Εφικτή, αλλά δυσχερής η προμήθεια των F-35
Εφικτή, αλλά εξαιρετικά δυσχερής και χρονοβόρα αποδεικνύεται η υπόθεση της προμήθειας μαχητικών F-35, καθώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει πραγματοποιήσει σημαντικά βήματα από την εποχή των πρώτων συζητήσεών της με την Ουάσιγκτον, τον Οκτώβριο του 2019, ενώ η κατασκευάστρια Lockheed Martin δεν επιδεικνύει διαπραγματευτική ευελιξία παρά την πολυετή συνεργασία της με το ελληνικό κράτος.
Η κυβέρνηση, για λόγους προεκλογικού εντυπωσιασμού, είναι πιθανό να διογκώσει τη μικρή πρόοδο σε ορισμένα γραφειοκρατικά θέματα τις προσεχείς εβδομάδες, χωρίς να αλλάζει κάτι επί της ουσίας. Οι επικοινωνιακές υπερβολές θα θυμίζουν τη δήλωση αναπληρωτή υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ περί εξασφάλισης των απαραίτητων κονδυλίων ήδη από το Φεβρουάριο του 2017.
Οι τότε και οι παρούσες υπηρεσιακές μελέτες είναι θεωρητικά άψογες, αλλά πρακτικά δεν είναι ευχερής η ανεύρεση των 3,5 ως και 4 δισεκατομμυρίων ευρώ που θα απαιτηθούν για την πρώτη παρτίδα 20 αεροσκαφών, την ανανέωση του πυραυλικού οπλοστασίου και την ολοκλήρωση των απαραίτητων υποδομών.
Άλλωστε, παρά την αντίληψη της κοινής γνώμης (και την προπαγάνδα της Τουρκίας) για υπερεξοπλισμό της χώρας, δεν εξασφαλίστηκαν ούτε τα 1,4 ως 1,6 δις για την προμήθεια τριών κορβετών από πέρυσι τον Απρίλιο ούτε το μισό δις για τον εκσυγχρονισμό των φρεγατών ΜΕΚΟ που εκκρεμεί από το 2009.
Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα διαθέτει, στην παρούσα φάση, μόνον το πλεονέκτημα της κατάθεσης του αιτήματος της διοίκησης Μπάιντεν στο Κογκρέσο, τον περασμένο Ιανουάριο, για την έγκριση μελλοντικής πώλησης F-35.
Κύριος στόχος ήταν να παραμείνει η Ελλάδα σε -σχετική- σειρά κατασκευαστικής προτεραιότητας, καθώς οι αεροναυπηγικές μονάδες της Lockheed Martin έχουν δεχθεί πολλές παραγγελίες και, ταυτόχρονα, υπάρχουν ποικίλες διαφωνίες μεταξύ της εταιρίας, του υπουργείου Άμυνας και του Γενικού Λογιστηρίου των ΗΠΑ.
Η κατάθεση του αιτήματος στο Κογκρέσο αποτελούσε -αποκλειστικά- πρωτοβουλία του Στέητ Ντηπάρτμεντ (ίσως και για λόγους ισορροπίας με το αντίστοιχο για τα F-16 της Τουρκίας), καθώς δεν είχε προβληθεί το θέμα επαρκώς, εκ μέρους του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη, προς την αμερικανική πλευρά.
Κατά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, πέρυσι το Μάιο, ο κ. Μητσοτάκης φέρεται να παρουσίασε ένα αντιφατικό σκεπτικό αφενός υποσχόμενος ταχεία ανακοίνωση επίσημης απόφασης για την προμήθεια F-35 και αφετέρου ομολογώντας αδυναμία χρηματοδότησης της αγοράς.
Ο Πρωθυπουργός έκανε λόγο για τη μελέτη εναλλακτικών χρηματοδοτικών επιλογών που θα απαιτήσει πολύ χρόνο. Στους 10 μήνες, που μεσολάβησαν από τη συνάντηση στο Λευκό Οίκο, η ελληνική πλευρά δεν παρουσίασε ούτε μία περίληψη μελέτης ή άλλο απτό στοιχείο για τους τρόπους και το χρονοδιάγραμμα χρηματοδότησης.
Η αδράνεια της κυβέρνησης, που από το καλοκαίρι βυθίστηκε στο σκάνδαλο των υποκλοπών και άλλες κρίσεις με αποκορύφωμα την τραγωδία των Τεμπών, έρχεται σε αντίθεση με το τεχνοκρατικό πρόσωπο στην αρχή της θητείας της.
Συγκεκριμένα, κατά τον 2ο γύρο του Στρατηγικού Διαλόγου Ελλάδας-ΗΠΑ, στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 2019, η κυβέρνηση ανέλυσε ένα σχέδιο υπό την ονομασία “Roadmap for Cooperation” το οποίο θα αποτελούσε τον οδικό χάρτη της διμερούς συνεργασίας με έμφαση στη χρηματοδότηση νέων προμηθειών, τον εκσυγχρονισμό υφιστάμενου υλικού και την αναβάθμιση των προγραμμάτων εκπαίδευσης.
Η αμερικανική πλευρά εξέφρασε τον εντυπωσιασμό της και υπήρξαν συζητήσεις ακόμα και για την ιδιωτικοποίηση της ΕΑΒ με δεδομένη τη συνεργασία της με τη Lockheed Martin.
Ωστόσο η κυβέρνηση αμέλησε πλήρως τον οδικό χάρτη της και μεσολάβησαν δύο ολόκληρα χρόνια μέχρι την παρουσίαση -εκ μέρους των ΗΠΑ πλέον- μίας εναλλακτικής λύσης -μερικής- χρηματοδότησης των F-35. Τον Οκτώβριο του 2021, η τότε νεο-διορισθείσα βοηθός υπουργός Εξωτερικών Τζ. Λιούις (πρώην διευθύντρια της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας και συνεργασθείσα με τον γερουσιαστή Μπ. Μενέντεζ) ανέφερε σε Έλληνα επισκέπτη της την ιδέα της εν μέρει ένταξης του προγράμματος των F-35 στο πρόγραμμα Foreign Military Financing (FMF).
Ουδείς στο Μέγαρο Μαξίμου και στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας έδωσε ιδιαίτερη σημασία στην ιδέα της κυρίας Λιούις και χρειάστηκε να την επαναλάβει η ίδια στον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, στρατηγό Κων. Φλώρο, στα μέσα Ιουλίου του 2022. Λογικά, θα έπρεπε να υπάρξει μία επείγουσα ελληνική απάντηση (έστω επί της αρχής) κατά την επίσκεψη του υπουργού Εθνικής Άμυνας Ν. Παναγιωτόπουλου στην Ουάσιγκτον λίγες ημέρες αργότερα, αλλά η αμερικανική πλευρά ανέμενε μάταια.
Προς στιγμήν, φάνηκε πως θα δοθεί κάποια συνέχεια κατά την επίσκεψη του υφυπουργού Εθνικής Άμυνας, Ν. Χαρδαλιά, στις ΗΠΑ πέρυσι τον Οκτώβριο. Ο κ. Χαρδαλιάς αντελήφθη όμως ότι η Ελλάδα, λόγω της αδιαφορίας του Μεγάρου Μαξίμου, έχασε την πρώτη ευκαιρία ένταξης στα FMF όχι μόνον για μέρος του κόστους των F-35, αλλά και για τα «ψιλά» των 30 εκατομμυρίων δολαρίων από τα έκτακτα κονδύλια αποζημίωσης για τα όπλα και πυρομαχικά που αποστέλλει στην Ουκρανία!
Πριν από λίγους μήνες, η αμερικανική πλευρά διαβίβασε στην Αθήνα ένα άτυπο περιγραφικό κείμενο, για τη διαδικασία έγκρισης και εκταμίευσης κεφαλαίων από τα FMF, το οποίο έτυχε αντιφατικής υποδοχής. Από τη μία πλευρά, ο κ. Μητσοτάκης το αγνόησε πλήρως και δεν εξέφρασε το παραμικρό ενδιαφέρον για τα F-35 στον υπουργό Εξωτερικών Αντ. Μπλίνκεν στο δείπνο τους της 20ης Φεβρουαρίου.
Ως αποτέλεσμα, το επόμενο πρωί, κατά τις εργασίες του 4ου γύρου του Στρατηγικού Διαλόγου, οι αρμόδιοι Αμερικανοί αξιωματούχοι απλώς επανέλαβαν -λακωνικά- την ιδέα περί FMF, χωρίς περαιτέρω πρόοδο. Από την άλλη πλευρά, στο ΓΕΕΘΑ επικρατεί σχετική αισιοδοξία ότι είναι δυνατή, προσεχώς, η χρηματοδότηση της αγοράς των νέων μαχητικών μέσω FMF.
Σε κάθε περίπτωση, η αναμενόμενη πολιτική αστάθεια των επόμενων μηνών δεν θα επιτρέψει ταχείες εξελίξεις. Οι ενδεχόμενες ελληνικές προτάσεις θα πρέπει να έχουν σταλεί στο Στέητ Ντηπάρτμεντ πολύ πριν από το Σεπτέμβριο φέτος, όταν θα οριστικοποιείται το πρόγραμμα FMF του 2024 προς έγκριση από το Κογκρέσο τρεις-τέσσερις εβδομάδες αργότερα. Αν χαθεί και η παρούσα ευκαιρία, λόγος περί FMF θα μπορεί πάλι να γίνει με στόχο το Σεπτέμβριο του 2024 και χρηματοδότηση από το 2025.
Βέβαια, εκτός από το ζήτημα του χρόνου, το μείζον ερώτημα είναι ποιο ποσοστό της δαπάνης προμήθειας των F-35 θα αντέξει να καλύψει ο ελληνικός προϋπολογισμός και ποιο ποσοστό θα ζητηθεί (αν ζητηθεί!) από τα FMF. Αν ληφθεί υπόψη ότι το συνολικό ποσό FMF για το 2021 ήταν 6,28 δισεκατομμύρια δολάρια, 6 δις το 2022 και, επίσης, 6 δις το 2023 και οι ενδιαφερόμενες χώρες γύρω στις 30, καθώς και ότι ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία απορροφά τεράστια ομοσπονδιακά κεφάλαια των ΗΠΑ, τότε δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού στην Αθήνα.
Κι όλα αυτά, αν δεν υπάρξουν δυσάρεστοι αιφνιδιασμοί στα αμερικανικά νομοθετικά σώματα (μετά το πρώτο θετικό βήμα της συγκατάθεσης Μενέντεζ το Φεβρουάριο απαιτείται συναίνεση κι άλλων) και αν δεν υπάρξει διπλωματική διασύνδεση της ελληνικής προμήθειας με τις αμερικανικές ισορροπίες έναντι της Τουρκίας.
Γιατί το φιλο-τουρκικό λόμπι στην Ουάσιγκτον ήδη απειλεί ότι η απόκτηση των F-35 από την Ελλάδα θα σήμαινε τόσο μεγάλη ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων στο Αιγαίο, ώστε η Άγκυρα θα απαντήσει με ρήξη των σχέσεών της με τις ΗΠΑ.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Δημοκρατία” στις 29 Μαρτίου 2023