Ελληνοτουρκικά: Η (αν)ισορροπία ισχύος ξανά στο επίκεντρο
Στρατιωτικές παρελάσεις και τελετές αποκαλυπτηρίων από τη μία πλευρά· συνεντεύξεις Τύπου, εγκαίνια βιομηχανιών και μεγαλεπήβολες αμυντικές αγοραπωλησίες από την άλλη.
Μέσα σε λίγα 24ωρα, την εβδομάδα που φεύγει, σε Ελλάδα και Τουρκία έγιναν πολλά, φαινομενικώς ασύνδετα μεταξύ τους, αλλά επί της ουσίας… αντικρουόμενα.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υποδέχθηκε στην έδρα του ξένους ηγέτες (τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ στις 27 Οκτωβρίου, τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς τρία 24ωρα αργότερα) – ανακοίνωσε (ο ίδιος ή δια αντιπροσώπων) αμυντικές συμφωνίες (για την αγορά 20 μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter Typhoon από την Ευρώπη και άλλων 24 μεταχειρισμένων ιδίου τύπου μαχητικών από το Κατάρ και το Ομάν) – εγκαινίασε ένα εργοστάσιο παραγωγής αρμάτων μάχης (Altay, Altug) το οποίο παρουσιάζεται μάλιστα να έχει την στήριξη του Κατάρ – και είδε αμυντικά ντιλ που είχαν προαναγγελθεί να γίνονται πράξη (για την πώληση 45 εκπαιδευτικών αεροσκάφων Hurjet στην Ισπανία).
Πίσω στην Ελλάδα από την άλλη πλευρά, η πολιτική ηγεσία τίμησε την εθνική εορτή της 28ης Οκτωβρίου (στην παρέλαση της οποίας συμμετείχαν για πρώτη φορά πολλά από τα νέα οπλικά συστήματα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, μεταξύ αυτών drones και αντι-drones, συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου, νεοαποκτηθέντα πυραυλικά συστήματα κ.ά.) ενώ οι κ.κ. Μητσοτάκης και Δένδιας έδωσαν το «παρών» και στην τελετή των αποκαλυπτηρίων της νέας βιοκλιματικής όψης του υπουργείου Εθνικής Αμυνας.
«Οικοδομούμε αδιαμφισβήτητα τις πιο ισχυρές και σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις στην ιστορία της νέας Ελλάδας […] Για να μπορέσει η Ελλάς να διατυπώσει αυτόνομο εθνικό λόγο στην Ανατολική Μεσόγειο, θα πρέπει να διαθέτει επαρκή εθνική δύναμη αποτροπής», είχε δηλώσει νωρίτερα, με αφορμή την 28η Οκτωβρίου, ο Έλληνας ΥΕΘΑ.
Μόλις λίγες ώρες αργότερα ωστόσο, με φόντο πια το ντιλ Ερντογάν-Στάρμερ για τα 20 Eurofighter, πολλοί θα άρχιζαν (ή μάλλον θα ξανα-άρχιζαν) να εκφράζουν αμφιβολίες:
Τι θα γίνει με την ισορροπία ισχύος μεταξύ των πολεμικών αεροποριών Ελλάδας και Τουρκίας; Θα συνεχίσει η ελληνική πλευρά να διατηρεί το προβάδισμα που της δίνουν τα F-35 (το πρώτο από τα οποία αναμένεται το 2028), τα (ήδη 24) Rafale και τα αναβαθμισμένα F-16 Viper; Κι αν ναι, για πόσο;
Περιθώρια για επανάπαυση προφανώς δεν υπάρχουν, αφού η Τουρκία πια «αναπτύσσει ταχύτητα» σε τρία αλληλοσυνδεόμενα μεταξύ τους μέτωπα, επιδιώκοντας την περαιτέρω ανάπτυξη της «made in Turkiye» εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, την πρόσβαση στα κεφάλαια του μεγάλης κλίμακας ευρωπαϊκού δανειοδοτικού/επενδυτικού πρόγραμματος SAFE και την αγορά νέων οπλικών συστημάτων από το εξωτερικό.
Η Άγκυρα δεν είναι πια «απομονωμένη» όπως άλλοτε. Κάποιοι θα πουν ότι δεν ήταν ποτέ. Επί του πρακτέου ωστόσο, είναι πια σίγουρα λιγότερο «απομονωμένη» από όσα ήταν προ ετών.
Ο κλιμακούμενος αντιδημοκρατικός τουρκικός αυταρχισμός στο εσωτερικό (όπως εκείνος εκδηλώνεται για παράδειγμα μέσα από τις διώξεις, τις φυλακίσεις και τη φίμωση των πολιτικών αντιπάλων του Ρ.Τ. Ερντογάν), αν και αντίθετος προς τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, αποτελεί πια απλή «υποσημείωση» για τους περισσότερους από τους Ευρωπαίους.
Με την εξαίρεση της Γαλλίας, όλες οι άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις δείχνουν να βλέπουν την Τουρκία και τις προοπτικές συνεργασίας μαζί της μάλλον θετικά στην παρούσα φάση. Η αντιπαράθεση Ερντογάν-Μερτς, όπως εκείνη εκδηλώθηκε μπροστά στις κάμερες αυτήν την εβδομάδα, επί του πρακτέου δεν σημαίνει πολλά.
Η Τουρκία δεν χρειάζεται, άλλωστε, τα κριτήρια της Κοπεγχάγης για να κάνει αμυντικά ντιλ με όσους εκ των Ευρωπαίων το επιθυμούν.
Το επιχείρημα ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έδωσε «συγχωροχάρτι» στην Άγκυρα με τη «Διακήρυξη των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας» και ότι, ως εκ τούτου, δεν μπορεί τώρα να εγκαλεί τους Ευρωπαίους που κάνουν ντιλ με τον Ερντογάν, ακούγεται μεν λογικό, αλλά μάλλον δεν λέει όλη την αλήθεια, μια αλήθεια που δυστυχώς δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο σε μια (μάλλον προσεκτικά διατυπωμένη) «διακήρυξη».
Υψηλόβαθμος δυτικοευρωπαίος διπλωμάτης, όταν ρωτήθηκε πρόσφατα από τον υπογράφοντα για αυτό το θέμα του μη αποκλεισμού της Άγκυρας, δεν επικαλέστηκε τη «Διακήρυξη των Αθηνών», αλλά απλώς το γεγονός ότι… η Τουρκία ανήκει στο ΝΑΤΟ.
Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσε βέβαια να αντιτείνει κανείς ότι, αν και νατοϊκή, η Τουρκία είχε όντως στο παρελθόν βρεθεί αντιμέτωπη με δυτικοευρωπαϊκά εμπάργκο.
Με άλλα λόγια, όλα είναι θέμα πολιτικής βούλησης.
Ωστόσο, οι κυρίαρχες τάσεις αυτής της πολιτικής βούλησης, όπως αυτές εκφράζονται αυτήν την περίοδο κυρίως από τον Ντόναλντ Τραμπ, δείχνουν να προκρίνουν τον συναλλακτισμό και τα ad hoc μοντέλα διευθέτησης των όποιων κρίσεων, γεγονός το οποίο όμως μάλλον ευνοεί την Τουρκία του Ερντογάν.