Του Ηλία Νταλούμη

Με δεδομένη την οικονομική κατάσταση της χώρας, είναι σίγουρο ότι το να μιλάμε για εξοπλισμούς, το 2016, ακούγεται σαν ανέκδοτο. Πέρα όμως από τα ευφυολογήματα υπάρχουν κάποια σημεία που μας δείχνουν ότι ο τομέας των εξο­πλισμών δεν έχει πεθάνει. Εντελώς του­λάχιστον…

Σε μια πρόσφατη (Αυγή 24.01.2016) συνέντευξή του, ο αναπληρωτής υπουρ­γός Εθνικής Άμυνας (ΑΝΥΕΘΑ) Δημήτρης Βίτσας είπε: «…ο προϋπολογισμός του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, σε απόλυτους αριθμούς, είναι περίπου τρία δισε­κατομμύρια ευρώ. Από αυτά, τα δύο δισε­κατομμύρια είναι μισθοί και ασφαλιστικές εισφορές. Αυτός ο προϋπολογισμός είναι το 50% του προηγούμενου που υπήρχε το 2010 στη χώρα, τότε ήταν πάνω από 6 δισ. Από το υπόλοιπο ένα δισ. είναι περί­που 600 εκατ. τα λειτουργικά έξοδα και απομένουν περί τα 500εκατ. για συντηρή­σεις των οπλικών συστημάτων, πληρωμές για οπλικά συστήματα που αγοράστηκαν στο παρελθόν κλπ. Εξασφαλίσαμε αυ­τό το ποσό, παρά τις δυσκολίες και τις μει­ώσεις 60% που έχουν υποστεί οι μισθοί, να έχουμε ένα πολύ λειτουργικό σύστημα αποτροπής».

Αρκεί μια απλή ανάγνωση για να αντιληφθούμε ότι ο ΑΝΥΕΘΑ είναι απολύτως ξεκάθαρος στα λεγόμενά του. Προσδιο­ρίζει, επακριβώς, τι σκοπεύει να κάνει η κυβέρνηση. Και η θέση αυτή είναι απολύ­τως κατανοητή.

Γιατί είναι τουλάχιστον ουτοπικό, από τη μία, να μη μπορεί το κράτος να καλύ­ψει τις βασικές του -όπως και των πολιτών του- ανάγκες και από την άλλη να προχωράμε σε εξοπλισμούς. Γιατί και μόνο η αναφορά της λέξης «εξοπλισμοί» δημι­ουργεί αρνητικά αντανακλαστικά.

Ο τρόπος με τον οποίο αυτοί έγιναν την περίοδο 1996 – 2004 έχει δημιουρ­γήσει απωθημένα. Κι όχι άδικα. Το πρό­βλημα όμως είναι τι κάνουμε τώρα κι όχι τι έγινε τότε. Κι επ’ αυτού να πούμε ένα μόνον: εντάξει, καταλογίσαμε -και συνε­χίζουμε τις προσπάθειες καταλογισμού ευθυνών- για όσα έγιναν εκείνη την πε­ρίοδο. Τι έχουμε κάνει ως προς το «νο­μικό πλαίσιο»; Δυστυχώς η απάντηση εί­ναι: τίποτα! Ή, για να είμαστε ακριβέστε­ροι, ελάχιστα. Απλώς «ξορκίζουμε το κα­κό» με ευχολόγια.

Το θέμα μας όμως δεν είναι η καταγγελία του παρελθόντος, αλλά το τι πρέπει να γίνει σήμερα. Οι εξοπλιστικές μας ανά­γκες είναι υπαρκτές. Κι αν θέλουμε να εί­μαστε σωστοί, το ίδιο πιεστικές με αυτές προ εικοσαετίας.

Γιατί μπορεί η Τουρκία – ο κύριος, αν όχι ο μοναδικός, αντίπαλος – να αντιμε­τωπίζει σοβαρότατα προβλήματα στα νό­τια και ανατολικά της σύνορα και να έχει περιορίσει τις στρατιωτικές της «δραστη­ριότητες» στο Αιγαίο, αλλά είναι σίγουρο ότι δεν τις έχει ξεχάσει. Μπορεί, με αφορ­μή την κρίση στη Συρία και το Προσφυγικό, να εμφανίζεται σαν ο «προμαχώνας της Δύσης», όμως οι σουλτανικές από­ψεις και τάσεις του Ερντογάν άλλα σκο­πεύουν. Επομένως, το να συνεχίζουμε να φροντίζουμε την Άμυνά μας -και, συνε­πώς, τους εξοπλισμούς μας- δεν είναι επί­δειξη πλούτου ή σπατάλη, αλλά κάλυψη μιας βασικής μας ανάγκης.

Με βάση λοιπόν όλα αυτά, θα προσπα­θήσουμε να δούμε ποιες είναι οι ανάγκες μας σε εξοπλισμούς που πρέπει να καλυ­φθούν -ορθότερα, να αρχίσουν οι διαδι­κασίες κάλυψής τους – το 2016 και τι κά­νουμε ή σκοπεύουμε να κάνουμε. Πρώτα απ’ όλα όμως θα πρέπει να σημειώσουμε ότι από θέματα εξοπλισμών βρισκόμαστε σε ένα επίπεδο που αντιστοιχεί με αυτό που είχαμε στις αρχές τις δεκαετίας του 1960…

Περί τα 55 χρόνια πίσω! Και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Τότε -όπως και τώ­ρα- δεν μιλάγαμε για εξοπλισμούς αλλά για: «συντηρήσεις των οπλικών συστημά­των». Τότε -όπως και τώρα- περιμέναμε τι θα παροπλίσουν οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, για να πάμε να το ζητήσουμε. Γιατί μόνον αυτές εξακολουθούν να παροπλί­ζουν οπλικά συστήματα. Βλέπετε, ως κα­λοί απόγονοι του Επιμηθέα, φροντίσαμε να «κλείσουμε την πόρτα» της Ευρώπης. Αυτό βεβαίως και δεν έγινε σήμερα. Με­τά το «μεγάλο γλέντι» της περιόδου 1997 – 2004, ακολούθησε η «μεγάλη νηστεία» του 2004-2009. Μετά ήλθαν τα «λεφτά υπάρχουν», τα μνημόνια και τα συμπαρομαρτούντα. Αλλά να δούμε το τι γίνεται και το τι χρειαζόμαστε κατά κλάδο των Ενό­πλων Δυνάμεων.

Στρατός Ξηράς

Το είχαμε αναφέρει και στο προηγού­μενο τεύχος της «Α&Δ» και θα το επανα­λάβουμε: όπως όλα τα στοιχεία δείχνουν, μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2016 θα αρ­χίσουν να έρχονται στην Ελλάδα τα πρώτα CH-47D Chinook που παραχωρούνται από τον US Army. Η αρχική συμφωνία ήταν για 10 ελικόπτερα, αλλά ύστερα από ενέργειες του Α/ΓΕΕΘΑ ναυάρχου Ευάγ­γελου Αποστολάκη, θα γίνουν 15, χωρίς να αυξηθεί το συνολικό τίμημα, που φτά­νει τα 125.840.802 δολάρια ΗΠΑ. Ο σχεδιασμός είναι, έως το τέλος αυτού του χρό­νου, να έχουν ενταχθεί τα 10 από αυτά τα Chinook.

Από τον Στρατό ελπίζουν ότι, έως τό­τε, θα έχουν ξεπεραστεί οι εμπλοκές που έχουν σημειωθεί με «παράπλευρα» θέμα­τα, όπως υπόστεγα κ.λπ. Ως προς τα OH- 58D Kiowa/Warrior, που έχουν αποσυρθεί από τον Στρατό των ΗΠΑ, οι διαδικασίες είναι ακόμα σε αρχικό στάδιο και δεν μπο­ρούν να γίνουν ακριβείς προβλέψεις όχι μόνο για το πόσα Kiowa/Warrior θα πά­ρουμε, αλλά και πότε θα αρχίσουν οι πα­ραλαβές. Εφόσον βεβαίως ευοδωθούν οι σχετικές διαπραγματεύσεις.

Την τελευταία περίοδο, έχουν αρχίσει κάποιες επαφές που αφορούν τον εκσυγ­χρονισμό των UH-1H Huey. Με βάση τον κινητήρα PT6C-67D της Pratt & Whitney Canada και φυσικά κάποιες άλλες μετα- σκευές, θα εκσυγχρονιστεί ένας αριθ­μός από τα υπάρχοντα UH-1H. Ο εκσυγ­χρονισμός αυτός προτείνεται να γίνει κα­τά τα πρότυπα του εκσυγχρονισμού των UH-1H που είχαν κάνει οι αμερικανικές εταιρείες Dyncorp και Temsco. Και μπο­ρεί η περίπτωση αυτή να ακούγεται ως εν­διαφέρουσα, πριν όπως γίνει οποιαδήπο­τε σχετική συζήτηση θα πρέπει να αναλο­γιστούμε δύο -πολύ σημαντικά- στοιχεία της υπόθεσης.

1. Την ηλικία των UH-1H του Ελληνικού Στρατού. Έχουν πια σαρανταρίσει… και σαφέστατα βρίσκονται στο τελικό στά­διο της ζωής τους. Αξίζει λοιπόν να τα εκ­συγχρονίσουμε;

2. Μια παρόμοια συζήτηση για τον εκ­συγχρονισμό τους είχε ξεκινήσει πριν 13 περίπου χρόνια και μάλιστα με την κατασκευάστρια των UH-1H Huey, την Bell. Τελικά δεν έγινε τίποτα καθώς η όλη υπόθεση κρίθηκε ως ασύμφορη. Γιατί λοιπόν να είναι συμφέρουσα σήμερα;

3. Κι εδώ μπαίνουμε σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο. Αυτό της κάλυψης των υπαρχουσών αναγκών από την Αεροπορία Στρατού. Από τον Φεβρουάριο του 2015, έχουν σταματήσει – ύστερα από εντολή του ΥΕΘΑ Πάνου Καμμένου – οι παραλαβές των ελικοπτέρων ΝΗ.90. Μάλιστα το 11ο από αυτά παραλήφθηκε τον Ιανουάριο του 2015 και, όπως δηλώνει η κατασκευάστρια NH Industries, δεν έχει εξοφληθεί! Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η κατασκευάστρια εταιρεία (θυγατρική της Airbus) έχει αποφασίσει την καταγγελία της σύμβασης σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου. Αυτό, σε απλά λόγια, «μεταφράζεται» στο ότι θα υπάρξουν επιπτώσεις στην υποστήριξη των ήδη παραληφθέντων 11ΝΗ.90, αλλά και απρόβλεπτες συνέπειες -κι όχι μόνο οικονομικές. Απλό παράδειγμα: την ώρα που ψάχνουμε εναγωνίως συμμάχους στην Ε.Ε. για να μας βοηθήσουν στο οικονομικό μας πρόβλημα, ο Γάλλος πρόεδρος Hollande θα «ακούσει» καλύτερα τον Έλληνα πρωθυπουργό ή τον εκπρόσωπο της Airbus;

Γιατί μπορεί η σύμβαση με την NH Industries να θεωρηθεί ως κακή -δεν έχουμε λόγο να την υπερασπιστούμε άλλωστε- αλλά όταν έχεις διαφορές με κάποιον που συνεργάζεσαι, δεν διακόπτεις τη συνεργασία και προσπαθείς να βελτιώσεις τους όρους της.

Πολεμικό Ναυτικό

Το πρόγραμμα που «τρέχει» για το Ναυτικό είναι – ως γνωστόν – αυτό των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας P-3B Orion. Οι πληρωμές γίνονται κανονικά. Οι εργασίες προχωρούν ταχύτατα και, σύμ­φωνα με τις παρούσες προβλέψεις, έως το τέλος του χρόνου το Ναυτικό θα έχει στη διάθεσή του δύο αεροσκάφη για να εκτελεί αποστολές. Και αυτά δεν είναι τα μοναδικά καλά νέα. Ο Κατσώνης S123 (το τέταρτο υποβρύχιο τύπου 214) θα εί­ναι έτοιμος στα τέλη της άνοιξης.

Επίσης, και για τις δύο πυραυλακά- τους τύπου Super Vita, που ναυπηγού­νται στις Ναυπηγικές & Βιομηχανικές Επι­χειρήσεις Ελευσίνας ΑΕ, υπάρχουν καλά νέα. Στα τέλη Ιανουαρίου αποδεσμεύτη­καν, από το ΥΕΘΑ προς το ΓΕΝ, 40 εκατ. ευρώ προκειμένου το Ναυτικό να ολο­κληρώσει τις εργασίες ναυπήγησης αυ­τών των δύο πλοίων. Θα γίνει με άλλα λό­για ότι ακριβώς έγινε και με την περίπτω­ση των τριών υποβρυχίων 214 στα ΕΝΑΕ του Σκαραμαγκά. Σύμφωνα με τον προ­γραμματισμό -κι επί του παρόντος τουλά­χιστον δεν υπάρχει λόγος να μην πραγμα­τοποιηθεί- οι δύο πυραυλάκατοι θα παρα­δοθούν μετά από 29 μήνες, δηλαδή τον Ιούνιο του 2018. Σίγουρα το χρονικό αυτό διάστημα δεν είναι μικρό. Όμως αν σκεφτούμε τι έχει μεσολαβήσει από την επο­χή που υπογράφτηκε η σύμβαση γι’ αυ­τά τα δύο πλοία έως σήμερα, τότε μάλλον κι ευχαριστημένοι θα πρέπει να είμαστε.

Εδώ όμως τελειώνουν τα ωραία! Για­τί το Ναυτικό έχει και άλλα προγράμμα­τα που …περιμένουν. Πρώτο και καλύ­τερο αυτό του εκσυγχρονισμού των τεσ­σάρων φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ 200ΗΝ. Τα πλοία αυτά έχουν ενταχθεί στο Ναυ­τικό τις ακόλουθες ημερομηνίες: η Ύδρα F452ar^ 12.11.1992, οι Σπέτσαι F453στις 24.10.1996, τα Ψαρά F454ur^ 30.04.1998 και η Σαλαμίς F455στις 16.12.1998. Με άλλα λόγια είναι, αντίστοιχα, 24, 20 και – οι δύο τελευταίες – 18 χρονών. Στα σύγ­χρονα ναυτικά, τα πλοία εκσυγχρονίζονται, όταν είναι σε ηλικία από 10 έως 15 ετών. Αυτό σημαίνει ότι, αν θέλουμε να έχουμε ένα σύγχρονο Ναυτικό, θα έπρε­πε να είχαμε αρχίσει να σκεφτόμαστε για τους «διαδόχους» τους. Κι εδώ, βεβαίως, δεν φταίει το Ναυτικό, αλλά οι πολιτικές ηγεσίες του ΥΕΘΑ που κώφευαν στα σχε­τικά αιτήματα. Οι προτάσεις για τον εκσυγ­χρονισμό των ΜΕΚΟ 200ΗΝ απορρίπτο­νται τα τελευταία 12 χρόνια. Τώρα, έχει φτάσει «ο κόμπος στο χτένι» κατά το κοινώς λεγόμενο. Θα πρέπει να αποφασιστεί, αν θα γίνει αυτός -ο περιβόητος και πολυ­πόθητος- εκσυγχρονισμός ή τα εν λόγω πλοία να παραμείνουν ως έχουν και όταν γίνουν 30 ετών να παροπλίζονται.

Το ερώτημα όμως που γεννιέται σε αυ­τήν την περίπτωση είναι: και με τι θα αντι­κατασταθούν; Έχουμε μήπως κάτι και­νούργιο στα «υπόψιν»; Επειδή η απάντηση είναι αρνητική, είμαστε υποχρεωμένοι να αποφασίσουμε σχετικά. Και μάλιστα αμέ­σως! Αλλιώς το Ναυτικό θα μείνει χωρίς φρεγάτες. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και οι άλλες φρεγάτες, οι S, είναι από 33 έως 38 χρονών. Και μπορεί κάποιες από αυτές να έχουν περάσει έναν κάποιον εκ­συγχρονισμό, αλλά δεν μπορούν να μην χαρακτηριστούν ως «γερασμένα πλοία».

Το πρόβλημα βεβαίως της αντικατά­στασης του στόλου των φρεγατών συνδέ­εται άμεσα με το θέμα της ναυπηγικής βι­ομηχανίας στην Ελλάδα. Κι επ’ αυτού ένα είναι σίγουρο: Δεν έχουμε το παραμικρό σχέδιο! Τα πράγματα είναι αφημένα κυρι­ολεκτικά στην τύχη τους… Γιατί ακόμα και κάποιες σκέψεις που είχαν ακουστεί περί «ενιαίου ναυπηγικού φορέα», σαφώς και έχουν σιγάσει. Και πολύ σωστά. Τέτοιες απόψεις είχαν διατυπωθεί -και στη συνέ­χεια εφαρμοστεί- την δεκαετία του 1960 στο Ην. Βασίλειο.

Τότε λοιπόν, προκειμένου να αντιμε­τωπίσουν το ναυπηγικό «τσουνάμι», που ερχόταν από την Ιαπωνία και στη συνέ­χεια από την Νότια Κορέα, προχώρησαν στις κρατικοποιήσεις. Το αποτέλεσμα εί­ναι γνωστό. Η βρετανική ναυπηγική βιο­μηχανία πέθανε και, παρά τις ιδιωτικοποι­ήσεις που ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαε­τίας του 1980, εξακολουθεί να παραμένει στα όρια της ανυπαρξίας. Οι όποιες μεγά­λες ναυπηγήσεις γίνονται αφορούν, κυρί­ως, πλοία του Royal Navy. Επειδή όμως η Ελλάδα εκτός από μικρή χώρα είναι και φτωχή, αντίστοιχα φαινόμενα σε μας δε μπορούν να υπάρξουν. Δεν είναι δυνατόν το Ναυτικό να συντηρεί ούτε ένα ναυπη­γείο με τις παραγγελίες του. Ή μήπως «λε­φτά υπάρχουν»;

Τώρα το ότι το Ναυτικό χρειάζεται άλ­λες τέσσερις πυραυλακάτους, κανονιο­φόρους, πλοία ναρκοπολέμου κ.λπ. το παραβλέπουμε, γιατί θα είναι εξαιρετικά ρομαντικό να πιστεύουμε ότι μπορεί αυτά να συμβούν. Εδώ σε έξι μήνες θα έχου­με πέντε υπερσύχρονα υποβρύχια που θα φέρουν τορπίλες καθόλα μεν αξιόμαχες και εξαιρετικά αποτελεσματικές, σίγουρα όμως παλαιότερης γενιάς και ξεπερασμέ­νες τεχνολογικά.

Πολεμική Αεροπορία

Για την Αεροπορία τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Όχι γιατί δεν έχει προβλή­ματα ή έχει ξεκινήσει κάποιο εξοπλιστικό πρόγραμμα. Τίποτε από τα δύο δεν έχει γί­νει. Απλώς, όταν μιλάμε για «απλά πράγ­ματα», εννοούμε ότι η ιεράρχηση των θε­μάτων εμφανίζεται ως πλέον απλή. Αν λοι­πόν βάλουμε κατά μέρος το ότι ο στόλος των μεταφορικών C-130 μπαίνει στα 40 χρόνια (παραβλέπουμε ότι κάποια είναι 50), ότι από τα πολύ νεότερα C-27J πε- τούν ένα με δύο, λόγω ανύπαρκτων και κακών συμβολαίων και ότι έχουμε ανάγκη ελικοπτέρων Έρευνας-Διάσωσης, τότε μας μένει μόνον ένα πράγμα: τα μαχητικά. Από αυτά τα μεν F-4E Phantom, μετά τον εκσυγχρονισμό τους, θα πετούν για κά­ποια λίγα (αν θέλουμε να παραμείνουμε προσγειωμένοι ) χρόνια. Τα Mirage 2000 και 2000-5 θα πετούν έως ότου εξαντλή­σουν τα όριά τους, καθώς οποιαδήποτε σκέψη εκσυγχρονισμού τους είναι απαγο­ρευτική λόγω της πολιτικής που ακολου­θεί ο κατασκευαστής τους. Έτσι φτάνουμε στα 155 F-16 που αποτελούν άλλωστε και την κύρια δύναμη της Αεροπορίας.

Σήμερα, στην Αεροπορία υπάρχουν 30 F-16 block 30, 39 block 50, 56 block 52+ και 30 block 52+ Adv. Οι ηλικίες τους είναι αντίστοιχα 26-27 χρονών, 18-19, 12­14 και 6-7 ετών. Δεδομένου ότι το μόνον που δεν έκαναν αυτά τα αεροπλάνα ήταν το να κάθονται, τότε όλοι καταλαβαίνουμε ότι ακόμα και τα νεότερα block 52+ Adv, είναι «πολυδουλεμένα». Με άλλα λόγια καταπονημένα. Πέρα όμως από την καταπόνηση, υπάρχει και η τεχνική απαξί­ωση. Άλλες δυνατότητες είχαν τα μαχη­τικά το 1990 -κι άλλα όπλα έφεραν- και άλλα μπορούν να κάνουν σήμερα. Τέλος, επειδή δεν υπάρχει στον ορίζοντα κανέ­να πρόγραμμα απόκτησης νέου μαχητι­κού -η τελευταία φορά που συζητήθηκε κάτι τέτοιο ήταν το 2002(!)- θα πρέπει να σκεφτούμε τι θα κάνουμε. Γιατί κακά τα ψέματα οι απειλές εναντίον μας δεν έχουν πάψει. Η μόνη, επομένως, λύση που μας απομένει είναι ο εκσυγχρονισμός αυτών των αεροσκαφών.

Ευτυχώς ο κατασκευαστής τους, η Lockheed Martin, έχει να προτείνει λύ­σεις. Γιατί κάποιοι ανταγωνιστές της εμ­φάνιζαν κάποιες λίαν ελκυστικές προτά­σεις που είχαν ένα σημαντικότατο μειονέκτημα: δεν ήσαν ρεαλιστικές και υλοποιήσιμες. Η εμπειρία της Ν. Κορέας το απέδειξε.

Επειδή η υπόθεση εκσυγχρονισμός των F-16 είναι ένα θέμα που, από μόνο του, γεμίζει πολλές σελίδες, εδώ θα ανα­φερθούμε εντελώς αποσπασματικά και θα προσπαθήσουμε να δώσουμε ένα μι­κρό «περίγραμμα» του όλου προγράμμα­τος. Η Lockheed Martin προτείνει τα αε­ροπλάνα των block 50, 52+ και block 52+ Adv, να εκσυγχρονιστούν-αναβαθμιστούν στο επίπεδο των F-16V. Να γίνουν, με άλ­λα λόγια, όπως το τελευταίο μοντέλο που κατασκευάζει σήμερα η εταιρεία. Όσο για τα block 30, σε αυτά θα μπουν -κατά κύ­ριο λόγο- τα εξαρτήματα που θα αφαι- ρεθούν από τα προηγούμενα μοντέλα, ώστε να φτάσουν στο επίπεδο των block 52. Έτσι, τα εκσυγχρονισμένα-αναβαθμι- σμένα F-16 θα έχουν: radar AESA, Link16, θα ενσωματώνουν όλα τα υφιστάμενα όπλα της Αεροπορίας, θα φέρουν νέους αισθητήρες και νέα έξυπνα όπλα και, τέ­λος, θα μπορούν να αναλάβουν νέους ρό­λους, όπως φωτοαναγνώριση, αποστολές ναυτικών προσβολών κ.λπ. Περιττό, βέ­βαια, να πούμε ότι το σύστημα ASPIS II, τα βλήματα IRIS-T και η κάσκα του χειρι­στή JHMCS θα εξακολουθήσουν να λει­τουργούν απρόσκοπτα. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγουν άλλωστε δύο πράγ­ματα: αφενός η Lockheed Martin (εκτός από κατασκευαστής) έχει μεγάλη εμπει­ρία και στους εκσυγχρονισμούς των F-16. Αφετέρου η, έως σήμερα, συμπεριφορά τους ως προς την τήρηση των όρων των συμβάσεων, μόνον ως άψογη μπορεί να χαρακτηριστεί. Επίσης, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει -για την ακρίβεια πρόκει­ται για ένα σημαντικό παράγοντα – ότι, κα­θώς όλες οι εργασίες εκσυγχρονισμού θα γίνουν στην ΕΑΒ, εξασφαλίζεται η επιβίω­σή της για τα επόμενα χρόνια.

Βεβαίως ένα εξίσου σημαντικό θέμα είναι και το κόστος αυτής της αναβάθμισης-εκσυγχρονισμού. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Lockheed Martin, το συνολικό κόστος για 132 αεροπλάνα block 50, 52+ και 52+Adv θα είναι της τά­ξης του 1,5 δισ. δολαρίων ΗΠΑ. Αντίστοι­χα, για τα block 30 θα είναι στα 400 εκατ. δολάρια. Με άλλα λόγια, θα κοστίσει πε­ρί τα 12 εκατ. δολάρια το κάθε αεροπλά­νο. Μπορούμε όμως να μιλάμε σήμερα, με τη δεδομένη οικονομική κατάσταση, για τέτοια ποσά; Πριν απαντήσουμε θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας κάποια βα­σικά στοιχεία. Ακόμα και αν άρχιζαν σήμε­ρα οι επαφές και οι σχετικές συζητήσεις, ήτοι αποστολή LOR (Letter of Request = Αίτηση), έκδοση-παραλαβή LOA (Letter of Acceptance= Αποδοχή) από και προς την Αμερικανική Κυβέρνηση, υπογραφή της σχετικής σύμβασης και προκαταβολή, θα περάσουν δύο χρόνια. Μιλάμε, δηλα­δή, για το 2018. Επίσης, η υλοποίηση του προγράμματος των F-16 μπορεί να γίνει, έστω και κατά ένα μέρος, μέσω FMS. Γι’ αυτό το τελευταίο βέβαια απαιτούνται πο­λιτικές επαφές ανάμεσα στις ηγεσίες των υπουργείων Άμυνας Ελλάδας και ΗΠΑ. Και το σημείο αυτό σίγουρα δε μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί ένα από τα …πλεο νεκτήματά μας.

Τελικό συμπέρασμα απ’ όλα τα παρα­πάνω; Σίγουρα έχουμε ανάγκη να υπάρξει εξοπλιστικό πρόγραμμα. Σίγουρα υπάρ­χουν λύσεις. Κάποιοι αρμόδιοι όμως θα πρέπει να ασχοληθούν -κάπως περισσό­τερο- με την υπόθεση. Η άσχημη οικονο­μική κατάσταση της χώρας δεν πρέπει να αποδομήσει την άμυνά της.