Η πρώτη φάση του σχεδίου για τη Γάζα οδεύει πια προς ολοκλήρωση, με τις απελευθερώσεις των Ισραηλινών ομήρων από τη μία πλευρά και των Παλαιστινίων κρατουμένων από την άλλη, τη μερική απόσυρση των Ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων από περιοχές του παράκτιου παλαιστινιακού θύλακα και την κατάπαυση του πυρός, την είσοδο της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα και την επιστροφή των Παλαιστινίων στις βομβαρδισμένες εστίες τους.

Οι επόμενες φάσεις αναμένεται, ωστόσο, να είναι πολύ δυσκολότερες από πλευράς υλοποίησης.

Ο Ομάρ Ραχμάν, αναλυτής του ερευνητικού ινστιτούτου «Middle East Council on Global Affairs», βλέπει πια να εγείρονται «σοβαρές αμφιβολίες» γύρω από τη δυνατότητα πλήρους εφαρμογής του ειρηνευτικού σχεδίου των 20 σημείων για τη Γάζα. «Στο επίκεντρο της ανησυχίας δεν βρίσκεται μόνο το τεράστιο χάσμα που χωρίζει τις θέσεις των δύο πλευρών ή η μεταξύ τους ασυμμετρία ισχύος (σ.σ. μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς), αλλά και το ότι σχεδόν όλα πια εξαρτώνται από την εγγύηση ενός ανθρώπου: του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ», γράφει ο Ο. Ραχμάν σε ανάλυσή του στο περιοδικό Foreign Policy.

Καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων που είχαν προηγηθεί για την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, το Ισραήλ και η Χαμάς είχαν ως γνωστόν εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις σε πολλά ζητήματα, αναφορικά για παράδειγμα με την αποχώρηση των ισραηλινών στρατιωτικών δυνάμεων από τη Γάζα, τον μελλοντικό αφοπλισμό της Χαμάς και τη σύνθεση της μελλοντικής διακυβέρνησης στον παράκτιο παλαιστινιακό θύλακα.

Στις συνομιλίες που είχαν λάβει χώρα προ μηνών, οι διαμεσολαβητές είχαν επιχειρήσει να αντιμετωπίσουν αυτά τα αγκάθια, προτείνοντας μια διαδικασία σταδιακής εφαρμογής της συμφωνίας ειρήνευσης που θα ξεκινούσε από τα βασικά (την κατάπαυση του πυρός, την απελευθέρωση των ομήρων, την είσοδο της ανθρωπιστικής βοήθειας) και θα αντιμετώπιζε τα προς διευθέτηση εναπομείναντα σημεία τριβής μεταγενέστερα, στα επόμενα στάδια. Τέτοιου τύπου ήταν, για παράδειγμα, η συμφωνία εκεχειρίας που είχε συμφωνηθεί στις 19 Ιανουαρίου του 2025.

Ωστόσο, όπως σημειώνει στην ανάλυσή του ο Ο. Ραχμάν, ακριβώς αυτή η σταδιακή διαδικασία επέτρεψε στο ισχυρότερο από τα άμεσα εμπλεκόμενα μέρη που ήταν – και είναι – το Ισραήλ, να παραβιάσει «ατιμώρητα» εκείνη την κατάπαυση του πυρός τον περασμένο Μάρτιο, αφού όμως είχε εν τω μεταξύ ανακτήσει αριθμό ομήρων.

Με το βλέμμα στραμμένο πια στο μέλλον, πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η ισραηλινή ηγεσία θα μπορούσε, αφού έχει πια πάρει πίσω όλους τους εν ζωή εναπομείναντες ομήρους, να παραβιάσει αυτήν τη νέα συμφωνία κατά τα επόμενα στάδιά της, ενδεχομένως με την ανοχή της αμερικανικής ηγεσίας όπως είχε συμβεί άλλωστε και στο παρελθόν, εάν κρίνει ότι κάτι τέτοιο θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα ισραηλινά συμφέροντα ή δει τη Χαμάς να μην συμμορφώνεται όπως θα όφειλε με πολλά από όσα αναφέρονται στο σχέδιο των 20 σημείων.

«Κάθε παραχώρηση που έκανε το Ισραήλ μπορεί να αναιρεθεί […] Για παράδειγμα, αν το Ισραήλ αποσύρει τον στρατό του από τη Γάζα τη μια μέρα, μπορεί να επανέλθει την επόμενη. Αν απελευθερώσει 1.000 Παλαιστίνιους κρατούμενους σήμερα, μπορεί να τους συλλάβει ξανά αύριο», γράφει ο αναλυτής του «Middle East Council on Global Affairs».

Αλλά και η Χαμάς από την άλλη πλευρά, με βάση τα μέχρι τώρα δείγματα γραφής που έχει δώσει, όλα δείχνουν ότι θα επιχειρήσει -ενδεχομένως με την στήριξη του Κατάρ και της Τουρκίας- να αποφύγει την υποχρέωση του δικού της πλήρους αφοπλισμού, πράγμα το οποίο όμως θα συνιστά, εάν συμβεί, παραβίαση των επόμενων σταδίων υλοποίησης της συμφωνίας.

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο αβεβαιοτήτων και καχυποψίας, αποκτούν πια κομβικό ρόλο οι δυνάμεις που θα αναλάβουν ως «εγγυήτριες» να εξασφαλίσουν την άνευ αποκλίσεων συμμόρφωση με όσα επιτάσσουν οι διαδοχικές φάσεις υλοποίησης της συμφωνίας για τη Γάζα· και η κορυφαία μεταξύ αυτών των δυνάμεων είναι με διαφορά η αμερικανική διοίκηση υπό τον Ντόναλντ Τραμπ.

Οι Ευρωπαίοι δηλώνουν τώρα, από την πλευρά τους, έτοιμοι να συνδράμουν τις προσπάθειες σταθεροποίησης στη Γάζα (ο Στάρμερ, ο Μακρόν, ο Ιταλός ΥΠΕΞ Α. Ταγιάνι προ ημερών κ.ά.) αν και το δικό τους μεγάλο μέτωπο είναι εκείνο του Ουκρανικού το οποίο παραμένει ανοιχτό και σε εκκρεμότητα, ενώ το «ιστορικό έγγραφο» συμφωνίας που υπεγράφη χθες για τη μεταπολεμική Γάζα στο Σαρμ ελ Σέιχ της Αιγύπτου έφερε τις υπογραφές τεσσάρων χωρών: των ΗΠΑ, της Αιγύπτου, του Κατάρ και της Τουρκίας.

Εάν κρίνουμε πάντως από όσα είχε πει ο ίδιος ο Τραμπ στις 29 Σεπτεμβρίου, όταν πρωτοπαρουσίασε το σχέδιο των 20 σημείων έχοντας στο πλευρό του τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο Αμερικανός πρόεδρος περιμένει τώρα (και) από άλλους να αναλάβουν ευθύνες στην περιοχή της Γάζας. Ολοι αυτοί οι «άλλοι» ωστόσο με τη σειρά τους, στρέφουν τώρα το βλέμμα τους πίσω στις ΗΠΑ.

Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποστηρίξει τότε, πίσω στα τέλη Σεπτεμβρίου, ότι «αραβικές και μουσουλμανικές χώρες έχουν δεσμευτεί να αποστρατιωτικοποιήσουν τη Γάζα αφοπλίζοντας τη Χαμάς και όλες τις άλλες τρομοκρατικές οργανώσεις».

Ανεξάρτητα από το αν το ήθελε ή όχι, ο Αμερικανός πρόεδρος καλείται ωστόσο τώρα να αναλάβει πια ρόλο υπερ-εγγυητή μεταξύ των εγγυητριών δυνάμεων.

Ο ίδιος αναγκάστηκε πρόσφατα, για παράδειγμα, να βγει δημόσια και να υπογραμμίσει ότι εγγυάται την ασφάλεια του Κατάρ, πράγμα που όμως δεν θα είχε κάνει εάν δεν είχε προηγηθεί το χτύπημα των Ισραηλινών στην Ντόχα στις 9 Σεπτεμβρίου.

Εκείνο το ισραηλινό πλήγμα στην ισραηλινή πρωτεύουσα ήταν, όπως αποδεικνύεται πια, κομβικό για την πορεία των εξελίξεων, αφού κινητοποίησε αλλά και «ενοποίησε» τους Αραβες, οι οποίοι έκαναν από κοινού λόμπινγκ στον Τραμπ στη Νέα Υόρκη στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, παρουσία του Τούρκου προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν, στις 23 Σεπτεμβρίου, την ημέρα που ο Τούρκος πρόεδρος επρόκειτο να συναντήσει τον Ελληνα πρωθυπουργό τον οποίο όμως τελικώς δεν συνάντησε… λόγω βεβαρημένου προγράμματος.

Το σχέδιο των 20 σημείων για την επόμενη μέρα στη Γάζα, που παρουσίασε τελικώς ο Τραμπ στις 29 Σεπτεμβρίου, φέρεται να «επηρεάστηκε» από εκείνη τη συνάντηση που είχε – κεκλεισμένων των θυρών – με τις αραβικές και μουσουλμανικές ηγεσίες στη Νέα Υόρκη στις 23 Σεπτεμβρίου. Το γεγονός ότι ο Τραμπ πίεσε την πλευρά του Μπενιαμίν Νετανιάχου να δεχθεί αυτό το σχέδιο, θα μπορούσε ενδεχομένως να ιδωθεί ως διπλωματική νίκη – ή διπλωματική αντεπίθεση – των Αράβων. «Αυτά τα κράτη απέδειξαν την ικανότητά τους να λειτουργήσουν ως αντίβαρο στην ισραηλινή επιρροή στην κυβέρνηση Τραμπ», γράφει χαρακτηριστικά ο Ο. Ραχμάν του «Middle East Council on Global Affairs» το οποίο θα πρέπει να σημειωθεί ότι έχει την έδρα του στην Ντόχα του Κατάρ.

Ποιος θα ασκεί πιέσεις όμως στο εξής, με στόχο την σταδιακή υλοποίηση των επόμενων φάσεων του σχεδίου για τη Γάζα; Ή μάλλον ποιος άλλος, εκτός του Τραμπ;

Σε αντίθεση με το παρελθόν, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει πια εκτεθεί περισσότερο, παίρνοντας πάνω του – ως μέγας ειρηνοποιός – την αποστολή της ειρήνευσης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Για να έχει όμως μέλλον αυτή η ειρήνευση, κάποιος θα πρέπει να τη διαφυλάξει και, αν θέλει να διαφυλάξει την αξιοπιστία του, ο Τραμπ μάλλον θα χρειαστεί να αναλάβει αυτόν τον ρόλο.