Ο Ισμαήλ Χανίγια, πολιτικός ηγέτης της Χαμάς έως και τα τέλη του περασμένου Ιουλίου οπότε και άφησε την τελευταία του πνοή χτυπημένος από εχθρικά πυρά στην Τεχεράνη, περνούσε -ως φαίνεται- αξιοσημείωτα πολύ χρόνο τα τελευταία έτη στην Τουρκία. Η έδρα του πολιτικού γραφείου της Χαμάς μπορεί να ήταν επισήμως στο Κατάρ, αλλά ο Χανίγια επισκεπτόταν τακτικά την Κωνσταντινούπολη καθώς και την Αγκυρα.

Κάποιοι (όπως ο ειδήμων σε θέματα Τουρκίας Αμερικανός ακαδημαϊκός Χάουαρντ Αϊσενστατ) αναφέρουν, επικαλούμενοι σχετικές φήμες, ότι ο Χανίγια μπορεί να είχε λάβει και την τουρκική υπηκοότητα. Άλλοι (όπως ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Ισραέλ Κατς) καταγγέλλουν ότι ο Χανίγια είχε καταθέσεις περίπου 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε τουρκικές τράπεζες, πράγμα το οποίο έχει ωστόσο διαψευστεί κατηγορηματικά από το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας ως «συκοφαντία που στόχο έχει την παραπληροφόρηση».

«Η σχέση (σ.σ. μεταξύ Ερντογάν και Χανίγια) πάει χρόνια πίσω. Ο Χανίγια επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα αρκετές φορές», έγραφε ο τουρκικό κρατικό ειδησεογραφικό πρακτορείο TRT World τον περασμένο Ιούλιο, παρουσιάζοντας -ως πειστήρια- φωτογραφίες της περιόδου 2012-2013 με τον Χανίγια να συμμετέχει σε συνεδριάσεις του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και να συναντάται με τον ίδιο τον Ερντογάν.

Μαζί του τότε, στη μία από αυτές τις φωτογραφίες με τον Ερντογάν, ήταν και ο προκάτοχός του στην πολιτική ηγεσία της Χαμάς, Χάλεντ Μεσάλ, ο οποίος είχε όμως βρεθεί στην Τουρκία και παλαιότερα, το 2006 για παράδειγμα, ως προσκεκλημένος του -ακόμη πρωθυπουργού τότε- Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Ωστόσο, ο «φίλος της Τουρκίας» Χανίγια δεν υπάρχει πια. Έπεσε νεκρός από εχθρικά πυρά στις 31 Ιουλίου στην Τεχεράνη. Η Τουρκία τον θρήνησε κηρύσσοντας εθνικό πένθος, με τις σημαίες να κυματίζουν μεσίστιες στις 02 Αυγούστου, πράγμα μάλλον εντυπωσιακό εάν αναλογιστεί κανείς τη «νατοϊκότητα» της Τουρκίας από τη μία πλευρά και τον χαρακτήρα της ιδίας Χαμάς από την άλλη που έχει εδώ και χρόνια αποκηρυχθεί ως τρομοκρατική οργάνωση από τη νατοϊκή Δύση (ΗΠΑ, Ε.Ε.).

Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν βρέθηκε στο Κατάρ για την κηδεία του Χανίγια στις 02 Αυγούστου, ενώ ο Ερντογάν υποδέχθηκε τους υιούς του θανόντος, Αμπντουσελάμ και Χαμάν, στην Κωνσταντινούπολη στις 10 Αυγούστου.

Η απώλεια του Χανίγια ήταν ένα «σοκ για την Τουρκία», σημειώνει σε ανάλυσή του για το Middle East Institute (MEI) ο Αμερικανικός ακαδημαϊκός Χάουαρντ Αϊσενστατ, καθηγητής ιστορίας της Μέσης Ανατολής στο Πανεπιστήμιο St. Lawrence της Νέας Υόρκης.

Όμως τα «σοκ» θα είχαν συνέχεια για την Αγκυρα, καθώς η πλευρά Ερντογάν θα προτιμούσε να αναλάβει κάποιος άλλος την ηγεσία του πολιτικού γραφείου της Χαμάς στη θέση του εκλιπόντος Χανίγια… κι όχι ο «φιλοϊρανός» Γιαχία Σινουάρ.

Ο Τούρκος αναλυτής Μπαρίν Καγιάογλου γράφει στον ιστοχώρο Al-Monitor ότι η Τουρκία θα προτιμούσε να δει τον Χάλεντ Μεσάλ να επιστρέφει στο τιμόνι του πολιτικού γραφείου της παλαιστινιακής οργάνωσης στο οποίο έχει άλλωστε βρεθεί και παλαιότερα, την περίοδο μεταξύ 1996 και 2017, προτού αναλάβει την εν λόγω θέση ο Χανίγια. Εναλλακτικά, η Αγκυρα λέγεται πως θα αποδεχόταν κι άλλους στην εν λόγω θέση, όπως για παράδειγμα τον «ταμία» Ζάχερ Τζαμπαρίν ή τον «πολιτικό» Νιζάρ Αουαντάλα.

Τελικώς, αυτός που πήρε τη θέση του Χανίγια ήταν ο Σινουάρ ο οποίος όμως θεωρείται «φιλοϊρανός» και πιο «σκληρός» από τους Χανίγια και Μεσάλ, όπερ σημαίνει ότι δεν θα είναι το ίδιο πειθήνιος ή ευεπηρέαστος ως συνομιλητής για την Αγκυρα, όπως εκτιμά ο Καγιάογλου στην ανάλυσή του για το Al-Monitor.

«Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς πώς θα εξελιχθεί η σχέση μεταξύ Τουρκίας και Χαμάς. Ο Σινουάρ είναι τώρα ο ηγέτης και η δική του κλίκα έχει πολύ στενούς δεσμούς με το Ιράν και με τη Χεζμπολάχ του Λιβάνου», σημειώνει ο δημοσιογράφος -άλλοτε ανταποκριτής του πρακτορείου Anadolu στη Συρία- Λεβέντ Κεμάλ.

«Με τον Χανίγια να έχει πια βγει από το κάδρο των εξελίξεων, πώς θα προσεγγίσει η Τουρκία τη Χαμάς του Σινουάρ;», διερωτάται ο Καγιάογλου. Το ενδεχόμενο η Αγκυρα να ενταχθεί στον ιρανοκεντρικό «άξονα της αντίστασης» είναι πάντως κάτι το οποίο -με τα σημερινά δεδομένα- αποκλείεται να δούμε να συμβαίνει. Αγκυρα και Τεχεράνη έχουν, άλλωστε, εν μέρει ανταγωνιστικές σχέσεις.

Από εκεί και πέρα ωστόσο, πλέον αναδύεται ένα νέο ερώτημα κι αυτό έχει να κάνει με το εάν η τουρκική ηγεσία θα επιχειρήσει να επανατοποθετηθεί στον ενδοπαλαιστινιακό άξονα μεταξύ Χαμάς και Φατάχ, «ξεχνώντας» τους μεν και «επαναπροσεγγίζοντας» τους δε, ενώ ο Ερντογάν ετοιμάζεται να υποδεχθεί στην Τουρκία στις αρχές Σεπτεμβρίου και τον Αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι… ο οποίος είχε όμως στο παρελθόν, ειδικά την περίοδο 2014-2016, κάνει «πόλεμο» στη Χαμάς την οποία προσέγγιζε ως παράρτημα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι ο πρόεδρος της παλαιστιανικής Φατάχ, Μαχμούντ Αμπάς, βρέθηκε στην τουρκική πρωτεύουσα το διήμερο 14-15 Αυγούστου. Ο 88χρονος (σχεδόν 89χρονος πια) Αμπάς εκφώνησε ομιλία από τον βήμα της τουρκικής εθνοσυνέλευσης ενώ είχε κατ’ ιδίαν συνάντηση και με τον Ερντογάν.

Λίγα 24ωρα αργότερα, στις 22 Αυγούστου, θα ακολουθούσε μάλιστα άλλη μία συνάντηση επί τουρκικού εδάφους, του Τούρκου υφυπουργού Εξωτερικών Νουχ Γιλμάζ με τον γενικό γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής της Φατάχ, Τζιμπρίλ αλ Ραγιούμπ. Τυχαίο; Σίγουρα όχι. Ενδεικτικό μιας στροφής της τουρκικής ηγεσίας; Ενδεχομένως…

Το «πρόβλημα» με τη Φατάχ είναι ότι εκείνη αντιμετωπίζεται εδώ και χρόνια ως «αναποτελεσματική», ως μια «ineffective entity» όπως ανέφερε σε παλαιότερη ανάλυσή της η Τουρκάλα δημοσιογράφος Ασλί Αϊντίντασμπας στην προσπάθειά της να εξηγήσει τη στροφή που έκανε η πλευρά Ερντογάν προς τη μεριά της Χαμάς από το 2006-2007 (όταν η Χαμάς πήρε την εξουσία στη Γάζα) και έπειτα.

Η Τουρκία δεν είχε πάντοτε τη στάση που έχει σήμερα έναντι Ισραηλινών και Παλαιστινίων.

Ήταν η πρώτη πλειοψηφικά μουσουλμανική χώρα που αναγνώρισε το κράτος του Ισραήλ, με το οποίο είχε μάλιστα ανά περιόδους αξιοσημείωτα θερμές σχέσεις. Τη δεκαετία του 1990 για παράδειγμα, οι τουρκικές ελίτ ήταν πιο κοντά στο Ισραήλ παρά στους Παλαιστινίους.

Το «κλίμα» στην κεντρική τουρκική πολιτική σκηνή θα άρχιζε να αλλάζει κυρίως από το 2008 και έπειτα, ενώ ο πρώτος Τούρκος ηγέτης που κατηγόρησε το Ισραήλ για «γενοκτονία» δεν ήταν ο Ερντογάν αλλά ο Μπουλέντ Ετζεβίτ το 2002 με φόντο τη Δεύτερη Ιντιφάντα.

Πλέον, το Παλαιστινιακό βρίσκεται στον πυρήνα της περιφερειακής ματιάς του Ερντογάν, ο οποίος «επιτίθεται» μεν με βαριές κουβέντες στο Ισραήλ αλλά, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν έχει τολμήσει να μπλοκάρει το αζέρικο πετρέλαιο το οποίο συνεχίζει να φθάνει στο Ισραήλ… μέσω Τουρκίας.