Του Σέργιου Μελαχροινού*

Στη φωτογραφία σεβαστή η ανησυχία για την έλλειψη των micro chips για τα smartphones ή τις παιχνιδομηχανές, αλλά τo πραγματικό πρόβλημα για τις κυβερνήσεις και την κοινωνία θα ξεκινήσει εάν η ενεργειακή κρίση μετατραπεί σε πρόβλημα πληθωρισμού των τροφίμων το επόμενο έτος.

Από την αρχή του φθινοπώρου, συζητάμε για την ανατίμηση των τιμών της ενέργειας και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε στη προμήθεια micro chips για τα smartphones ή τις παιχνιδομηχανές που θα ζητήσουν τα παιδιά μας στις γιορτές των Χριστουγέννων. Σεβαστό το θέμα της ενεργειακής κρίσης, αλλά τo πραγματικό πρόβλημα για τις κυβερνήσεις και την κοινωνία θα ξεκινήσει εάν η ενεργειακή κρίση μετατραπεί σε πρόβλημα πληθωρισμού των τροφίμων το επόμενο έτος.

Οι περισσότεροι οικονομολόγοι και τα συμβούλια των Κεντρικών Τραπεζών, αντιμετωπίζοντας το θέμα του πληθωρισμού από τη πολυθρόνα του γραφείου τους, πρέπει να παραδεχτούμε ότι είχαν μεγάλες αστοχίες στην εκτίμηση της πορείας, αλλά και στις συνέπειες του πληθωρισμού το 2021.  Ήρθε η ώρα η συζήτηση να προχωρήσει πέρα ​​από την τρέχουσα εμμονή με τα μηδενικά επιτόκια και τη συνεισφορά τους στην ανάπτυξη και στις τις υψηλές αποτιμήσεις των χαρτοφυλακίων. Και να παραδεχτούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα παγκόσμιο καθεστώς πληθωρισμού τέτοιου μεγέθους που δεν έχουμε δει εδώ και δεκαετίες.

Η αρχική αύξηση των τιμών προήλθε από το άνοιγμα της κοινωνίας μετά τα lockdown, καθώς αντιμετωπίσαμε αυξημένη ζήτηση, αλλά μειωμένη παραγωγή πρώτων υλών και βιομηχανικών προϊόντων και, ταυτόχρονα, προβληματική εφοδιαστική αλυσίδα . Οι περιορισμοί από την πλευρά της προσφοράς είναι, συνήθως, o αρχικός καταλύτης σε κάθε ανοδική σπείρα τιμών. Στη συντριπτική τους πλειονότητα, τα προβλήματα από την πλευρά της προσφοράς είναι «παροδικής» φύσης, καθώς η αγορά τελικά ισορροπεί σε υψηλότερα επίπεδα τιμών. Στην τρέχουσα συγκυρία όμως, όπου συνυπάρχει μείωση της παραγωγής και αδυναμία στην εφοδιαστική αλυσίδα, η ενεργοποίηση του μηχανισμού της αγοράς από την πλευρά της προσφοράς και μόνο δεν αρκεί, ώστε να εκτιμήσουμε πότε θα περάσει η πληθωριστική απειλή . Πρέπει,  λοιπόν, να ερευνήσουμε πώς θα διαμορφωθεί η ζήτηση, ώστε να καταλάβουμε εάν αυτή μπορεί να συνεισφέρει στη διαδικασία επιβράδυνσης του πληθωρισμού.

Στο σημείο αυτό, πρέπει να αναφερθούμε στις προσδοκίες για τον πληθωρισμό. Οι 5ετείς προσδοκίες για τις ΗΠΑ ξεπέρασαν το 3% για πρώτη φορά σε 19 χρόνια. Αντίστοιχα, για το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πολύ πάνω από το 4% για πρώτη φορά εδώ και 25 χρόνια.

Είναι θέμα χρόνου να δούμε, μέσα στην επόμενη χρονιά τις Κεντρικές Τράπεζες να ανεβάζουν τα επιτόκια με ευθυγράμμιση ή μη του κ. Τζ. Πάουελ της FED και της κας. Κρ. Λαγκάρντ της EKT.

Οι προσδοκίες για υψηλότερο πληθωρισμό είναι σημαντικές, καθώς έχουν διπλό αντίκτυπο στη μελλοντική εξέλιξη των τιμών . Αρχικά, ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να κάνουν προκαταβολικές δαπάνες, αυξάνοντας περαιτέρω τις τιμές. Το σημαντικότερο  όμως αποτέλεσμα είναι η οικονομική πίεση που δέχονται οι εργαζόμενοι  οι  οποίοι  χρειάζονται περισσότερα χρήματα για τη διαβίωσή τους και δικαίως ζητούν υψηλότερες αμοιβές. Η άνοδος των αμοιβών αυξάνει το κόστος παραγωγής, αλλά και τη μελλοντική δεξαμενή κεφαλαίων που διατίθεται στη ζήτηση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα άτομα με χαμηλότερο εισόδημα έχουν υψηλότερη οριακή τάση για κατανάλωση. Για παράδειγμα, ένα επιπλέον εκατομμύριο δολάρια στον Elon Musk της TESLA δεν θα αλλάξει τις καταναλωτικές του συνήθειες. Αντίθετα, 100 ευρώ επιπλέον σε έναν γονέα χαμηλού εισοδήματος θα οδηγηθούν άμεσα στη κατανάλωση και θα ανακυκλωθούν  στην πραγματική οικονομία.

Ο πληθωρισμός μετατρέπεται από θεωρητικό οικονομικό  πρόβλημα σε πραγματικό υλικό πρόβλημα, όταν επηρεάζει σημαντικά τους ανθρώπους στο δρόμο. Όσο συμπιέζεται το διαθέσιμο εισόδημά των ανθρώπων, τόσο πλησιάζει το σημείο όπου οι   Κεντρικές Τράπεζες  αναγκάζονται να λάβουν μέτρα νομισματικής πολιτικής.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι τα θέματα του 2021 συνενώνονται σε μια τέλεια καταιγίδα για ένα από τα πλέον απαραίτητα είδη σε κάθε νοικοκυριό , τα τρόφιμα. Η κλιματική διαταραχή και η πανδημία υπήρξαν οι πρωταρχικοί καταλύτες. Οι  επιπτώσεις όμως στις τιμές έχουν μεγιστοποιηθεί από τα ζητήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας και από τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού που αυξάνουν τους μισθούς των εργατών γης. Ταυτόχρονα, η  ενεργειακή κρίση και  η ανατίμηση στις τιμές των λιπασμάτων επιδεινώνουν συνεχώς το πρόβλημα .

Εξαιρετικό παράδειγμα αποτελεί ο καφές, ένα καθημερινό βασικό προϊόν για πολλούς από εμάς. Υπήρξαν τόσες ζημιές στις καλλιέργειες που θα χρειαστούν αρκετά χρόνια, για να δούμε τα επίπεδα παραγωγής να επανέρχονται στις ποσότητες του 2019. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι κόκκοι καφέ Arabica να έχουν διπλασιαστεί σε τιμή από τον περασμένο χρόνο.

Ας δούμε όμως την εικόνα σε ένα άλλο πιο σημαντικό και απαραίτητο αγροτικό προϊόν.  Η τιμή του σιταριού αυξάνεται σε όλο το κόσμο και παράλληλα -σχεδόν κάθε εβδομάδα- νέες  αρνητικές ιστορίες για τη προσφορά του προϊόντος εμφανίζονται. Το Διεθνές Συμβούλιο Σιτηρών προειδοποίησε, στα μέσα Νοεμβρίου, ότι τα αποθέματα των εξαγωγικών χωρών ενδέχεται να πέσουν σε χαμηλό εννέα ετών. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να έχουμε κατά νου, καθώς αυξάνονται οι εντάσεις στα σύνορα Ρωσίας-Ουκρανίας, δύο χωρών που είναι από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σιταριού στην Ευρώπη και στον κόσμο .[1]

Ο δείκτης  Bloomberg Commodity Agriculture βρίσκεται 80% πάνω από τα χαμηλά του περασμένου έτους. Η τελευταία παρόμοια έκρηξη, το 2010-11, εν μέρει κατηγορήθηκε ως καταλύτης για την Αραβική Άνοιξη, μια σειρά κοινωνικών εξεγέρσεων σε μεγάλο μέρος του Αραβικού Κόσμου.  Ο δείκτης αυτός είναι εκφρασμένος σε δολάρια και τότε το δολάριο εξασθενούσε σταθερά. Φέτος, το δολάριο βρίσκεται σε άνοδο , πράγμα που σημαίνει ότι η πραγματική επίδραση των αυξήσεων στις τιμές των εμπορευμάτων είναι ακόμη μεγαλύτερη στους καταναλωτές σε μεγάλο μέρος του αναπτυσσόμενου κόσμου.

Ο δείκτης αγροτικών προϊόντων Bloomberg Commodity Agriculture

Ιστορικά, οι συμπιεσμένοι καταναλωτές δεν είναι καλός οιωνός για τη σταθερότητα στη πολιτική και τις αγορές, ενώ πολλές φορές αποτελεί  καταλύτη για γεωπολιτικές εκρήξεις. Λίγα πράγματα παρακινούν περισσότερο τους εργαζόμενους να απαιτούν υψηλότερες αμοιβές και τους πολίτες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών να επαναστατούν από το να μην μπορούν να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα για το δείπνο στο τραπέζι της οικογένειές τους.

Μια πιθανή επισιτιστική κρίση, που θα διατηρήσει το πρόβλημα του πληθωρισμού και το 2022,  θα μπορούσε να προκαλέσει κρίση, κυρίως. σε ανθρωπιστικό επίπεδο  και φυσικά στις αγορές. Οι κυβερνήσεις το γνωρίζουν αυτό και οι Κεντρικές Τράπεζες δεν μπορούν να το αγνοούν. Όσο επιμένουμε ότι πρώτος στόχος είναι η διατήρηση της ανάπτυξης μέσω της παροχής ρευστότητας και των αρνητικών επιτοκίων, θεωρώντας προσωρινό το πρόβλημα του πληθωρισμού, τόσο  αυξάνονται οι πληθωριστικές πιέσεις.  Είναι θέμα χρόνου να δούμε, μέσα στην επόμενη χρονιά τις Κεντρικές Τράπεζες να ανεβάζουν τα επιτόκια. Αυτό όμως που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε είναι εάν με το τρόπο αυτό θα συγκρατηθεί η αύξηση των τιμών των τροφίμων και τι επιπτώσεις θα έχει μια πιθανή επισιτιστική κρίση.

[1] Σύμφωνα με στοιχειά του 2021  η Ρωσία είναι η τρίτη χώρα στο κόσμο σε ετήσια παραγωγή (85.9 εκ. μετρικούς τόνους)  και η Ουκρανία ένατη έκτη με (26.2 εκ. μετρικούς τόνους)

*Πιστοποιημένος χρηματιστηριακός αναλυτής