Εξελίξεις στο Σαχέλ: Το ανανεωμένο διεθνές ενδιαφέρον για τη Μαυριτανία και η ελληνική απουσία
Με έκταση που ξεπερνά τα 1 εκατ. τετραγωνικά χιλιόμετρα, η Μαυριτανία είναι μια από τις -γεωγραφικά- μεγαλύτερες χώρες στον κόσμο. Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της καλύπτεται από έρημο, τη Σαχάρα εν προκειμένω. Εξού και ο δυσανάλογος προς το γεωγραφικό της εκτόπισμα μικρός πληθυσμός των μόλις 4,3 εκατομμυρίων κατοίκων.
Η Μαυριτανία τείνει να απουσιάζει από τη διεθνή ειδησεογραφία, πολύ δε περισσότερο από την ελληνική. Είναι ωστόσο μια χώρα, πρώην γαλλική αποικία, με ακτές στον Ατλαντικό Ωκεανό και γεωγραφική θέση κοντά στα Κανάρια Νησιά μέσω των οποίων προσπαθούν πολλοί μετανάστες να περάσουν από την Αφρική στην Ευρώπη (Ισπανία).
Είναι, επίσης, μια χώρα με σημαντικά κοιτάσματα μετάλλων (σιδήρου, χαλκού, χρυσού), αξιοσημείωτα κοιτάσματα φυσικού αερίου, σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (πράσινο υδρογόνο) και σχετική πολιτική σταθερότητα, η οποία φιλοξενεί χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες από τις γύρω περιοχές και ανήκει γεωγραφικά στην -κρίσιμη για την ευρωπαϊκή ασφάλεια- ζώνη του Σαχέλ.
Από το 2020 και έπειτα, η ζώνη του Σαχέλ έζησε σειρά πραξικοπημάτων (σε Μάλι, Τσαντ, Μπουρκίνα Φάσο, Σουδάν, Γουινέα), αλλά και βαθύτερων γεωπολιτικών/γεωστρατηγικών μεταβολών, αφού οι Γάλλοι που ήταν εκεί για δεκαετίες έφυγαν (βλ. τέλος στρατιωτικής επιχείρησης Barkhane) αφήνοντας πίσω «ελεύθερο» το πεδίο σε άλλους επίδοξους (μετα)αποικιοκράτες (Ρώσους, Τούρκους κ.ά.) οι οποίοι όμως προσεγγίζουν την Αφρική ως μοχλό πίεσης προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε αντίθεση με τις άλλες χώρες της περιοχής, η Μαυριτανία δεν βρέθηκε αντιμέτωπη με κάποιο πραξικόπημα τα τελευταία χρόνια. Η τελευταία φορά που είχε ζήσει κάτι τέτοιο ήταν το 2008.
«Η Μαυριτανία αποτελεί φάρο σταθερότητας στο επιρρεπές σε πραξικοπήματα Σαχέλ», έγραφε χαρακτηριστικά πέρυσι ο Economist, υπογραμμίζοντας ότι η χώρα της βορειοδυτικής Αφρικής «έχει αφήσει πίσω όχι μόνο τα πραξικοπήματα αλλά και την τρομοκρατία» αφού δεν έχουν σημειωθεί εκεί μεγάλες τρομοκρατικές επιθέσεις μετά το 2011, ενώ οι προεδρικές εκλογές του 2019 σηματοδότησαν «την πρώτη ειρηνική μεταβίβαση εξουσίας στη Μαυριτανία».
Για όλους τους προαναφερθέντες λόγους όμως, η Μαυριτανία έχει αρχίσει να παρουσιάζει πρόσθετο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια στα μάτια της διεθνούς κοινότητας. «Η αντιτρομοκρατική εκστρατεία της Μαυριτανίας και η δημοκρατική της μετάβαση συγκαταλέγονται στις λίγες επιτυχημένες ιστορίες της περιοχής του Σαχέλ […] Το ΝΑΤΟ, η Κίνα, η Ρωσία και οι περιφερειακές δυνάμεις επιθυμούν στενότερους δεσμούς με αυτό το πολιτικά σταθερό κράτος της Δυτικής Αφρικής με τα κρίσιμα ενεργειακά αποθέματα και τη στρατηγικά πολύτιμη γεωγραφική θέση», έγραφε ο Σάμιουελ Ραμάνι τον Σεπτέμβριο του 2023 στο περιοδικό Foreign Policy.
Οι Ουκρανοί άνοιξαν πρεσβεία εκεί το 2024, στην πρωτεύουσα Νουακσότ, στην προσπάθειά τους προφανώς να αντικρούσουν τη ρωσική επιρροή στο Σαχέλ. Λίγους μήνες νωρίτερα ωστόσο, τον Φεβρουάριο του 2023, στο Νουακσότ είχε πραγματοποιήσει «ιστορική επίσκεψη» και ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ. «Η Ουκρανία στρέφεται στην Αφρική στον αγώνα της κατά της Ρωσίας», έγραφε χαρακτηριστικά προ μηνών το πρακτορείο Reuters, σημειώνοντας ότι το Κίεβο έχει εγκαινιάσει συνολικά οχτώ νέες πρεσβείες στην Αφρική μετά τη ρωσική εισβολή του 2022.
Αλλά και πέρα από τη σκιά του ουκρανορωσικού ανταγωνισμού, η Μαυριτανία βρίσκεται παράλληλα στο ραντάρ της Κίνας του Σι Τζινπίνγκ (καθώς έχει ενταχθεί στην πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος-BRI ήδη από το 2018) αλλά και του ΝΑΤΟ, αφού ο νυν πρόεδρος Μοχάμεντ Ουλντ Γκαζουάνι έγινε ο πρώτος Μαυριτανός ηγέτης που επισκέφθηκε τα κεντρικά της νατοϊκής Συμμαχίας τον Ιανουάριο του 2021, συναντώντας σε θερμό κλίμα τον τότε γενικό γραμματέα Γενς Στόλτενμπεργκ.
Η Μαυριτανία βρίσκεται όμως παράλληλα -κυρίως λόγω μεταναστευτικού αλλά και λόγω ενέργειας- και στα ραντάρ μεμονωμένων ευρωπαϊκών χωρών (της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Γερμανίας) καθώς και ευρύτερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την οποία άλλωστε υπέγραψε πέρυσι συμφωνία για τον περιορισμό της παράνομης μετανάστευσης.
Παράλληλα, δεν θα μπορούσε παρά να προσελκύει το ενδιαφέρον και των Αράβων (Σαουδαράβων, Εμιρατινών, Καταριανών) που έχουν κάνει εκεί επενδύσεις συνολικά δισεκατομμυρίων δολαρίων, όπως άλλωστε και των Τούρκων οι οποίοι εγκαινίασαν το 2023 το δικό τους «Trade House» στο Νουακσότ με στόχο την ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο της ενδοαραβικής διπλωματικής κρίσης (2017-2021) η Μαυριτανία είχε πάρει θέση στο πλευρό της Σαουδικής Αραβίας ενάντια στο Κατάρ. Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε το Κατάρ από το κάνει επενδύσεις τα τελευταία χρόνια στη Μαυριτανία.
Όσο για τις Τουρκικές Αρογραμμές-Turkish Airlines, αυτές πετούν πια σε συνολικά 59 προορισμούς στην Αφρική, μεταξύ αυτών στις πρωτεύουσες της Μαυριτανίας, της Μουρκίνα Φάσο, του Νίγηρα, του Μάλι, του Σουδάν, του Νοτίου Σουδάν και της Ερυθραίας. Διόλου τυχαία, σε όλες τις προαναφερθείσες περιοχές η Τουρκία διατηρεί πρεσβείες, σε αντίθεση με την Ελλάδα η οποία παρακολουθεί διπλωματικά τις εξελίξεις από απόσταση, μέσω των πρεσβειών της σε Μαρόκο, Σενεγάλη, Νιγηρία, Κονγκό και Αίγυπτο.

