Επίσκεψη Μητσοτάκη στη Λιβύη: Η Ελλάδα “επιστρέφει” με φόντο την Τουρκία που “παραμένει”
Να πιάσει το νήμα της αποκατάστασης των δεσμών της με την «ενωμένη» πια Λιβύη επιχειρεί – και επισήμως πλέον – η ελληνική πλευρά, σε μια περίοδο που προσφέρεται μεν για διμερείς ή διπλές «επανεκκινήσεις» αλλά όχι και για μεγάλες, καθοριστικές ή ανατρεπτικές αποφάσεις από τη μεριά των Λίβυων που βρίσκονται σε μεταβατική φάση.
Στόχος της Αθήνας (εν όψει και των λιβυκών εκλογών του ερχόμενου Δεκεμβρίου): να θέσει τις βάσεις μιας επανεκκίνησης που θα αποτρέπει, προσωρινά έστω, τα χειρότερα (την «ενεργοποίηση», επί παραδείγματι, του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου μέσω της εκχώρησης αδειών για έρευνες στην τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίου TPAO), επιτρέποντας έτσι στις δύο χώρες να αρχίσουν στην πορεία και πάλι να χτίζουν στενότερους δεσμούς μέσα από διμερείς συμφωνίες.
«Είναι καιρός, νομίζω, να μείνουν πίσω μας όσα δοκίμασαν τις σχέσεις μας το προηγούμενο διάστημα […] Συζητήσαμε τις προοπτικές συνεργασίας μας σε τομείς όπως η ενέργεια, οι κατασκευές, οι θαλάσσιες μεταφορές, η υγεία», δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έπειτα από τη συνάντηση που είχε στην Τρίπολη στις 06 Απριλίου με τον πρωθυπουργό της Μεταβατικής Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας της Λιβύης (GNU) Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπεϊμπά.
Τα «λάθη» και η Γαύδος
«Οι φίλοι της Λιβύης είναι (σ.σ. γεωγραφικά) δίπλα της (σ.σ. όπως η Ελλάδα) και όχι μακριά της (σ.σ. όπως η Τουρκία)… Το πλησιέστερο σε αυτήν ευρωπαϊκό έδαφος είναι η Γαύδος», συνέχισε ο κ. Μητσοτάκης, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να «μείνουν πίσω» και να «σβηστούν» κάποια από τα «λάθη» του παρελθόντος. «Παράνομα έγγραφα που παρουσιάστηκαν ως δήθεν διακρατικές συμφωνίες αλλά δεν έχουν καμία νομική ισχύ», όπως το τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019 περί των θαλασσίων οριοθετήσεων (το οποίο ο κ. Μητσοτάκης φωτογράφισε μεν χωρίς όμως να κατονομάσει), συνιστούν, για την ελληνική πλευρά, κάποια από αυτά τα λάθη.
«Είναι η γεωγραφία που καθορίζει το πλαίσιο των διμερών μας σχέσεων, και όχι οι τεχνητές γραμμές που κάποιοι τραβούν σε χάρτες. Κατά συνέπεια χαιρετίζω τη διάθεσή σας να μπορούμε να συζητήσουμε απ’ ευθείας και διμερώς ζητήματα που αφορούν την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών – ως οφείλουμε να κάνουμε ως γειτονικές χώρες – και να συνεχίσουμε μια συζήτηση η οποία διεκόπη το 2010. Πάντα με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης με το βλέμμα στραμμένο στον Λίβυο πρωθυπουργό, επικαλούμενος μάλιστα ως παράδειγμα-πρότυπο και την ελληνοϊταλική συμφωνία του 2020 για την ΑΟΖ.
Όσο για τη λιβυκή πλευρά, εκείνη εμφανίστηκε να καλωσορίζει μεν την ελληνική διπλωματική επιστροφή στη Λιβύη (με την επαναλειτουργία της ελληνικής πρεσβείας στην Τρίπολη και την επικείμενη λειτουργία ελληνικού γενικού προξενείου στη Βεγγάζη) αλλά ταυτόχρονα να κρατά και κάποιες… αποστάσεις.
Αναφερόμενος ειδικότερα στα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου, ο Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπεϊμπά υπογράμμισε ότι η Λιβύη «εργάζεται για τη δημιουργία καρποφόρων σχέσεων με όλους» στη βάση «κοινών συμφερόντων», αναγνωρίζοντας όμως και «επιβεβαιώνοντας» τη «σπουδαιότητα» των συμφωνιών με την Τουρκία που «συμβάλλουν στην εξασφάλιση των λιβυκών δικαιωμάτων». Παράλληλα, ο ίδιος δήλωσε ωστόσο έτοιμος και «για τη σύσταση κοινής επιτροπής μεταξύ Λιβύης και Ελλάδας για τη συνέχιση των διαβουλεύσεων σχετικά με τον καθορισμό των θαλασσίων συνόρων και των ΑΟΖ των δυο χωρών».
Κατά την επίσκεψή του στη Λιβύη, ο Έλληνας πρωθυπουργός συναντήθηκε και με τον πρόεδρο του Προεδρικού Συμβουλίου της Λιβύης, Μοχάμεντ αλ Μένφι (τον διπλωμάτη που είχε απελαθεί από την Ελλάδα πίσω στα τέλη του 2019, στον απόηχο τότε της σύναψης του τουρκολιβυκού μνημονίου).
Από ελληνικής πλευράς, στις διευρυμένες συνομιλίες που έλαβαν χώρα στη λιβυκή πρωτεύουσα στις 06 Απριλίου, συμμετείχαν επίσης: ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, η κυβερνητική εκπρόσωπος Αριστοτελία Πελώνη, ο ειδικός απεσταλμένος για θέματα Λιβύης πρέσβης Χριστόδουλος Λάζαρης, η διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού πρέσβης Ελένη Σουρανή και ο επιτετραμμένος πρεσβείας της Ελλάδας στην Τρίπολη Ιωάννης Σταματέκος.
Αναφερόμενος στη μετάβαση των κ.κ. Μητσοτάκη και Δένδια στη λιβυκή πρωτεύουσα, ο πρόεδρος της Ομάδας Φιλίας Ελλάδας–Λιβύης του ελληνικού κοινοβουλίου, Γιώργος Κουμουτσάκος, είχε νωρίτερα υποστηρίξει, μέσα από τις σελίδες της Καθημερινής, ότι η επίσκεψη πραγματοποιείται «στη σωστή στιγμή». Σε μια χρονική στιγμή που «έχει επιλεγεί με πολλή προσοχή, καλό σχεδιασμό και ρεαλιστική στοχοθεσία», κατά την «εκκίνηση της θητείας της μεταβατικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας του πρωθυπουργού Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπεϊμπά». Όπερ «σημαίνει ότι οι ελληνικές θέσεις θα κατατεθούν με σαφήνεια και πληρότητα την κρίσιμη στιγμή της διαμόρφωσης της πολιτικής της κυβέρνησης Ντμπεϊμπά».
Η Μεταβατική Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNU) ορκίστηκε στις 15 Μαρτίου, πριν από περίπου τρεις εβδομάδες. Υπό αυτό το πρίσμα, η επίσκεψη των κ.κ. Μητσοτάκη και Δένδια στην Τρίπολη όντως πραγματοποιήθηκε έγκαιρα, στέλνοντας έτσι ένα μήνυμα «δυναμικής επανεκκίνησης των ελληνολιβυκών σχέσεων», σε συνδυασμό και με την – έπειτα από επτά χρόνια – επαναλειτουργία της ελληνικής πρεσβείας στη λιβυκή πρωτεύουσα.
Η Ελλάδα και οι… άλλοι
Ωστόσο, δεν μπορεί παρά να παρατηρήσει κανείς – εάν θέλει να έχει τη συνολική εικόνα – ότι η επίσκεψη της ελληνικής ηγεσίας έρχεται χρονικά έπειτα από τις επισκέψεις:
- Του Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπεϊμπά στην Άγκυρα τον περασμένο Φεβρουάριο.
- Του Μοχάμεντ αλ Μένφι στην τουρκική πρωτεύουσα στις 26 Μαρτίου.
- Των υπουργών Εξωτερικών της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας στην Τρίπολη στις 25 Μαρτίου.
- Του Κλάουντιο Ντεσκάλτσι, διευθύνοντος συμβούλου της ιταλικής Eni, στην Τρίπολη στις 21 Μαρτίου.
- Του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, στη λιβυκή πρωτεύουσα στις 04 Απριλίου.
- Του Μαλτέζου πρωθυπουργού Ρόμπερτ Αμπέλα στην Τρίπολη στις 05 Απριλίου.
- Ενώ σχεδόν ταυτόχρονα με την Έλληνα πρωθυπουργό, τη Λιβύη επισκέφθηκε στις 06 Απριλίου και ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι.
Η Ελλάδα (που υπενθυμίζεται πως δεν είχε καν προσκληθεί-συμμετάσχει στην περυσινή Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη) πολύ ορθώς επιστρέφει στη βορειοαφρικανική χώρα επιδιώκοντας ένα νέο ξεκίνημα, πλην όμως εκεί, απέναντι από τις νότιες ακτές της Κρήτης, βρίσκονται ήδη άλλες… καλά ριζωμένες δυνάμεις, μεταξύ αυτών και η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με την οποία μάλιστα διατηρεί παλαιόθεν εξαιρετικά στενούς δεσμούς και ο ανοιχτά τουρκόφιλος Λίβυος νυν πρωθυπουργός Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπεϊμπά.
Οι μισθοφόροι και οι ξένοι μαχητές μπορεί όντως, κάποια στιγμή, να εγκαταλείψουν το έδαφος της Λιβύης, όπως απαιτεί η διεθνής κοινότητα (ενδεικτικές οι σχετικές δηλώσεις των Ζαν Ιβ Λε Ντριάν, Σαρλ Μισέλ, Κυριάκου Μητσοτάκη κ.ά.). Δεν ισχύει ωστόσο το ίδιο και για τα ξένα συμφέροντα που έχουν έρθει στην πατρίδα του Μουαμάρ Καντάφι για να μείνουν. Κι αυτό, με την ανοχή των Ευρωπαίων εταίρων, που σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου «αναμένουν από την Τουρκία να συνεισφέρει θετικά στην επίλυση περιφερειακών κρίσεων, όπως στη Λιβύη» (βλέπε δήλωση 25ης Μαρτίου), και σε επίπεδο Κομισιόν «συνομιλούν» με την Τουρκία αναζητώντας «κοινό έδαφος συνεννόησης» στη Λιβύη (βλέπε έκθεση Μπορέλ).
Οι Ευρωπαίοι στην Άγκυρα
Μιλώντας έπειτα από τη συνάντηση που είχε με τον Ερντογάν στις 06 Απριλίου στην Άγκυρα, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ επί της ουσίας επανέλαβε το περιεχόμενο της δήλωσης των «27» της 25ης Μαρτίου. Αναφερόμενος ειδικότερα στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής («regional and foreign policy issues») αναγνώρισε ότι υπάρχουν «διαφορές» με την Τουρκία που «παραμένουν» («differences remain»), πλην όμως είδε παράλληλα να αναδύονται και «νέες ευκαιρίες» για την «ειρήνη» και τη «σταθερότητα […] ιδιαίτερα στη Λιβύη».
«Η Τουρκία του Ερντογάν που παραβίασε το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ στη Λιβύη υπονομεύοντας παράλληλα και την ευρωπαϊκή επιχείρηση IRINI, που εισέβαλε στρατιωτικά στη Συρία εκτοπίζοντας πληθυσμούς, στηρίζοντας τρομοκράτες και παραβιάζοντας ανθρώπινα δικαιώματα, που εργαλειοποίησε το προσφυγικό και συνδαύλισε τον πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ… αντιμετωπίζεται πια ως παίχτης που μπορεί να “συνεισφέρει θετικά” στην επίλυση των εν λόγω περιφερειακών κρίσεων», γράφαμε στο Άμυνα και Διπλωματία την περασμένη εβδομάδα…
Ρεαλιστικά μιλώντας, είναι μάλλον απίθανο στην τρέχουσα φάση η Λιβύη να απεξαρτηθεί από την τουρκική επιρροή. Θα είναι κέρδος ωστόσο για την ελληνική πλευρά εάν η επίμαχη επιρροή μετριαστεί και/ή εξισορροπηθεί το προσεχές διάστημα.
Όσο για το τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019 περί των θαλασσίων οριοθετήσεων, εκείνο προφανώς και θα πρέπει όχι μόνο να αποσυρθεί στη βάση των αρχών του διεθνούς δικαίου και της καλής γειτονίας, αλλά και να απονομιμοποιηθεί πλήρως χάνοντας κάθε διαπραγματευτική ισχύ. Σημειωτέον πως υπάρχουν τουρκικοί κύκλοι που αντιμετώπισαν εξαρχής το εν λόγω μνημόνιο ως μαξιμαλιστικό και νομικά αδύναμο. Ακόμη και εκείνοι ωστόσο θα ήταν πρόθυμοι να διαπραγματευτούν σε μια τέτοια νομικά ανίσχυρη βάση, προσφέροντας επί παραδείγματι την απόσυρση του εν λόγω μνημονίου ως «αντάλλαγμα» για την εξασφάλιση άλλων εδαφικών οφελών υπέρ της Τουρκίας νοτίως του νησιωτικού συμπλέγματος της Μεγίστης, στο Αιγαίο κ.ά.