Εξοπλισμοί το 2016: το νέο ανέκδοτο ή γεγονός;
Του Ηλία Νταλούμη
Με δεδομένη την οικονομική κατάσταση της χώρας, είναι σίγουρο ότι το να μιλάμε για εξοπλισμούς, το 2016, ακούγεται σαν ανέκδοτο. Πέρα όμως από τα ευφυολογήματα υπάρχουν κάποια σημεία που μας δείχνουν ότι ο τομέας των εξοπλισμών δεν έχει πεθάνει. Εντελώς τουλάχιστον…
Σε μια πρόσφατη (Αυγή 24.01.2016) συνέντευξή του, ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Άμυνας (ΑΝΥΕΘΑ) Δημήτρης Βίτσας είπε: «…ο προϋπολογισμός του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, σε απόλυτους αριθμούς, είναι περίπου τρία δισεκατομμύρια ευρώ. Από αυτά, τα δύο δισεκατομμύρια είναι μισθοί και ασφαλιστικές εισφορές. Αυτός ο προϋπολογισμός είναι το 50% του προηγούμενου που υπήρχε το 2010 στη χώρα, τότε ήταν πάνω από 6 δισ. Από το υπόλοιπο ένα δισ. είναι περίπου 600 εκατ. τα λειτουργικά έξοδα και απομένουν περί τα 500εκατ. για συντηρήσεις των οπλικών συστημάτων, πληρωμές για οπλικά συστήματα που αγοράστηκαν στο παρελθόν κλπ. Εξασφαλίσαμε αυτό το ποσό, παρά τις δυσκολίες και τις μειώσεις 60% που έχουν υποστεί οι μισθοί, να έχουμε ένα πολύ λειτουργικό σύστημα αποτροπής».
Αρκεί μια απλή ανάγνωση για να αντιληφθούμε ότι ο ΑΝΥΕΘΑ είναι απολύτως ξεκάθαρος στα λεγόμενά του. Προσδιορίζει, επακριβώς, τι σκοπεύει να κάνει η κυβέρνηση. Και η θέση αυτή είναι απολύτως κατανοητή.
Γιατί είναι τουλάχιστον ουτοπικό, από τη μία, να μη μπορεί το κράτος να καλύψει τις βασικές του -όπως και των πολιτών του- ανάγκες και από την άλλη να προχωράμε σε εξοπλισμούς. Γιατί και μόνο η αναφορά της λέξης «εξοπλισμοί» δημιουργεί αρνητικά αντανακλαστικά.
Ο τρόπος με τον οποίο αυτοί έγιναν την περίοδο 1996 – 2004 έχει δημιουργήσει απωθημένα. Κι όχι άδικα. Το πρόβλημα όμως είναι τι κάνουμε τώρα κι όχι τι έγινε τότε. Κι επ’ αυτού να πούμε ένα μόνον: εντάξει, καταλογίσαμε -και συνεχίζουμε τις προσπάθειες καταλογισμού ευθυνών- για όσα έγιναν εκείνη την περίοδο. Τι έχουμε κάνει ως προς το «νομικό πλαίσιο»; Δυστυχώς η απάντηση είναι: τίποτα! Ή, για να είμαστε ακριβέστεροι, ελάχιστα. Απλώς «ξορκίζουμε το κακό» με ευχολόγια.
Το θέμα μας όμως δεν είναι η καταγγελία του παρελθόντος, αλλά το τι πρέπει να γίνει σήμερα. Οι εξοπλιστικές μας ανάγκες είναι υπαρκτές. Κι αν θέλουμε να είμαστε σωστοί, το ίδιο πιεστικές με αυτές προ εικοσαετίας.
Γιατί μπορεί η Τουρκία – ο κύριος, αν όχι ο μοναδικός, αντίπαλος – να αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα στα νότια και ανατολικά της σύνορα και να έχει περιορίσει τις στρατιωτικές της «δραστηριότητες» στο Αιγαίο, αλλά είναι σίγουρο ότι δεν τις έχει ξεχάσει. Μπορεί, με αφορμή την κρίση στη Συρία και το Προσφυγικό, να εμφανίζεται σαν ο «προμαχώνας της Δύσης», όμως οι σουλτανικές απόψεις και τάσεις του Ερντογάν άλλα σκοπεύουν. Επομένως, το να συνεχίζουμε να φροντίζουμε την Άμυνά μας -και, συνεπώς, τους εξοπλισμούς μας- δεν είναι επίδειξη πλούτου ή σπατάλη, αλλά κάλυψη μιας βασικής μας ανάγκης.
Με βάση λοιπόν όλα αυτά, θα προσπαθήσουμε να δούμε ποιες είναι οι ανάγκες μας σε εξοπλισμούς που πρέπει να καλυφθούν -ορθότερα, να αρχίσουν οι διαδικασίες κάλυψής τους – το 2016 και τι κάνουμε ή σκοπεύουμε να κάνουμε. Πρώτα απ’ όλα όμως θα πρέπει να σημειώσουμε ότι από θέματα εξοπλισμών βρισκόμαστε σε ένα επίπεδο που αντιστοιχεί με αυτό που είχαμε στις αρχές τις δεκαετίας του 1960…
Περί τα 55 χρόνια πίσω! Και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Τότε -όπως και τώρα- δεν μιλάγαμε για εξοπλισμούς αλλά για: «συντηρήσεις των οπλικών συστημάτων». Τότε -όπως και τώρα- περιμέναμε τι θα παροπλίσουν οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, για να πάμε να το ζητήσουμε. Γιατί μόνον αυτές εξακολουθούν να παροπλίζουν οπλικά συστήματα. Βλέπετε, ως καλοί απόγονοι του Επιμηθέα, φροντίσαμε να «κλείσουμε την πόρτα» της Ευρώπης. Αυτό βεβαίως και δεν έγινε σήμερα. Μετά το «μεγάλο γλέντι» της περιόδου 1997 – 2004, ακολούθησε η «μεγάλη νηστεία» του 2004-2009. Μετά ήλθαν τα «λεφτά υπάρχουν», τα μνημόνια και τα συμπαρομαρτούντα. Αλλά να δούμε το τι γίνεται και το τι χρειαζόμαστε κατά κλάδο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Στρατός Ξηράς
Το είχαμε αναφέρει και στο προηγούμενο τεύχος της «Α&Δ» και θα το επαναλάβουμε: όπως όλα τα στοιχεία δείχνουν, μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2016 θα αρχίσουν να έρχονται στην Ελλάδα τα πρώτα CH-47D Chinook που παραχωρούνται από τον US Army. Η αρχική συμφωνία ήταν για 10 ελικόπτερα, αλλά ύστερα από ενέργειες του Α/ΓΕΕΘΑ ναυάρχου Ευάγγελου Αποστολάκη, θα γίνουν 15, χωρίς να αυξηθεί το συνολικό τίμημα, που φτάνει τα 125.840.802 δολάρια ΗΠΑ. Ο σχεδιασμός είναι, έως το τέλος αυτού του χρόνου, να έχουν ενταχθεί τα 10 από αυτά τα Chinook.
Από τον Στρατό ελπίζουν ότι, έως τότε, θα έχουν ξεπεραστεί οι εμπλοκές που έχουν σημειωθεί με «παράπλευρα» θέματα, όπως υπόστεγα κ.λπ. Ως προς τα OH- 58D Kiowa/Warrior, που έχουν αποσυρθεί από τον Στρατό των ΗΠΑ, οι διαδικασίες είναι ακόμα σε αρχικό στάδιο και δεν μπορούν να γίνουν ακριβείς προβλέψεις όχι μόνο για το πόσα Kiowa/Warrior θα πάρουμε, αλλά και πότε θα αρχίσουν οι παραλαβές. Εφόσον βεβαίως ευοδωθούν οι σχετικές διαπραγματεύσεις.
Την τελευταία περίοδο, έχουν αρχίσει κάποιες επαφές που αφορούν τον εκσυγχρονισμό των UH-1H Huey. Με βάση τον κινητήρα PT6C-67D της Pratt & Whitney Canada και φυσικά κάποιες άλλες μετα- σκευές, θα εκσυγχρονιστεί ένας αριθμός από τα υπάρχοντα UH-1H. Ο εκσυγχρονισμός αυτός προτείνεται να γίνει κατά τα πρότυπα του εκσυγχρονισμού των UH-1H που είχαν κάνει οι αμερικανικές εταιρείες Dyncorp και Temsco. Και μπορεί η περίπτωση αυτή να ακούγεται ως ενδιαφέρουσα, πριν όπως γίνει οποιαδήποτε σχετική συζήτηση θα πρέπει να αναλογιστούμε δύο -πολύ σημαντικά- στοιχεία της υπόθεσης.
1. Την ηλικία των UH-1H του Ελληνικού Στρατού. Έχουν πια σαρανταρίσει… και σαφέστατα βρίσκονται στο τελικό στάδιο της ζωής τους. Αξίζει λοιπόν να τα εκσυγχρονίσουμε;
2. Μια παρόμοια συζήτηση για τον εκσυγχρονισμό τους είχε ξεκινήσει πριν 13 περίπου χρόνια και μάλιστα με την κατασκευάστρια των UH-1H Huey, την Bell. Τελικά δεν έγινε τίποτα καθώς η όλη υπόθεση κρίθηκε ως ασύμφορη. Γιατί λοιπόν να είναι συμφέρουσα σήμερα;
3. Κι εδώ μπαίνουμε σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο. Αυτό της κάλυψης των υπαρχουσών αναγκών από την Αεροπορία Στρατού. Από τον Φεβρουάριο του 2015, έχουν σταματήσει – ύστερα από εντολή του ΥΕΘΑ Πάνου Καμμένου – οι παραλαβές των ελικοπτέρων ΝΗ.90. Μάλιστα το 11ο από αυτά παραλήφθηκε τον Ιανουάριο του 2015 και, όπως δηλώνει η κατασκευάστρια NH Industries, δεν έχει εξοφληθεί! Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η κατασκευάστρια εταιρεία (θυγατρική της Airbus) έχει αποφασίσει την καταγγελία της σύμβασης σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου. Αυτό, σε απλά λόγια, «μεταφράζεται» στο ότι θα υπάρξουν επιπτώσεις στην υποστήριξη των ήδη παραληφθέντων 11ΝΗ.90, αλλά και απρόβλεπτες συνέπειες -κι όχι μόνο οικονομικές. Απλό παράδειγμα: την ώρα που ψάχνουμε εναγωνίως συμμάχους στην Ε.Ε. για να μας βοηθήσουν στο οικονομικό μας πρόβλημα, ο Γάλλος πρόεδρος Hollande θα «ακούσει» καλύτερα τον Έλληνα πρωθυπουργό ή τον εκπρόσωπο της Airbus;
Γιατί μπορεί η σύμβαση με την NH Industries να θεωρηθεί ως κακή -δεν έχουμε λόγο να την υπερασπιστούμε άλλωστε- αλλά όταν έχεις διαφορές με κάποιον που συνεργάζεσαι, δεν διακόπτεις τη συνεργασία και προσπαθείς να βελτιώσεις τους όρους της.
Πολεμικό Ναυτικό
Το πρόγραμμα που «τρέχει» για το Ναυτικό είναι – ως γνωστόν – αυτό των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας P-3B Orion. Οι πληρωμές γίνονται κανονικά. Οι εργασίες προχωρούν ταχύτατα και, σύμφωνα με τις παρούσες προβλέψεις, έως το τέλος του χρόνου το Ναυτικό θα έχει στη διάθεσή του δύο αεροσκάφη για να εκτελεί αποστολές. Και αυτά δεν είναι τα μοναδικά καλά νέα. Ο Κατσώνης S123 (το τέταρτο υποβρύχιο τύπου 214) θα είναι έτοιμος στα τέλη της άνοιξης.
Επίσης, και για τις δύο πυραυλακά- τους τύπου Super Vita, που ναυπηγούνται στις Ναυπηγικές & Βιομηχανικές Επιχειρήσεις Ελευσίνας ΑΕ, υπάρχουν καλά νέα. Στα τέλη Ιανουαρίου αποδεσμεύτηκαν, από το ΥΕΘΑ προς το ΓΕΝ, 40 εκατ. ευρώ προκειμένου το Ναυτικό να ολοκληρώσει τις εργασίες ναυπήγησης αυτών των δύο πλοίων. Θα γίνει με άλλα λόγια ότι ακριβώς έγινε και με την περίπτωση των τριών υποβρυχίων 214 στα ΕΝΑΕ του Σκαραμαγκά. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό -κι επί του παρόντος τουλάχιστον δεν υπάρχει λόγος να μην πραγματοποιηθεί- οι δύο πυραυλάκατοι θα παραδοθούν μετά από 29 μήνες, δηλαδή τον Ιούνιο του 2018. Σίγουρα το χρονικό αυτό διάστημα δεν είναι μικρό. Όμως αν σκεφτούμε τι έχει μεσολαβήσει από την εποχή που υπογράφτηκε η σύμβαση γι’ αυτά τα δύο πλοία έως σήμερα, τότε μάλλον κι ευχαριστημένοι θα πρέπει να είμαστε.
Εδώ όμως τελειώνουν τα ωραία! Γιατί το Ναυτικό έχει και άλλα προγράμματα που …περιμένουν. Πρώτο και καλύτερο αυτό του εκσυγχρονισμού των τεσσάρων φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ 200ΗΝ. Τα πλοία αυτά έχουν ενταχθεί στο Ναυτικό τις ακόλουθες ημερομηνίες: η Ύδρα F452ar^ 12.11.1992, οι Σπέτσαι F453στις 24.10.1996, τα Ψαρά F454ur^ 30.04.1998 και η Σαλαμίς F455στις 16.12.1998. Με άλλα λόγια είναι, αντίστοιχα, 24, 20 και – οι δύο τελευταίες – 18 χρονών. Στα σύγχρονα ναυτικά, τα πλοία εκσυγχρονίζονται, όταν είναι σε ηλικία από 10 έως 15 ετών. Αυτό σημαίνει ότι, αν θέλουμε να έχουμε ένα σύγχρονο Ναυτικό, θα έπρεπε να είχαμε αρχίσει να σκεφτόμαστε για τους «διαδόχους» τους. Κι εδώ, βεβαίως, δεν φταίει το Ναυτικό, αλλά οι πολιτικές ηγεσίες του ΥΕΘΑ που κώφευαν στα σχετικά αιτήματα. Οι προτάσεις για τον εκσυγχρονισμό των ΜΕΚΟ 200ΗΝ απορρίπτονται τα τελευταία 12 χρόνια. Τώρα, έχει φτάσει «ο κόμπος στο χτένι» κατά το κοινώς λεγόμενο. Θα πρέπει να αποφασιστεί, αν θα γίνει αυτός -ο περιβόητος και πολυπόθητος- εκσυγχρονισμός ή τα εν λόγω πλοία να παραμείνουν ως έχουν και όταν γίνουν 30 ετών να παροπλίζονται.
Το ερώτημα όμως που γεννιέται σε αυτήν την περίπτωση είναι: και με τι θα αντικατασταθούν; Έχουμε μήπως κάτι καινούργιο στα «υπόψιν»; Επειδή η απάντηση είναι αρνητική, είμαστε υποχρεωμένοι να αποφασίσουμε σχετικά. Και μάλιστα αμέσως! Αλλιώς το Ναυτικό θα μείνει χωρίς φρεγάτες. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και οι άλλες φρεγάτες, οι S, είναι από 33 έως 38 χρονών. Και μπορεί κάποιες από αυτές να έχουν περάσει έναν κάποιον εκσυγχρονισμό, αλλά δεν μπορούν να μην χαρακτηριστούν ως «γερασμένα πλοία».
Το πρόβλημα βεβαίως της αντικατάστασης του στόλου των φρεγατών συνδέεται άμεσα με το θέμα της ναυπηγικής βιομηχανίας στην Ελλάδα. Κι επ’ αυτού ένα είναι σίγουρο: Δεν έχουμε το παραμικρό σχέδιο! Τα πράγματα είναι αφημένα κυριολεκτικά στην τύχη τους… Γιατί ακόμα και κάποιες σκέψεις που είχαν ακουστεί περί «ενιαίου ναυπηγικού φορέα», σαφώς και έχουν σιγάσει. Και πολύ σωστά. Τέτοιες απόψεις είχαν διατυπωθεί -και στη συνέχεια εφαρμοστεί- την δεκαετία του 1960 στο Ην. Βασίλειο.
Τότε λοιπόν, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το ναυπηγικό «τσουνάμι», που ερχόταν από την Ιαπωνία και στη συνέχεια από την Νότια Κορέα, προχώρησαν στις κρατικοποιήσεις. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Η βρετανική ναυπηγική βιομηχανία πέθανε και, παρά τις ιδιωτικοποιήσεις που ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1980, εξακολουθεί να παραμένει στα όρια της ανυπαρξίας. Οι όποιες μεγάλες ναυπηγήσεις γίνονται αφορούν, κυρίως, πλοία του Royal Navy. Επειδή όμως η Ελλάδα εκτός από μικρή χώρα είναι και φτωχή, αντίστοιχα φαινόμενα σε μας δε μπορούν να υπάρξουν. Δεν είναι δυνατόν το Ναυτικό να συντηρεί ούτε ένα ναυπηγείο με τις παραγγελίες του. Ή μήπως «λεφτά υπάρχουν»;
Τώρα το ότι το Ναυτικό χρειάζεται άλλες τέσσερις πυραυλακάτους, κανονιοφόρους, πλοία ναρκοπολέμου κ.λπ. το παραβλέπουμε, γιατί θα είναι εξαιρετικά ρομαντικό να πιστεύουμε ότι μπορεί αυτά να συμβούν. Εδώ σε έξι μήνες θα έχουμε πέντε υπερσύχρονα υποβρύχια που θα φέρουν τορπίλες καθόλα μεν αξιόμαχες και εξαιρετικά αποτελεσματικές, σίγουρα όμως παλαιότερης γενιάς και ξεπερασμένες τεχνολογικά.
Πολεμική Αεροπορία
Για την Αεροπορία τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Όχι γιατί δεν έχει προβλήματα ή έχει ξεκινήσει κάποιο εξοπλιστικό πρόγραμμα. Τίποτε από τα δύο δεν έχει γίνει. Απλώς, όταν μιλάμε για «απλά πράγματα», εννοούμε ότι η ιεράρχηση των θεμάτων εμφανίζεται ως πλέον απλή. Αν λοιπόν βάλουμε κατά μέρος το ότι ο στόλος των μεταφορικών C-130 μπαίνει στα 40 χρόνια (παραβλέπουμε ότι κάποια είναι 50), ότι από τα πολύ νεότερα C-27J πε- τούν ένα με δύο, λόγω ανύπαρκτων και κακών συμβολαίων και ότι έχουμε ανάγκη ελικοπτέρων Έρευνας-Διάσωσης, τότε μας μένει μόνον ένα πράγμα: τα μαχητικά. Από αυτά τα μεν F-4E Phantom, μετά τον εκσυγχρονισμό τους, θα πετούν για κάποια λίγα (αν θέλουμε να παραμείνουμε προσγειωμένοι ) χρόνια. Τα Mirage 2000 και 2000-5 θα πετούν έως ότου εξαντλήσουν τα όριά τους, καθώς οποιαδήποτε σκέψη εκσυγχρονισμού τους είναι απαγορευτική λόγω της πολιτικής που ακολουθεί ο κατασκευαστής τους. Έτσι φτάνουμε στα 155 F-16 που αποτελούν άλλωστε και την κύρια δύναμη της Αεροπορίας.
Σήμερα, στην Αεροπορία υπάρχουν 30 F-16 block 30, 39 block 50, 56 block 52+ και 30 block 52+ Adv. Οι ηλικίες τους είναι αντίστοιχα 26-27 χρονών, 18-19, 1214 και 6-7 ετών. Δεδομένου ότι το μόνον που δεν έκαναν αυτά τα αεροπλάνα ήταν το να κάθονται, τότε όλοι καταλαβαίνουμε ότι ακόμα και τα νεότερα block 52+ Adv, είναι «πολυδουλεμένα». Με άλλα λόγια καταπονημένα. Πέρα όμως από την καταπόνηση, υπάρχει και η τεχνική απαξίωση. Άλλες δυνατότητες είχαν τα μαχητικά το 1990 -κι άλλα όπλα έφεραν- και άλλα μπορούν να κάνουν σήμερα. Τέλος, επειδή δεν υπάρχει στον ορίζοντα κανένα πρόγραμμα απόκτησης νέου μαχητικού -η τελευταία φορά που συζητήθηκε κάτι τέτοιο ήταν το 2002(!)- θα πρέπει να σκεφτούμε τι θα κάνουμε. Γιατί κακά τα ψέματα οι απειλές εναντίον μας δεν έχουν πάψει. Η μόνη, επομένως, λύση που μας απομένει είναι ο εκσυγχρονισμός αυτών των αεροσκαφών.
Ευτυχώς ο κατασκευαστής τους, η Lockheed Martin, έχει να προτείνει λύσεις. Γιατί κάποιοι ανταγωνιστές της εμφάνιζαν κάποιες λίαν ελκυστικές προτάσεις που είχαν ένα σημαντικότατο μειονέκτημα: δεν ήσαν ρεαλιστικές και υλοποιήσιμες. Η εμπειρία της Ν. Κορέας το απέδειξε.
Επειδή η υπόθεση εκσυγχρονισμός των F-16 είναι ένα θέμα που, από μόνο του, γεμίζει πολλές σελίδες, εδώ θα αναφερθούμε εντελώς αποσπασματικά και θα προσπαθήσουμε να δώσουμε ένα μικρό «περίγραμμα» του όλου προγράμματος. Η Lockheed Martin προτείνει τα αεροπλάνα των block 50, 52+ και block 52+ Adv, να εκσυγχρονιστούν-αναβαθμιστούν στο επίπεδο των F-16V. Να γίνουν, με άλλα λόγια, όπως το τελευταίο μοντέλο που κατασκευάζει σήμερα η εταιρεία. Όσο για τα block 30, σε αυτά θα μπουν -κατά κύριο λόγο- τα εξαρτήματα που θα αφαι- ρεθούν από τα προηγούμενα μοντέλα, ώστε να φτάσουν στο επίπεδο των block 52. Έτσι, τα εκσυγχρονισμένα-αναβαθμι- σμένα F-16 θα έχουν: radar AESA, Link16, θα ενσωματώνουν όλα τα υφιστάμενα όπλα της Αεροπορίας, θα φέρουν νέους αισθητήρες και νέα έξυπνα όπλα και, τέλος, θα μπορούν να αναλάβουν νέους ρόλους, όπως φωτοαναγνώριση, αποστολές ναυτικών προσβολών κ.λπ. Περιττό, βέβαια, να πούμε ότι το σύστημα ASPIS II, τα βλήματα IRIS-T και η κάσκα του χειριστή JHMCS θα εξακολουθήσουν να λειτουργούν απρόσκοπτα. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγουν άλλωστε δύο πράγματα: αφενός η Lockheed Martin (εκτός από κατασκευαστής) έχει μεγάλη εμπειρία και στους εκσυγχρονισμούς των F-16. Αφετέρου η, έως σήμερα, συμπεριφορά τους ως προς την τήρηση των όρων των συμβάσεων, μόνον ως άψογη μπορεί να χαρακτηριστεί. Επίσης, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει -για την ακρίβεια πρόκειται για ένα σημαντικό παράγοντα – ότι, καθώς όλες οι εργασίες εκσυγχρονισμού θα γίνουν στην ΕΑΒ, εξασφαλίζεται η επιβίωσή της για τα επόμενα χρόνια.
Βεβαίως ένα εξίσου σημαντικό θέμα είναι και το κόστος αυτής της αναβάθμισης-εκσυγχρονισμού. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Lockheed Martin, το συνολικό κόστος για 132 αεροπλάνα block 50, 52+ και 52+Adv θα είναι της τάξης του 1,5 δισ. δολαρίων ΗΠΑ. Αντίστοιχα, για τα block 30 θα είναι στα 400 εκατ. δολάρια. Με άλλα λόγια, θα κοστίσει περί τα 12 εκατ. δολάρια το κάθε αεροπλάνο. Μπορούμε όμως να μιλάμε σήμερα, με τη δεδομένη οικονομική κατάσταση, για τέτοια ποσά; Πριν απαντήσουμε θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας κάποια βασικά στοιχεία. Ακόμα και αν άρχιζαν σήμερα οι επαφές και οι σχετικές συζητήσεις, ήτοι αποστολή LOR (Letter of Request = Αίτηση), έκδοση-παραλαβή LOA (Letter of Acceptance= Αποδοχή) από και προς την Αμερικανική Κυβέρνηση, υπογραφή της σχετικής σύμβασης και προκαταβολή, θα περάσουν δύο χρόνια. Μιλάμε, δηλαδή, για το 2018. Επίσης, η υλοποίηση του προγράμματος των F-16 μπορεί να γίνει, έστω και κατά ένα μέρος, μέσω FMS. Γι’ αυτό το τελευταίο βέβαια απαιτούνται πολιτικές επαφές ανάμεσα στις ηγεσίες των υπουργείων Άμυνας Ελλάδας και ΗΠΑ. Και το σημείο αυτό σίγουρα δε μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί ένα από τα …πλεο νεκτήματά μας.
Τελικό συμπέρασμα απ’ όλα τα παραπάνω; Σίγουρα έχουμε ανάγκη να υπάρξει εξοπλιστικό πρόγραμμα. Σίγουρα υπάρχουν λύσεις. Κάποιοι αρμόδιοι όμως θα πρέπει να ασχοληθούν -κάπως περισσότερο- με την υπόθεση. Η άσχημη οικονομική κατάσταση της χώρας δεν πρέπει να αποδομήσει την άμυνά της.