατιωτικής, επιθετικής τους ενέργειας είναι μηδαμινές και αναδιπλώνεται. Ο Τούρκος πρόεδρος Κενάν Εβρέν (1917-2015) σε διάγγελμά του υπόσχεται «να πράξει καθετί δυνατό, για να αποφύγει ο τουρκικός λαός νέες περιπέτειες»[11].

Όμως, ο Παπανδρέου έκανε και κάτι ακόμα. Επιδίωξε, σε εκείνο το διάστημα, να διακόψει τη λειτουργία των αμερικανικών βάσεων στη Νέα Μάκρη[12], οι οποίες τότε εξυπηρετούσαν τις επικοινωνίες του 6ου Στόλου. Γιατί το έκανε αυτό; Για να εκδηλώσει τις ελληνικές αμφιβολίες για το κατά πόσο οι ΗΠΑ θα έμεναν ουδέτερες σε περίπτωση έναρξης εχθροπραξιών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Έτσι, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ υποχρεώθηκαν να παρέμβουν και να πείσουν τον πρωθυπουργό Τ. Οζάλ να δώσει οδηγίες, για να μην εισέλθει το «Σισμίκ» στα ελληνικά ύδατα[13].

Η απόφαση αυτή ήταν τολμηρή. Η Ουάσιγκτον ανησύχησε για το κακό παράδειγμα που θα μπορούσε να δοθεί με το κλείσιμο της βάσης και έτσι ο Τούρκος πρέσβης κλήθηκε αμέσως στο State Department[14].

Ποιο είναι το συμπέρασμα αυτών των χειρισμών; Ο Νίκος Κουρής αναφέρει: «ο Ανδρέας χειρίστηκε την κρίση με αποφασιστικότητα, ψυχραιμία και πολιτική διορατικότητα. Δεν βασίστηκε στη βοήθεια των ξένων, αλλά στις αστείρευτες δυνάμεις του λαού μας και την εθνική ομοψυχία. Στην κρίση του Μάρτη του 1987, βρέθηκε ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Για πρώτη φορά μετά την τραγωδία της Κύπρου, ο ελληνικός λαός αισθάνθηκε εθνικά υπερήφανος»[15]. Με τον Κουρή συμφωνεί και ο ναύαρχος Λυμπέρης: «ο Ανδρέας Παπανδρέου, ως πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΚΥΣΕΑ, υπήρξε για την ελληνική πλευρά στην κρίση του 1987 ο πρωταγωνιστής του χειρισμού της»[16]. Ο δε Καψής τονίζει: «ο Ανδρέας Παπανδρέου, στην κρίση του Μάρτη, αρνήθηκε να ηττηθεί. Και νίκησε»[17].

Ναυαρχίδα του Στόλου, το Μάρτιο του 1987, ήταν η φρεγάτα Έλλη (F 450), η οποία είχε αποκτηθεί από το Πολεμικό Ναυτικό έξι χρόνια νωρίτερα.

Ο εκ των στενότερων συνεργατών του, Κάρολος Παπούλιας[18], δέκα χρόνια μετά την κρίση του 1987 και ένα χρόνο μετά το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, αποτιμώντας τους χειρισμούς του Πρωθυπουργό εκείνες τις κρίσιμες ώρες ανέφερε: «πιστεύω ότι η στρατηγική σημασία των κινήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου πρέπει να διδάσκεται σε σεμινάρια αντιμετώπισης διεθνών κρίσεων»[19]. Την ίδια ακριβώς φράση επανέλαβε ο Παπούλιας, σε συνέντευξη του στα «Νέα», στις 30 Οκτωβρίου 2000.

Συμπέρασμα

Η Margaret G. Hermann[20] κατηγοριοποιεί τους ηγέτες σε οκτώ πιθανούς προσανατολισμούς προσωπικότητας: επιτακτικός ηγέτης, ευαγγελικός ηγέτης, αυξητικός ηγέτης, χαρισματικός ηγέτης, καθοδηγητικός ηγέτης,  γνωμοδοτικός ηγέτης, ανακλαστικός ηγέτης, προσαρμοστικός ηγέτης[21]. Η Hermann υποστηρίζει ότι ο χαρισματικός ηγέτης αμφισβητεί τους περιορισμούς, είναι δεκτικός σε πληροφόρηση, εστιάζει στις σχέσεις και επικεντρώνεται στην επίτευξη των στόχων του μέσω του σταδιακού προσεταιρισμού άλλων, τους οποίους πείθει να αναλάβουν δράση[22].

Συνεπώς, ο ρόλος του ηγέτη είναι σημαντικός στη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής και εξίσου σημαντική είναι η προσωπικότητα του ηγέτη. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει μείνει στις καρδιές και στις μνήμες του κόσμου ως χαρισματικός ηγέτης. Και ένας από τους λόγους ήταν οι χειρισμοί του στην κρίση του 1987, με τους οποίους οι Έλληνες, μετά από πολλά χρόνια, ένιωσαν εθνικά υπερήφανοι.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», Περίοδος 1987.

Εφημερίδα «Καθημερινή», Περίοδος 1982-1988 και 1993.

Εφημερίδα «Τα Νέα», Περίοδος 1997 και 2000.

Καψής Γ. (1990), «Οι 3 ημέρες του Μάρτη», Αθήνα, Λιβάνης.

Κουρής Ν. (2000), «Αιγαίο η μακροχρόνια διαμάχη και ο ρόλος των Αμερικανών», Αθήνα, Λιβάνης.

Λυμπέρης Χ. (2005), «Πορεία σε ταραγμένες θάλασσες», Αθήνα, Ποιότητα.

Stearns M. (1992), «Περίπλοκες συμμαχίες», Αθήνα, Το Ποντίκι.

Hermann M. (1999), «Assessing leadership style: a trait analysis», Social Science Automation.

Hudson V. (2017), «Ανάλυση Εξωτερικής Πολιτικής», Πεδίο.

– – – – – – – – – – – – – – – – – – – – – –

* Ο Παντελής Περιβολάρης είναι ιστορικός, επιστήμων του ελληνικού πολιτισμού, δημοσιογράφος-μέλος της ΕΣΗΕΑ και υποψήφιος διδάκτορας στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών & Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειον Πανεπιστήμιο

[1] «Καθημερινή» 27 Φεβρουαρίου 1986, σελ. 1

[2] Η νέα κοινή αμυντική γραμμή Ελλάδας και Κύπρου που συμφωνήθηκε στη συνάντηση του Ανδρέα Παπανδρέου με τον πρόεδρο της Κύπρου Γλαύκο Κληρίδη την Τρίτη 16 Νοεμβρίου 1993, εφημερίδα «Καθημερινή», 17-11-1993, σελ. 3.

[3] «Καθημερινή» 17 Σεπτεμβρίου 1986, σελ. 1.

[4] «Καθημερινή», 28 Μαρτίου 1987, σελ. 1.

[5] Γ. Καψής, «Οι 3 ημέρες του Μάρτη», Αθήνα, (1990), σελ. 66.

[6] Αρχηγός του στρατεύματος στην κρίσιμη περίοδο του 1987, αργότερα έγινε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και υφυπουργός Άμυνας.

[7] Ν. Κουρής, «Αιγαίο η μακροχρόνια διαμάχη και ο ρόλος των Αμερικανών», Αθήνα (2009), σελ. 82-86.

[8] Χ. Λυμπέρης, «Πορεία σε ταραγμένες θάλασσες», Αθήνα, (2005), σελ. 305.

[9] Ο.π. σελ. 310.

[10] Ο.π. σελ. 321.

[11] Κουρής (2009), σελ. 85.

[12] Η «Ελευθεροτυπία» της 28ης Μαρτίου 1987 κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο τίτλο «Ώρα μηδέν, έκλεισε τα μεσάνυχτα η βάση της Νέας Μάκρης.

[13] Μ. Stearns, «Περίπλοκες συμμαχίες», Αθήνα (1992), σελ. 150.

[14] Καψής (1990), σελ. 67.

[15] Κουρής (2009), σελ. 86.

[16] Λυμπέρης (2005), σελ. 335.

[17] Καψής (1990), σελ. 76.

[18] Υπουργός των Εξωτερικών σε εκείνη την κρίσιμη περίοδο, Πρόεδρος της Δημοκρατίας στο διάστημα 2005-2015,

[19] Γ. Διακογιάννης Γ. – Γ. Παπαχρήστος, «Ένας διανοούμενος της διεθνούς πολιτικής»,

Εφημερίδα «Τα Νέα», 21-06-2021, αναρτημένο στο  https://www.tanea.gr/1997/06/21/greece/enas-dianooymenos-tis-diethnoys-politikis/, τελευταία επίσκεψη 17-5-2021.

[20] Αμερικανίδα πολιτική ψυχολόγος.

[21] Margaret G. Hermann «Assessing leadership style: a trait analysis», (1999), σελ. 10.

[22] V. D. Hudson, «Ανάλυση Εξωτερικής Πολιτικής», (2017), σελ. 95.