Ελλάδα-Γαλλία: 185 χρονια συμμαχιας!
Οι γενιές της Μεταπολίτευσης έχουν μεγαλώσει με ένα σύνθημα που, στο πέρασμα των δεκαετιών από το 1974 μέχρι σήμερα, έχει επιβεβαιωθεί πολλές φορές: «Ελλάς-Γαλλία-Συμμαχία»!
Το φώναζαν οι Αθηναίοι κατά την υποδοχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 1974, όταν επέστρεφε στην ελληνική πρωτεύουσα με το προσωπικό αεροσκάφος του Γάλλου προέδρου Β. Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Το ίδιο σύνθημα αντηχούσε το Μάιο του 1979, όταν ο ίδιος Γάλλος πρόεδρος προσερχόταν στο Ζάππειο Μέγαρο για την τελετή προσχώρησης της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, καθώς είχε βοηθήσει, αποφασιστικά, στην ικανοποίηση ενός αιτήματος που κάποτε φαινόταν άπιαστο όνειρο και τελικά οδήγησε στην ενδυνάμωση των δημοκρατικών θεσμών και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων. Τη δεκαετία του ’80, η στενή συνεργασία του προέδρου Φρ. Μιτεράν με τον πρωθυπουργό Αν. Παπανδρέου απέδειξε πως η λογική της συμμαχίας ήταν και θα παρέμενε διακομματική, ενώ η συνέχισή της επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά και το 2008, όταν ο πρόεδρος Ν. Σαρκοζί ήταν ο μόνος που συμπαραστάθηκε στον πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή, κατά της ένταξης της ΠΓΔΜ, στην κρίσιμη σύνοδο του ΝΑΤΟ. Και, ασφαλώς, το καλοκαίρι το 2015, ο πρόεδρος Φρ. Ολάντ ήταν ο Ευρωπαίος ηγέτης που κατάφερε, μαζί με τη διακριτική δράση του ομολόγου του Πρ. Παυλόπουλου, να κρατήσει την Ελλάδα εντός της Ευρωζώνης, διορθώνοντας τα λάθη του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα μέσω ενός, δυστυχώς, σκληρού προγράμματος λιτότητας και δημοσιονομικής προσαρμογής.

Ασφαλώς, η συνεργασία των δύο χωρών δεν ήταν στενή μόνον κατά τις τελευταίες δεκαετίας. Η Ελλάδα και η Γαλλία διατηρούν σχέσεις φιλίας ήδη από τα χρόνια της Επανάστασης του 1821. Οι ιδέες της Εθνικής Παλιγγενεσίας και τα πρώτα Συντάγματα και διακηρύξεις των Εθνοσυνελεύσεων είχαν, σε μεγάλο βαθμό, βασιστεί και εμπνευστεί από το Γαλλικό Διαφωτισμό και την Επανάσταση του 1789. Το Γαλλικό Ναυτικό υπό το ναύαρχος Ανρί Δεριγνύ, μαζί με τους στόλους της Αγγλίας και της Ρωσίας, πρωταγωνίστησε στο Ναβαρίνο το 1827, οδηγώντας στη Συνθήκη του Λονδίνου και την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Οι επίσημες διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών εγκαθιδρύθηκαν το 1834 και φέτος συμπληρώνονται τα 185 χρόνια τους.
Μετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, η ανασυγκρότηση του ελληνικού στρατού έγινε εφικτή με τη βοήθεια γαλλικής στρατιωτικής αποστολής και τα αποτελέσματα φάνηκαν στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 με το διπλασιασμό της Ελλάδας. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε δηλώσει χαρακτηριστικά πως «η Ελλάδα ποτέ δεν θα μπορέσει να ξεπληρώσει τη Γαλλία για τη στρατιωτική αποστολή που της απέστειλε».

Περίπου 50 χρόνια αργότερα, οι δύο φίλες χώρες θα αρχίσουν να πορεύονται μαζί στη μακρά πορεία ίδρυσης και εδραίωσης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Μετά από σειρά επιτυχημένων ταξιδιών του πρωθυπουργού Κων. Καραμανλή στο Παρίσι, με αρχή το 1957, ο πρόεδρος Σαρλ Ντε Γκολ στηρίζει ολοκληρωτικά τα ελληνικά αιτήματα και λίγα χρόνια μετά, το 1963, θα πραγματοποιήσει μια ιστορική επίσκεψη στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε δηλώσει πως η αποθεωτική υποδοχή «οφείλετο στο γεγονός του θαυμασμού που αισθάνονταν οι Έλληνες για το στρατηγό, αλλά και της ευγνωμοσύνης για το ενδιαφέρον που η Γαλλία έδειχνε για το μέλλον της Ελλάδας». Δικαιολογημένα, αφού είχε προηγηθεί, τον Ιούλιο του 1961, η γαλλική συμβολή στην υπογραφή της Συμφωνίας Σύνδεσης Ελλάδας-ΕΟΚ που, αν δεν είχε μεσολαβήσει η πολιτική κρίση του 1965 και η δικτατορία του 1967, θα είχε οδηγήσει σε ταχεία ένταξη.

Περίπου την ίδια, περίοδο, η ελληνογαλλική συνεργασία άρχισε να αναπτύσσεται και στον αμυντικό τομέα με την προμήθεια σύγχρονου υλικού. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 1966 μέχρι και το 1979 όλες οι ναυτικές μονάδες επιφανείας και τα σημαντικότερα οπλικά και ηλεκτρονικά συστήματά τους παραγγέλθηκαν, κατασκευάστηκαν και ναυπηγήθηκαν στη Γαλλία.
Στον τομέα της αεροναυπηγικής, η διμερής συνεργασία σφραγίστηκε με την απόκτηση του μαχητικού Mirage F1CG από την ελληνική Πολεμική Αεροπορία στα μέσα της δεκαετίας του ’70, ενώ το 1978 στηρίχθηκε η -τότε νεοϊδρυθείσα ΕΑΒ- με την υπογραφή συμβολαίων συντήρησης και υποστήριξης των δομικών στοιχείων του αεροσκάφους, των κινητήρων τους κι όλων τα ηλεκτρομηχανικών συστημάτων τους. Η συνεργασία εξελίχθηκε περαιτέρω με την προμήθεια αργότερα 40 αεροσκαφών Mirage 2000 EG στο πλαίσιο της γνωστής «αγοράς του αιώνα» που ο Αν. Παπανδρέου «έσπασε» μεταξύ Γαλλίας και ΗΠΑ (F-16), ενώ ακολούθησε το 2000 η αγορά 15 Mirage 2000-5 και η αναβάθμιση 10 Mirage 2000 στο επίπεδο 2000-5. Την ίδια περίοδο, κατέστη δυνατή η απόκτηση, για πρώτη φορά από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, ενός πυραύλου μεγάλης ακτίνας δράσης, με χαρακτηριστικά τύπου «κρουζ», του Scalp-EG.
Πριν από 10 ακριβώς χρόνια, προετοιμαζόταν η υλοποίηση ενός ακόμα φιλόδοξου προγράμματος. Με βάση την Κοινή Διακήρυξη σε θέματα Άμυνας και Ασφάλειας, που υπεγράφη από τους Ν. Σαρκοζί και Κ. Καραμανλή στις 6 Ιουνίου 2008, το ΚΥΣΕΑ ενέκρινε καταρχήν πρόγραμμα αγοράς και, εν μέρει, κοινής ναυπήγησης φρεγατών Fremm, οι οποίες θα πολλαπλασίαζαν τη μαχητική ικανότητα του Πολεμικού Ναυτικού και θα δημιουργούσαν εκατοντάδες θέσεις εργασίας στη χώρα. Δυστυχώς, η οικονομική κρίση δεν επέτρεψε την υλοποίηση του προγράμματος, αλλά το θετικό στοιχείο είναι ότι πάρα πολλές από τις τότε τεχνικές παρατηρήσεις της ελληνικής πλευράς χρησιμοποιήθηκαν από τη γαλλική για τη διαμόρφωση των νέων φρεγατών Belharra.

Άλλωστε, εκτός από την αμιγώς διμερή συνεργασία όλα αυτά τα χρόνια, η Αθήνα και το Παρίσι συνεργάζονται στενά για την προώθηση της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας της Ε.Ε. από το 1996, όταν o τότε πρόεδρος Ζ. Σιράκ εισηγήθηκε την υιοθέτησή της από όλους τους εταίρους. Από τότε, το Παρίσι αποδίδει προτεραιότητα στον επιχειρησιακό τομέα, στην διαχείριση κρίσεων και στη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Αμυντικού Οργανισμού, ενώ και η ελληνική βούληση για συμμετοχή στις δραστηριότητες της ΕΠΑΑ είναι διαχρονική και δεδομένη και αποδεικνύεται από τη συνεισφορά, με μέσα και μονάδες στις κοινές επιχειρήσεις. Η ελληνική συνεισφορά μας είναι πάντοτε συνάρτηση του διακυβεύματος της σταθερότητος και ασφάλειας στην περιοχή ευθύνης της Ε.Ε. και της επιχειρησιακής διαθεσιμότητας των εθνικών μέσων και δυνατοτήτων.